Της Λαμπρινής Θωμά
H ελπίδα που ανασαίνει στη Λατινική Αμερική τα τελευταία
χρόνια, έχει τη ρίζα της σε έναν ακόμη αγώνα του λαού της Χιλής. Και οι εκλογές
της 21ης Νοεμβρίου είναι όχι απλά σημαντικές, είναι ιστορικής σημασίας.
«Ψηφίζουμε μια διακυβέρνηση που θα μετουσιώσει την
κοινωνία, βήμα βήμα, χωρίς να αφήνει κανέναν πίσω» Γκαμπριέλ
Μπόριτς
Από το 2019 μέχρι σήμερα, ο
λαός της Χιλής έχει απαιτήσει και πάρει την τύχη του στα χέρια του. Ψήφισε
νέους και προοδευτικούς ανθρώπους για να συντάξουν το νέο σύνταγμα που θα
αντικαταστήσει το νεοφιλελεύθερο σύνταγμα του Πινοτσέτ και των Chicago boys. Οι
χιλιάνοι βρίσκονται σε διαρκή αγώνα για δωρεάν παιδεία και υγεία, και όσα
κερδίζονται «βήμα βήμα», με το αίμα ενός λαού που έχει πληρώσει βαρύτατο φόρο
στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Από την άνοδο του Πινοτσέτ
στην εξουσία, τις δολοφονίες, τις διώξεις, τις εξαφανίσεις, το πιο φρικτό
πρόσωπο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, μέχρι σήμερα, το σύνταγμα της χώρας
έμεινε το ίδιο. O θάνατος του Αλλιέντε ήταν και δολοφονία της δημοκρατίας και
φίμωση του λαού της Χιλής. Τα συμφέροντα των ΗΠΑ και των αμερικάνικων εταιριών
στη χώρα παραμένουν τεράστια: το λίθιο κι ο χαλκός να είναι καλά, ο υπόγειος
πλούτος της Χιλής. Μόνο το 2020 το διμερές εμπόριο άγγιξε τα 31,1
δισεκατομμύρια δολάρια. Οι πολύτιμες πρώτες ύλες της Χιλής, ειδικά μετά την νέα
κυβέρνηση στη Βολιβία – που μοιράζεται τα μεγάλα αποθέματα-, είναι κρίσιμες για
την οικονομία των ΗΠΑ. Ήδη στα οικονομικά φύλλα της Αμερικής τα σενάρια για το
«μετά» την πιθανή εκλογή Μπόριτς στην προεδρία δίνουν και παίρνουν. Μια
αριστερή κυβέρνηση στη Χιλή είναι ο εφιάλτης τους.
Ο 35χρονος Γκαμπριέλ Μπόριτς, ο πιθανότερος αυριανός ηγέτης της Χιλής, είναι μία εξαιρετική περίπτωση στην ιστορία της χώρας. Ηγέτης του φοιτητικού εξεγερσιακού κινήματος του 2011, μέλος της (ως τότε) εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, εκλέγεται ανεξάρτητος βουλευτής από το 2014, ο μόνος στην ιστορία της χώρας. Σήμερα ηγείται του αριστερού συνασπισμού που κατεβαίνει ζητώντας «σοσιαλιστική, δημοκρατική, ελεύθερη και φεμινιστική Χιλή». Μια θέση που κατέλαβε ως υποψήφιος – έκπληξη: συγκέντρωσε περί το 60% των εσωκομματικών εκλογών, περνώντας μπροστά από τον εκλεκτό του Κομμουνιστικού Κόμματος, δήμαρχο της Ρικολέτα, Ντανιέλ Χαντουέ (Daniel Jadue), που οι δημοσκοπήσεις εμφάνιζαν πρώτο.
Το γεγονός του διχασμού μεταξύ κομμουνιστών και λοιπής αριστεράς, τότε; Η «ιδιαιτερότητα» του Μπόριτς, που είναι κριτικός απέναντι και στις κυβερνήσεις της Κούβας, της Νικαράγουας και της Βενεζουέλας – κάτι που δεν βλέπει με συμπάθεια το Κομμουνιστικό Κόμμα της Χιλής. Πάντως και παρά τις διαφωνίες, το Κομμουνιστικό Κόμμα συντάχθηκε στο πλευρό του Μπόριτς, μετέχοντας στον συνασπισμό της αριστεράς Apruebo Dignidad, Εγκρίνω την Αξιοπρέπεια – μια αναφορά στους αγώνες του λαού της Χιλής, που στις μεγάλες κινητοποιήσεις του 2019 μετονόμασε την Πλατεία Ιταλίας, κεντρική του Σαντιάγο, σε Πλατεία Αξιοπρέπειας, Plaza Dignidad.Δεν ήταν οι μόνες
δημοσκοπήσεις που έπεσαν έξω, αυτές για την εκλογή ηγεσίας στην χιλιάνικη
αριστερά. Είναι και όλες αυτές οι μαγειρεμένες, φτιαχτές δημοσκοπήσεις που
προσπαθούν να πλήξουν τον Μπόριτς και την αριστερά στη χώρα. Όπως στις
περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής, έτσι και στη Χιλή, τα μέσα
ενημέρωσης κι οι εταιρίες δημοσκοπήσεων είναι στα χέρια της ολιγαρχίας, των
φίλων των ΗΠΑ. Είναι οι δημοσκοπήσεις που τον τελευταίο καιρό «σνεβάζουν» όλο
και περισσότερο τον φασίστα, φιλοναζιστή, αντιφεμινιστή, δηλωμένο θαυμαστή του
Πινοτσέτ και του Μπολσονάρου, Χοσέ Αντόνιο Καστ και τον δείχνουν να απειλεί τον
Γκάμπριελ Μπόριτς.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις –
που γίνονται καθημερινά, πια – δίνουν ένα 29-30% στο Μπόριτς και ένα 23-25%
στον Καστ, τον «υποψήφιο έκπληξη», όπως τον ονομάζουν, καθώς πέρασε μπροστά από
τον μετριοπαθέστερο δεξιό υποψήφιο, Σεμπαστιάν Σιτσέλ, ο οποίος παλεύει να
πιάσει το 15% – πάντα σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις που δε μπορεί κανείς να
εμπιστευτεί. Δημοσκοπήσεις που, επίσης, εμφανίζουν το αξιοπερίεργο να
αναφέρονται σε πάνω από 50% αναποφάσιστων, αφήνοντας ένα τεράστιο περιθώριο λάθους.
Την άνοδο του Καστ αποδίδουν στο ζήτημα της «επανέναρξης των διαδηλώσεων» στη
Χιλή – ως αποτέλεσμα του φόβου των «νοικοκυραίων». Με λίγα λόγια, τα δεκαπέντε
εκατομμύρια των χιλιάνων θα κληθούν να ψηφίσουν το νέο πρόεδρο, σε ένα παιγνίδι
γνωστό και κλασσικό: από τη μία η ελπίδα για ελευθερία, που φέρνει ο Μπόριτς,
από την άλλη η τάξη και η ασφάλεια, στην πιο ακραία τους μορφή, που φέρνει ο
Καστ.
Ο Καστ είναι γνήσιος γόνος
της οικογένειάς του. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός των Ναζί, στο Β’ Παγκόσμιο
Πόλεμο, και έφυγε στη Χιλή, όπως και πολλοί άλλοι Ναζί, ο αδελφός του Μιγκέλ
ανήκει στα Chicago Boys. Επί Πινοτσέτ, ο πατέρας κι ο αδελφός του Καστ όχι μόνο
συνεργάστηκαν αλλά συμμετείχαν ενεργά στις «εξαφανίσεις» αριστερών. Και
βεβαίως, το χρήμα υπάρχει άφθονο: η προσωπική περιουσία του Χοσέ Καστ αγγίζει
τα τέσσερα δισεκατομμύρια δολάρια.
Είναι χαρακτηριστικό ό,τι η
άνοδος του Καστ «χαιρετίστηκε» πλαγίως από την συντηρητική εφημερίδα Ελ
Μερκούριο με ένα αφιέρωμα στον Χέρμαν Γκέριγκ, που προκάλεσε τις αντιδράσεις
όλου του χιλιάνικου «δημοκρατικού τόξου» και την γεμάτη νόημα σιωπή του –
απογόνου των ναζί – Καστ. Το άρθρο, που «τιμούσε» την 75η επέτειο από την
αυτοκτονία του Γκέριγκ, ερμηνεύτηκε, επίσης, ως πρόκληση από την εβραϊκή
διασπορά, και όχι μόνο της χιλιάνικης, που την χαρακτήρισε «ξέπλυμα του
ναζισμού» και «άρθρο που θα αποτελούσε έγκλημα στην Ευρώπη».
Παρ’ όλα αυτά, όταν ο λαός
της Χιλής μίλησε, όταν αποφάσισε την σύνταξη νέου συντάγματος που θα
αντικαταστήσει το νεοφιλελεύθερο σύνταγμα Πινοτσέτ, ούτε το χρήμα ούτε τα μέσα
ενημέρωσης τον σταμάτησαν. Ψήφισε νέους και ριζοσπάστες ανθρώπους, τοποθέτησε
μια μαπούτσε επικεφαλής της επιτροπής, την Ελίζα Λονκόν, και είδε, σε σύντομο
χρονικό διάστημα, να αποποινικοποιούνται οι αμβλώσεις, να αναγνωρίζονται τα
ομόφυλα ζευγάρια, να αποδεικνύεται πως ο λαός είναι έτοιμος για τη μεγάλη
ανατροπή. Είναι έτοιμος να δώσει τέλος σε όσα έφερε η περίοδος και το σύνταγμα
του Πινοτσέτ – την ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, της υγείας, του
νερού, των ορυχείων, των δασών, των συντάξεων, την καταπίεση ή εξαφάνιση των
ιθαγενών Μαπούτσε που αντιστέκονται, το «ελευθέρας» στην αστυνομία, όλα όσα
αποτελούν το «νεοφιλελεύθερο πρότυπο» και οδήγησαν σε έναν τεράστιο διαχωρισμό
πληβείων και ελίτ τη χώρα.
Είναι οι πληβείοι που σήκωσαν
το ανάστημά τους τώρα, ακόμη μια φορά, με τους ιθαγενείς στο πλευρό τους, και
με υψηλό το ταξικό πρόσημο στον αγώνα τους. Ο τελευταίος μεγάλος
αγώνας, αυτός που ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2019, είχε αφορμή την αύξηση της
τιμής του εισιτηρίου του μετρό. Η σταγόνα που ξεχύλησε το ποτήρι της λαϊκής
οργής. Το «φτάνει πια!», που συνοδεύτηκε από συνεχείς διαδηλώσεις και αγώνες
και από τη θανάσιμη βία των καραμπινιέρων, της αστυνομίας της Χιλής και των
διαβόητων ειδικών της δυνάμεων, που δολοφόνησαν πάνω από 35 ανθρώπους και
άφησαν ανάπηρους ή τυφλούς δεκάδες ακόμη.
Με τη νεολαία μπροστά, ο λαός
της Χιλής έδειξε πως είναι πολύ πιο δημοκρατικός και έτοιμος για αλλαγή, και
πολύ πιο θυμωμένος από ότι θεωρούσαν οι καταπιεστές και εκμεταλλευτές του. Αν
αυτός ο θυμός θα συνεχίζει να οδηγεί την ψήφο του, μένει να το δούμε. Ωστόσο η
αλλαγή είναι βέβαια και η ψήφος της 21ης Νοεμβρίου δεν αποτελεί κατακλείδα,
κάτι θετικό για την αριστερά: οι συνταγματικές αλλαγές θα ψηφιστούν το 2022 και
μια δεξιά, ακόμη χειρότερα ακροδεξιά, κυβέρνηση θα αποτελέσει μεγάλο εμπόδιο σε
αυτές – ο Καστ ήταν και παραμένει υπέρ του συντάγματος του Πινοτσέτ.
Ευχαριστώ τον φίλο Μάκη Δ.