Από τη Διζωνική στα δύο κράτη, για να τα βρουν στο… ενδιάμεσο
Του Αλέκου Μιχαηλίδη
Η επικράτηση του Ερσίν Τατάρ στις παράνομες εκλογές των κατεχομένων (18 Οκτωβρίου 2020), η συνεχιζόμενη εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις από τον Ιούλιο του 2017 και οι φήμες που θέλουν τον πρόεδρο Αναστασιάδη να καλοβλέπει άλλες λύσεις, πυροδοτούν μια εκρηκτική συζήτηση σχετικά με το κυπριακό πρόβλημα τούτες τις μέρες. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Κυπριακή Δημοκρατία ετοιμάζεται να «διασυρθεί» σε έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων, αρχής γενομένης από μια άτυπη πενταμερή (5+1) που τοποθετείται στα τέλη Φεβρουαρίου ή στις αρχές Μαρτίου, πιθανόν στη Νέα Υόρκη.
Ο νέος γύρος συνομιλιών δεν προμηνύεται ελπιδοφόρος, όχι γιατί η κωματώδης Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία δεν φαίνεται να έχει παλμούς, αλλά γιατί η ηγεσία της Κύπρου ετοιμάζεται για έναν νέο και τελειωτικό μάλλον συμβιβασμό. Έναν συμβιβασμό που (όπως και η ΔΔΟ) δεν απαλλάσσει την Κύπρο από την Τουρκία, μα αντίθετα τείνει να νομιμοποιήσει το τουρκικό προτεκτοράτο στα κατεχόμενα και να καταστήσει όμηρο για πάντα στην Άγκυρα τη μισή και μόνη Κυπριακή Δημοκρατία. Κι αυτό, την ώρα που ούτε η κυβέρνηση Μητσοτάκη ούτε η ΕΕ ούτε ο ΟΗΕ δείχνουν τη διάθεση να προστατέψουν τους κανόνες διεθνούς δικαίου, την Κυπριακή Δημοκρατία, την Ανατολική Μεσόγειο από το αδηφάγο κτήνος του νεοθωμανισμού.
Ξέπλυμα της συνομοσπονδιακής λύσης;
Ξεκίνησε, λοιπόν, στην Κύπρο να «ξεπλένεται» τεχνηέντως η θεωρία της λύσης δύο κρατών, με σκοπό να προετοιμαστεί η κοινωνία για μια λύση που θα αναγνωρίζει το κατοχικό καθεστώς και θα εδραιώνει την τουρκική παρουσία στο νησί. Η λύση αυτή, που μπορεί να ονομαστεί «συνομοσπονδιακή», δεν απέχει από ό,τι συζητήθηκε έως τώρα από όλες τις ηγεσίες του κυπριακού Ελληνισμού, αλλά έχει μεγάλη σημασία –για μεγάλη μερίδα του λαού– η ονομασία της.
Επί τούτου, προωθείται υπογείως ένας «νέος ρεαλισμός», που τεστάρει τις αντιδράσεις των πολιτών έναντι μιας νέας λύσης. Σφοδρές αντιδράσεις προκάλεσε δε άρθρο του αναπληρωτή προέδρου του κυβερνώντος Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ) και πρώην υπουργού Οικονομικών, Χάρη Γεωργιάδη, ο οποίος αναφερόταν στο πόσο υπέροχη ήταν η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, αλλά ήρθε η ώρα για έναν «νέο ρεαλισμό». Δεν βάφτιζε αυτό τον «νέο ρεαλισμό» αλλά μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητό τι αφορούσε, την ώρα που και η κατοχική Τουρκία και η μαριονέτα του Ερντογάν στα κατεχόμενα, Ερσίν Τατάρ, εμμένουν σε λύση δύο κρατών.Παρόμοια υπονοούμενα άφηνε και ο σύμβουλος έκδοσης της εφημερίδας Πολίτης (που εκφράζει την ενδοτική γραμμή στο Κυπριακό) Διονύσης Διονυσίου. Αναφερόταν σε ενδιάμεση «στρατηγική συμφωνία», που θα αναγνώριζε το παράνομο αεροδρόμιο της κατεχόμενης Τύμπου και το δικαίωμα των Ελληνοκυπρίων να επιστρέψουν στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου. Μια «στρατηγική συμφωνία» βάσει της οποίας οι Τουρκοκύπριοι θα συμμετάσχουν σε επιτροπή υδρογονανθράκων, η Τουρκία θα επιστρέψει χωριά της Μεσαόριας, τον Γερόλακκο, τη Ζώδια, τη Μόρφου και οι Ελληνοκύπριοι θα αναγνωρίσουν (εκτός από το αεροδρόμιο) τις τ/κ ομοσπονδίες αθλημάτων και την παρουσία Τ/κ βουλευτών στο Ευρωκοινοβούλιο. Ο Διονυσίου αναφερόταν σε αποχώρηση ποσοστού του τουρκικού στρατού, εκφράζοντας όμως και την άποψη πως, «αν κάποιοι επιμένουν σε λύση διαχωρισμού, αυτό θα μπορούσε να γίνει συντεταγμένα και ειρηνικά».
Οι δύο προαναφερθέντες εκφράζουν συγκεκριμένη γραμμή στο Κυπριακό. Ο Χάρης Γεωργιάδης επηρεάζει ένα μεγάλο κομμάτι της νεοφιλελεύθερης δεξιάς και ο Διονύσης Διονυσίου, μεταξύ άλλων, την εξωκομματική φουρνιά των ενδοτικών, εκείνων δηλαδή που στηρίζουν την «όποια λύση» στο Κυπριακό και δεν έχουν κόκκινες γραμμές όσον αφορά στα αναχρονιστικά επεμβατικά δικαιώματα της Τουρκίας ή στην παραμονή του κατοχικού στρατού. Πάνω σε αυτή την λογική εδράζεται και το αιωρούμενο αφήγημα περί αλλαγής της βάσης λύσης, που θα οδηγήσει σε μια «συνομοσπονδία» που θα βολέψει και την Τουρκία και όσους Ελληνοκύπριους αξιώνουν φιλικές σχέσεις με την Άγκυρα. Θα διατηρηθεί έτσι, τουλάχιστον στα χαρτιά, η ψευδαίσθηση ότι θα επέλθει μια «λύση» που θα μας επιτρέψει να ζήσουμε πλάι-πλάι με τους Τουρκοκύπριους, έστω και αν η Τουρκία θα κερδίσει (όπως και στο απορριφθέν σχέδιο Ανάν) την κυριαρχία στον βορρά και τη συγκυριαρχία στον νότο.
Η εκστρατεία «χώνεψης» της συνομοσπονδίας αναμένεται να ενταθεί πριν και μετά την άτυπη πενταμερή διάσκεψη, στην οποία θα συμμετάσχουν οι Ελληνοκύπριοι (όχι η Κυπριακή Δημοκρατία), οι Τουρκοκύπριοι, η Ελλάδα, η Τουρκία, η Βρετανία και –σε ρόλο παρατηρητή– η Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν αναμένονται τρομερές εξελίξεις από τη διάσκεψη, διότι η τουρκική πλευρά δεν αποδέχεται να συζητήσει οτιδήποτε άλλο εκτός από λύση δύο κρατών και οι συνθήκες δεν επιτρέπουν στον πρόεδρο Αναστασιάδη να επιστρέψει για να σερβίρει στον λαό μια φάλτσα και τουρκικής εμπνεύσεως «συνομοσπονδία». Άλλωστε, ο κυπριακός Ελληνισμός έχει ήδη απορρίψει τη λύση που προνοεί δημιουργία δύο κρατιδίων και θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδεχθεί μια διευθέτηση που δεν θα εγγυάται τη φυσική και εθνική επιβίωσή του στο νησί. Κι αυτό το ξέρει καλά ο Αναστασιάδης, που παλεύει για να σώσει τα απομεινάρια της αξιοπιστίας του.
Ανάρτηση από: https://ardin-rixi.gr/