Του Χρήστου Πούγκιαλη
Είναι δυνατόν με μια σύντομη, αλλά όχι και περιεκτική,
απάντηση του ΕΛΙΑΜΕΠ, να κλείσει το ζήτημα που
προέκυψε από την αποκάλυψη των Wikileaks; Τα όσα αναφέρει το Ίδρυμα δεν
λύνουν τις εύλογες απορίες που έχουν προκύψει. Ο πρώτος που πρέπει να
ενδιαφερθεί για να έρθει στο φως όλη η αλήθεια είναι ο πρωθυπουργός, που έχει
διορίσει Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας τον εμπλεκόμενο Θάνο Ντόκο. Σύμφωνα με το
αποκαλυφθέν έγγραφο, ο κ. Ντόκος ως Γενικός Διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ, το 2010
απέστειλε σε τουρκική πρεσβεία email με συνημμένο έγγραφο, στο οποίο υπήρχαν
προτάσεις πολιτικής για την Τουρκία.
Στο έγγραφο, το οποίο υπογράφει ο καθηγητής του πανεπιστημίου Μπιλκέντ
της Άγκυρας και στέλεχος του ΕΛΙΑΜΕΠ Ιωάννης Γρηγοριάδης, διατυπώνονται
στα αγγλικά θέσεις και προτάσεις, όπως οι κάτωθι:
«μια περιφερειακά ισχυρότερη Τουρκία μπορεί να
θεωρηθεί πιο ελκυστική υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ…».
«Η τουρκική εξωτερική πολιτική πρέπει να δώσει νέα
ώθηση στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, που έχει μετριασθεί από το 2005».
«οι τουρκικές φιλοδοξίες για ηγετικό περιφερειακό και παγκόσμιο στρατηγικό ρόλο δεν είναι ασυμβίβαστες με την ένταξη στην ΕΕ, υπό τον όρο ότι η Τουρκία συμμορφώνεται πλήρως με τα κριτήρια ένταξης».
Εν προκειμένω πρόκειται για email που έστειλε ο κ. Ντόκος με αποδέκτες τους Τούρκους. Δεν πρόκειται για «μια διαβιβαστική επιστολή γενικού περιεχομένου προς όλους τους παραλήπτες, με μια γενική εισαγωγή από τον τότε Γενικό Διευθυντή», όπως γράφει η ανακοίνωση του ΕΛΙΑΜΕΠ. Ούτε πρόκειται για αποστολή email από το ΕΛΙΑΜΕΠ προς κατάλογο αποδεκτών, οι οποίοι έχουν γραφτεί με δική τους πρωτοβουλία «με απλή συμπλήρωση του ονόματος και email» στην ιστοσελίδα του ΕΛΙΑΜΕΠ, όπως επίσης μας λέει.Ο άνευ εξαιρέσεων κανόνας είναι τα email προς
καταλόγους αποδεκτών να τα στέλνουν οι τομείς γραμματειακής υποστήριξης των
ιδρυμάτων, οργανισμών, υπηρεσιών κλπ, ή έστω οι γραμματείες των διευθυντών.
Αλλοίμονο αν ο γενικός διευθυντής, όπως ήταν τότε ο κ. Ντόκος, να διεκπεραίωνε
την τρέχουσα αλληλογραφία. Επομένως η επιλογή να το στείλει ο ίδιος ο κ. Ντόκος
πιθανώς δείχνει μια οικειότητα, ή υπάρχουσα ή επιδιωκόμενη.
