Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
“Άλλη μια τέτοια νίκη και χαθήκαμε”, είπε ο Πύρρος μετά τη δύσκολη επικράτηση του αποδεκατισμένου στρατού του επί των Ρωμαίων, το 281 π.Χ. Παρόμοια συναισθήματα συνόδευαν, το βράδυ της περασμένης Κυριακής, τον βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης των αστικών επιτελείων για τη σημαντική επιτυχία τους να αποτρέψουν τον σχηματισμό της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στον Δυτικό κόσμο μετά την κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου υπό τον Λεόν Μπλουμ, στη Γαλλία του 1936.
Η Νέα Δημοκρατία και το υπόλειμμα του ΠΑΣΟΚ γνωρίζουν ότι οι ψηφοφόροι τους ψήφισαν με κλειστή τη μύτη, υπό το κράτος του τρόμου που είχαν διαχύσει στην κοινωνία οι ωμές, άνευ προηγουμένου παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων και τα συγκροτήματα της κατ΄ ευφημισμόν “ενημέρωσης”. Ο Τσίπρας δεν είχε να αντιμετωπίσει σ΄ αυτή τη μάχη τον Σαμαρά και το Βενιζέλο, αλλά τη Μέρκελ, τον Ολάντ και τον Ομπάμα, που έκαναν μέχρι την τελευταία στιγμή προεκλογική εκστρατεία από τα δελτία των οκτώ. Παρόλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύθηκε μέσα σε ένα μήνα από το 4.5% στο 27%, ενώ στο σύνολό της η Αριστερά (συμπεριλαμβάνοντας το ΚΚΕ και τις εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις) ψηφίστηκε από το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος, πολύ περισσότερο από το ιστορικό 24% της ΕΔΑ, το 1958.
Όσοι, μικρόψυχοι ή λιπόψυχοι, σπεύδουν να μιλήσουν για ευκαιριακή, εκλογική φούσκα, που μοιραία θα συρρικνωθεί με την ίδια ταχύτητα που διογκώθηκε, παραγνωρίζουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του αποτελέσματος και τον εκρηκτικό χαρακτήρα της συγκυρίας. Ο διπολισμός Δεξιά- Αριστερά που εκδηλώθηκε στο πολιτικό επίπεδο είχε σαφέστατο κοινωνικό περιεχόμενο. Η ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων κατά γεωγραφική περιοχή και κοινωνική κατηγορία αναδεικνύει κυριολεκτικά τη σύγκρουση δύο κόσμων. Η Νέα Δημοκρατία συσπείρωσε τη μεγάλη, μεσαία και μικρή αστική τάξη, την πλειονότητα των εκτός παραγωγής στρωμάτων, συνταξιούχων και νοικοκυρών, της υπαίθρου που έχει πληγεί λιγότερο από την κρίση και των μεγάλων ηλικιών, όπου ο φόβος κυριαρχεί ευκολότερα έναντι της ελπίδας. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ (και ως ένα βαθμό το ΚΚΕ) κυριάρχησε στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα (την κοινωνική κατηγορία όπου είχε την πιο θεαματική εκτόξευση μεταξύ των δύο εκλογών), τους ανέργους, τους μισθωτούς του δημόσιου τομέα, τους εργατικούς Δήμους της Β΄ Αθήνα, της Β΄ Πειραιά, της Α΄ Θεσσαλονίκης και τη νεολαία- τα πιο δυναμικά, στην παραγωγή και στον αγώνα, τμήματα της ελληνικής κοινωνίας.
