Του Γιάννη Ραχιώτη
Συνηθίζουμε να ξεχνάμε αυτούς που έφυγαν. Η ζωή προχωράει, λέμε. Όμως όταν η ανάμνηση κάποιου που έφυγε συνδέεται με αιτήματα και καταστάσεις που ακόμη σφραγίζουν το συλλογικό μας είναι, τότε τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αν η ανάμνηση ξεθωριάσει σημαίνει ότι ξεθωριάζουν και αυτά.
Ο Βένιος Αγγελόπουλος γεννήθηκε το 1943 τη μέρα της διαδήλωσης ενάντια στην κατοχική επιστράτευση. Πατέρας του ήταν ο νευρολόγος- ψυχίατρος Γρηγόρης Αγγελόπουλος που πλήρωσε και αυτός το λογαριασμό του στο αμερικανικής έμπνευσης κολαστήριο της Μακρονήσου, τον πρόγονο του Αμπού Γκράιμπ, του Γκουαντανάμο, της «βιβλιοθήκης» στην Ουκρανία κοκ.
Ο Βένιος στην πρώτη του νεότητα βρέθηκε με αυτούς που ήταν αντίθετοι στην ΕΔΑίτικη αριστερά των σκυμμένων κεφαλιών. Ανδρώθηκε σαν αγωνιστής ενάντια στη Χούντα και την αμερικανοκρατία. Ωρίμασε στον αγώνα ενάντια στην αντιτρομοκρατική υστερία, δηλαδή ενάντια στον εξαγνισμό και τη νομιμοποίηση της αμερικανοκρατίας.
Εκανε τα τελευταία του πολιτικά βήματα αποχωρώντας από τον προσκυνημένο ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα που μετατρεπόταν σε εργαλείο των ξένων για την καταλήστευση της χώρας που υποτίθεται κυβερνούσε. Πέρασε τα τελευταία χρόνια τη ζωής του βλέποντας τον Νετανιάχου και τον Πάϊατ να καθορίζουν την εξωτερική και εσωτερική μας πολιτική.
Ευτύχησε να μην δει να επιβάλεται αρχηγός στο πρώην κόμμα του δοτός από τις ΗΠΑ και μάλιστα να προωθείται για μελλοντικός πρωθυπουργός, συλλήβδην από τα εφοπλιστικά και τα κυβερνητικά ΜΜΕ, ακόμη και από το Μητσοτάκη.
Ο Βένιος ανήκε σε αυτούς που προσπάθησαν να βρουν την κόκκινη κλωστή που συνδέει τους παλιούς αγώνες με τους σύγχρονους. Την εντόπισε σωστά στο διαχρονικό ζητούμενο για αποτίναξη της υποτέλειας και στους αγώνες ενάντια στην έξωθεν, από τους ευρωπαίους τοποτηρητές, επιβολή φτώχιας και μιζέριας.
Σε αυτή τη βάση υπερασπίστηκε και τους αγωνιστές που στήριξαν ή συμμετείχαν στις αριστερές ένοπλες οργανώσεις της πρώτης 25ετίας μετά τη μεταπολίτευση. Αυτές που πάλεψαν με το δικό τους τρόπο για απελευθέρωση από την αμερικανοκρατία και τους ντόπιους συνεργάτες. Στάθηκε απέναντι στους προσκυνημένους της εποχής Σημίτη. Υστερίαζε τότε το αμερικανικό κατεστημένο και τα ντόπια παπαγαλάκια του για τα 22 θύματα της 17Ν στα 27 χρόνια της δράσης της. Πρόκειται για τα ίδια ακριβώς πρόσωπα που σήμερα δηλώνουν ότι οι Ισραηλινοί κανίβαλοι που μέσα σε έξι μήνες κατασπάραξαν 15.000 παιδιά ασκούν δικαίωμα για αυτοάμυνα (…του κατακτητή απέναντι στους κατακτημένους).
Ο Βένιος δεν φοβήθηκε τις συνέπειες από τη στάση του. Και όταν οι συνέπειες ήρθαν, όταν τον συνέλαβαν στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης και τον ανέκριναν επί ώρες δεμένο χειροπόδαρα με αλυσίδες, αντιμετώπισε τους ανακριτές του χωρίς φόβο. Δεν υπέκυψε και δεν σιώπησε. Επιστρέφοντας συνέχισε να κάνει ότι και πριν.
Ανήκε σ’ αυτούς που ύψωσαν φωνή για τις αδικίες που γίνονταν εναντίον των συλληφθέντων της 17Ν. Στην ΠΑΣΟΚική Ελλάδα ήταν ακόμη ασυνήθιστο να νομοθετούνται « εγκλήματα» που μπορούσαν να συμπεριλάβουν οτιδήποτε και οποιονδήποτε, να επιλέγονται οι «κατάλληλοι» δικαστές ειδικά για κάποια δίκη, να αλλοιώνονται δικαιώματα υπεράσπισης όταν η διαδικασία ήταν ήδη σε εξέλιξη, να διαμορφώνονται θολά κατηγορητήρια και βασανιστικές συνθήκες κράτησης. Τώρα αυτά είναι κανόνας. Για παράδειγμα οι φυλακισμένοι της 17Ν έχουν εκτίσει προ πολλού τις ποινές τους ,όμως δεν απελευθερώνονται «διότι δεν συνεμορφώθησαν προς τας υποδείξεις», δεν προσκύνησαν. Αυτά γράφουν στα βουλεύματα που απορρίπτουν τις αιτήσεις τους για αποφυλάκιση. Αυτά δηλώνουν οι πολιτικοί τοποτηρητές της υποτέλειας. Γιατί δεν αρκεί να είναι υποτελείς, πρέπει και να το φωνάζουν.
Ο Βένιος έφυγε, αλλά η ανάμνησή του δεν ξεθώριασε, γιατί αυτά που πολέμησε είναι ακόμα εδώ, και μας πνίγουν.
Ανάρτηση από: https://yiannisrachiotis.gr