Του Κώστα Μελά
Ειδικά, η Mercosur υπέστη τις άμεσες επιπτώσεις με τη δημιουργία μιας πλειοψηφικής ομάδας χωρών με δεξιές κυβερνήσεις (Βραζιλία, Αργεντινή, Παραγουάη) οι οποίες ξεκινούν τη διαδικασία αλλαγής της πολιτικής διεθνούς εμπορίου, υποστηρίζοντας τις εμπορικές σχέσεις με τις οικονομικές δυνάμεις του Βορρά, διαμέσου διαφόρων διμερών συμφωνιών ελευθέρου εμπορίου, και εις βάρος των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των χωρών της Νότιας Αμερικής που ίσχυαν μέχρι τότε. Συνέπεια αυτής της αλλαγής είναι και η αρχική απομόνωση της Βενεζουέλας και στη συνέχεια η προσωρινή παύση της, ως μέλος της Mercosur (Δεκέμβριος 2016). Η εκλογική νίκη του ακροδεξιού, Jair Messias Bolsonaro στις προεδρικές εκλογές της 28 Αυγούστου 2018 σταθεροποίησε πλέον τη δεξιά στροφή στην περιοχή. Επίσης δεν θα πρέπει να μην αναφέρουμε την επιστροφή της δεξιάς στη Χιλή, μετά την νίκη του κόμματος «Πάμε Χιλή» του Σεμπαστιάν Πινιέρα στις εκλογές για το κοινοβούλιο (19 Νοεμβρίου 2017), και του ίδιου ως προέδρου της χώρας στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών που διενεργήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2017. Το κόμμα «Πάμε Χιλή» εξακολουθεί να έχει δεσμούς με τη «Σχολή του Σικάγο» αναφορικά με τις οικονομικές αντιλήψεις.
Βρισκόμαστε ουσιαστικά στην τελική φάση της λεγόμενης «εποχής των προοδευτικών κυβερνήσεων» των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Μια εποχή που αρχίζει, σχεδόν με τρόπο αναπάντεχο, με τη νέα χιλιετία μετά από μια τριακονταετία πολιτικοστρατιωτικών δικτατοριών που ταλάνισαν την περιοχή τις δεκαετίες 1950-60-70 και τη σταδιακή επιστροφή σε ανολοκλήρωτες μορφές δημοκρατίας τις επόμενες δύο δεκαετίες. Οι προοδευτικές κυβερνήσεις, με τις εθνικές ιδιαιτερότητες σε κάθε χώρα άρχισαν να εγκαθιδρύονται στην εξουσία στις χώρες της Λατινικής Αμερικής: Βενεζουέλα (η πρώτη το 1999), Βραζιλία, Αργεντινή, Χιλή, Βολιβία, Ουρουγουάη, Ισημερινός, Παραγουάη, Νικαράγουα, Παναμάς, Γουατεμάλα, Ονδούρα και Σαλβαντόρ (τελευταία το 2014). Κάθε μια ξεχωριστά επιχείρησαν να φέρουν στο επίκεντρο της πολιτικής τους το σεβασμό στους δημοκρατικούς κανόνες, την ανάπτυξη των οικονομιών σε συνδυασμό τη στήριξη του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Όλες μαζί επιχείρησαν με τη συνεργασία σε πολιτικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο ( αυξημένος ρόλος στη Mercosur) να προχωρήσουν σε ολοκλήρωση των οικονομιών τους έτσι ώστε, ως σύνολο πλέον, να βρεθούν σε μια καλύτερη θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος.