Εισηγήσεις προς την Άγκυρα
Επίσης, δεν είναι παράδοξο για έναν Έλληνα καθηγητή,
που γνωρίζει πολύ καλά ότι ο «ηγετικός περιφερειακός και
παγκόσμιος στρατηγικός ρόλος» της Τουρκίας βασίζεται στην
γεωπολιτική εξουδετέρωση της Ελλάδος, να λέει στην τουρκική κυβέρνηση ότι «μια περιφερειακά ισχυρότερη Τουρκία μπορεί να θεωρηθεί πιο
ελκυστική υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ…»;
Αδυνατούμε να καταλάβουμε πως τέτοιες συμβουλές προς
την Τουρκία συνάδουν με την «ακεραιότητα και τον πατριωτισμό
του Ιδρύματος και των στελεχών του», όπως το ίδιο πρόσφατα ανακοίνωσε. Μάλιστα στην
ίδια ανακοίνωση τόνισε ότι «δεν θα ανεχτεί… τη συστηματική
κατασυκοφάντηση και διασπορά ψευδών ειδήσεων που επιδιώκει να πλήξει την καλή
φήμη του». Όμως ενώπιόν μας δεν υπάρχουν ψευδείς ειδήσεις, αλλά ένα
γεγονός, που βγήκε από το σκοτάδι και για το οποίο πρέπει να υπάρξει πλήρης
διαφάνεια.
Το γεγονός αυτό δεν φαίνεται να είναι μεμονωμένο
περιστατικό. Οι θέσεις του ΕΛΙΑΜΕΠ για τα εθνικά μας θέματα είναι κατά κανόνα
τουλάχιστον αμφιλεγόμενες, ή για να το θέσουμε με αντικειμενικούς όρους
έρχονται σε αντίθεση με αυτό που η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων αντιλαμβάνεται
ως πατριωτική θέση. Αναφέρουμε ενδεικτικά την υποστήριξη στο Σχέδιο Ανάν, την
θέση για απόσυρση του αντιαεροπορικού συστήματος S-300 από την Κύπρο και για
ακύρωση του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, τη θέση υπέρ της διαπραγμάτευσης
με την Άγκυρα επί στηριγμένων στο διεθνές δίκαιο ελληνικών κυριαρχικών
δικαιωμάτων, την θέση υπέρ της αναγνώρισης μακεδονικής ταυτότητας στους
Σλαβομακεδόνες κλπ.
Αν οι S-300 είχαν εγκατασταθεί στην Κύπρο και ίσχυε
στην πράξη του Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου ίσως οι Τούρκοι δεν θα είχαν
φθάσει στο σημείο να κάνουν γεωτρήσεις νότια από τη Λάρνακα και τη Λεμεσό. Και
δεν αναφερόμαστε στο τι θα είχε συμβεί στον κυπριακό Ελληνισμό εάν είχε περάσει
το Σχέδιο Ανάν, για να μην κατηγορηθούμε ότι κάνουμε υποθέσεις. Το γεγονός,
πάντως, ότι το 76% των Ελληνοκυπρίων το απέρριψε παρά τις αφόρητες πιέσεις κάτι
θα έπρεπε να έχει πει σε όσους πραγματικά ενδιαφέρονται να υπερασπιστούν τα
καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα.
Η επιρροή του κ. Ντόκου
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, δεν μπορούμε να αποφύγουμε σκέψεις για το πως ο κ. Ντόκος
επηρεάζει την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, αν και διαφαίνεται
πως στο Μέγαρο Μαξίμου δεν χρειάζονται την επιρροή του κ. Ντόκου για να κάνουν
τις επιλογές που κάνουν στον ίδιο τομέα. Υπενθυμίζουμε τη θέση του κ.
Γεραπετρίτη ότι η Ελλάδα θα προασπίσει μόνο τα χωρικά ύδατα των έξι μιλίων,
αφήνοντας κατ’ αντιδιαστολή την Τουρκία να αλωνίζει με έρευνες και αύριο ίσως
και με γεωτρήσεις στη δυνάμει ελληνική ΑΟΖ, πέρα δηλαδή από τα έξι μίλια.
Για να μην αναφερθούμε στο γεγονός ότι διαδοχικές
κυβερνήσεις έφθασαν να διαπραγματευτούν με την Άγκυρα το εύρος των ελληνικών
χωρικών υδάτων, όταν η επέκτασή τους στα 12 μίλια είναι κατά το Δίκαιο της
Θάλασσας δικαίωμα που ασκεί μονομερώς κάθε παράκτια χώρα. Πάγια επίσημη εθνική
θέση είναι ότι η Ελλάδα διαπραγματεύεται μόνο την οριοθέτηση ΑΟΖ και
υφαλοκρηπίδας κι αυτή με βάση το διεθνές δίκαιο. Τη θέση αυτή εξέφρασε πολύ
πρόσφατα και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.
Γνωρίζουμε ότι το ΕΛΙΑΜΕΠ χρηματοδοτείται από
διάφορους φορείς, μεταξύ αυτών είναι και ξένες κυβερνήσεις. Δεν γνωρίζουμε,
όμως, αν για την σύνταξη της επίμαχης μελέτης του κ. Γρηγοριάδη το Ίδρυμα έχει
χρηματοδοτηθεί και από πού, ούτε αν ο συντάκτης της έχει αμειφθεί από το
Ίδρυμα, προκειμένου να κάνει τις εν λόγω εισηγήσεις πολιτικής προς την τουρκική
κυβέρνηση.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ διεγείρει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης,
λόγω του γεγονότος ότι ενώ οι απόψεις του για τα εθνικά θέματα είναι στον
αντίποδα αυτών που πιστεύει η πλειοψηφία των Ελλήνων, ασκεί δυσανάλογα μεγάλη
επιρροή σε κυβερνήσεις, κόμματα, υπουργεία, ΜΜΕ και πανεπιστήμια. Η δε επιρροή
της “συγκλίνουσας οπτικής” του έγινε προφανώς ισχυρότερη μετά τον διορισμό του
κ. Ντόκου ως αναπληρωτή και εν συνεχεία Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ οφείλει απαντήσεις
Κατόπιν αυτών και προκειμένου να γίνει πράξη το «καμία συνωμοσία», που το ΕΛΙΑΜΕΠ αναφέρει στην απάντησή
του, θεωρούμε ότι θα είναι προς όφελος του ίδιου και της δημοκρατίας να δοθούν
στο φως με σαφήνεια τα εξής:
Το πλήρες περιεχόμενο του email του κ. Ντόκου, η
ύπαρξη του οποίου αποκαλύφθηκε.
Αν υπήρχε χρηματοδότης της έκθεσης Γρηγοριάδη κι αν
ναι ποιος είναι.
Αν ο συντάκτης της έκθεσης αμείφθηκε και πόσο.
Αν έχουν υπάρξει και άλλα “κείμενα εργασίας” του
ΕΛΙΑΜΕΠ με προτάσεις πολιτικής προς την Τουρκία ή άλλες χώρες κι αν έχουν
χρηματοδοτηθεί.
Αν άλλες εκθέσεις διαβιβάστηκαν προς το τουρκικό ή
άλλο ξένο κράτος με προσωπικά email από τον κ. Ντόκο και τον διάδοχό του στη
γενική διεύθυνση του ΕΛΙΑΜΕΠ. Και εάν υπάρχουν τέτοια email να δοθούν στη
δημοσιότητα.
Αν δεν απαντήσει σε αυτά το ΕΛΙΑΜΕΠ, οφείλει να του
θέσει τα ερωτήματα ή ίδια η κυβέρνηση, η οποία –μέσω της εκπροσώπου της κ.
Πελώνη– κρύφτηκε πίσω από την θολή απάντηση του ΕΛΙΑΜΕΠ. Και εάν η κυβέρνηση
δεν τα θέσει έχει υποχρέωση να τα θέσει η αντιπολίτευση. Γιατί είναι εύκολο και
βολικό το ΕΛΙΑΜΕΠ να υπεκφεύγει πίσω από κορώνες του τύπου ότι οι «ακραίοι» επενδύουν
σε «εμπόριο υπερπατριωτισμού». Αν
ακολουθούσαμε τη μέθοδό του θα έπρεπε να αναρωτηθούμε σε τι εμπόριο επενδύουν
οι πρακτικές του ΕΛΙΑΜΕΠ;
Ευχαριστώ τον φίλο Κοσμά Τ.