Του Σταύρου Λυγερού
Τον περασμένο Φεβρουάριο το ΕΛΙΑΜΕΠ είχε οργανώσει μία εκδήλωση με θέμα την παραπομπή στη Χάγη, ως δρόμο επίλυσης των ελληνοτουρκικών. Ομιλητές ήταν πρόσωπα που έχουν χειρισθεί τα ελληνοτουρκικά (Γιώργος Παπανδρέου, Μπακογιάννη, Κατρούγκαλος και Ροζάκης). Εκείνη η εκδήλωση είχε για μία ακόμα φορά επιβεβαιώσει ότι σύσσωμο σχεδόν τον πολιτικό σύστημα έχει αναγάγει σε μονόδρομο την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο.
Λίγες ημέρες μετά από εκείνη την εκδήλωση η Τουρκία είχε εξαπολύσει την υβριδική επίθεσή της στον Έβρο με όπλο οργανωμένους μετανάστες. Η επίθεση εκείνη υπογράμμισε με τον δικό της εξόφθαλμο τρόπο πόσο βουτηγμένο στις αυταπάτες και στη στρατηγική αμηχανία του είναι το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Κι αυτό επιβεβαιώθηκε και από τη συνέχεια. Μπορεί τα γεγονότα στον Έβρο να εξόρισαν προσωρινά από το προσκήνιο τη φιλολογία περί Χάγης, αλλά δεν την ακύρωσαν.
Απόδειξη είναι η τωρινή σχετική δήλωση του πρωθυπουργού στο Φόρουμ των Δελφών. Αν και η Άγκυρα έχει ανακοινώσει τη διεξαγωγή ερευνών έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα στο τόξο Καστελλόριζο-Ρόδος-Κάρπαθος-Κάσος-Κρήτη, αν και δηλαδή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία νέα ελληνοτουρκική κρίση, ο Μητσοτάκης επανέρχεται στο μονοπάτι της Χάγης. Ίσως ακριβώς λόγω της στρατηγικής αμηχανίας του.
Το γεγονός, πάντως, είναι αποκαλυπτικό του κλίματος που επικρατεί συνολικά στις άρχουσες ελίτ. Εάν κάποιος ακούσει Έλληνες πολιτικούς, ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους θα νομίσει ότι η Άγκυρα ζητάει την παραπομπή στη Χάγη και η Αθήνα συζητάει εάν θα την αποδεχθεί ή όχι! Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι αντίθετη. Λόγω φοβικού συνδρόμου και στρατηγικής αμηχανίας στην Αθήνα φιλοτεχνούν συστηματικά μία ψευδή εικόνα.
Όταν, μάλιστα, κάποιος Τούρκος αξιωματούχος αναφέρει τη Χάγη, σπεύδουν να "αρπαχτούν" από αυτήν τη δήλωση για να προσδώσουν ρεαλιστικό υπόβαθρο στη ρητορική τους. Η πάγια θέση της Άγκυρας, όμως, είναι ξεκάθαρη: πρέπει πρώτα να προηγηθεί μία διμερής διαπραγμάτευση επί όλων των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Εάν δεν αποδώσει ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο όλες οι "διαφορές". (δηλαδή οι τουρκικές μονομερείς διεκδικήσεις), μη εξαιρουμένων των "γκρίζων ζωνών", οι οποίες πλέον από "γκρίζες" έχουν γίνει τουρκικές κατά την επίσημη ρητορική της Άγκυρας.
Όταν ο Τσαβούσογλου αναφέρει σποραδικά τη Χάγη ως θεωρητική προοπτική, προσφέρει το "τυράκι" για να ρυμουλκήσει την Αθήνα σε διαπραγμάτευση. Για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο, άλλωστε, απαιτείται συνυποσχετικό, επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει την δικαιοδοσία του, όπως έχει κάνει η Ελλάδα. Οι πολύχρονες διερευνητικές επαφές απέδειξαν ότι το εμπόδιο για την υπογραφή συνυποσχετικού ήταν και παραμένει οι όροι που θέτει η Άγκυρα.
