Του Γιώργου Ρακκά
Οι μεταρρυθμίσεις Γαβρόγλου έφεραν και πάλι στην κορυφή της επικαιρότητας, την συζήτηση για τις κλασικές σπουδές, και την υποβάθμισή τους στο πλαίσιο της επίσημης εκπαίδευσης.
Μέσα σε αυτήν, δεσπόζει το ψευδοεπιχείρημα περί «νεκρών γλωσσών», που θέτει μια ένσταση χρηστικότητας για την γενική διδασκαλία των αρχαίων, και εκείνη των λατινικών, όπως περιοριζόταν μέχρι σήμερα σε όσους θέλουν να προσανατολιστούν στις κλασικές σπουδές; «Δεν μιλάν αρχαία τα γκαρσόνια»,συνηθίζει να επαναλαμβάνει η ρητορική του αγοραίου εκσυγχρονισμού ―λες και το ζήτημα με τ′ αρχαία είναι να τα ξέρεις για να τα χρησιμοποιείς μέσα στην καθημερινότητά.
Δεν υπάρχει πιο γελοίο και υποκριτικό επιχείρημα, που εκθέτει ανεπανόρθωτα όσους τάχα πεπαιδευμένους το χρησιμοποιούν: Γιατί, ιδίως αυτοί, γνωρίζουν πολύ καλά πως λατινικά και αρχαία, για να μιλήσουμε με σύγχρονους, ”χρηστικούς” όρους, είναι «λογισμικά». Αν τα κατέχεις, μπορείς να αποκτήσεις πρόσβαση σε μια τεράστια γραμματεία, που σφράγισε δυο ολόκληρες εποχές, αρχαία και μεσαιωνική, όχι μόνο στην εξέλιξη του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και σε εκείνη του ευρωπαϊκού. Κι εδώ δεν μπαίνουμε καν στη συζήτηση για το πως η γνώση αυτών των ”νεκρών γλωσσών” (sic!), επιτρέπει σ′ έναν μαθητή να κατέχει πολύ καλύτερα τα σύγχρονα ελληνικά, ή να μάθει πολύ ευκολότερα τις λατινογενείς ευρωπαϊκές γλώσσες. Ούτε μιλάμε για τις περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένες μεθόδους διδασκαλίας αυτών των μαθημάτων, που έκριναν εν πολλοίς την επιτυχία τους μέσα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ―ζήτημα που είναι επίσης σημαντικό, αλλά ανήκει σε μια άλλη συζήτηση.
Συζητούμε για τα μαθήματα αυτά καθαυτά και για το πως θα σήμερα μπορούσαν όσοι ―πάνω κάτω― βγαίνουν απ′ το Λύκειο, να είναι σε θέση να διαβάσουν την Αντιγόνη ή τους Πέρσες, τα Πολιτικά του ή την Πολιτεία απ′ το πρωτότυπο. Τι «χρηστικότητα» θα είχε η δυνατότητα αυτή ως προς το επίπεδο δημοκρατίας κι αυτοκυβέρνησης μιας κοινωνίας; Και πόσο εύκολα προσπελάσιμα θα ήταν, μ′ αυτήν την εντυπωσιακή διεύρυνση των γνωσιακών βάσεων για τον απόφοιτο του λυκείου, αντικείμενα όπως η κοινωνιολογία ή η πολιτική επιστήμη; Κοντολογίς όσο το «πολιτισμικό κεφάλαιο» (για να ξαναμιλήσουμε πάλι με την ορολογία του συρμού) της αρχαιότητας ή των μέσων χρόνων παραμένει ενεργό, και με τον έναν ή άλλο τρόπο επίκαιρο, άλλο τόσο ζωντανές παραμένουν κι οι γλώσσες στις οποίες αυτό διατυπώθηκε.
Όσο γι′ αυτήν την παιδαγωγική της κοινωνιολογίας που έκανε την εμφάνισή της παίρνοντας το κεφάλι των λατινικών, τι να πει κανείς; Καμία σοβαρή παιδαγωγική ανθρωπιστικών επιστημών και ουμανιστικής παιδείας δεν θα ‘φερνε σε αντιπαράθεση τα δυο, κι από αυτό μπορεί να καταλάβει κανείς τι είδους «κοινωνιολογία» θα βάλει να διδάσκεται στα Λύκεια: Αυτήν, που είναι της μόδας στην Γαλλία, λογουχάρη, και την οποία φιλόσοφοι, κοινωνικοί στοχαστές και παιδαγωγοί όπως ο Ντεμπόρ, ο Ζαν Κλωντ Μισεά, και η Νατάσα Πολονύ έχουν καταγγείλει ως «σύγχρονη μηχανική διεύθυνσης των μαζών»: Με λίγα λόγια, η κοινωνιολογία σαν «θρησκεία της παγκοσμιοποίησης» που έρχεται να αποθεώσει το πνεύμα της προπαγανδίζοντας την ανεστιότητα, την ανιστορικότητα, την άρνηση της… κοινωνικής υπόστασης των ανθρώπων, μέσα απ’ την εξύμνηση του ατομισμού, της αγοράς, της μελλοντοκρατίας, και της δίχως όρια τεχνολογικής επέκτασης σε βάρος αυτής της ίδιας της ανθρωπινότητάς μας.
Για άλλη μια φορά, ο αριστερός σοσιαλνεοφιλελευθερισμός αναδεικνύεται στον κυριότερο φορέα των καινοτομιών που έχει ανάγκη να επιβάλει ο σύγχρονος οικονομικός ολοκληρωτισμός πάνω στην Παιδεία και το εκπαιδευτικό σύστημα.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr