"Σήμερα χωρίς προσωπικές φιλοδοξίες, περισσότερο από ποτέ, μας συνδέει όλους η κοινή αγωνία να εκφραστεί ο δημοκρατικός κόσμος, να δώσουμε διέξοδο και εναλλακτική πρόταση στην κοινωνία", υπογραμμίζει ο Διονύσης Τεμπονέρας σε κείμενό του για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ
Του Διονύση Τεμπονέρα
Οι μήνες που ακολουθούν, είναι κρίσιμοι για το μέλλον της αριστερής, προοδευτικής και δημοκρατικής προοπτικής της πατρίδας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μετά την ήττα των εκλογών και εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή, οφείλει να κρατήσει τις θετικές εμπειρίες του πρόσφατου παρελθόντος, να ξεχάσει τις παθογένειες και τις αδυναμίες του, αλλά το κυριότερο: να επανιδρυθεί, με όρους κοινωνικούς και πολιτικούς.
Κρατάμε τα θετικά επιτεύγματα της κυβερνητικής εμπειρίας(περίθαλψη ανασφάλιστων, Συμφωνία των Πρεσπών, νοικοκύρεμα των οικονομικών, έξοδο από την στενή μνημονιακή εποπτεία κλπ.) και ενσωματώνουμε στην στρατηγική μας, την κυβερνητική προοπτική(ως κόμμα που διατυπώνει εναλλακτική κυβερνητική πρόταση) ως το μέσο, που θα μας οδηγήσει να εκκινήσουμε από καλύτερη αφετηρία, για να επιτύχουμε το στρατηγικό μας στόχο, τον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.
Κρατάμε την σπουδαία παρακαταθήκη του Αλέξη Τσίπρα, τις μάχες που δώσαμε συλλογικά και την βαθιά πίστη, ότι στις κρίσιμες στιγμές, παρά τις αστοχίες και τα λάθη, σταθήκαμε στην σωστή πλευρά της ιστορίας.
Αυτό δεν σημαίνει, ότι αποφεύγουμε την αυτοκριτική, που είναι χρήσιμη, αναγκαία και προωθητική και πρέπει να γίνει στα πλαίσια του (προ)συνεδριακού διαλόγου που ακολουθεί.
Εκτός όμως από αυτοκριτική, χρειαζόμαστε και προοπτική. Αφήνουμε πίσω την εσωστρέφεια, τις αμφισημίες, την λειψή εσωκομματική δημοκρατία, την λάθος στρατηγική, τα «θολά» μηνύματα, τις προσωπικές στρατηγικές-αυτονομήσεις και την αδυναμία να συνδεθούμε με το μαζικό χώρο, χωρίς να φοβόμαστε να αναμετρηθούμε με τα λάθη μας.Επιχειρούμε την μεγάλη «φυγή προς τα εμπρός».
Το μήνυμα των εκλογών είναι σαφές: Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ όπως τον γνωρίσαμε, έχει κλείσει τον ιστορικό του κύκλο και έχει έρθει η ώρα, για μια ουσιαστική «Νέα Αρχή».
Έγκαιρα είχαμε επισημάνει, ότι η διενέργεια της προεδρικής εκλογής τον Σεπτέμβριο κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε ένα ακόμα μοίρασμα της εσωκομματικής «τράπουλας», που θα αφήσει έξω τον λαϊκό-κοινωνικό παράγοντα. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε, για την πολιτικοποίηση κάθε διαδικασίας, για την ενεργοποίηση των μελών και των φίλων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και για το άνοιγμα των μεγάλων συζητήσεων, για τις μεγάλες προκλήσεις της νέας εποχής, μακριά από τις αντιθέσεις και τις διαιρέσεις του χθες.
Η συζήτηση για τα πρόσωπα που θα ηγηθούν έχει νόημα, μόνο όταν το όραμα, οι προοπτικές και η στρατηγική που θα παρουσιάσουν οι υποψήφιοι, εντάσσονται στην ευρύτερη ανάγκη για την επανίδρυση του φορέα και την συγκρότηση της νέας, μεγάλης, σύγχρονης Αριστεράς.
