Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Η Ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Και κανείς από τώρα δεν ξέρει, αν θα είναι φάρσα, ή μια ακόμη τραγωδία. Την επισήμανση έκανε πριν από λίγες μέρες (* βλ.σημ.), ο κ. Β. Μαρκεζίνης σε τηλεοπτικό κανάλι της Κρήτης.
«Οι πρόσφυγες», είπε, «προσπαθούν να προσαρμόσουν την Ευρώπη στα δικά τους πολιτιστικά πρότυπα». Και υπενθύμισε, ότι το ίδιο είχε συμβεί τον 4ο – 5ο αιώνα μ.χ., όταν οι βαρβαρικές φυλές πλημμύρισαν την Ευρώπη, διαλύοντας το δυτικό κομμάτι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Πολλοί προσπάθησαν και προσπαθούν ακόμη να βρούν ομοιότητες με την εποχή του μεσοπολέμου, που γέννησε τον φασισμό και το ναζισμό. Σίγουρα υπάρχουν ομοιότητες, όπως υπάρχουν σε όλες τις εποχές.
Εκείνο όμως που κάνει τις δύο ιστορικές περιόδους, την αρχαία ρωμαϊκή και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή (και βορειοαμερικανική) να μοιάζουν τόσο μεταξύ τους, είναι, εκτός από την ενδιαφέρουσα παρατήρηση του κ.Μαρκεζίνη, τα παρακάτω:
1) Και οι δύο διέλυσαν τις κοινωνικές σχέσεις και τις παραγωγικές δομές στις κατακτημένες και υποτελείς χώρες για να αποσπάσουν τον πλούτο και τους ανθρώπους από αυτές κι έπειτα τις ενσωμάτωσαν στο δικό τους τρόπο παραγωγής και ζωής, μετατρέποντας αυτόν τον τρόπο σε πρότυπο και όραμα για τους λαούς της αυτοκρατορίας τους.
Ο Boris Johnson, στο βιβλίο του «Το Όνειρο της Ρώμης» (εκδ. ΘΥΡΑΘΕΝ στα ελληνικά) περιγράφει γλαφυρά το πώς έβλεπαν τη Ρώμη οι «βάρβαροι» που έρχονταν από τις επαρχίες.
2) Καθώς η Pax Romana παγιώνεται, μικρές Ρώμες ξεφυτρώνουν παντού. Ο ρωμαϊκός τρόπος ζωής γίνεται καθημερινότητα στους κατοίκους τους. Ακόμη κι ο «γάρος», αυτή η απαίσια σάλτσα που οι ρωμαίοι γαρνίρανε όλα τα φαγητά τους, θεωρείται λιχουδιά.
Δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, η «Καθημερινή» της Κυριακής 27/3/16, αναπολεί μελαγχολικά τη δεκαετία του ’50, αρχές 60, τότε που «στο Ιράκ ζούσε ο κόσμος σαν την Δύση». Στις φωτογραφίες που συνοδεύουν το άρθρο της κ. Σίσσυς Αλωνιστιώτου, δείχνει άντρες με κοστούμια και γραβάτες και γυναίκες χωρίς μαντίλες, αυτοκίνητα και μίνι φούστες, στιγμιότυπα όπως λέει μιας «κανονικής», δηλαδή Δυτικής ζωής.
3) Στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η «κανονική» ζωή για τις επαρχίες ξεκινά μετά το τέλος των εμφυλίων πολέμων. Το ίδιο και η «κανονική» ζωή του Τρίτου Κόσμου ξεκινά με το τέλος των «εμφυλίων» ευρωπαϊκών πολέμων, από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 και μετά.
4)Κι όπως η Ρώμη δίνει το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της επικράτειας της, έτσι και οι κάτοικοι των πρώην αποικιών γίνονται «Άγγλοι» ή «Γάλλοι» μέσω των Κοινοπολιτειών τους.
5) Η επέλαση των «βαρβάρων» του 4ου αιώνα και οι αντίστοιχες προσφυγικές ροές σήμερα, ξεκινούν όταν στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία όπως και στην σημερινή του Δυτικού κόσμου, αρχίζει η στενότητα των υλικών πόρων, λόγω της συστηματικής καταλήστευσης τους από την άρχουσα ιμπεριαλιστική τάξη και φυσικά αρχίζουν να εντείνονται οι αντιθέσεις.
6) Εκείνο όμως που φέρνει ανατριχίλες, είναι η πολιτειακή, κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τους τελευταίους αιώνες της ύπαρξης της σε Δύση και Ανατολή.
Πρώτα, οι τεράστιοι σε έκταση, ανθρώπινες απώλειες και υλικούς πόρους πόλεμοι μεταξύ των ισχυρών για την τελική μονοκρατορία.
Ύστερα, η καθιέρωση του απολυταρχισμού στη Διοίκηση αλλά και τις αντιλήψεις και τις ιδέες και τις κοινωνικές σχέσεις.
Κι ύστερα, η απόλυτη σιγή. Ο μακραίωνας Μεσαίωνας.
Σήμερα, πόλεμοι για την παγκόσμια επικράτηση δεν έχουν ακόμη αρχίσει, όμως τα τύμπανα που τους αναγγέλλουν ακούγονται όλο και πιο δυνατά.
Όσο για την απολυταρχία, ήδη οι «αντιπροσωπευτικοί» θεσμοί έχουν αρχίσει σιωπηρά να καταργούνται και ν’ αντικαθίστανται από διορισμένους υπαλλήλους των τραπεζών και των μεγάλων εταιρειών. Ας μην ξεχνάμε κιόλας ότι η Ρώμη. Δυτική και Ανατολική, διατήρησε τα προσωπεία των «δημοκρατικών» θεσμών της (Σύγκλητο, υπάτους, Δήμους(!), μέχρι και τον 8ο αιώνα.
Τι απομένει; Ο Μεσαίωνας.
(*) Το κείμενο γράφτηκε τον Μάρτιο του 2016, όταν η συζήτηση για τις προσφυγικές ροές ήταν στο αποκορύφωμα της. Καθώς δεν σκόπευε να ανακατευτεί σ’ αυτή τη συζήτηση, αλλά να υπενθυμίσει μερικές ομοιότητες από την δράση παλιότερων ιμπεριαλισμών με τους σημερινούς, κρίθηκε απαραίτητο να καθυστερήσει η δημοσίευση του.