Δύο εκατομμύρια Έλληνες που στήριξαν την Αριστερά, αψήφισαν την τρομοκρατική υστερία των συστημικών περί επιστροφής στη Λίθινη Εποχή από την “αναπόφευκτη”, σε περίπτωση σχηματισμού αριστερής κυβέρνησης, έξοδο από το ευρώ. Αυτό ισχύει όχι μόνο για το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που πρόβαλαν χωρίς ταλαντεύσεις μια γραμμή εξόδου από την ευρωζώνη, αλλά και για τον ΣΥΡΙΖΑ, που υποστήριζε μεν ότι η έξοδος από το ευρώ δεν ήταν επιλογή του, κατέστησε όμως σαφές τις τελευταίες ημέρες- ιδιαίτερα με τις τοποθετήσεις του Αλέξη Τσίπρα- ότι το ευρώ δεν αποτελεί φετίχ και ότι η πραγματική κόκκινη γραμμή είναι η ακύρωση του μνημονίου και η επιβίωση του εργαζόμενου έθνους. Με δυο λόγια, η τρομοκρατική εκστρατεία του συστήματος που είχε ως πολιορκητικό κριό το ευρώ, ναι μεν κατάφερε να αποτρέψει τη νίκη της Αριστεράς σ΄ αυτή τη φάση, αλλά είχε ως τίμημα μια ορισμένη ριζοσπαστικοποίηση των ευρύτατων στρωμάτων που μετατοπίστηκαν από τα κόμματα του κατεστημένου (κυρίως το ΠΑΣΟΚ) προς την Αριστερά. Αυτός ο κόσμος έχει αναπτύξει πλέον κάποια πολιτικά αντισώματα απέναντι στους νέους εκβιασμούς του μέλλοντος. Θα τον βρουν μπροστά τους!
Τίποτα δεν εγγυάται ότι η τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά, που ανακοινώθηκε σήμερα, θα έχει καλύτερη τύχη από τις κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου. Παντελώς απαξιωμένος στον ελληνικό λαό με τις ταπεινωτικές κωλοτούμπες του κάτω από τα προστάγματα των Γερμανών, ο νέος πρωθυπουργός έχει καταντήσει ξένος μέσα στο ίδιο του το κόμμα, όμηρος των Μητσοτακικών εσωκομματικών αντιπάλων του, αναγκαστικός συνεταίρος με το κατεξευτελισμένο ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου. Γνωρίζοντας ότι Σαμαράς και Βενιζέλος δεν έχουν καμία λαϊκή νομιμοποίηση, τα αστικά κέντρα επέβαλαν στην πρόθυμη για όλα ΔΗΜΑΡ να συμμετάσχει στην κυβερνητική πλειοψηφία εν είδει φερετζέ, διακινδυνεύοντας να κάψουν μια από τις τελευταίες πολιτικές εφεδρείες του συστήματος. Προκαλεί θλίψη να βλέπει κανείς ανθρώπους που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί να καλούν προεκλογικά τον κόσμο να τους ψηφίσει ως κόμμα- “μπαλαντέρ”, που θα “κολλήσει” σ΄ όποιον παίχτη χρειάζεται ένα ακόμα φύλλο για να κλείσει κυβέρνηση, κι ύστερα από τις εκλογές να παίζουν ασμένως το ρόλο που έπαιζε το ΛΑΟΣ στην προηγούμενη τρικομματική κυβέρνηση. Όσο για την επιλογή της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ να στηρίξουν την κυβέρνηση χωρίς να πάρουν υπουργεία, πέραν της πολιτικής δειλίας και μιας κάποιας ντροπής που προδίδει, παραπέμπει στον αντιήρωα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο οποίος, αν και είχε βουτηχτεί μέχρι το λαιμό στα βρωμόνερα, αγωνιούσε να σώσει τη χωρίστρα του.
