Ο Κωστής Χατζηδάκης έχει εδώ και πολλά χρόνια «καπαρώσει» τον τίτλο ενός από τους πλέον προκλητικούς υπουργούς των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας. Την ιδιότητα του αυτή διατήρησε και επαύξησε κατά την θητεία στο υπουργείο Εργασίας στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ιδίως όταν από αυτή την θέση πέρασε ακραία αντεργατικά νομοσχέδια.
Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται φυσικά το πολυνομοσχέδιο του για τις εργασιακές σχέσεις και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, αυτό που έγινε γνωστό ως νόμος για την κατάργηση του 8ωρου. Επίσης, είναι το νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης και το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στον ΟΑΕΔ.
Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ακραία νεοφιλελεύθερες επιλογές που η κυβέρνηση, όπως και ο υπουργός της, θα είχαν κάθε λόγο να «ξεχαστούν» κατά την προεκλογική περίοδο, ο Κωστής Χατζηδάκης, πιστός στις συνήθειές του, επιλέγει το αντίθετο. Έτσι, με ανακοίνωσή που εξέδωσε υποστηρίζει πως «τα τελευταία 4 χρόνια “γκρεμίσαμε” το αφήγημα της Αριστεράς ότι δήθεν μόνο εκείνη νοιάζεται για τους εργαζόμενους και τους ανέργους. Και εφαρμόζουμε μια σύγχρονη πολιτική»! Επίσης, ειδικά για το θέμα της κατάργησης του μας καλεί ειρωνικά να διαβάσουμε «επιτέλους το άρθρο 55 του “τρισκατάρατου νόμου Χατζηδάκη”» για να δούμε πως το 8ωρο «κατοχυρώνεται με τον πιο ρητό τρόπο».
Επειδή τέτοια πράγματα προεκλογικά δεν πρέπει να μένουν αναπάντητα, θα ακούσουμε την «συμβουλή» του υπουργού και θα αναγνώσουμε το άρθρο που μας προτείνει. Δεν θα το διαβάσουμε, όμως, μόνο του αλλά σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα άρθρα που περιλαμβάνει ο νόμος του και αφορούν την διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο
Ας τα δούμε αναλυτικά:
Ο υπουργός Εργασίας μας ζητά να διαβάσουμε το άρθρο 55 παρ. 1 του νόμου τον οποίο ψήφισε στις 16 Ιουνίου του 2021 (υπέρ του άρθρου, παρεμπιπτόντως, τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας).
Η παράγραφος αυτή αναφέρει πως: «Σε όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους εργασίας και σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, η πλήρης απασχόληση καθορίζεται σε σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες δύνανται να κατανέμονται σε πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή τις διαιτητικές αποφάσεις. Όταν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας ανέρχεται ημερησίως σε οκτώ (8) ώρες, ενώ όταν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες ωράριο εργασίας ανέρχεται σε έξι (6) ώρες και σαράντα (40) λεπτά ημερησίως. Με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις ή ατομικές συμβάσεις εργασίας είναι δυνατή η εφαρμογή μικρότερων ωραρίων πλήρους απασχόλησης ημερησίως και εβδομαδιαίως».
Αυτήν την πρόβλεψη παρουσιάζει ο Κωστής Χατζηδάκης ως «ρητή κατοχύρωση» του 8ωρου. Μόνο που ξεχνά να μας πει ότι ο νόμος του δεν έχει μόνον ένα άρθρο που να αφορά το θέμα αυτό, αλλιώς θα ήταν μάλλον παράλογο να προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση του θέματος.
Αντιθέτως η «καρδιά» των αλλαγών που προώθησε αναφορικά με το 8ωρο βρίσκεται λίγο παρακάτω. Συγκεκριμένα στο άρθρο 59 του συγκεκριμένου νόμου που τιτλοφορείται ως εξής: «Συμφωνία περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας Τροποποίηση της παρ. 6 και προσθήκη παρ. 12 στο άρθρο 41 του ν. 1892/1990».
Στο σημείο αυτό λοιπόν ο Κωστής Χατζηδάκης έχει κάνει μία ουσιώδη προσθήκη σε έναν ούτως η άλλως προβληματικό νόμο που είχε ψηφιστεί επί διακυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την «περίφημη» τριετία 1990-1993. Εκεί για πρώτη φορά τέθηκε το θέμα της διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Μόνον που πρόκειται για έναν νόμο που έμεινε ουσιαστικά ανενεργός, γιατί προϋπέθετε την σύμφωνη γνώμη μιας κλαδικής οργάνωσης η ενός επιχειρησιακού σωματείου, προκειμένου κάτι τέτοιο να ισχύσει. Παρότι δίνονταν η έμμεση δυνατότητα της δημιουργίας επιχειρησιακών σωματείων, με «προτροπή» του εκάστοτε εργοδότη, το όλο σύστημα δεν φαίνεται να «περπάτησε».