Για αυτό το λόγο, σεβόμενος όλους τους συντρόφους μου, δεν τοποθετούμαι υπέρ κάποιας υποψηφιότητας για την Προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αναμένοντας την πολιτική εκείνη πλατφόρμα, που θα εκφράζει την παραπάνω ιστορική, κατά την άποψή μου, αναγκαιότητα.
Για να έχει βεβαίως νόημα η συζήτηση αυτή, θα πρέπει να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή συμμετοχή στις εσωκομματικές διαδικασίες της εκλογής του/της νέου/α Πρόεδρου. Η μαζική συμμετοχή, πρέπει να νομιμοποιήσει στην συνείδηση της κοινωνίας, όχι τα προσωπικά χαρακτηριστικά της νέας ηγεσίας, αλλά να εκφράσει την ανάγκη για ένα «νέο ξεκίνημα». Συνεπώς, καλώ προσωπικά όλους τους φίλους και τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά και όλους τους δημοκράτες πολίτες, να συμμετέχουν ενεργά στην διαδικασία της προεδρικής εκλογής, του Σεπτεμβρίου.
Ο νέος Πρόεδρος είναι εν δυνάμει υποψήφιος Πρωθυπουργός, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και επιφορτισμένος με πλείστα κοινοβουλευτικά και μη καθήκοντα. Η επανίδρυση του φορέα, απαιτεί παράλληλα, ένα πρόσωπο ισχυρό, εκλεγμένο από την συνεδριακή βάση, που θα έχει την ευρεία πολιτική νομιμοποίηση, να φέρει εις πέρας την δύσκολη αυτή υπόθεση. Η συνθήκη αυτή κακώς αποτυπώνεται στο δημόσιο λόγω ως «άτυπη δυαρχία» αφού αφενός, η βάση εκλογής μεταξύ Προέδρου και Γραμματέα είναι διαφορετική (νέα κομματική βάση/συνέδριο) και αφετέρου το κόμμα δεν ανεξαρτητοποιείται-αυτονομείται, αλλά εκφράζει και συνεπικουρεί τον Πρόεδρο, που ηγείται, ως πρώτος μεταξύ ίσων, στα πλαίσια των συλλογικών αποφάσεων των οργάνων του κόμματος.
Η επανιδρυτική αυτή διαδικασία, εμπεριέχει ιδεολογικά, πολιτικά, προγραμματικά και οργανωτικά προαπαιτούμενα:
Α. ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΑ, δεν έχουμε άλλη διέξοδο παρά να οδηγηθούμε σε υπέρβαση και σύνθεση. Επειδή ο καθένας μας έχει συγκεκριμένη αφετηρία συμμετοχής όσον αφορά τα ιδεολογικά ρεύματα της Αριστεράς και εν πολλοίς προσδιορίζεται από αυτήν, είναι αναγκαίο η σύνθεση να γίνεται στη βάση των νέων διαιρετικών τομών, που επισυμβαίνουν στον κόσμο. Γίνεται μεγάλη συζήτηση για τον πολιτικό προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Αν δηλαδή, πρέπει να στραφεί προς την κεντροαριστερά ή τη παραδοσιακή αριστερά. Πρόκειται για ψευτοδίλημμα. Πρέπει να πάμε σε μια νέα μεγάλη αριστερή, δημοκρατική και προοδευτική παράταξη, σε μια νέα μεγάλη Αριστερά, που θα ενσωματώνει τις θετικές εμπειρίες του παρελθόντος. Χρειαζόμαστε ένα μίγμα ρεαλισμού και ριζοσπαστισμού, που θα ανοίγει δρόμους προς τον στρατηγικό στόχο: Τον μετασχηματισμό της κοινωνίας, στη βάση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Μπορούμε και πρέπει να στοχεύσουμε σε ένα πλαίσιο, που θα κατατείνει σε μια σύγχρονη, κυβερνώσα, δημοκρατική προοδευτική παράταξη, με ταξική στόχευση και μεροληψία, ως προς τα συμφέροντα που θέλουμε να εκπροσωπήσουμε. Θέλουμε ένα σύγχρονο φορέα, τόπο συνάντησης όλων των ρευμάτων, όπως είναι για παράδειγμα του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της Αριστεράς, της οικολογίας, των ατομικών δικαιωμάτων κτλ.
Πρέπει να μιλήσουμε για μια νέα, μεγάλη, πατριωτική Αριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και όχι μόνο, γενικότερα ο ευρύτερος προοδευτικός χώρος, δεν μπορεί παρά να έχει ισχυρά, πατριωτικά χαρακτηριστικά. Πρέπει να ενώσει οργανικά, το «κοινωνικό» με το «εθνικό» ζήτημα. Το υπηρέτησε άλλωστε διαχρονικά σε όλους τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Βασικός προσανατολισμός πρέπει να είναι η εγγύηση του υφιστάμενου status των συνόρων, στα Βαλκάνια και την ΝΑ Μεσόγειο. Είναι χρέος μας να εντοπίσουμε τις γεωπολιτικές εξελίξεις και αντιθέσεις και να κινηθούμε μέσω μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, που δεν θα κινείται στη λογική του πιστού και δεδομένου συμμάχου, αλλά θα οριοθετεί τα συμφέροντα της χώρας απέναντι στις επιδιώξεις των υπερεθνικών οργανισμών, που δεν σέβονται τους εθνικούς μας στόχους.
Β. ΠΟΛΙΤΙΚΑ, στη χώρα μας και στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο, τα συμπιεσμένα εξ αιτίας της κρίσης μεσαία και φτωχά λαϊκά στρώματα, μετατοπίζονται εκλογικά σε λαϊκίστικες ή ακροδεξιές εκλογικές συμπεριφορές. Συνεπώς η πάλη κατά του φασισμού ανάγεται σε μια διαρκή μάχη, υπέρ όλης της κοινωνίας. Η βασική διαιρετική τομή στον άξονα «αριστερά- δεξιά» ίσχυε, ισχύει και θα ισχύει, όσο υπάρχουν εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, ισχυροί και ανίσχυροι. Φαίνεται όμως να διαμορφώνεται και μια νέα διαιρετική τομή, που αφενός είναι ο φόβος, η ανασφάλεια, τα κοινωνικά στερεότυπα του παρελθόντος και αφετέρου η ελπίδα, η αναζήτησή για το καινούργιο. Ιστορικά, μετά τη μεταπολίτευση υπήρχε πάντα στη χώρα προοδευτική, δημοκρατική, κοινωνική πλειοψηφία. Το διακύβευμα για το πολιτικό προσωπικό του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου, είναι αν αυτή η κοινωνική πλειοψηφία, μπορεί να μετεξελιχθεί, σε πολιτική πλειοψηφία. Η κοινωνία μας υφίσταται συνθήκες κρίσης. Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως, κρίση αξιών. Οι ιδέες μας δεν απαντούν απαραίτητα στα μεγάλα νέα ζητήματα. Χρειάζεται ένα σύγχρονο οπλοστάσιο ιδεών για να θωρακιστούμε αλλά και να απαντήσουμε στις νέες προκλήσεις. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία ως πολίτευμα, παρουσιάζει και αδυναμίες, είναι όμως ότι καλλίτερο έχουμε, για τον τρόπο λειτουργίας μιας οργανωμένης κοινωνίας. Σήμερα όμως οι πολίτες θεωρούν δεδομένα τα πλεονεκτήματα της και την απαξιώνουν, με τη μη συμμετοχή. Αποχή που υπερβαίνει ακόμα και το 50% εγείρει θέματα ενδυνάμωσης της. Το φαινόμενο γίνεται ακόμη πιο έντονο και ανησυχητικό στο χώρο της νεολαίας. Δεν ευθύνονται οι νέοι άνθρωποι, αλλά το ίδιο το πολιτικό σύστημα, που αδυνατεί να διαμορφώσει όραμα συμπερίληψης και συμμετοχής, στο οποίο ο κάθε πολίτης θα βλέπει την εικόνα του αλλά θα αποκτά και συμμετοχικό ρόλο.
