Οι τριήρεις του Γκρουέφσκι που… βούλιαξαν
Του Γιώργου Κυριακού από τη Ρήξη φ. 123
Αν για τα μεταπολιτευτικά Βαλκάνια ο κανόνας της διαιρεμένης άρχουσας τάξης έχει επιβεβαιωθεί, στη σύνθετη κατάσταση που βρίσκεται η ΠΓΔΜ, η κρίση στην οποία βρίσκεται εδώ και ένα χρόνο, απειλεί για μια μεγαλύτερη ανάφλεξη. Με μια μεγάλη αλβανική μειονότητα που επιζητά διευρυμένη αυτονομία έως και αυτοδιάθεση-ένωση με τη μητέρα Αλβανία. με μια σταθερή πολιτική που βασίζεται στο δόγμα του μακεδονικού αλυτρωτισμού, που τη φέρνει σε αντιπαράθεση ακόμα και με πολιτικές δυνάμεις στη Βουλγαρία. το κλείσιμο των συνόρων και με την Αυστρία να προτείνει τον στρατιωτικό τους έλεγχο εκ μέρους της για την ανακοπή του προσφυγικού, δείχνει ότι αυτή η κρίση μπορεί να πολλαπλασιάσει δυνητικά την εύφλεκτη ατμόσφαιρα σε διάφορες κατευθύνσεις.
Η τελευταία προβοκατόρικη κίνηση από πλευράς προεδρίας της χώρας, να αμνηστεύσει τους κατηγορούμενους, μέλη της κυβέρνησης Γκρούεφσκι για σοβαρά εγκλήματα που αφορούν στην υπόθεση των υποκλοπών, απαντά στην έγχρωμη επανάσταση από πλευράς Ζάεφ, του επικεφαλής του σοσιαλιστικού κόμματος. Διαδηλώσεις αγανακτισμένων, πέρσι την άνοιξη, πραγματοποιήθηκαν με αναφορές για την αλλοίωση του ιστορικού κέντρου των Σκοπίων με τη «μακεδονικής κουλτούρας» αισθητική παρέμβαση που κόστισε ακριβά, για την καθυστέρηση της εφαρμογής της συμφωνίας της Αχρίδας του 2001 που προβλέπει περισσότερα δικαιώματα στην αλβανική μειονότητα, για κατάχρηση εξουσίας που έφτασε στην παρακολούθηση χιλιάδων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, για την καταστολή του φοιτητικού κινήματος. Αυτά είναι ζητήματα που υιοθετήθηκαν από την αμερικανική πρεσβεία, από κορυφαίους ευρωπαϊκούς παράγοντες και με συμμετοχή του ιδρύματος της «ανοιχτής κοινωνίας».Από την άλλη, οι φιλοκυβερνητικές διαδηλώσεις ήταν αντίστοιχα ισχυρές, εφόσον ένα ρεύμα κόσμου και ιδιαίτερα των δημοσίων υπαλλήλων, που έχουν διπλασιαστεί σε 130.000, ανησυχεί για την εξέλιξή του μπροστά στη νεοφιλελεύθερη επέλαση. Η στρατιωτική επιχείρηση στο Κουμάνοβο, με νεκρούς ουτσεκάδες και ένστολους τον Μάιο του 2015, δεν κατάφερε να δώσει διέξοδο στην κυβέρνηση Γκρούεφσκι, η οποία συμφώνησε το ίδιο καλοκαίρι για την προετοιμασία διεξαγωγής εκλογών το 2016, κατόπιν πολιτικής συμφωνίας με όλα τα κόμματα.
Φαίνεται όμως ότι η διαίρεση δεν μπορεί να οδηγήσει σε μια συναινετική λύση κι από τις δύο πλευρές που κυριολεκτικά παροξύνουν της αντιθέσεις τους κάτω από τη λογική της διεκδίκησης για τη διακυβέρνηση του βαλκανικού προτεκτοράτου. Τόσο οι κατηγορίες για συμμετοχή της οικογένειας του προέδρου Ιβάνοφ σε επιχειρήσεις και εταιρείες στον Παναμά, όσο και οι προσπάθειες που έχουν ξεκινήσει με την επιστασία της αμερικανικής πρεσβείας και της ευρωπαϊκής ουράς της, όχι μόνο δείχνουν την επιθυμία των Αμερικανών να καβαλήσουν το επόμενο άλογο του σοσιαλιστικού κόμματος, αλλά και τους σοβαρούς φόβους τους για τη ρωσική επιρροή.
