Του Χρήστου Γιανναρά
Ζούμε μάλλον τη δυσκολότερη και κρισιμότερη ιστορική συγκυρία που γνώρισε ο Ελληνισμός μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τα δεδομένα που συγκροτούν τη δραματική συγκυρία είναι καινούργια, δεν έχουμε έμπειρη γνώση για να τα διαχειριστούμε.
Είναι πόλεμος χωρίς να αλληλοσφάζονται στρατοί, να βομβαρδίζονται πόλεις, να καταλαμβάνονται εδάφη από «δυνάμεις κατοχής». Ομως το διακύβευμα είναι το ίδιο, όπως και στις ένοπλες συρράξεις: Η εθνική κυριαρχία, η κρατική ανεξαρτησία, η ελευθερία κοινωνικής αυτοδιαχείρισης. Τα όπλα έχουν αλλάξει, δεν είναι η αεροπορική και ναυτική υπεροπλία, τα πυραυλικά συστήματα, τα χημικά και πυρηνικά μέσα ολέθρου.
Ομως η λογική της απανθρωπίας παραμένει ίδια: Αν στον πόλεμο που ξέραμε στόχος πάντοτε ήταν ο μέγιστος δυνατός αριθμός νεκρών, από τις μάχιμες δυνάμεις και τον άμαχο πληθυσμό, ώστε να καμφθεί το ηθικό του αντιπάλου και να παραδοθεί χωρίς όρους, στόχος σήμερα είναι ο μέγιστος δυνατός αριθμός λιμοκτονούντων, ανέργων, απελπισμένων, νεκρών από ασιτία και αλκοόλ, ανθρώπων που αυτοκτονούν τσακισμένοι από την ανελπιστία και την πίκρα της αδικίας.
Στόχος και πάλι, να καμφθεί το ηθικό, ώστε να ξεπουληθούν, βορά στο ιδιωτικό κέρδος, όλες οι ζωτικές κοινωνικές κατακτήσεις της συνύπαρξης καλλιεργημένων ανθρώπων: ασφάλεια γηρατειών, νοσήλια, φάρμακα, ηλεκτροδότηση, υδροδότηση, τρένα, οδικό δίκτυο, αεροδρόμια, λιμάνια. Οπως στους αιώνες της μεσαιωνικής βαρβαρότητας η μεταρωμαϊκή Δύση αγνοούσε την «αίσθηση δημοσίου συμφέροντος», έτσι και στον σημερινό κόσμο η λέξη «ιδιωτικοποίηση» συνοψίζει την πιο ακραιφνή παραίτηση από το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας, τη μεθοδική εγκατάλειψη ακόμα και της πρόθεσης για ελευθερία από τον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού. Γι’ αυτή τη μεταστροφή, από το «κοινωνικό κράτος», κράτος πρόνοιας, κράτος δικαίου, στον παλιμβαρβαρισμό της αχαλίνωτης «ιδιωτικοποίησης», ο μέγας ένοχος, ολοφάνερα, ήταν η αντίδραση στον κολεκτιβιστικό μαρξισμό της εφιαλτικής Σοβιετίας.
Πάντως σήμερα ζούμε πόλεμο, ωμό, απάνθρωπο, με εκατομμύρια θυμάτων, ανθρώπων με κατεστραμμένη τη μία και μοναδική ζωή τους. Εστω και μόνο στην Ευρώπη, στο κλαμπ των προνομιούχων που είναι η «Ευρωπαϊκή Ενωση», κοινωνίες ολόκληρες λιμοκτονούν σε έσχατη απόγνωση (η βουλγαρική, η ρουμανική). Και στην Πορτογαλία και Ισπανία, όπου η πολεμική προπαγάνδα κορυβαντιά ότι «τα μνημόνια πέτυχαν», «οι χώρες δανείζονται άνετα από την ελεύθερη αγορά» (την κοινωνικά/πολιτικά ανεξέλεγκτη τοκογλυφία), ο αριθμός των ανθρώπων που χάνουν το σπίτι τους και μένουν στον δρόμο ανήμποροι να εξοφλήσουν την Τράπεζα, είναι κυριολεκτικά εφιαλτικός.
Πόλεμος. Οχι πια η «δύναμη πυρός», αλλά, αυτονομημένη από κάθε πολιτικό/κοινωνικό έλεγχο, κάθε ηθικό/λογικό φραγμό, η δύναμη του χρήματος, να σκορπάει με τη στέρηση θάνατο, εξευτελισμό, αγανάκτηση, και με την πλησμονή του αποκτήνωση και χυδαιότητα. Σε αυτόν τον κολασμένο πόλεμο δεν χρειάζεται να ιππεύουν περήφανο και γενναίο άτι οι πολεμικοί αρχηγοί, μπορούν να καταδικάζουν σε λιμοκτονία και εξευτελισμό εκατομμύρια ανθρώπων περιφερόμενοι με αναπηρικό καροτσάκι. Και επιβάλλοντας την τευτονική ηγεμονία στην Ευρώπη, να ταπεινώνουν στο έπακρο λαούς που κάποτε τόλμησαν να αντισταθούν, με τρομακτικές θυσίες, στις σιδερόφρακτες μεραρχίες του τευτονικού Ναζισμού.