Έτσι το άρθρο 59 παρ. 1 του νόμου Χατζηδάκη ορίζει πως στην νομοθεσία του 1990 γίνεται η εξής πρόσθεση εδαφίων: «Εάν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης και του εργοδότη, μπορεί, κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου, να εφαρμοσθεί το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, μετά από έγγραφη συμφωνία. Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας για τον λόγο ότι ο εργαζόμενος δεν υπέβαλε αίτημα για διευθέτηση του χρόνου εργασίας».
Έτσι, η νέα αυτή πρόβλεψη «τοποθετείται» αμέσως μετά τις υφιστάμενες παραγράφους που λένε ότι «η διευθέτηση του χρόνου εργασίας των παραγράφων 1 και 2 καθορίζεται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή συμφωνία του εργοδότη με συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση που αφορά τα μέλη της ή συμφωνία του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή συμφωνία του εργοδότη και ένωσης προσώπων. Η ένωση προσώπων που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο μπορεί να συσταθεί από το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) τουλάχιστον των εργαζομένων στην επιχείρηση που απασχολεί πάνω από είκοσι (20) εργαζομένους και δεκαπέντε τοις εκατό (15%) εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων στην επιχείρηση είναι κατ’ ανώτατο αριθμό είκοσι (20) εργαζόμενοι».
Έτσι, λοιπόν, πρακτικά αυτό συμβαίνει είναι πως ο εργαζόμενος βρίσκεται σε απευθείας «διαπραγμάτευση» με τον εργοδότη προκειμένου να υπάρξει η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, πράγμα που εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει: Ο εργαζόμενος δεν έχει ουσιαστικά καμία διαπραγματευτική δυνατότητα και καλείται να διαλέξει ανάμεσα στην αποδοχή του εργοδοτικού αιτήματος ή την (αναιτιολόγητη) απόλυση.
Όσον αφορά τα όρια αυτής της διευθέτησης καθορίζονται στο ίδιο νομοσχέδιο του 1990 και μεγάλη σαφήνεια, προβλέποντας τουλάχιστον 10 ώρες εργασίας, για τις περιόδους που η επιχείρηση έχει αυξημένες ανάγκες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον 1892/90 «επιτρέπεται για μία χρονική περίοδο (περίοδος αυξημένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος να απασχολείται δύο (2) ώρες την ημέρα επιπλέον των οκτώ (8) ωρών, υπό την προϋπόθεση ότι οι επιπλέον των σαράντα (40) ώρες εργασίας την εβδομάδα αφαιρούνται από τις ώρες εργασίας μιας άλλης χρονικής περιόδου (περίοδος μειωμένης απασχόλησης). Αντί της παραπάνω μειώσεως των ωρών εργασίας, επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή συνδυασμός μειωμένων ωρών εργασίας και ημερών αναπαύσεως. Το χρονικό διάστημα των περιόδων αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι (6) μήνες σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών (περίοδος αναφοράς)».
Αναφέρεται επίσης πως «ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνησή του δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη».
Σε αυτό συμπεριλαμβάνεται φυσικά το πολυνομοσχέδιο του για τις εργασιακές σχέσεις και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, αυτό που έγινε γνωστό ως νόμος για την κατάργηση του 8ωρου. Επίσης, είναι το νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης και το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στον ΟΑΕΔ.
Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ακραία νεοφιλελεύθερες επιλογές που η κυβέρνηση, όπως και ο υπουργός της, θα είχαν κάθε λόγο να «ξεχαστούν» κατά την προεκλογική περίοδο, ο Κωστής Χατζηδάκης, πιστός στις συνήθειές του, επιλέγει το αντίθετο. Έτσι, με ανακοίνωσή που εξέδωσε υποστηρίζει πως «τα τελευταία 4 χρόνια “γκρεμίσαμε” το αφήγημα της Αριστεράς ότι δήθεν μόνο εκείνη νοιάζεται για τους εργαζόμενους και τους ανέργους. Και εφαρμόζουμε μια σύγχρονη πολιτική»! Επίσης, ειδικά για το θέμα της κατάργησης του μας καλεί ειρωνικά να διαβάσουμε «επιτέλους το άρθρο 55 του “τρισκατάρατου νόμου Χατζηδάκη”» για να δούμε πως το 8ωρο «κατοχυρώνεται με τον πιο ρητό τρόπο».