Δεν εννοούμε με όλα αυτά ότι η νέα κυβέρνηση είναι σάπιο μήλο, έτοιμο να πέσει όπου νάναι από μόνο του. Αντίθετα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα στηριχτεί αποφασιστικά από το σύνολο της αστικής τάξης, με όλη τη δύναμη πυρός των μέσων μαζικής πλύσης εγκεφάλου- κανάλια, εφημερίδες, εταιρείες δημοσκοπήσεων. Τα πρώτα δείγματα γραφής είναι αποκαλυπτικά: Οι ίδιοι άνθρωποι που ανακάλυψαν ξαφνικά, στις 7 Μαίου, ότι αδειάζουν τα ταμεία, δεν υπάρχουν φάρμακα, καταρρέουν οι τράπεζες, τέλειωσαν τα λεφτά για τις συντάξεις, οργιάζει η εγκληματικότητα, διαλύεται το σύμπαν και πάει λέγοντας, από την Κυριακή το βράδυ τα έκαναν όλα γαργάρα, λες και με τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας η τάξη, η ασφάλεια και η αισιοδοξία επέστρεψαν στη χώρα όπου ανθεί φαιδρά η πορτοκαλέα.
Ωστόσο, η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά ασταθής και απρόβλεπτη, με τις συστημικές δυνάμεις υποχρεωμένες να ασκούν μια ευάλωτη “κυριαρχία χωρίς ηγεμονία”. Η τρικομματική κυβέρνηση θα μπορέσει να σταθεροποιηθεί για κάποιο διάστημα μόνο αν οι κυρίαρχες δυνάμεις της Ε.Ε.- και κυρίως η Γερμανία- ανακρούσουν πρύμναν από τη γραμμή της ακραίας λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης, κάτι που δεν φαίνεται για την ώρα, ούτε καν ως πιθανότητα, στον ορίζοντα. Το μόνο που φαίνονται διατεθειμένοι να “προσφέρουν” στη νέα κυβέρνηση είναι η επιμήκυνση του μνημονίου, χωρίς καμία υπαναχώρηση από τις ουσιαστικές δεσμεύσεις. Σ΄ αυτή την περίπτωση, θα πρόκειται για καθαρό εξευτελισμό των τριών εταίρων, οι οποίοι προεκλογικά υπόσχονταν “σταδιακή απαγκίστρωση” από το μνημόνιο και μετεκλογικά θα κληθούν να το… επιμηκύνουν!
Το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε από την κυβέρνηση Σαμαρά, έστω με τους δωρητές σώματος της “υπεύθυνης Κεντροαριστεράς”, είναι ένα απολυταρχικό κράτος εκτάκτου ανάγκης, για το οποίο μας έχει ήδη προετοιμάσει ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας με την πιο αντικομμουνιστική, ξενοφοβική, αυταρχική προεκλογική εκστρατεία της Δεξιάς ύστερα από τη μεταπολίτευση. Πέρα από κάποιες, κυρίως διακοσμητικές “διορθώσεις”, το βάρος θα πέσει στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, τις απολύσεις- εφεδρεία δημοσίων υπαλλήλων, τις νέες περικοπές στις συντάξεις και τις κοινωνικές ασφαλίσεις, εν ολίγοις στη συνέχιση της εσωτερικής υποτίμησης με άλλα μέσα.
Επομένως, ένας νέος γύρος σύγκρουσης με τα λαϊκά στρώματα είναι απλώς θέμα χρόνου. Εδώ θα κληθεί να παίξει το ρόλο της και η Χρυσή Αυγή, η οποία, ακολουθώντας το ναζιστικό της αρχέτυπο, πολύ εύκολα θα μεταμορφωθεί από “αντισυστημική, λαϊκή” δύναμη σε εταιρεία σεκιούριτι του συστήματος εναντίον των κοινωνικών αγωνιστών. Άλλωστε, αυτός ο ρόλος είναι εγγεγραμμένος στα κοινωνικά γονίδια της ακροδεξιάς συμμορίας, εκφραστή της κατεστραμένης μικροαστικής τάξης που παθαίνει αμόκ και των πιο λούμπεν, καθυστερημένων εργατικών στρωμάτων. Είναι αυτός ο υπόκοσμος των θρασύδειλων, που στέκονται σούζα απέναντι στο κεφάλαιο όταν δεν στελεχώνουν τους κρατικούς και παρακρατικούς, κατασταλτικούς μηχανισμούς του, για να βγάλουν όλη την “παλικαριά” τους απέναντι στους αδύνατους, όταν μαχαιρώνουν μετανάστες ή χαστουκίζουν γυναίκες- σαν τον θρασύδειλο λοχία που τρέμει μπροστά στον λοχαγό και κάνει καψόνια στους νεοσύλλεκτους μέχρι να βρει το δάσκαλό του και να μαζευτεί στα αβγά του.
Στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται, η χάραξη στρατηγικής από την πλευρά της μαχόμενης Αριστεράς απαιτεί μια σωστή εκτίμηση των συσχετισμών και του πολιτικού χρόνου. Δύο λάθη πρέπει, πιστεύουμε, να αποφευχθούν: Πρώτον, η αίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με έναν αγώνα σπριντ, ότι απέχουμε ελάχιστα από την κατάκτηση της εξουσίας κι ότι με μια υπερένταση προσπαθειών θα το καταφέρουμε σύντομα- κάτι που θα οδηγήσει είτε σε τυχοδιωκτισμούς, είτε, το πιθανότερο, σε δεξιόστροφες λογικές “γρήγορης, περαιτέρω διεύρυνσης με την υιοθέτηση μιας πιο υπεύθυνης, μετριοπαθούς αντιπολιτευτικής στάσης”. Και δεύτερον, η αδικαιολόγητη αίσθηση της συντριβής, του “όλα ξεκινάνε από την αρχή”, που είναι ισχυρή, μετά το εκλογικό σοκ, στην πέραν του ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά και ωθεί σε μια μακρόχρονη ενδοσκόπηση, με απόσυρση από την καυτή πολιτική συγκυρία.
Η μαχόμενη Αριστερά στο σύνολό της- και κάθε πολιτική της δύναμη με το δικό της τρόπο- οφείλει, κατά τη γνώμη μας, να προετοιμαστεί για έναν “αγώνα δρόμου ημιαντοχής” με στόχο όχι μόνο την κυβερνητική, αλλά και την πραγματική εξουσία σε ορίζοντα αρκετών μηνών ή λίγων χρόνων. Το άμεσο ζητούμενο δεν είναι επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλίες “διεύρυνσης” (ή πολύ περισσότερο δεξιόστροφες μετατοπίσεις που θα φέρουν αναπόφευκτα τη διάσπαση και την αποθάρρυνση), αλλά η πολιτική και οργανωτική εμπέδωση αυτού που έχει προσωρινά κατακτηθεί στο εκλογικό και το κινηματικό επίπεδο. Το εκλογικό αποτέλεσμα και ο σχηματισμός μνημονιακής κυβέρνησης θα φέρουν ένα προσωρινό μούδιασμα σε μερίδα του κόσμου που μετατοπίστηκε προς την Αριστερά χωρίς να ταυτίζεται ιδεολογικά με κάποιο από τα κόμματά της. Αυτό είναι αναπόφευκτο, αλλά και ανατρέψιμο. Αρκεί να αξιοποιήσουμε τον- λίγο, ίσως μόνο μέχρι το φθινόπωρο- χρόνο που μας προσφέρεται για τον αναγκαίο στρατηγικό επανεξοπλισμό, κάνοντας κάμποσα βήματα πίσω ώστε να πάρουμε φόρα και την επόμενη φορά να πηδήσουμε μακρύτερα.