Χρησιμοποιεί όχι χωρίς λόγο τον όρο "παρεμπίπτοντα ζητήματα". Για να οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ πρέπει οι δύο πλευρές να συμφωνούν ποια εδάφη ανήκουν στη μία και ποια στην άλλη, αφού η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών γίνεται με βάση τα εδάφη. Η Τουρκία, όμως, διεκδικεί πολλά κατοικημένα νησιά (Οινούσσες, Φούρνοι κ.α.), δηλώνοντας επισήμως ότι είναι τουρκικά υπό ελληνική κατοχή!
Ως εκ τούτου, οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ δεν μπορεί να γίνει από το Διεθνές Δικαστήριο, εκτός κι αν η Ελλάδα αποδεχθεί να θέσει στην κρίση ξένων δικαστών εάν αυτά τα νησιά θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια ή θα παραδοθούν στην Τουρκία! Αυτή η παράμετρος προέκυψε μετά το 1996 κι όχι πριν, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου ζητούσαν παραπομπή στη Χάγη. Σήμερα, όμως, όποιος πολιτικός, ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος υψώνει τη σημαία της Χάγης οφείλει να ξεκαθαρίσει εάν αποδέχεται να τεθεί στην κρίση ξένων δικαστών την παραμονή ή όχι κατοικημένων νησιών στην ελληνική επικράτεια. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού υπεκφυγές.
Από τη δεκαετία του 1970 η Άγκυρα απαιτεί το υπό συζήτηση συνυποσχετικό να υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο τον τρόπο που θα οριοθετήσει. Για την ακρίβεια, να το δεσμεύει ότι θα εφαρμόσει την αρχή της "ευθυδικίας". Η εν λόγω αρχή προβλέπεται για την περίπτωση που δύο κράτη θεωρούν πως είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον τους μία διαφορά να μην κριθεί με βάση τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά κατά τρόπο που αυτά θα υποδείξουν στο Διεθνές Δικαστήριο. Η Άγκυρα ουσιαστικά ζητάει από την Αθήνα να συνυπογράψει ότι θα παρακαμφθούν τα κυριαρχικά δικαιώματα που παρέχει το διεθνές δίκαιο στην Ελλάδα! Αυτό προκύπτει από τα πρακτικά των διερευνητικών επαφών.
Οι κυβερνήσεις Κώστα Μητσοτάκη, Σημίτη, Γιώργου Παπανδρέου, Τσίπρα και τώρα Κυριάκου Μητσοτάκη, που πρότειναν/προτείνουν τη Χάγη ως ρεαλιστική πολιτική, ήταν για πολλά-πολλά χρόνια στο τιμόνι. Οφείλουν να απαντήσουν το εξής ερώτημα: Γιατί όταν κυβερνούσαν δεν πήγαν στη Χάγη; Γιατί δεν υπέγραψαν συνυποσχετικό; Γιατί είναι τώρα εφικτό αυτό που στις ημέρες τους αποδείχθηκε ανέφικτο; Μήπως άλλαξαν οι τουρκικές προθέσεις προς το καλύτερο;
Η απάντηση είναι απλή. Η Άγκυρα ζητάει τόσα πολλά που ακόμα και όσοι Έλληνες κυβερνήτες είναι διατεθειμένοι να κάνουν εκπτώσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα, δεν μπορούν να της τα δώσουν. Γιατί επιμένουν, όμως, να προτείνουν μία συνταγή, την οποία όταν οι ίδιοι την εφάρμοσαν απέτυχαν να οδηγήσουν σε συνυποσχετικό και παραπομπή στη Χάγη;
Παγίως, η Αθήνα αναγνωρίζει ως μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ και μόνο γι' αυτή ζητάει παραπομπή –χωρίς το συνυποσχετικό να κάνει υποδείξεις– στη Χάγη. Αυτό σημαίνει πως εάν η διαφορά παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο κι αυτό αποφασίσει π.χ. να δώσει στο Καστελλόριζο μειωμένη επήρεια σε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί την απόφαση.
Από τη δεκαετία του 1970, λοιπόν, όταν η Αθήνα πρότεινε παραπομπή στη Χάγη, είχε αποδεχθεί το ενδεχόμενο σε κάποια μικρά νησιά να αποδοθεί μειωμένη επήρεια. Αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο, όπως έχει αποδείξει η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου. Το Δίκαιο της Θάλασσας, άλλωστε, δεν προβλέπει ως αποκλειστικό κριτήριο οριοθέτησης την αρχή της μέσης γραμμής. Προβλέπει παραλλήλως και την αρχή της αναλογικότητας. Ο λόγος που τουλάχιστον εγώ αμφισβητώ ως επιλογή τη Χάγη δεν είναι αυτό το ενδεχόμενο, αλλά οι όροι που θέτει η Άγκυρα ("γκρίζες ζώνες" και ευθυδικία).
Το γεγονός ότι η Αθήνα αναγνωρίζει μία μόνο νομική διαφορά δεν σημαίνει πως αρνείται την ύπαρξη των άλλων ελληνοτουρκικών προβλημάτων. Πρόκειται, όμως, για πολιτικής φύσεως προβλήματα, που έχουν προκύψει από μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Η πάγια αυτή ελληνική θέση, όμως, έχει πλέον ρηγματωθεί. Ο τουρκικός επεκτατισμός που προωθείται με την άσκηση στρατιωτικής πίεσης, έχει κάμψει την Αθήνα. Στο όνομα του ρεαλισμού, το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει εξωθηθεί σε μία αναθεώρηση προς την κατεύθυνση μερικής προσαρμογής στις τουρκικές αξιώσεις.
Έλληνες πολιτικοί ψιθυρίζουν και μεγαλοεπιχειρηματίες το λένε ευθέως στις παρέες τους ότι αυτή η προσαρμογή είναι μονόδρομος. Έχουν, μάλιστα, φθάσει στο σημείο να αξιολογούν τις τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις σε θεμιτές και αθέμιτες, νομιμοποιώντας αρκετές κατ' αυτόν τον τρόπο. Προβάλλουν συχνά το εξής επιχείρημα: αφού η Ελλάδα έχει ισχυρή νομική θέση για ποιο λόγο να μην δεχθεί την παραπομπή στη Χάγη όλων των ελληνοτουρκικών "διαφορών" (αποφεύγουν να αναφέρουν ότι μεταξύ αυτών είναι και οι εδαφικές διεκδικήσεις της Τουρκίας);
Η απάντηση είναι ότι στις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου έχει αποδειχθεί ότι εμφυλοχωρεί το πολιτικό κριτήριο, πολύ περισσότερο εάν το συνυποσχετικό αφήνει περιθώρια, όπως επιδιώκει η Άγκυρα. Υπογραμμίζω ότι στην κρίση της Χάγης θα τεθούν αποκλειστικά και μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα έχει μόνο να χάσει και η Άγκυρα μόνο να κερδίσει.
Δεν είναι, άλλωστε, η Ελλάδα που διεκδικεί για να ζητήσει παραπομπή στη Χάγη των τουρκικών διεκδικήσεων. Αν η Τουρκία θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό νομικό καθεστώς, ας αναγνωρίσει κι αυτή την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου κι ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί. Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του.
Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, είναι μπαγιάτικα. Ο Ερντογάν έχει αλλάξει επίπεδο και η Αθήνα παραμένει προσκολλημένη στο παρελθόν. Οι Έλληνες κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για τη Χάγη, όταν αυτή η μπάλα έχει φύγει από το γήπεδο. Με το μνημόνιο Άγκυρας-Τρίπολης, η Τουρκία οριοθέτησε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ στην περιοχή ανατολικά και νότια της Κρήτης, έστω κι αν η αρχή που χρησιμοποίησαν οι δύο πλευρές (τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ) είναι εκτός διεθνούς δικαίου.
Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν δεν πρόκειται να ακυρώσει τη συμφωνία για να πάει στη Χάγη. Την επεδίωξε για να την εφαρμόσει. Εξ ου και ανακοίνωσε τη διεξαγωγή ερευνών (και τη συνέχεια γεώτρησης) με σκοπό τη δημιουργία τετελεσμένου. Η ίδια πολιτική βούληση προκύπτει και από την κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ για τα όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι σύμφωνα με την νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου (υπόθεση Κατάρ-Μπαχρέιν) εάν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας γίνει με βάση χωρικά ύδατα έξι μιλίων, η Ελλάδα κατά πάσα πιθανότητα θα απολέσει το δικαίωμά της να τα επεκτείνει στα 12 μίλια. Η επέκταση είναι συμβατικό δικαίωμα κάθε κράτους και ασκείται μονομερώς. Το έχουν ασκήσει όλες οι παράκτιες χώρες, με εξαίρεση την Ελλάδα, λόγω του τουρκικού casus belli.
Αφού, λοιπόν, έχουμε εμπράκτως υποκύψει στην απειλή πολέμου κι αφού ο Ερντογάν ανέβηκε επίπεδο όσον αφορά τον επεκτατισμό, ας κάνει και η Ελλάδα ό,τι μπορεί, χωρίς τυχοδιωκτισμούς:
Η Ελλάδα επιδιώκει την ύφεση και την ειρήνη. Δεν αρκεί, όμως, η πρόθεση της μίας πλευράς. Το ταγκό χρειάζεται δύο. Η Τουρκία ακολουθεί άλλο δρόμο. Επειδή η Ελλάδα δεν μπορεί να μετακομίσει στον Ατλαντικό, είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε, αντιμετωπίζοντας τον κακό γείτονα. Εκτός κι αν αποφασίσουμε να υποκύψουμε στις επεκτατικές αξιώσεις του και μετατραπούμε σε δορυφόρο της Τουρκίας. Όποιος το υποστηρίζει ας το πει ξεκάθαρα. Όλα τα άλλα, είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και τρόποι κάποιων μεγαλόσχημων να απεκδυθούν των εθνικών ευθυνών τους.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr/
Τον περασμένο Φεβρουάριο το ΕΛΙΑΜΕΠ είχε οργανώσει μία εκδήλωση με θέμα την παραπομπή στη Χάγη, ως δρόμο επίλυσης των ελληνοτουρκικών. Ομιλητές ήταν πρόσωπα που έχουν χειρισθεί τα ελληνοτουρκικά (Γιώργος Παπανδρέου, Μπακογιάννη, Κατρούγκαλος και Ροζάκης). Εκείνη η εκδήλωση είχε για μία ακόμα φορά επιβεβαιώσει ότι σύσσωμο σχεδόν τον πολιτικό σύστημα έχει αναγάγει σε μονόδρομο την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο.
Λίγες ημέρες μετά από εκείνη την εκδήλωση η Τουρκία είχε εξαπολύσει την υβριδική επίθεσή της στον Έβρο με όπλο οργανωμένους μετανάστες. Η επίθεση εκείνη υπογράμμισε με τον δικό της εξόφθαλμο τρόπο πόσο βουτηγμένο στις αυταπάτες και στη στρατηγική αμηχανία του είναι το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Κι αυτό επιβεβαιώθηκε και από τη συνέχεια. Μπορεί τα γεγονότα στον Έβρο να εξόρισαν προσωρινά από το προσκήνιο τη φιλολογία περί Χάγης, αλλά δεν την ακύρωσαν.
Απόδειξη είναι η τωρινή σχετική δήλωση του πρωθυπουργού στο Φόρουμ των Δελφών. Αν και η Άγκυρα έχει ανακοινώσει τη διεξαγωγή ερευνών έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα στο τόξο Καστελλόριζο-Ρόδος-Κάρπαθος-Κάσος-Κρήτη, αν και δηλαδή βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία νέα ελληνοτουρκική κρίση, ο Μητσοτάκης επανέρχεται στο μονοπάτι της Χάγης. Ίσως ακριβώς λόγω της στρατηγικής αμηχανίας του.
Το γεγονός, πάντως, είναι αποκαλυπτικό του κλίματος που επικρατεί συνολικά στις άρχουσες ελίτ. Εάν κάποιος ακούσει Έλληνες πολιτικούς, ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους θα νομίσει ότι η Άγκυρα ζητάει την παραπομπή στη Χάγη και η Αθήνα συζητάει εάν θα την αποδεχθεί ή όχι! Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι αντίθετη. Λόγω φοβικού συνδρόμου και στρατηγικής αμηχανίας στην Αθήνα φιλοτεχνούν συστηματικά μία ψευδή εικόνα.
Όταν, μάλιστα, κάποιος Τούρκος αξιωματούχος αναφέρει τη Χάγη, σπεύδουν να "αρπαχτούν" από αυτήν τη δήλωση για να προσδώσουν ρεαλιστικό υπόβαθρο στη ρητορική τους. Η πάγια θέση της Άγκυρας, όμως, είναι ξεκάθαρη: πρέπει πρώτα να προηγηθεί μία διμερής διαπραγμάτευση επί όλων των μονομερών τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Εάν δεν αποδώσει ενδεχομένως και υπό προϋποθέσεις να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο όλες οι "διαφορές". (δηλαδή οι τουρκικές μονομερείς διεκδικήσεις), μη εξαιρουμένων των "γκρίζων ζωνών", οι οποίες πλέον από "γκρίζες" έχουν γίνει τουρκικές κατά την επίσημη ρητορική της Άγκυρας.
Εμπόδιο οι όροι της Άγκυρας
Όταν ο Τσαβούσογλου αναφέρει σποραδικά τη Χάγη ως θεωρητική προοπτική, προσφέρει το "τυράκι" για να ρυμουλκήσει την Αθήνα σε διαπραγμάτευση. Για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο, άλλωστε, απαιτείται συνυποσχετικό, επειδή η Τουρκία δεν έχει αναγνωρίσει την δικαιοδοσία του, όπως έχει κάνει η Ελλάδα. Οι πολύχρονες διερευνητικές επαφές απέδειξαν ότι το εμπόδιο για την υπογραφή συνυποσχετικού ήταν και παραμένει οι όροι που θέτει η Άγκυρα.
Χρησιμοποιεί όχι χωρίς λόγο τον όρο "παρεμπίπτοντα ζητήματα". Για να οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ πρέπει οι δύο πλευρές να συμφωνούν ποια εδάφη ανήκουν στη μία και ποια στην άλλη, αφού η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών γίνεται με βάση τα εδάφη. Η Τουρκία, όμως, διεκδικεί πολλά κατοικημένα νησιά (Οινούσσες, Φούρνοι κ.α.), δηλώνοντας επισήμως ότι είναι τουρκικά υπό ελληνική κατοχή!
Ως εκ τούτου, οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ δεν μπορεί να γίνει από το Διεθνές Δικαστήριο, εκτός κι αν η Ελλάδα αποδεχθεί να θέσει στην κρίση ξένων δικαστών εάν αυτά τα νησιά θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια ή θα παραδοθούν στην Τουρκία! Αυτή η παράμετρος προέκυψε μετά το 1996 κι όχι πριν, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου ζητούσαν παραπομπή στη Χάγη. Σήμερα, όμως, όποιος πολιτικός, ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος υψώνει τη σημαία της Χάγης οφείλει να ξεκαθαρίσει εάν αποδέχεται να τεθεί στην κρίση ξένων δικαστών την παραμονή ή όχι κατοικημένων νησιών στην ελληνική επικράτεια. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού υπεκφυγές.
Η Άγκυρα θέλει "ευθυδικία"
Από τη δεκαετία του 1970 η Άγκυρα απαιτεί το υπό συζήτηση συνυποσχετικό να υποδεικνύει στο Διεθνές Δικαστήριο τον τρόπο που θα οριοθετήσει. Για την ακρίβεια, να το δεσμεύει ότι θα εφαρμόσει την αρχή της "ευθυδικίας". Η εν λόγω αρχή προβλέπεται για την περίπτωση που δύο κράτη θεωρούν πως είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον τους μία διαφορά να μην κριθεί με βάση τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου, αλλά κατά τρόπο που αυτά θα υποδείξουν στο Διεθνές Δικαστήριο. Η Άγκυρα ουσιαστικά ζητάει από την Αθήνα να συνυπογράψει ότι θα παρακαμφθούν τα κυριαρχικά δικαιώματα που παρέχει το διεθνές δίκαιο στην Ελλάδα! Αυτό προκύπτει από τα πρακτικά των διερευνητικών επαφών.