Επειδή τέτοια πράγματα προεκλογικά δεν πρέπει να μένουν αναπάντητα, θα ακούσουμε την «συμβουλή» του υπουργού και θα αναγνώσουμε το άρθρο που μας προτείνει. Δεν θα το διαβάσουμε, όμως, μόνο του αλλά σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα άρθρα που περιλαμβάνει ο νόμος του και αφορούν την διευθέτηση του χρόνου εργασίας.
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο
Ας τα δούμε αναλυτικά:
Ο υπουργός Εργασίας μας ζητά να διαβάσουμε το άρθρο 55 παρ. 1 του νόμου τον οποίο ψήφισε στις 16 Ιουνίου του 2021 (υπέρ του άρθρου, παρεμπιπτόντως, τάχθηκαν μόνο οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας).
Η παράγραφος αυτή αναφέρει πως: «Σε όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους εργασίας και σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, η πλήρης απασχόληση καθορίζεται σε σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες δύνανται να κατανέμονται σε πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή τις διαιτητικές αποφάσεις. Όταν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας ανέρχεται ημερησίως σε οκτώ (8) ώρες, ενώ όταν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες ωράριο εργασίας ανέρχεται σε έξι (6) ώρες και σαράντα (40) λεπτά ημερησίως. Με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις ή ατομικές συμβάσεις εργασίας είναι δυνατή η εφαρμογή μικρότερων ωραρίων πλήρους απασχόλησης ημερησίως και εβδομαδιαίως».
Αυτήν την πρόβλεψη παρουσιάζει ο Κωστής Χατζηδάκης ως «ρητή κατοχύρωση» του 8ωρου. Μόνο που ξεχνά να μας πει ότι ο νόμος του δεν έχει μόνον ένα άρθρο που να αφορά το θέμα αυτό, αλλιώς θα ήταν μάλλον παράλογο να προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση του θέματος.
Αντιθέτως η «καρδιά» των αλλαγών που προώθησε αναφορικά με το 8ωρο βρίσκεται λίγο παρακάτω. Συγκεκριμένα στο άρθρο 59 του συγκεκριμένου νόμου που τιτλοφορείται ως εξής: «Συμφωνία περί διευθέτησης του χρόνου εργασίας Τροποποίηση της παρ. 6 και προσθήκη παρ. 12 στο άρθρο 41 του ν. 1892/1990».
Στο σημείο αυτό λοιπόν ο Κωστής Χατζηδάκης έχει κάνει μία ουσιώδη προσθήκη σε έναν ούτως η άλλως προβληματικό νόμο που είχε ψηφιστεί επί διακυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την «περίφημη» τριετία 1990-1993. Εκεί για πρώτη φορά τέθηκε το θέμα της διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Μόνον που πρόκειται για έναν νόμο που έμεινε ουσιαστικά ανενεργός, γιατί προϋπέθετε την σύμφωνη γνώμη μιας κλαδικής οργάνωσης η ενός επιχειρησιακού σωματείου, προκειμένου κάτι τέτοιο να ισχύσει. Παρότι δίνονταν η έμμεση δυνατότητα της δημιουργίας επιχειρησιακών σωματείων, με «προτροπή» του εκάστοτε εργοδότη, το όλο σύστημα δεν φαίνεται να «περπάτησε».
Έτσι το άρθρο 59 παρ. 1 του νόμου Χατζηδάκη ορίζει πως στην νομοθεσία του 1990 γίνεται η εξής πρόσθεση εδαφίων: «Εάν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης και του εργοδότη, μπορεί, κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου, να εφαρμοσθεί το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, μετά από έγγραφη συμφωνία. Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας για τον λόγο ότι ο εργαζόμενος δεν υπέβαλε αίτημα για διευθέτηση του χρόνου εργασίας».
Έτσι, η νέα αυτή πρόβλεψη «τοποθετείται» αμέσως μετά τις υφιστάμενες παραγράφους που λένε ότι «η διευθέτηση του χρόνου εργασίας των παραγράφων 1 και 2 καθορίζεται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή συμφωνία του εργοδότη με συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση που αφορά τα μέλη της ή συμφωνία του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή συμφωνία του εργοδότη και ένωσης προσώπων. Η ένωση προσώπων που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο μπορεί να συσταθεί από το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) τουλάχιστον των εργαζομένων στην επιχείρηση που απασχολεί πάνω από είκοσι (20) εργαζομένους και δεκαπέντε τοις εκατό (15%) εφόσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων στην επιχείρηση είναι κατ’ ανώτατο αριθμό είκοσι (20) εργαζόμενοι».