Γ. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συνδεθεί ξανά με τον Ελληνικό λαό, μέσω των προγραμματικών του θέσεων στα πλαίσια μιας «κοινωνικής επανίδρυσης» που θα τον φέρει σε επαφή, με τα αναδυόμενα εκμεταλλευόμενα στρώματα της μισθωτής εργασίας, της επισφάλειας, με τους αυτοαπασχολούμενους και μικρομεσαίους, με τα παραγωγικά στρώματα της κοινωνίας χωρίς να απεμπολεί την οργανική και παραδοσιακή του σχέση με τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Πριν 2,5 χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα από πανελλήνια συνδιάσκεψη, κατέληξε σε προγραμματικές θέσεις, οι οποίες δεν αξιοποιήθηκαν επαρκώς, στην πορεία προς τις εκλογές. Οι εξελίξεις είναι πολύ γρήγορες και είναι προφανές, ότι οι οποίες θέσεις και επεξεργασίες, χρήζουν επικαιροποίησης και αναδιαμόρφωσης.
Είναι επιβεβλημένο στα πλαίσια του επικείμενου εκτάκτου συνεδρίου, να ανοίξει κύκλος διαλόγου με όλους τους μαζικούς φορείς, επαγγελματικές ενώσεις, συνδικάτα, δεξαμενές σκέψης, ακόμα και με άλλους πολιτικούς σχηματισμούς.
Ο δημοκρατικός χώρος, πρέπει να μιλήσει για την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, για την διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, με δίκαιη συμμετοχή των συντελεστών, για την ευρωπαϊκή σύγκλιση, με όρους κοινωνικής συνοχής.
Το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, που έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις πρέπει να αντιμετωπισθεί με επίκαιρες θέσεις, ως ζήτημα εθνικό και ουσιαστικό.
Η κλιματική κρίση είναι παρούσα και είναι απειλή για όλους. Απαιτούνται προοδευτικές πρωτοβουλίες για ανοίξει η συζήτηση για το περιβάλλον και την υπερκατανάλωση.
Οι νέες προκλήσεις της εποχής, η τεχνητή νοημοσύνη, οι καινούργιες τεχνολογίες, οι αλλαγές στις σύγχρονες μορφές εργασίας, το μεταναστευτικό, η κρίση δημοκρατίας, οι Big Data, η ρομποτική, ακόμα και οι ενδοπεριφερειακές αντιθέσεις, πρέπει να απασχολήσουν την συζήτηση μέσα από ένα εξαντλητικό διάλογο αρχών και θέσεων.
Δ. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ, υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα. Θέλουμε ένα ισχυρό κόμμα ενεργών μελών ή κόμμα των μηχανισμών και των μεγαλομετόχων; Πριν ένα χρόνο, η πολιτική διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ απέδωσε σημαντικά ποσοτικά οφέλη και ήταν πράγματι σε θετική κατεύθυνση. Όμως αντί να γίνει με όρους υπαρκτών, ενεργών κοινωνικών δυνάμεων, περιορίστηκε στους όρους πολιτικής γεωγραφίας, κυρίως σε επίπεδο κορυφής. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τα 110 χιλιάδες νέα μέλη, να μην έχουν ενσωματωθεί λειτουργικά μέχρι σήμερα. Η προσυνεδριακή περίοδος γίνεται ευκαιρία μέσα από διαδικασίες βάσης και κοινωνίας, με ένα σοβαρό ολιστικό διάλογο, να καταστούν οι πολίτες, συμμέτοχοι και συνδιαμορφωτες της νέας σελίδας. Οι τάσεις όπως τις γνωρίσαμε μέχρι σήμερα, έχουν πάψει να είναι χρήσιμες και είναι αναγκαίο να διαλυθούν και να μεταβούμε στην εποχή των ρευμάτων ιδεών, που θα αφουγκράζονται τις κοινωνικές και πολιτικές ανάγκες και δεν θα λειτουργούν με βάσει τις εσωτερικές διευθετήσεις, ως προσωπικοί μηχανισμοί.
Δεν υφίσταται πραγματική αντίθεση, μεταξύ του «κόμματος των μελών» και του «κόμματος των δομών». Χρειαζόμαστε και πραγματική δημοκρατία στο κόμμα, όπου τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος, θα έχουν ενεργό και αποφασιστικό ρόλο, αλλά και δομές στο κόμμα, στις οποίες θα γίνονται οι απαραίτητες επεξεργασίες, επιστημονικός διάλογος και ανάλυση και θα παράγεται και θεωρία, αλλά και εφαρμοσμένη πολιτική, μέσα από συγκεκριμένη(συλλογικά αποφασισμένη) στρατηγική. Κρίσιμο ζήτημα είναι ο πολίτης να αποκτήσει ρόλο στην κομματική λειτουργία. Να νιώθει χρήσιμος και συμμέτοχος στην λήψη των αποφάσεων αλλά και συνδιαμορφωτής των εξελίξεων.
Στα πλαίσια αυτής της συζήτησης, είναι επιβεβλημένο να ασχοληθούμε και με το μοντέλο του κόμματος. Το ζήτημα είναι κρίσιμο, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση του κομματικού φαινομένου και να επιχειρήσουμε, μια ουσιαστική διείσδυση στο μαζικό χώρο, όχι ως «κόμμα των ελίτ και των στελεχών», αλλά ως κόμμα των πολιτών, που μοιράζονται κοινές αξίες και οράματα. Θα είναι μεγάλη νίκη για την δημοκρατίας μας, εάν επιτύχουμε την εμπλοκή της οργανωμένης κοινωνίας και πάλι στην πολιτική διαδικασία.
Συμπερασματικά, η σύγχρονη εναλλακτική πρόταση, που θα διαμορφώσει ο καινούργιος ΣΥΡΙΖΑ με τα μέλη του και τη συμμετοχή των κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων που διεκδικούν την αλλαγή του παραγωγικού και κοινωνικού μοντέλου με ασφάλεια και δικαιοσύνη, επιβάλουν όσο ποτέ, ένα δημοκρατικό, ισχυρό πολιτικό φορέα που συνδιαμορφώνει, αλληλοεπιδρά, συνθέτει και οργανώνει την κοινωνία.
Για το λόγο αυτό αποτελεί, ισοδύναμη προτεραιότητα με την εκλογή του προέδρου η σαφής εντολή, για την επανίδρυση, επανεκκίνηση και τη δυναμική ανάπτυξη του πολιτικού μας φορέα, καθώς και ο προσδιορισμός των πολιτικών που θα κληθεί να υπηρετήσει η νέα ηγεσία, με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
Σήμερα χωρίς προσωπικές φιλοδοξίες, περισσότερο από ποτέ, μας συνδέει όλους η κοινή αγωνία να εκφραστεί ο δημοκρατικός κόσμος, να δώσουμε διέξοδο και εναλλακτική πρόταση στην κοινωνία. Μας συνδέει η ανάγκη, η εν δυνάμει παρούσα δημοκρατική πλειοψηφία της πατρίδας, να μετεξελιχθεί σε πολιτική πλειοψηφία, με τον λαϊκό παράγοντα σε ρόλο ρυθμιστή και τον νέο ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική πρωτοπορία.
Ανάρτηση από: https://www.news247.gr/