Του Χρήστου Φεραίου
Ο μύθος δηλοί ότι ο Αλέξανδρος δεν είναι μιαν κοσμοκρατορία, έστω απέραντη, η οποία έζησε τρεις αιώνες (334-30 π.Χ.), που δημιούργησε. Παρήγαγε ένα «πολιτισμικό γεγονός» δεκαοχτώ σχεδόν αιώνων! (334 π.Χ.-1453 μ.Χ.). Κατά τούτο: Τον ελληνικό τρόπο αναζήτησης της αλήθειας ο Αλέξανδρος δεν τον άφησε να ζει εγκλωβισμένος μόνο στις δυο ακτές του Αιγαίου. Με τις ελληνίδες πόλεις-του, τον διέσπειρε ώς τα πέρατα του κόσμου.
Αυτός λοιπόν ο ελληνικός τρόπος, ως φιλοσοφική αναζήτηση της αλήθειας, συναντούσε πάντα ως «μέσοτοιχον» ένα αδιέξοδο. Το εξής φιλοσοφικό ερώτημα: Ο Θεός είναι μεν άχρονος, μπορεί όμως να επεμβαίνει στα του κόσμου, διότι ο κόσμος ευρίσκεται «εν χρόνω». Μπορεί όμως ο Θεός να επεμβαίνει στην ίδια την ουσία του, αφού εκείνος είναι άχρονος; Και πώς μπορεί να επεμβαίνει στην άχρονη ουσία του, ώστε να τεθεί ο ίδιος εν χρόνω; Και πώς ακόμα ο αδιάστατος μπορεί να γίνει περατός, αποκτώντας διαστάσεις; Για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία αυτό ήταν βέβαια αδιανόητο!
Την απάντηση στο ελληνικό εκείνο «αδιέξοδο» την έδωσε όχι με φιλοσοφικό λόγο, με μεταφυσικό τρόπο, ένα γεγονός που συνέβη στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, 323 μετά τον θάνατο (στα 33 χρόνια του) του Αλεξάνδρου. Και την ερμηνεία εκείνου του γεγονότος την έδωσε 33 πάλι χρόνια μετά τη Βηθλεέμ, ο ίδιος ο «πρωταγωνιστής του», όταν, λίγο πριν το «τέλος», σε ερώτηση μαθητών του ο Χριστός απάντησε: «Εγώ ειμί η αλήθεια»! Και αυτό σήμαινε πως το γεγονός ότι ο ίδιος -παρότι Θεός- «υπάρχει» εκεί ως άνθρωπος αποδεικνύει ότι αυτός ο άχρονος και αδιάστατος Θεός μπορεί να επεμβαίνει στην ουσία του, ώστε να υποστασιάζεται ως πεπερασμένος εν χρόνω. Δηλ. να ενανθρωπίζεται! Και το γεγονός αυτό είναι που αποτελεί την ίδια την «αλήθεια».
Αυτό το άγγελμα του Χριστού το «άκουσε» η ελληνική φιλοσοφία στις ελληνίδες πόλεις που, ως άλλος «παιδαγωγός εις Χριστόν», ίδρυσε ο Αλέξανδρος! Και τότε «είδε» ότι αιτιώδης αρχή της ύπαρξης είναι πια ένα ελεύθερο από οποιαδήποτε αναγκαιότητα φύσης η ουσίας Πρόσωπο. Και έχει άρα την ελευθερία να υποστασιάζει και το Είναι του, και μάλιστα σε τριάδα Προσώπων! Έτσι και ο Θεός αποτελεί ο ίδιος κοινωνία προσώπων, όπως το διατύπωσαν οι (φιλόσοφοι) Καππαδόκες Πατέρες. Νέος δηλ. τρόπος, και του «αληθεύειν» και του «κοινωνείν». Από το σημείο εκείνο και πέρα ο χριστιανισμός ήταν ελληνική υπόθεση, ως Βυζαντινή Ορθοδοξία.
Ανάρτηση από: http://www.philenews.com
Ό,τι μοναδικό έχει κομίσει ο Μέγας Αλέξανδρος στην Ιστορία δεν είναι μία, έστω ιλιγγιώδους μεγέθους, αυτοκρατορία. Ούτε το γεγονός ότι αυτό το μέγα το πέτυχε ένας νεαρός Μακεδόνας στα 20 χρόνια του, και ούτε πως αυτό έγινε μέσα σε μόνο οκτώμισι χρόνια, σε μια θυελλώδη, μυθική σχεδόν, πορεία 18.000 χιλιομέτρων, του Αλεξάνδρου με έναν ολιγάριθμο συγκριτικά στρατό Ελλήνων. Και είναι αμφίβολο ακόμα αν αυτό που δημιούργησε εκείνος ο ασυγκράτητος νεαρός ήταν πράγματι μια αυτοκρατορία.
Αν τον παρακολουθήσει κανείς σ' αυτή την εκστρατεία, διαπιστώνει ότι πορεύτηκε σε εκτάσεις αχανείς, εγκαθιστώντας εκεί όχι φρουρές (όπως οι Ρωμαίοι για παράδειγμα), αλλά ιδρύοντας «ελληνίδες πόλεις» πλήθος. Και τονίζω, όχι απλώς πόλεις, αλλά «ελληνίδες» πόλεις! Δηλαδή πόλεις με αγορά, χώρο δηλαδή όπου οι πολίτες αθλούνταν στον πολιτικό βίο (το «κοινωνείν»), και επίσης θέατρο, όπου οι πολίτες αθλούνταν στη μεταφυσική αναζήτηση (της αλήθειας). Τούτο σημαίνει ότι ο Αλέξανδρος δεν απέβλεπε (φαινόμενο μοναδικό στην Ιστορία) στην εξάπλωση μιας εξουσίας, αλλά στη διάδοση ενός «τρόπου» του βίου, ενός δηλ. πολιτισμού!...
Και ποιο ήταν αύτό το ιδιοπρόσωπο που σηματοδοτούσε τον χαρακτήρα αυτού του πολιτισμού; Η ελληνίδα πόλη, όπου, και για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου, είχε γεννηθεί η ανάγκη, κατά τον Γιανναρά, να «επαληθεύεται η γνώση». Άλλως να αληθεύει ο βίος! Η ανάγκη δηλ. του «κατ' αλήθειαν ζην». Καινοφανές δηλ. πρώτο. Καινοφανές δε δεύτερο: Ότι το «αληθεύειν» αναζητείται στην κοινωνία της πόλης. Εκεί δηλ. στην αγορά ως κοινό άθλημα. Όπως το είχε διατυπώσει ο Ηράκλειτος: «...καθ' ό,τι αν κοινωνήσωμεν, αληθεύομεν, ά δε αν ιδιάσωμεν, ψευδόμεθα».
Ο μύθος δηλοί ότι ο Αλέξανδρος δεν είναι μιαν κοσμοκρατορία, έστω απέραντη, η οποία έζησε τρεις αιώνες (334-30 π.Χ.), που δημιούργησε. Παρήγαγε ένα «πολιτισμικό γεγονός» δεκαοχτώ σχεδόν αιώνων! (334 π.Χ.-1453 μ.Χ.). Κατά τούτο: Τον ελληνικό τρόπο αναζήτησης της αλήθειας ο Αλέξανδρος δεν τον άφησε να ζει εγκλωβισμένος μόνο στις δυο ακτές του Αιγαίου. Με τις ελληνίδες πόλεις-του, τον διέσπειρε ώς τα πέρατα του κόσμου.
Αυτός λοιπόν ο ελληνικός τρόπος, ως φιλοσοφική αναζήτηση της αλήθειας, συναντούσε πάντα ως «μέσοτοιχον» ένα αδιέξοδο. Το εξής φιλοσοφικό ερώτημα: Ο Θεός είναι μεν άχρονος, μπορεί όμως να επεμβαίνει στα του κόσμου, διότι ο κόσμος ευρίσκεται «εν χρόνω». Μπορεί όμως ο Θεός να επεμβαίνει στην ίδια την ουσία του, αφού εκείνος είναι άχρονος; Και πώς μπορεί να επεμβαίνει στην άχρονη ουσία του, ώστε να τεθεί ο ίδιος εν χρόνω; Και πώς ακόμα ο αδιάστατος μπορεί να γίνει περατός, αποκτώντας διαστάσεις; Για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία αυτό ήταν βέβαια αδιανόητο!
Την απάντηση στο ελληνικό εκείνο «αδιέξοδο» την έδωσε όχι με φιλοσοφικό λόγο, με μεταφυσικό τρόπο, ένα γεγονός που συνέβη στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, 323 μετά τον θάνατο (στα 33 χρόνια του) του Αλεξάνδρου. Και την ερμηνεία εκείνου του γεγονότος την έδωσε 33 πάλι χρόνια μετά τη Βηθλεέμ, ο ίδιος ο «πρωταγωνιστής του», όταν, λίγο πριν το «τέλος», σε ερώτηση μαθητών του ο Χριστός απάντησε: «Εγώ ειμί η αλήθεια»! Και αυτό σήμαινε πως το γεγονός ότι ο ίδιος -παρότι Θεός- «υπάρχει» εκεί ως άνθρωπος αποδεικνύει ότι αυτός ο άχρονος και αδιάστατος Θεός μπορεί να επεμβαίνει στην ουσία του, ώστε να υποστασιάζεται ως πεπερασμένος εν χρόνω. Δηλ. να ενανθρωπίζεται! Και το γεγονός αυτό είναι που αποτελεί την ίδια την «αλήθεια».
Αυτό το άγγελμα του Χριστού το «άκουσε» η ελληνική φιλοσοφία στις ελληνίδες πόλεις που, ως άλλος «παιδαγωγός εις Χριστόν», ίδρυσε ο Αλέξανδρος! Και τότε «είδε» ότι αιτιώδης αρχή της ύπαρξης είναι πια ένα ελεύθερο από οποιαδήποτε αναγκαιότητα φύσης η ουσίας Πρόσωπο. Και έχει άρα την ελευθερία να υποστασιάζει και το Είναι του, και μάλιστα σε τριάδα Προσώπων! Έτσι και ο Θεός αποτελεί ο ίδιος κοινωνία προσώπων, όπως το διατύπωσαν οι (φιλόσοφοι) Καππαδόκες Πατέρες. Νέος δηλ. τρόπος, και του «αληθεύειν» και του «κοινωνείν». Από το σημείο εκείνο και πέρα ο χριστιανισμός ήταν ελληνική υπόθεση, ως Βυζαντινή Ορθοδοξία.
ΕΙΝΑΙ ΜΕ ΑΥΤΗ την έννοια που για τον ελληνικό κόσμο τα Χριστούγεννα είναι «γεγονός αλήθειας».
*Ο Χάρης Φεραίος είναι διδάκτωρ του ΕΜΠ.