Η άνοδος των τιμών, η ακρίβεια, είναι μία μόνο πλευρά απ’ την γενικευμένη επίθεση στα δικαιώματα των εργαζόμενων. Δίπλα σ’ αυτή, η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, οι χαμηλοί μισθοί, η ανεργία το τσάκισμα των εργασιακών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, η υπέρογκη φορολογία του λαού, όλα μαζί κατατρώνε το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων. Αυτές είναι οι ράγες πάνω στις οποίες κινήθηκαν και θα συνεχίσουν να κινούνται όλες οι αστικές κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και συνδυασμών τους. Αιτία είναι πως η ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζόμενων είναι προϋπόθεση για την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Η πραγματική αιτία των νέων ανατιμήσεων ακόμα και σε βασικά είδη κατανάλωσης, δεν είναι άλλη από τον ίδιο το καπιταλισμό και τον κοινό στόχο όλων των αστικών κομμάτων, την καπιταλιστική ανάπτυξη. Τελικά, η λεγόμενη «ακρίβεια», είναι σήμερα ένα από τα «αντίτιμα» που πληρώνουμε για την ανάπτυξη του κεφαλαίου. Έγκαιρα το ΚΚΕ τα προηγούμενα χρόνια οργάνωνε την πάλη του λαού και της νεολαίας, θέτοντας στον στόχαστρο αυτό τον στρατηγικό στόχο της αστικής τάξης. Αναδεικνύοντας πως είτε σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, είτε σε περίοδο ανάπτυξης, τον λογαριασμό θα τον πληρώσει πάλι ο λαός, τα παιδιά του.
Στις σημερινές συνθήκες, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εφαρμόζουν γενικευμένα επεκτατική πολιτική προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση που εκφράστηκε την τελευταία διετία μαζί με την πανδημία. Η επεκτατική πολιτική είναι στην ουσία η κρατική επιδότηση των επενδύσεων και της ανάπτυξης των επιχειρήσεων, μέσα απ’ τον κρατικό δανεισμό και την εκτύπωση νέου χρήματος.
Σε αυτή την επεκτατική πολιτική χρεώνεται μεγάλο κομμάτι του νέου κύματος ακρίβειας. Εργαλεία της, είναι η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από το αστικό κράτος, με τεράστια ποσά μέσω απευθείας χρηματοδοτήσεων, ευκολιών δανειοδότησης, διαγραφής επιχειρηματικών χρεών και άλλων μορφών. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκεται να εξασφαλιστεί ένας νέος, μακροπρόθεσμος κύκλος κερδοφόρων και ασφαλών επενδύσεων.
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συγκλίνουν σε αυτό τον στόχο, γι’ αυτό και οι πολιτικές προτάσεις τους δεν μπορούν να λύσουν το συγκεκριμένο πρόβλημα. Με αυτό το κριτήριο αξιοποιούνται τα 30,5 δις του «Ταμείου Ανάκαμψης» από την κυβέρνηση της ΝΔ. Με το ίδιο κριτήριο προτείνει να αξιοποιηθούν και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό τους βλέπουμε να σφάζονται στην ποδιά των βιομηχάνων για το ποιος από τους δύο... «πιστεύει» πιο πολύ στην επεκτατική πολιτική.
Όλα τα αστικά κόμματα καλούν την νεολαία να κάνει θυσίες, υπομονή, να πληρώσει το αντίτιμο για την επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης.
Ωστόσο η άνοδος των τιμών που τσακίζει το εισόδημα των οικογενειών μας, τροφοδοτείται από την ίδια την λειτουργία του καπιταλισμού:
Απ’ την ίδια την φάση του καπιταλιστικού κύκλου. Η επαναφορά στην ανάπτυξη επαναφέρει τις τιμές που στη φάση της κρίσης είχαν μειωθεί.
Η πραγματική αιτία των νέων ανατιμήσεων ακόμα και σε βασικά είδη κατανάλωσης, δεν είναι άλλη από τον ίδιο το καπιταλισμό και τον κοινό στόχο όλων των αστικών κομμάτων, την καπιταλιστική ανάπτυξη. Τελικά, η λεγόμενη «ακρίβεια», είναι σήμερα ένα από τα «αντίτιμα» που πληρώνουμε για την ανάπτυξη του κεφαλαίου. Έγκαιρα το ΚΚΕ τα προηγούμενα χρόνια οργάνωνε την πάλη του λαού και της νεολαίας, θέτοντας στον στόχαστρο αυτό τον στρατηγικό στόχο της αστικής τάξης. Αναδεικνύοντας πως είτε σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, είτε σε περίοδο ανάπτυξης, τον λογαριασμό θα τον πληρώσει πάλι ο λαός, τα παιδιά του.
Στις σημερινές συνθήκες, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εφαρμόζουν γενικευμένα επεκτατική πολιτική προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση που εκφράστηκε την τελευταία διετία μαζί με την πανδημία. Η επεκτατική πολιτική είναι στην ουσία η κρατική επιδότηση των επενδύσεων και της ανάπτυξης των επιχειρήσεων, μέσα απ’ τον κρατικό δανεισμό και την εκτύπωση νέου χρήματος.
Σε αυτή την επεκτατική πολιτική χρεώνεται μεγάλο κομμάτι του νέου κύματος ακρίβειας. Εργαλεία της, είναι η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από το αστικό κράτος, με τεράστια ποσά μέσω απευθείας χρηματοδοτήσεων, ευκολιών δανειοδότησης, διαγραφής επιχειρηματικών χρεών και άλλων μορφών. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκεται να εξασφαλιστεί ένας νέος, μακροπρόθεσμος κύκλος κερδοφόρων και ασφαλών επενδύσεων.
ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ συγκλίνουν σε αυτό τον στόχο, γι’ αυτό και οι πολιτικές προτάσεις τους δεν μπορούν να λύσουν το συγκεκριμένο πρόβλημα. Με αυτό το κριτήριο αξιοποιούνται τα 30,5 δις του «Ταμείου Ανάκαμψης» από την κυβέρνηση της ΝΔ. Με το ίδιο κριτήριο προτείνει να αξιοποιηθούν και ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό τους βλέπουμε να σφάζονται στην ποδιά των βιομηχάνων για το ποιος από τους δύο... «πιστεύει» πιο πολύ στην επεκτατική πολιτική.
Όλα τα αστικά κόμματα καλούν την νεολαία να κάνει θυσίες, υπομονή, να πληρώσει το αντίτιμο για την επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης.
Ωστόσο η άνοδος των τιμών που τσακίζει το εισόδημα των οικογενειών μας, τροφοδοτείται από την ίδια την λειτουργία του καπιταλισμού:
Απ’ την ίδια την φάση του καπιταλιστικού κύκλου. Η επαναφορά στην ανάπτυξη επαναφέρει τις τιμές που στη φάση της κρίσης είχαν μειωθεί.
Από τα κρατικά πακέτα στήριξης διεθνώς όπως του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η άνοδος της χρηματοδότησης των μονοπωλίων, τροφοδοτεί την άνοδο του πληθωρισμού, αφού ο όγκος των εμπορευμάτων που παράγονται και πωλούνται δεν αυξάνεται αντίστοιχα. Από το τέλος του 2019 μέχρι το 2021, η «μάζα του χρήματος» στην Ε.Ε. έχει σχεδόν διπλασιαστεί, από 6 στα 12 τρισ. ευρώ. Ταυτόχρονα την ίδια περίοδο η αξία των παραγόμενων εμπορευμάτων (με όρους Α.Ε.Π.) μειώθηκε κατά 660 δις ευρώ.
Από τη διατήρηση της φορολογίας σε είδη κατανάλωσης σε υψηλά επίπεδα όπως στα τρόφιμα, τα καύσιμα κ.ά. Η αφαίμαξη των οικογενειών μας μέσω της φορολογίας, εγγυάται στο αστικό κράτος επαρκή έσοδα για να συνεχίσει να τροφοδοτεί τα μονοπώλια με νέες φοροαπαλλαγές και επιδοτήσεις.
Από τη στρατηγική του «Πράσινου New Deal» που φορτώνει στις πλάτες μας το δυσβάσταχτο κόστος των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, τους ρύπους που εκλύει η κάθε βιομηχανία μέσω του «χρηματιστηρίου ρύπων», το κόστος των καπιταλιστών για την αγορά «πράσινης» τεχνολογίας (βλ. «υπεραποσβέσεις»), ακόμα και το κόστος ταφής και διαχείρισης των απορριμμάτων.
Από την προνομιακή θέση μιας σειράς μονοπωλίων στην αγορά, όπως των πετρελαιοπαραγωγών όπου μέσα από τα παζάρια και τους ανταγωνισμούς τους, ορίζουν πόσο πετρέλαιο θα παραχθεί (βλ. ΟΠΕΚ), επηρεάζοντας την τιμή του. Κατ’ επέκταση, επηρεάζουν το σύνολο της καπιταλιστικής παραγωγής αφού το πετρέλαιο αποτελεί το κύριο καύσιμο. Τέτοιου είδους«παρεμβάσεις» συναντώνται σε πολλούς κλάδους, όπως την φαρμακοβιομηχανία, την πληροφορική κ.α.
Τι είναι ο πληθωρισμός;
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το πως αποτυπώνεται το φαινόμενο του πληθωρισμού στο έργο του Λεβ Σεγκάλ “Βασικές Αρχές Πολιτικής Οικονομίας”, που γράφτηκε το 1934, εν μέσω σφοδρότατης καπιταλιστικής κρίσης, πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου:
“Η έκδοση χαρτονομίσματος σε ποσότητα ανώτερη από αυτή που είναι αναγκαία στη κυκλοφορία, λέγεται πληθωρισμός. Στον πληθωρισμό είναι αναπόφευκτη η υποτίμηση του χαρτονομίσματος και η ανατίμηση των εμπορευμάτων. (...) Η συστολή της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων περιορίζει το ποσό του αναγκαίου χρήματος, το χαρτονόμισμα, όμως, δεν αποσύρεται από την κυκλοφορία. (...) (ταυτόχρονα) όσο πιο γρήγορα κυκλοφορεί το χρήμα, τόσο λιγότερο χρειάζεται (...) Η σπουδαιότερη συνέπειά του (πληθωρισμού) είναι η πτώση του πραγματικού μισθού. Αν και ο μισθός σε χαρτονόμισμα αυξάνεται, η αύξησή του είναι πολύ βραδύτερη από την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων. Γι’ αυτό ο εργάτης με τον πληθωρισμό αγοράζει όλο και λιγότερα εμπορεύματα και δεν κατορθώνει ν’ αποκαταστήσει την εργατική του δύναμη, ο πραγματικός μισθός πέφτει. (...) Η τάση αυτή της αστικής τάξης, να βρει διέξοδο στην κρίση σε βάρος της εργατικής τάξης, είναι η κύρια αιτία του πληθωρισμού.”
Ανάρτηση από: https://www.odigitis.gr/