Έτσι, λοιπόν, πρακτικά αυτό συμβαίνει είναι πως ο εργαζόμενος βρίσκεται σε απευθείας «διαπραγμάτευση» με τον εργοδότη προκειμένου να υπάρξει η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, πράγμα που εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει: Ο εργαζόμενος δεν έχει ουσιαστικά καμία διαπραγματευτική δυνατότητα και καλείται να διαλέξει ανάμεσα στην αποδοχή του εργοδοτικού αιτήματος ή την (αναιτιολόγητη) απόλυση.
Όσον αφορά τα όρια αυτής της διευθέτησης καθορίζονται στο ίδιο νομοσχέδιο του 1990 και μεγάλη σαφήνεια, προβλέποντας τουλάχιστον 10 ώρες εργασίας, για τις περιόδους που η επιχείρηση έχει αυξημένες ανάγκες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον 1892/90 «επιτρέπεται για μία χρονική περίοδο (περίοδος αυξημένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος να απασχολείται δύο (2) ώρες την ημέρα επιπλέον των οκτώ (8) ωρών, υπό την προϋπόθεση ότι οι επιπλέον των σαράντα (40) ώρες εργασίας την εβδομάδα αφαιρούνται από τις ώρες εργασίας μιας άλλης χρονικής περιόδου (περίοδος μειωμένης απασχόλησης). Αντί της παραπάνω μειώσεως των ωρών εργασίας, επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή συνδυασμός μειωμένων ωρών εργασίας και ημερών αναπαύσεως. Το χρονικό διάστημα των περιόδων αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης δεν υπερβαίνει συνολικά τους έξι (6) μήνες σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών (περίοδος αναφοράς)».
Αναφέρεται επίσης πως «ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνησή του δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη».
Εύκολα φυσικά αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει «καλή πίστη»!
Διασαφηνίζεται επίσης ότι «κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο, αντί μειώσεως των ωρών εργασίας, προς αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την περίοδο αυξημένου ωραρίου, ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή ανάλογη προσαύξηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές ή συνδυασμός μειωμένων ωρών και ημερών αναπαύσεως ή ημερών αδείας». Καθώς και ότι «κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και 2, η ημερήσια απασχόληση του εργαζομένου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις δέκα (10) ώρες».
Με λίγα λόγια αυτό σημαίνει ότι με το νομοσχέδιο του Κωστή Χατζηδάκη που συμπλήρωσε την υφιστάμενη νομοθεσία της περιόδου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 8ωρο καταργείται. Οι εργοδότες μπορούν να εκβιάζουν με ατομικές συμβάσεις τους εργαζόμενους για εργασία 10 και πλέον ωρών ημερησίως, επί μήνες ολόκληρους, δίχως πρόσθετη αμοιβή και με θολό αντάλλαγμα κάποια ρεπό στο …απώτερο μέλλον. Αυτό το μέτρο οδηγεί αυτόματα σε τεράστια μείωση του εργατικού κόστους, ιδίως για βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούν με παραγγελίες η έχουν χρονικές διαφοροποιήσεις στο φόρτο εργασίας.
Επίσης σημαίνει ότι υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης λέει – ανερυθρίαστα- προεκλογικά ψέματα…
Διασαφηνίζεται επίσης ότι «κατά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται να χορηγείται στον εργαζόμενο, αντί μειώσεως των ωρών εργασίας, προς αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την περίοδο αυξημένου ωραρίου, ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή ανάλογη προσαύξηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές ή συνδυασμός μειωμένων ωρών και ημερών αναπαύσεως ή ημερών αδείας». Καθώς και ότι «κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης των παραγράφων 1 και 2, η ημερήσια απασχόληση του εργαζομένου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις δέκα (10) ώρες».
Με λίγα λόγια αυτό σημαίνει ότι με το νομοσχέδιο του Κωστή Χατζηδάκη που συμπλήρωσε την υφιστάμενη νομοθεσία της περιόδου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 8ωρο καταργείται. Οι εργοδότες μπορούν να εκβιάζουν με ατομικές συμβάσεις τους εργαζόμενους για εργασία 10 και πλέον ωρών ημερησίως, επί μήνες ολόκληρους, δίχως πρόσθετη αμοιβή και με θολό αντάλλαγμα κάποια ρεπό στο …απώτερο μέλλον. Αυτό το μέτρο οδηγεί αυτόματα σε τεράστια μείωση του εργατικού κόστους, ιδίως για βιομηχανικές μονάδες που λειτουργούν με παραγγελίες η έχουν χρονικές διαφοροποιήσεις στο φόρτο εργασίας.
Επίσης σημαίνει ότι υπουργός Εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης λέει – ανερυθρίαστα- προεκλογικά ψέματα…
Ανάρτηση από: https://www.imerodromos.gr/