Η κυβερνητική επιλογή του ρωσικού ακυρωμένου Σάουθ Στριμ που θα περνούσε και από το έδαφος της ΠΓΔΜ ήταν μια σαφής ένδειξη για την αντιπαράθεση με τον αμερικανικό παράγοντα, ο οποίος ήταν αυτός που ουσιαστικά υποστήριξε την αλυτρωτική πολιτική της χώρας, ενώ παράλληλα αποδομεί τη χώρα με την έμμεση υποστήριξη προς τον αλβανικό παράγοντα. Ο Γκρούεφσκι και το επιτελείο του, αφού έχουν καταστήσει τη χώρα ευρωπαϊκό σύνορο για τους ανεπιθύμητους πρόσφυγες, διαπραγματεύεται την είσοδο της χώρας στο ΝΑΤΟ βάσει των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και ταυτοχρόνως επιδιώκει την επιρροή της Ρωσίας ως αντίβαρο, επικαλούμενος τις ίσες αποστάσεις.
Ίσως η «ουκρανοποίηση», όρος με τον οποίο περιγράφουν τη δεδομένη συγκυρία, να είναι ένας υπερβολικός ορισμός της πολιτικής κρίσης στη διπλανή χώρα, όμως τα ανοιχτά ζητήματα που αφορούν στην περαιτέρω βαλκανοποίηση των Βαλκανίων με τις μεθοδεύσεις για απόσχιση του δυτικού της τμήματος, της συμβολικής αποικιοποίησής της με τη συμμετοχή στρατιωτικού παράγοντα από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, μια πιθανή κίνηση της Τουρκίας προς την «πίσω αυλή της», αλλά κυρίως η αποσταθεροποιητική δραστηριότητα των ΗΠΑ απέναντι σε μια απορρυθμισμένη ΕΕ, δείχνουν ότι στη χώρα η πολιτική κρίση αποκτά άλλες διαστάσεις.
Τέλος, αν και έχει υποβαθμιστεί το ζήτημα της επίσημης ονομασίας της χώρας δεν σημαίνει ότι στο πλαίσιο της υπέρβασης της κρίσης δεν θα χρησιμοποιηθεί σαν ένα εθνικό χαρτί που ενώνει το πολιτικό σύστημα, όπως αντίστοιχα η «επιτυχημένη» επέμβαση ενάντια στους Αλβανούς στο Κουμάνοβο.
Προς το παρόν πάντως όλοι οι Ευρωπαίοι επιτετραμμένοι από τον Τουσκ μέχρι και τον προεδρεύοντα των υπουργών Εξωτερικού της ΕΕ, ο ίδιος ο γερμανικός παράγοντας που ορίζει ειδικό απεσταλμένο, ομονοούν στην ευρωατλαντική προσαρμογή της χώρας, αναμένοντας το άλογο που θα νικήσει και πιέζοντας στην ανάκληση της απόφασης για αμνηστία. Η κρίση όμως βαθαίνει και μπορεί να τους διαψεύσει.
Η επιμονή από πλευράς προεδρίας για την απόδοση αμνηστίας μπροστά στην επίσημη δήλωση της αντιπολίτευσης για μποϋκοτάζ μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για γεγονότα απρόβλεπτα. Πάντως όχι θετικά γεγονότα, αφού μέχρι τώρα πολιτικές δυνάμεις που βρίσκονται στο περιθώριο, εκτός των τειχών της επίσημης πολιτικής, αδυνατούν να προτάξουν κάτι πέρα από τη «μελαγχολική επανάσταση» του πλήθους. Είδαμε όμως μέχρι τώρα την αποτυχία της στην Ευρώπη, στην Ελλάδα και στην Ισπανία, και τις τραγωδίες στις οποίες συνέβαλε έστω και αθέλητα στη Λιβύη και στη Συρία.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr