Του Τάκη Φωτόπουλου
Ανάρτηση από: http://www.inclusivedemocracy.org
Ενώ η επιθετικότητα της Υπερεθνικής Ελίτ (ΗΠΑ, ΕΕ) εντείνεται, από Ουκρανία μέχρι Συρία, και παράλληλα εντείνεται η αποπροσανατολιστική προπαγάνδα τους ότι δήθεν δεν παίζουν πια τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα(!), οι ακριβοπληρωμένοι κηφήνες της Ευρωβουλής οδύρονται για την φτωχοποίηση των λαών του Ευρωπαϊκού «Νότου» (δηλ. της περιφέρειας της ΕΕ) και αποδίδουν όλες τις ευθύνες στα «κακά» Μνημόνια! Ετσι, αγνοούν βολικότατα, τους μηχανισμούς που οδηγούν όχι μόνο στην προφανη ταξική φτωχοποίηση (την μόνη που καταλαβαίνουν οι «Μαρξιστές» της συμφοράς) αλλά και σε εθνική φτωχοποίηση που αφορά την μεγάλη πλειοψηφία των λαών του «Νότου» της ΕΕ, σε σχέση με την αντίστοιχη πλειοψηφία των λαών στον «Βορρά». Με άλλα λόγια, η εθνική φτωχοποίηση των λαών του «Νότου» δεν οφείλεται σε κάποια συνωμοσία των Ευρω-ελίτ ή δόγμα (π.χ. ανοητολογίες Ναόμι Κλάιν κ.α.), αλλά στους ίδιους τους οικονομικούς μηχανισμούς που καθιέρωσε η ΕΕ και η ΟΝΕ.
Όταν θεσμοποιόταν η Ευρωζώνη, η Γερμανία, για παράδειγμα, ήδη διέθετε υψηλό επίπεδο παραγωγικότητας (που κάποιοι «οικονομολόγοι» συγχέουν με τα ποσοστά αύξησης της παραγωγικότητας!), καθώς και υψηλή ανταγωνιστικότητα σε σχέση με τις χώρες του Ευρωπαϊκού «Νότου». Με την εισαγωγή όμως του Ευρώ, οι μεγάλες αποκλίσεις στα επίπεδα παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας μεταξύ «Βορρά» και «Νότου» παγιώθηκαν, αν δεν διευρύνθηκαν παραπέρα, για τους εξής λόγους:
- πρώτον, η Ενιαία Αγορά, σε συνθήκες κοινού νομίσματος, επέφερε σχετική εξίσωση των τιμών στην Ευρωζώνη και κάποια άνοδο των ονομαστικών μισθών στον Νότο (όχι βέβαια εξίσωση με τους μισθούς του Βορρά!), όπου οι εργαζόμενοι αγωνιζόντουσαν να προστατεύσουν τους «πραγματικούς» μισθούς τους.
- δεύτερον, οι Γερμανοί εργοδότες ήταν σε πολύ καλύτερη θέση να συμπιέσουν τους μισθούς, λόγω των διαφορών στην παραγωγικότητα (εξαιτίας της προηγμένης τεχνολογίας κ.λπ.), αλλά και των διαφορών στην ανταγωνιστικότητα ―λόγω του ότι η Γερμανία εισήλθε στην Ευρωζώνη με υποτιμημένο νόμισμα, σε σχέση με τις χώρες του Νότου όπου ίσχυε το αντίθετο.
- τρίτον, οι χώρες του Νότου δεν είχαν πια την δυνατότητα να υποτιμήσουν το νόμισμά τους, ενώ η Γερμανία δεν είχε ανάγκη υποτίμησης, αρκεί να συγκρατούσε τις αυξήσεις των μισθών σε επίπεδα αύξησης της παραγωγικότητας.
- τέταρτον, παρά το γεγονός ότι η αιτία των αποκλίσεων στην παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα ήταν διαφορετική για τις χώρες του Βορρά σε σχέση με τις χώρες του Νότου, ο τρόπος αντιμετώπισης των αποκλίσεων αυτών μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη ήταν κοινός! Έτσι, για τις χώρες του Βορρά η ανταγωνιστικότητα είναι, βασικά, θέμα καθήλωσης των μισθών στα επίπεδα αύξησης της παραγωγικότητας. Αντίθετα, γα τις χώρες του Νότου, η ανταγωνιστικότητα είναι αναπτυξιακό πρόβλημα, οφείλεται δηλαδή στις σχετικά χαμηλές (αν όχι ανύπαρκτες) επενδύσεις στην έρευνα και τεχνολογία. Επομένως, για τις χώρες αυτές το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας αφορά την ανυπαρξία ισχυρής παραγωγικής βάσης, η οποία όμως δεν μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από την διαδικασία της ανισομερής καπιταλιστικής ανάπτυξης που επιβάλλουν οι ανοικτές και απελευθερωμένες αγορές της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αλλά μόνο μέσα από μια διαδικασία κοινωνικού ελέγχου της οικονομίας, με στόχο την δημιουργία μιας αυτοδύναμης οικονομίας. (βλ. πχ Μέτωπο Κοινωνικής και Εθνικής Απελευθέρωσης -ΜΕΚΕΑ).