Στην καινούργια μορφή πολέμου οι μάχες δίνονται με όπλο το χρήμα. Και οι στρατηγικές δεν είναι επιθετικές, βίαιες, σήμερα υποτάσσεις ένα κράτος όταν το πείσεις να αρχίσει να σου ζητάει δανεικά. Ο ίδιος ακριβώς τρόπος που κάνεις υποχείριό σου και έναν άνθρωπο, όταν τον εξαρτήσεις από την πρέζα που εσύ του πουλάς. Γι’ αυτό και ο πόλεμος σήμερα δεν φέρνει σε αντιμαχία κράτη, απευθείας, αλλά κράτη με ιδιώτες-βαποράκια, διακινητές της πρέζας: Ιδιωτικούς οίκους αξιολόγησης της οικονομίας κρατών, διεθνείς, κολοσσιαίους, τραπεζικούς οργανισμούς που ελέγχουν την παγκόσμια διακίνηση της πρέζας, δηλαδή του παραισθησιογόνου δανεισμού.
Οι διακινητές ξέρουν, με δαιμονική ευστροφία και διορατικότητα, να ξεχωρίζουν ποια κοινωνία είναι (ή μπορεί εύκολα να γίνει) ευάλωτη στη δανειοληπτική υστερία και εξάρτηση – ακριβώς όπως ξεχωρίζουν και τα «βαποράκια» τούς αδύναμης θέλησης και ανερμάτιστου χαρακτήρα υποψήφιους πρεζάκηδες. Πιθανόν και να προετοιμάζουν, με πολλή υπομονή, μία χώρα για την ολοκληρωτική υποδούλωσή της στους δανειστές της – δεν πρέπει να είναι τυχαίο το ενδιαφέρον που δείχνουν κάποιες Πρεσβείες ισχυρών οικονομικά χωρών για θέματα Παιδείας, γλωσσικής εκπαίδευσης, ιστορικής συνείδησης, επιρροής της Εκκλησίας στην κοινωνία, μικρών, αδύναμων και βουλιμικών για κατανάλωση κοινωνιών.
Η Ελλάδα ζει τη δυσκολότερη και κρισιμότερη για την επιβίωση της ενεργού ιστορικής της παρουσίας συγκυρία. Δεν φταίει ο «ξένος παράγων» για τη δική μας καταστροφή και τον εξευτελισμό μας. Δεν μας εχθρεύονται οι ιδιωτικοί οίκοι, στρατηγικοί συντελεστές στην καινούργια μορφή ολοκληρωτικού πολέμου των ημερών μας. Αν μας υποχρεώνουν να ξεπουλάμε το νερό που πίνουμε, τη γη μας και τα πατρογονικά σπιτικά μας, είναι μόνο γιατί εμείς βρεθήκαμε εξαρτημένοι από τη «δόση» μας, έρμαια του θανατηφόρου εθισμού μας στην ταύτιση της ζωής με την κατανάλωση, της ποιότητας και της χαράς με την εγωκεντρική βουλιμία.
Η συλλογική μετάνοια δεν έρχεται ακαριαία, θέλει πολύ χρόνο: τη βραδύτητα της ωρίμασης ή της κυοφορίας. Κάποτε οι ίδιες οι ιστορικές συνθήκες επιταχύνουν τον ερχομό της, αλλά αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωσή μας, σήμερα. Δοκιμάσαμε στη διαχείριση της εξουσίας όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου (πλην των καθαρώς ψυχοπαθολογικών μορφωμάτων) και δείχνει να πείσθηκε η ελλαδική κοινωνία ότι ολόκληρο το πολιτικό προσωπικό του σημερινού προσκηνίου είναι τεκμηριωμένα ανεπαρκές για να διεξαγάγει τον φρικιαστικό πόλεμο που μας εξουθενώνει. Αυτό είναι, σίγουρα, ένα βήμα ωριμότητας.
Αλλά ελάχιστο βήμα, ανεπαρκές. Διότι, οι πολλοί περιμένουμε έναν άλλον ηγέτη, ταλαντούχο, ιδιοφυή και ενάρετο, που θα μας εξασφαλίσει τη «δόση» μας καταναλωτικού ηδονισμού – τα όσα δεν κατάφεραν να μας σιγουρέψουν καραμανλικοί, παπανδρεϊκοί, αριστεροί ριζοσπάστες. Ακόμα δεν ωρίμασε η βεβαιότητα ότι από τον σημερινό φρικώδη παγκόσμιο πόλεμο θα διασωθούμε, μόνο με ηγεσία που θα ξαναστήσει στη χώρα εξυπαρχής σχολειά, εξυπαρχής πανεπιστήμια, άμεσου κοινωνικού (ποιοτικού) ελέγχου ΜΜΕ. Θα στήσει εξυπαρχής λειτουργίες απονομής δικαιοσύνης και σωφρονισμού, ριζικά καινούργιους όρους συνδικαλισμού, άλλης λογικής Δημόσια Διοίκηση, επιστροφή σε συνεπή αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση. Θα αφυπνίσει την τόλμη της προσωπικής δημιουργίας, θα αναστήσει τη χαρά της κοινωνίας των σχέσεων, ενάντια στον πρωτογονισμό του ατομοκεντρισμού.
Να ωριμάσει η επίγνωση του τι ζητάμε.
Ανάρτηση από: http://www.yannaras.gr