Του Γεράσιμου Δεληβοριά
«Νάχαμε ένα βασιλιά, για να μας θαμπώνει, με λειρί στο κούτελο, με φωνή τρομπόνι» Κ.Βάρναλης
Τον Ιούνιο του 1984 γίνονταν ευρωεκλογές. Ακούγοντας την προεκλογική ομιλία του αρχηγού τους Αβέρωφ, οι νεοδημοκράτες παραπονιόντουσαν: «Είναι η πρώτη φορά που θα ψηφίσουμε κόμμα και όχι αρχηγό». Λίγους μήνες αργότερα, όταν αρχηγός της ΝΔ εκλέχθηκε ο Κων. Μητσοτάκης ο Αν. Παπανδρέου τον συνέκρινε με τον Εφιάλτη τον Τραχίνιο, τον προδότη των Θερμοπυλών, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων από την πλευρά της ΝΔ. Στην πραγματικότητα όμως οι επικεφαλής της ΝΔ πανηγύριζαν. Επιτέλους, να κάποιος που ο Παπανδρέου φοβόταν. Αυτός ήταν ο τρίτος Μεσσίας της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας.
Από κει και ύστερα, η αναζήτηση Μεσσία έγινε ρουτίνα για τα δύο μεγάλα κόμματα, στην προσπάθεια τους να επιστρέψουν στην εξουσία. Εξουσία για τα ελληνικά κόμματα σημαίνει πρώτα και πάνω απ’ όλα, το όφελος των φιλόδοξων και αυτάρεσκων στελεχών τους. Οικονομικά οφέλη, κοινωνική άνοδος, ικανοποίηση πολιτικών φιλοδοξιών.
Εύκολα λοιπόν καταλαβαίνει ο καθένας γιατί η αρχική δήλωση Κασσελάκη, «εγώ μπορώ να νικήσω τον Μητσοτάκη» ηλέκτρισε μονομιάς μεγάλο μέρος των μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Ήττα του Μητσοτάκη σημαίνει πως ανοίγει ο δρόμος της επιστροφής στον χαμένο Παράδεισο.
Μέχρι και σχεδόν τις εκλογές του 2012, οι μεσσιανικές ανησυχίες στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν υποτυπώδεις. Η κατάσταση αλλάζει όταν το εκλογικό του ποσοστό τριπλασιάζεται και παρουσιάζεται η πιθανότητα αριστερής διακυβέρνησης. Τον επόμενο χρόνο κι ενώ το κόμμα πλέον ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιωματική αντιπολίτευση, ο Τσίπρας επανεκλέγεται πρόεδρος με ποσοστό 74%. Η περίοδος της λατρείας έχει αρχίσει. Μαζί έχει αρχίσει και η έφοδος των «μαζών» για την ένταξη τους στο νέο κόμμα εξουσίας. Τρία χρόνια σχεδόν, στίφη υποψηφίων μελών πολιορκούσαν την Κουμουνδούρου.
Η λατρεία του ηγέτη έχει πάντα στόχο και σκοπό να αποκρύψει τις ατέλειες και τις αδυναμίες του μηχανισμού που τον ανέδειξε και τον στηρίζει. Στον Ηγέτη αποδίδονται υπερφυσικές ικανότητες και αρετές, τις οποίες επαναλαμβάνουν φωναχτά οι κλακαδόροι προς εντυπωσιασμό των μαζών.
Ένα τέτοιο αφήγημα σχετικά με τον Τσίπρα, είναι πως τάχα κατόρθωσε να ενώσει επιτέλους τάσεις και συνιστώσες που μέχρι χθες ήταν σε ανοιχτό πόλεμο μεταξύ τους, πόλεμο που έφθανε στα πρόθυρα της διάσπασης.
Όμως οι διασπάσεις είναι πολυτέλεια των γκρουπούσκουλων και των κομματιδίων. Ποτέ των κομμάτων εξουσίας. Γι αυτό κι ο Στεφανόπουλος ή ο Σαμαράς δεν κατάφεραν να διασπάσουν τη ΝΔ, ούτε ο Βενιζέλος τόλμησε την ρήξη με τον Γ.Παπανδρέου. Το ίδιο συνέβη και στον ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 που η συγκυρία τον ανέδειξε σε κόμμα εξουσίας. Έτσι και τώρα ο Φίλης έθαψε το τσεκούρι του πολέμου, παράδειγμα που θα ακολουθήσουν κι όλοι οι υπόλοιποι διαφωνούντες.
Η διαδικασία του εντυπωσιασμού έχει κι αυτή τα στάδια της. Ο ξεβράκωτος βασιλιάς του παραμυθιού, εντυπωσιάζει πρώτα τους αυλικούς και τους παρατρεχάμενους με τα δήθεν καινούργια του ρούχα και στερνά, πολύ στερνά, τα πλήθη των υπηκόων του.
Σύμφωνα με τον Βαλερστάϊν, το 20% της κοινωνίας εξουσιάζει και ποδηγετεί το υπόλοιπο 80%. Αυτή είναι η αρχή του 20/80 που πρώτος διατύπωσε ο Pareto για τα οικονομικά συμβάντα, αρχή που αρκετά χρόνια μετά αμερικανοί κοινωνιολόγοι και πολιτικοί αναλυτές επεξέτειναν στον χώρο της κοινωνίας και της πολιτικής. Αυτό το ποσοστό, το 20%, πρέπει πρώτα να πείσει και να εντυπωσιάσει ο νέος Μεσσίας. Και μέχρι στιγμής, ο Κασεσλάκης έχει τουλάχιστον τραβήξει την προσοχή αυτού του κοινωνικού τμήματος.
Υπάρχει όμως κι ένα άλλο σημείο της ρητορικής του Κασσελάκη που πρέπει να σταθούμε γιατί μπορεί πολύ σύντομα να αποδειχθεί σημαντικότατο. Είναι η συμμετοχή των μελών στην διαδικασία ανάδειξης των υποψηφίων βουλευτών. Αυτό θα είναι κάτι καινούργιο για το πολιτικό μας σύστημα, μια αρκετά σημαντική αλλαγή. Κι επειδή, σύμφωνα με τον Μακιαβέλη, κάθε αλλαγή είναι ένα σκαλοπάτι για να πιαστεί μια καινούργια αλλαγή, ίσως γίνουμε μάρτυρες σημαντικών ανακατατάξεων.
Κάτι ανάλογο είχε να συμβεί από το 1974-1975, όταν ο Αν.Παπανδρέου έριξε το σύνθημα «φτιάξτε παντού επιτροπές βάσης». Στο κάλεσμα του ανταποκρίθηκαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ηλικίας κάτω των σαράντα, που μέσα σε λίγους μήνες «έχτισαν» το πρώτο μαζικό πολιτικό κόμμα μετά από την Εθνική Αντίσταση.
Η μαζική αυτή πρωτοβουλία πνίγηκε μετά από λίγα χρόνια μέσα σ΄έναν οχετό επιδοτήσεων και σε έναν αχαλίνωτο καταναλωτισμό. Δεν ξέρουμε ακόμη αν ο Κασσελάκης θα επιμείνει στην υπόσχεση του στις επερχόμενες ευρωεκλογές. Αλλά και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε αντίθεση με το 1974-1975, το 2024 είναι έτος δίσεκτο.
(*) Ο τίτλος είναι δανεισμένος από το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο.