Του Σφυροδρέπανου
Δε θυμάμαι ποιος ήταν που έσπασε τον πάγο, χαράζοντας τον δρόμο. Μπορεί να ήταν ο Σαμαράς, την εποχή των μνημονίων, που έπιασε τους κλασικούς, για να τον πιάσει μετά το πενάκι του Ζάχαρη, με τον Λένιν να πιάνει το μέτωπό του από την απελπισιά.
Και κάπου εκεί αυτό έγινε meme, αντιγράφοντας μια σκηνή από το Σταρ Τρεκ, ως η πιο γλαφυρή έκφραση της αμηχανίας που σε αφήνει ανέκφραστο, όταν ακούς τέτοια πράγματα. Κι είναι κρίμα που δεν έχουμε λεξιπλάστες σαν τον Ζαχαριάδη να βγάλουν τον αντίστοιχο όρο στα ελληνικά: η αληθινή παλαμόφατσα, το αληθινό παλαμομέτωπο, ή κάτι τέτοιο…
Μετά πήρε σκυτάλη ο Τσίπρας κι αυτό που του έμεινε μελετώντας -τρόπος του Λένιν- τα έργα του Ουλιάνοφ ήταν πως πρέπει να μπει η Βόρεια Μακεδονία στο ΝΑΤΟ. Που είναι περίπου το ίδιο, σα να διαβάζεις στο εξώφυλλο “ΛΕΝΙΝ ΑΠΑΝΤΑ” και να καταλαβαίνεις πως ο Βλαδίμηρος απαντά στα δικά μας ερωτήματα και των ακροατών μας -συγχαρητήρια για την εκπομπή σας…
Τουλάχιστον η Παπαγγελή είπε πως διάβασε Μαρξ στα 15 της και τον απέρριψε…
Ναι, αλλά κι αυτό ακόμα είναι τουλάχιστον πιο έντιμο από έναν έντιμο οπορτουνιστή σοσιαλδημοκράτη που επικαλείται τον διεθνισμό του Λένιν για τους σκοπούς του ΝΑΤΟ. Κι αν για τον Κάρολο τρίζουν απλώς τα κόκαλά του στο Λονδίνο -όπου το “επιχειρηματικό δαιμόνιο” των Βρετανών μυρίστηκε “επενδυτική ευκαιρία” και έβαλε εισιτήριο στο Χάιγκεϊτ για να τρίζουν ούτως ή άλλως- για τον Λένιν χρειάζεται αναβαθισμένο κλισέ, τύπου “τρίζουν οι τοίχοι του Μαυσωλείου και η Κόκκινη Πλατεία συθέμελα”. (Ωραία ονόματα για blog αυτά, παρεμπιπτόντως…)
Και το άχαστο σερί συνεχίζεται με τον Μητσοτάκη -τι μαρξιστής είσαι εσύ…-, για να μείνουμε στους πρωθυπουργούς μόνο, αλλιώς η λίστα θα ξεχείλωνε και θα ξεπερνούσε σε έκταση μια ομιλία του Φιντέλ. Ο οποίος απήγγειλε στη Βουλή Λένιν.
Ο Λένιν που τόσο σας αρέσει έλεγε ότι υπάρχουν χρόνια που δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα και υπάρχουν εβδομάδες που χωράνε χρόνια. Ε αυτές οι εβδομάδες κρατάνε σχεδόν δύο χρόνια επί της δικής μας διακυβέρνησης.
Κι αν εννοεί τις ετοιμασίες του επιτελικού κράτους για την κακοκαιρία, περνάνε “όμορφα και ευτυχισμένα χρόνια”, δεκαετίες, αιώνες, που δε συμβαίνει απολύτως τίποτα και είμαστε έρμαιο του καιρού, σαν φύλλα στον άνεμο. Αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημα.
Αφενός το απευθύνει στους… “λενινιστές” βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που είναι διαχρονικό τεκμήριο ακροδεξιάς βλακείας, σαν να μπερδεύεις ξέρω εγώ τον Καζάκη με τον κομμουνισμό (α ναι, μισό, κάποιοι το έκαναν αυτό) ή τον αντι-ιμπεριαλισμό (ναι, και εδώ τσεκ).
Αφετέρου, νισάφι πια με τους λογογράφους σεναριογράφους (κωμικός είναι ο άνθρωπος, το λέει και ο Ζαραλίκος άλλωστε) του Κυριάκου, που τους αρέσει να χώνουν άσχετες φράσεις διάσημων κομμουνιστών-αριστερών του παρελθόντος, για να δείξουν πόσο ανοιχτούς ακομπλεξάριστους ορίζοντες έχει ο Ηγηέτης και πως χτυπά τους μαρξιστές με τη δική τους θεωρία. Που αν ήταν σειρά στην τηλεόραση, θα την έκοβαν από το πιλοτικό επεισόδιο, ενώ τώρα το βλέπουμε κάθε τόσο, σαν τη μέρα της Μαρμότας, αλλά χωρίς τον Μπιλ Μάρεϊ.
Και αφετρίτου, ο Μητσοτάκης δεν αντιλαμβάνεται καν τι λέει το κείμενο που του δίνουν να διαβάσει.
Το τσιτάτο προέρχεται από το ρωσικό ρήμα читать, που σημαίνει “διαβάζω” -και αν παραφράζαμε μια προτροπή του Βλαδίμηρου, θα λέγαμε προς παλιούς και νέους: να διαβάζετε, να διαβάζετε και να διαβάζετε… Αλλά διάβασμα από διάβασμα διαφέρει. Άλλο να μελετάς και να αφομοιώνεις και άλλο να παπαγαλίζεις από μέσα και να μην πιάνεις ούτε το γενικό νόημα -καλή ώρα.
Ο Λένιν εδώ καταπολεμά την αναπόφευκτη ανυπομονησία (που μπορεί να πιάνει τους επαναστάτες, αν και είναι κατ’ εξοχήν μικροαστικό γνώρισμα) και περιγράφει ουσιαστικά πώς πυκνώνει ο ιστορικός χρόνος σε μια επαναστατική περίοδο, όπου κάθε μέρα μετράει σαν μήνας, τα γεγονότα τρέχουν, οι συνθήκες ωριμάζουν και δίνουν τους καρπούς τους, και βλέπουμε να λύνονται μες σε λίγους μήνες χρόνια προβλήματα δεκαετιών -για να δανειστούμε κι εμείς ένα τσιτάτο από τον λογογράφο του Μητσοτάκη… Είναι σίγουρος ο πρωθυπουργός πως θέλει να δει στην πράξη τι είναι αυτό που λέει;
Κάποτε ο εχθρός μας και οι ποικιλόχρωμες μαριονέτες που λένε ό,τι ακούνε από αυτόν, έλεγαν για την ξύλινη γλώσσα των κομμουνιστών. Και έρχεται ένας Παπαρατσένκο και η πράξη να δείξει πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ξύλινο και κούφιο από αυτό το στερεότυπο. Τίποτα πιο ξύλινο και ανούσιο από τον κυρίαρχο λόγο -όσο και αν προσπαθεί ο Θεοδωρικάκος να τον διανθίσει με τσιτάτα από τη νιότη του, που έδειχνε πως θα γινόταν άλλος.
Λέγανε επίσης πως οι κομμουνιστές μιλάνε συνέχεια με τσιτάτα και παραπομπές στους κλασικούς, γιατί δεν έχουν επαφή με τη ζωντανή πραγματικότητα και βρίσκουν καταφύγιο σε έτοιμες, προκάτ φράσεις για να την ερμηνεύσουν. (Που όντως, μπορεί να το κάνουν καμιά φορά αυτό οι σ/φοι, για να υποστηρίξουν αυτό που λένε, αλλά το βασικό είναι να καταλαβαίνεις τι λέει αυτό που παραθέτεις, και αυτοί το κατέχουν). Και τώρα έρχονται οι αστοί να κάνουν αυτό για το οποίο μας κατηγορούσαν. Να πετάξουν ένα τσιτάτο, μια ωραία φράση, για να γράψει στην κάμερα και να σκεπάσουν την πραγματικότητα.
Και το πρόβλημα δεν είναι αυτό που λέει ο τίτλος, ότι έρχονται οι αστοί και μας παίρνουν τα τσιτάτα. Αλλά ότι παίρνουν στείρες φράσεις, ξεκομμένες, για φτηνές εντυπώσεις, χωρίς ούτε καν να καταλαβαίνουν τι λένε…
Ανάρτηση από: http://www.katiousa.gr/