Στη σημερινή συγκυρία, η πρώτη ευθύνη για την πολιτική και οργανωτική άρθρωση της σκόρπιας, εκλογικής Αριστεράς μοιραία πέφτει στον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο λόγω εκλογικής δύναμης, αλλά και γιατί αποτελεί τη λιγότερο πολιτικά συνεκτική, κινηματικά ισχυρή και οργανωτικά αρθρωμένη- επομένως ευάλωττη- πτέρυγα της Αριστεράς. Ήδη, οι λυσσαλέες επιθέσεις που δέχτηκαν οι εκπρόσωποι των πιο αριστερών απόψεων μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ (Λαφαζάνης, Στρατούλης κ.α.) στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και η προκλητική προβολή των δεξιότερων έδειξαν καθαρά τις προθέσεις των συστημικών δυνάμεων και τις αντιφάσεις του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλο τόσο είναι αλήθεια, όμως, ότι στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε έναν ηγέτη ο οποίος όχι μόνο δεν ελέγχεται από το σύστημα (όπως δεν ελεγχόταν και ο προκάτοχός του Αλέκος Αλαβάνος, πληρώνοντας το σχετικό τίμημα), αλλά και έχει αποκτήσει σταθερό βάδισμα και ευρύτερο κύρος, που θα του επιτρέψουν, αν το επιλέξει, να πάρει θαρραλέες πρωτοβουλίες ανασυγκρότησης του ευρύτερου αριστερού, λαϊκού, δημοκρατικού χώρου. Ακόμη κι αν αυτές οι πρωτοβουλίες προκαλέσουν αποχωρήσεις κάποιων στελεχών ή ευκαιριακών συνοδοιπόρων (κάτι που συνέβη σε όλα τα δυναμικά ανερχόμενα πολιτικά ρεύματα), το προσωρινό κόστος θα είναι διαχειρίσιμο και το στρατηγικό όφελος πολύ μεγαλύτερο.
Οι πρωτοβουλίες για τις οποίες κάνουμε λόγο δεν μπορεί να αφορούν μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ και τη διαχείριση των “συνιστωσών” του. Κυρίως αναφέρονται στην ανάγκη να συγκροτηθεί ενιαίο λαϊκό μέτωπο, με πρωτοβουλία των δυνάμεων της ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά όχι περιορισμένο στα στενά πολιτικά της όρια. Ένα μέτωπο που δεν θα αποτελεί συνεύρεση “πολιτικών γραφείων”, αλλά θα οικοδομηθεί κυρίως στη βάση, με τη συγκρότηση ενός δικτύου επιτροπών κοινωνικής αλληλεγγύης, που θα δίνουν καθημερινά τη μάχη της επιβίωσης, της αλληλοβοήθειας, της αγωνιστικής διεκδίκησης και της λαϊκής αυτοάμυνας (με πολιτικούς όρους και όχι με όρους βεντέτας) απέναντι σε εγκληματικές και φασιστικές συμμορίες. Παράλληλα, θα ήταν χρήσιμο οι αριστερές δυνάμεις, υπερβαίνοντας λογικές τυφλής διάσπασης, να πάρουν άμεσα συντονισμένες πρωτοβουλίες για ανατροπή των συμβιβασμένων ηγεσιών στα συνδικάτα με έκτακτα συνέδρια, αξιοποιώντας την κοινωνική δυναμική των εκλογικών αποτελεσμάτων. Τελευταίο στη σειρά, αλλά όχι και σε σημασία ζητούμενο της στιγμής είναι, πιστεύουμε, η άμεση ανάληψη πρωτοβουλιών για να σπάσει το μονοπώλιο των μνημονιακών δυνάμεων στην ενημέρωση. Το μέγεθος των προκλήσεων που έχει να αντιμετωπίσει η Αριστερά καθιστά απολύτως αναγκαία τη δημιουργία μιας μαζικής κυκλοφορίας, ημερήσιας εφημερίδας και ενός έστω μικρού προϋπολογισμού ενημερωτικού, τηλεοπτικού καναλιού. Είναι βέβαιο ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος των πολιτών, που νοιώθει παντελώς αποξενωμένο από τα υπάρχοντα μέσα ενημέρωσης, θα αγκάλιαζε πολύ γρήγορα παρόμοιες πρωτοβουλίες.
Ανάρτηση από : http://vathikokkino.com