Το άνοιγμα όμως και η απελευθέρωση των αγορών που επέβαλλε η ΕΕ και η ΟΝΕ σήμαιναν κοινή πολιτική για την αντιμετώπιση των αποκλίσεων, μέσω των «δυνάμεων της αγοράς». Η κατάργηση των κοινωνικών ελέγχων πάνω σε αυτές συνεπαγόταν ότι οι μη ανταγωνιστικοί κλάδοι παραγωγής (λόγω π.χ. υψηλού κόστους παραγωγής) έπρεπε να εξαλειφθούν για χάρη...του καταναλωτού. Έτσι, θεσμοποιήθηκε στην ΕΕ η βασική αρχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης: η μεγιστοποίηση της ελευθερίας του οργανωμένου κεφαλαίου, του οποίου η συγκέντρωση διευκολύνεται παντοιοτρόπως, και η ελαχιστοποίηση της ελευθερίας της οργανωμένης εργασίας, της οποίας ο συντονισμός περιορίζεται παρόμοια, και κυρίως μέσω της απειλής της ανεργίας.
Συμπερασματικά, η αναπόφευκτη μέσα στην ΕΕ και την ΟΝΕ διαιώνιση των αποκλίσεων συνεπάγεται ότι η ΕΕ λειτουργεί ουσιαστικά σαν ένας οικονομικός μηχανισμός μεταφοράς οικονομικού πλεονάσματος από τις χώρες του Νότου προς τον Βορρά και, κυρίως, την Γερμανία. Είναι περίεργο ότι, ιστορικά, καμιά μητροπολιτική χώρα δεν άνοιξε τις αγορές της πριν ανδρωθεί η εγχώρια βιομηχανία της;
Υ.Γ. Στο άρθρο της 12/1, απαντώντας στο κρίσιμο ερώτημα για το πώς μπορούμε να βγούμε από την οικονομική καταστροφή, τόνιζα ότι δεν αρκεί η έξοδος από το Ευρώ, «χωρίς την παράλληλη άμεση και μονομερή έξοδο από την Ε.Ε. για την εφαρμογή μιας ριζικά διαφορετικής οικονομικής στρατηγικής», συγκαταλέγοντας μεταξύ των πολιτικών οργανώσεων που υιοθετούν παρόμοια στάση μονομερούς εξόδου μόνο από το Ευρώ (αλλά όχι και την ΕΕ) το ΕΠΑΜ του Δημ. Καζάκη. Το γεγονός αυτό προκάλεσε μια απάντηση-λίβελο από κάποιον Κώστα Γιαννιώτη που δεν δίστασε να με κατηγορήσει, «αγνοώντας» την μακρόχρονη πολιτική ιστορία μου, για «πολιτική ανεντιμότητα» (ανάμεσα σε άλλα χυδαία σχόλια) ―κάτι που ουδείς είχε κάνει στο παρελθόν επώνυμα. Και αυτό, γιατί δήθεν διαστρέβλωσα τις θέσεις του ΕΠΑΜ σε σχέση με την ΕΕ. Όμως, σε όλα τα κείμενα του ΕΠΑΜ και του Καζάκη που διάβασα, είδα μεν αναφορές σε «αναθεώρηση των σχέσεών μας με την ΕΕ», «πάλη για αποδέσμευση», «ρήξη» κ.λπ., αλλά πουθενά αναφορά σε άμεση μονομερή έξοδο από την ΕΕ ―το κριτήριο της ταξινόμησής μου. Όμως, αυτό δεν είναι παιχνίδι με τις λέξεις, αλλά βασικό κριτήριο για το εάν θεωρούμε την έξοδο από την ΕΕ αναγκαία προϋπόθεση για τις απαιτούμενες ριζικές αλλαγές, ή απλά ένα αίτημα μέσα στα άλλα, ή έστω κάτι που (όπως απατηλά υποστηρίζεται) θα προέκυπτε από την έξοδο από το Ευρώ! Δεδομένου ότι το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε και στην κεντρική ιστοσελίδα του ΕΠΑΜ, που κατά τεκμήριο διαβάζει ο Δ. Καζάκης, αν δεν το αποκηρύξει άμεσα, είναι συνυπεύθυνος (αν δεν είναι και συναυτουργός) γι’ αυτή την αθλιότητα. Αιδώς Αργείοι!