Οι όποιες επιτυχίες καταγράφηκαν αυτή την δεκαπενταετία, και ήταν αρκετές, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι βοηθήθηκαν στο μέγιστο βαθμό από την αυξητική τάση των τιμών των αγροτικών προϊόντων, των μεταλλευμάτων και των προϊόντων ενέργειας την πρώτη δεκαετία του 2000. Αυτή η τάση εξαντλήθηκε την περίοδο 2011-2014, τα έσοδα των λατινοαμερικανικών χωρών υπέστησαν σημαντική μείωση θέτοντας σε κίνδυνο τη σταθερότητα των δημοσίων οικονομικών και τη δυνατότητα συνέχισης των αναδιανεμητικών πολιτικών, όπως οι διάφορες Missiones στη Βενεζουέλα και Fame Zero και Bolsa Familia στη Βραζιλία, δημιουργώντας αναπόφευκτα λαϊκή δυσαρέσκεια και επιπτώσεις πολιτικού χαρακτήρα.
Τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια για τις κυβερνήσεις αυτές , αρχίζουν να εμφανίζονται στο τέλος του 2015 με τη νίκη των δυνάμεων της δεξιάς στις βουλευτικές εκλογές στη Βενεζουέλα και του νεοφιλελεύθερου Mauricio Macriστις προεδρικές εκλογές στην Αργεντινή. Η νίκη του Mauricio Macri , θέτει τέλος στις αριστερές- περονιστικές κυβερνήσεις που βρίσκονταν στην εξουσία περίπου μια δεκαπενταετία ( Για την πορεία της Αργεντινής αυτή την περίοδο δες: Κ. Μελάς, Αργεντινή – Ελλάδα, Πατάκης 2015).
Όμως το καταληκτικό χτύπημα δόθηκε με τη μεθοδευμένη ανατροπή της προεδρίας Dilma Rousseff στη Βραζιλία το καλοκαίρι του 2016, με την οποία έκλεισε ο κύκλος της μακράς διακυβέρνησης της χώρας από το Κόμμα των Εργαζομένων που είχε αρχίσει από το μακρινό 2002 με την εκλογή του χαρισματικού Lula ως προέδρου της χώρας. Η πτώση της κυβέρνησης Dilma Rousseff προσδιόρισε αποφασιστικά τη μετατόπιση στα δεξιά του νοτιοαμερικανικού γεωπολιτικού άξονα, αλλάζοντας τις υπάρχουσες ισορροπίες ακόμη και στους νοτιοαμερικανικούς υπερεθνικούς οργανισμούς.
Η επιστροφή του νεοφιλελευθερισμού φαίνεται ότι αποτελεί πλέον γεγονός στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Ήδη είμαστε μάρτυρες για τις ακολουθούμενες πολιτικές στην Αργεντινή όπου η επιστροφή του ΔΝΤ στη χώρα δείχνει με σαφήνεια το τι μελλοντικά θα επακολουθήσει.
Είναι βέβαιο, ότι οι διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου της παγκόσμιας οικονομίας παίζουν σημαντικό ρόλο στη δυναμική των ασκούμενων οικονομικών πολιτικών στο εσωτερικό των περισσοτέρων χωρών. Υπ’ αυτή την άποψη οι δυνατότητες σταθερής ανακατανομής των πόρων υπέρ της πλειοψηφίας των πλατειών λαϊκών στρωμάτων και των εργαζομένων προϋποθέτει, με κάποιο τρόπο, την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων των διεθνών διακυμάνσεων. Μόνο με μια σταθεροποιημένη ανάπτυξη των οικονομιών μπορούν να μειωθούν αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις.
Χρειάζεται επομένως εκείνες οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Η υπέρβαση του υποδείγματος ότι οι χώρες μπορούν να αναπτυχθούν με βάση τις εξαγωγές τους, η αγροτική μεταρρύθμιση, η αλλαγή στη φορολογική πολιτική και γενικά η δημιουργία ενός μηχανισμού τόνωσης της εγχώριας ζήτησης και ρευστότητας αποτελούν ζητήματα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τις βάσεις ενός συνεπούς οικονομικού προγράμματος.
Κλείνοντας δεν θα πρέπει να μην αναφερθούμε στις πολλές και διαφορετικές ευθύνες, ανά χώρα, που έχουν οι ηγεσίες των λεγόμενων προοδευτικών κομμάτων κατά την περίοδο που ευρίσκονταν στη κυβέρνηση.
Ανάρτηση από: http://www.kostasmelas.gr