Οι κυβερνήσεις Κώστα Μητσοτάκη, Σημίτη, Γιώργου Παπανδρέου, Τσίπρα και τώρα Κυριάκου Μητσοτάκη, που πρότειναν/προτείνουν τη Χάγη ως ρεαλιστική πολιτική, ήταν για πολλά-πολλά χρόνια στο τιμόνι. Οφείλουν να απαντήσουν το εξής ερώτημα: Γιατί όταν κυβερνούσαν δεν πήγαν στη Χάγη; Γιατί δεν υπέγραψαν συνυποσχετικό; Γιατί είναι τώρα εφικτό αυτό που στις ημέρες τους αποδείχθηκε ανέφικτο; Μήπως άλλαξαν οι τουρκικές προθέσεις προς το καλύτερο;
Η απάντηση είναι απλή. Η Άγκυρα ζητάει τόσα πολλά που ακόμα και όσοι Έλληνες κυβερνήτες είναι διατεθειμένοι να κάνουν εκπτώσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα, δεν μπορούν να της τα δώσουν. Γιατί επιμένουν, όμως, να προτείνουν μία συνταγή, την οποία όταν οι ίδιοι την εφάρμοσαν απέτυχαν να οδηγήσουν σε συνυποσχετικό και παραπομπή στη Χάγη;
Νομική διαφορά και πολιτικά προβλήματα
Παγίως, η Αθήνα αναγνωρίζει ως μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ και μόνο γι' αυτή ζητάει παραπομπή –χωρίς το συνυποσχετικό να κάνει υποδείξεις– στη Χάγη. Αυτό σημαίνει πως εάν η διαφορά παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο κι αυτό αποφασίσει π.χ. να δώσει στο Καστελλόριζο μειωμένη επήρεια σε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί την απόφαση.
Από τη δεκαετία του 1970, λοιπόν, όταν η Αθήνα πρότεινε παραπομπή στη Χάγη, είχε αποδεχθεί το ενδεχόμενο σε κάποια μικρά νησιά να αποδοθεί μειωμένη επήρεια. Αυτό δεν είναι καθόλου απίθανο, όπως έχει αποδείξει η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου. Το Δίκαιο της Θάλασσας, άλλωστε, δεν προβλέπει ως αποκλειστικό κριτήριο οριοθέτησης την αρχή της μέσης γραμμής. Προβλέπει παραλλήλως και την αρχή της αναλογικότητας. Ο λόγος που τουλάχιστον εγώ αμφισβητώ ως επιλογή τη Χάγη δεν είναι αυτό το ενδεχόμενο, αλλά οι όροι που θέτει η Άγκυρα ("γκρίζες ζώνες" και ευθυδικία).
Το γεγονός ότι η Αθήνα αναγνωρίζει μία μόνο νομική διαφορά δεν σημαίνει πως αρνείται την ύπαρξη των άλλων ελληνοτουρκικών προβλημάτων. Πρόκειται, όμως, για πολιτικής φύσεως προβλήματα, που έχουν προκύψει από μονομερείς τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις. Η πάγια αυτή ελληνική θέση, όμως, έχει πλέον ρηγματωθεί. Ο τουρκικός επεκτατισμός που προωθείται με την άσκηση στρατιωτικής πίεσης, έχει κάμψει την Αθήνα. Στο όνομα του ρεαλισμού, το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει εξωθηθεί σε μία αναθεώρηση προς την κατεύθυνση μερικής προσαρμογής στις τουρκικές αξιώσεις.
Όποιος νομίζει ότι αδικείται ας πάει στη Χάγη
Έλληνες πολιτικοί ψιθυρίζουν και μεγαλοεπιχειρηματίες το λένε ευθέως στις παρέες τους ότι αυτή η προσαρμογή είναι μονόδρομος. Έχουν, μάλιστα, φθάσει στο σημείο να αξιολογούν τις τουρκικές επεκτατικές διεκδικήσεις σε θεμιτές και αθέμιτες, νομιμοποιώντας αρκετές κατ' αυτόν τον τρόπο. Προβάλλουν συχνά το εξής επιχείρημα: αφού η Ελλάδα έχει ισχυρή νομική θέση για ποιο λόγο να μην δεχθεί την παραπομπή στη Χάγη όλων των ελληνοτουρκικών "διαφορών" (αποφεύγουν να αναφέρουν ότι μεταξύ αυτών είναι και οι εδαφικές διεκδικήσεις της Τουρκίας);
Η απάντηση είναι ότι στις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου έχει αποδειχθεί ότι εμφυλοχωρεί το πολιτικό κριτήριο, πολύ περισσότερο εάν το συνυποσχετικό αφήνει περιθώρια, όπως επιδιώκει η Άγκυρα. Υπογραμμίζω ότι στην κρίση της Χάγης θα τεθούν αποκλειστικά και μόνο ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα έχει μόνο να χάσει και η Άγκυρα μόνο να κερδίσει.
Δεν είναι, άλλωστε, η Ελλάδα που διεκδικεί για να ζητήσει παραπομπή στη Χάγη των τουρκικών διεκδικήσεων. Αν η Τουρκία θεωρεί ότι αδικείται από το σημερινό νομικό καθεστώς, ας αναγνωρίσει κι αυτή την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου κι ας παραπέμψει τις διεκδικήσεις της εκεί. Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του.
Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, είναι μπαγιάτικα. Ο Ερντογάν έχει αλλάξει επίπεδο και η Αθήνα παραμένει προσκολλημένη στο παρελθόν. Οι Έλληνες κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για τη Χάγη, όταν αυτή η μπάλα έχει φύγει από το γήπεδο. Με το μνημόνιο Άγκυρας-Τρίπολης, η Τουρκία οριοθέτησε υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ στην περιοχή ανατολικά και νότια της Κρήτης, έστω κι αν η αρχή που χρησιμοποίησαν οι δύο πλευρές (τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ) είναι εκτός διεθνούς δικαίου.
Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν δεν πρόκειται να ακυρώσει τη συμφωνία για να πάει στη Χάγη. Την επεδίωξε για να την εφαρμόσει. Εξ ου και ανακοίνωσε τη διεξαγωγή ερευνών (και τη συνέχεια γεώτρησης) με σκοπό τη δημιουργία τετελεσμένου. Η ίδια πολιτική βούληση προκύπτει και από την κατάθεση συντεταγμένων στον ΟΗΕ για τα όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ρύθμιση για χωρικά ύδατα
Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι σύμφωνα με την νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου (υπόθεση Κατάρ-Μπαχρέιν) εάν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας γίνει με βάση χωρικά ύδατα έξι μιλίων, η Ελλάδα κατά πάσα πιθανότητα θα απολέσει το δικαίωμά της να τα επεκτείνει στα 12 μίλια. Η επέκταση είναι συμβατικό δικαίωμα κάθε κράτους και ασκείται μονομερώς. Το έχουν ασκήσει όλες οι παράκτιες χώρες, με εξαίρεση την Ελλάδα, λόγω του τουρκικού casus belli.
Αφού, λοιπόν, έχουμε εμπράκτως υποκύψει στην απειλή πολέμου κι αφού ο Ερντογάν ανέβηκε επίπεδο όσον αφορά τον επεκτατισμό, ας κάνει και η Ελλάδα ό,τι μπορεί, χωρίς τυχοδιωκτισμούς:
- Να μιλάει εφεξής για ΑΟΖ κι όχι για υφαλοκρηπίδα.
- Να κλείσει τους κόλπους με ευθείες γραμμές βάσης (το 2-3% του Αιγαίου θα γίνει ελληνικά χωρικά ύδατα).
- Να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια σε Ιόνιο, Λιβυκό, Κρητικό, στην Πελοπόννησο και στο δυτικό Αιγαίο. Στο ανατολικό ας μείνουν έξι για να διαπραγματευθεί ένα συμβιβασμό εάν ποτέ έλθει η ώρα.
- Τέλος, να καταθέσει στον ΟΗΕ συντεταγμένες (με βάση την αρχή της μέσης γραμμής) για τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο έτσι όπως τα θεωρεί η Αθήνα. Αυτό δεν συνιστά μονομερή οριοθέτηση, αλλά απαραίτητη απάντηση για να καταγραφεί η ελληνοτουρκική διαφορά.
Η Ελλάδα επιδιώκει την ύφεση και την ειρήνη. Δεν αρκεί, όμως, η πρόθεση της μίας πλευράς. Το ταγκό χρειάζεται δύο. Η Τουρκία ακολουθεί άλλο δρόμο. Επειδή η Ελλάδα δεν μπορεί να μετακομίσει στον Ατλαντικό, είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε, αντιμετωπίζοντας τον κακό γείτονα. Εκτός κι αν αποφασίσουμε να υποκύψουμε στις επεκτατικές αξιώσεις του και μετατραπούμε σε δορυφόρο της Τουρκίας. Όποιος το υποστηρίζει ας το πει ξεκάθαρα. Όλα τα άλλα, είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και τρόποι κάποιων μεγαλόσχημων να απεκδυθούν των εθνικών ευθυνών τους.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr/