Κάθε χρόνο σου ζητώ, να μου φέρεις κάτι. Φέτος αλλάζουνε τα πράγματα. Δεν θέλω να μου φέρεις, κάτι. Θέλω να μου πάρεις.
Θέλω να πάρεις από κοντά μου, το γραμματοκιβώτιο με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, τους φακέλους της εφορίας με την έκτακτη εισφορά, και τις άλλες ειδοποιήσεις της εφορίας. Θέλω να μου πάρεις το άγχος που έχω συνεχώς και την θλίψη που νιώθω καθημερινά. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις, την Μέρκελ, τον Σαρκοζί, τον Τόμσεν, την Λαγκάρντ, τον Αλταφάζ και όσους άλλους βλέπω κάθε βράδυ στον ύπνο και στον ξύπνιο μου. Μαζί με αυτούς θέλω να μου πάρεις όσους μαυρίζουν την ζωή τη δική μου και όλων όσων συζητώ, τον Λουκά, τον Γιώργο, τον Αντώνη και τον άλλον τον Γιώργο. Θέλω να πάρεις όλους τους ψεύτες και τους απατεώνες που θέλουν να με σώσουν χωρίς να με έχουν ρωτήσει και χωρίς εγώ να θέλω να σωθώ από αυτούς. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις, τα δελτία ειδήσεων… μάλλον όχι τα δελτία ειδήσεων αλλά όσους είναι μέσα, ή περίπου όλους. Ξέρεις εσύ. Θα σου το έχουν ζητήσει και άλλοι.
Θέλω να μου πάρεις, επίσης, όλους αυτούς που με κοροϊδεύουν μέσα στα μάτια μου, νομίζοντας ότι εγώ δεν το καταλαβαίνω και μαζί με αυτούς θέλω να μου πάρεις την αγωνία που μου προκαλούν. Και την αηδία. Και την σιχαμάρα. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις όλους τους εφιάλτες και από τα κακά όνειρα, άφησε μου μόνο την ώρα που ξυπνώ και συνειδητοποιώ ότι ήταν όνειρο. Επίσης θέλω να μου πάρεις και τα καλά όνειρα. Αυτά μεγαλώνουν την ανασφάλειά μου. Δεν είναι πολλά έτσι κι αλλιώς.
Θέλω να μου πάρεις τα μάτια των άλλων, που με κοιτάνε συνεχώς. Αυτό δεν το αντέχω καθόλου. Όπως δεν αντέχω τα δάκρυα. Δεν φταίνε αυτοί. Εγώ φταίω, αλλά επειδή δεν μπορείς και δεν πρέπει να πάρεις εμένα, πάρε αυτούς.
Θέλω να μου πάρεις ότι τόλμησα να σκεφτώ και δεν τόλμησα να κάνω. Γιατί με εμπόδισες;
Θέλω να μου πάρεις τα λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ, και τα γέλια που δεν έγιναν ποτέ. Έτσι κι αλλιώς μου είναι ποια άχρηστα. Για τα λόγια που ειπώθηκαν δεν σου ζητάω τίποτα, γιατί έτσι κι αλλιώς τα πήρε ο αέρας. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις τον κομπασμό και την έπαρση που κυβερνάει, τον τόπο μας. Όλους αυτούς του ανίκανους και όλους εκείνους τους αδίστακτους. Πάρε μαζί τους και ότι σάπιο και σαθρό, είπαν και έφτιαξαν. Ξέρεις εσύ.
Θέλω ακόμη, να μου πάρεις την σιγουριά που είχα για το αύριο και τον φόβο που έχω για το σήμερα, εγώ και όλοι οι υπόλοιποι.
Θέλω τέλος, να μου πάρεις, όλες τις άσχημες μέρες που έρχονται. Ακούω ότι θα είναι πολλές. Και αν δεν μπορείς να πάρεις το «άσχημες», πάρε τουλάχιστον το «πολλές».
Σε ευχαριστώ που με διάβασες.
ΥΓ. Επίσης ξέρω εδώ και χρόνια ότι δεν υπάρχεις, αλλά φέτος δε με νοιάζει. Ξέρεις εσύ.
Θύμιος Καλαμούκης
Θέλω να πάρεις από κοντά μου, το γραμματοκιβώτιο με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, τους φακέλους της εφορίας με την έκτακτη εισφορά, και τις άλλες ειδοποιήσεις της εφορίας. Θέλω να μου πάρεις το άγχος που έχω συνεχώς και την θλίψη που νιώθω καθημερινά. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις, την Μέρκελ, τον Σαρκοζί, τον Τόμσεν, την Λαγκάρντ, τον Αλταφάζ και όσους άλλους βλέπω κάθε βράδυ στον ύπνο και στον ξύπνιο μου. Μαζί με αυτούς θέλω να μου πάρεις όσους μαυρίζουν την ζωή τη δική μου και όλων όσων συζητώ, τον Λουκά, τον Γιώργο, τον Αντώνη και τον άλλον τον Γιώργο. Θέλω να πάρεις όλους τους ψεύτες και τους απατεώνες που θέλουν να με σώσουν χωρίς να με έχουν ρωτήσει και χωρίς εγώ να θέλω να σωθώ από αυτούς. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις, τα δελτία ειδήσεων… μάλλον όχι τα δελτία ειδήσεων αλλά όσους είναι μέσα, ή περίπου όλους. Ξέρεις εσύ. Θα σου το έχουν ζητήσει και άλλοι.
Θέλω να μου πάρεις, επίσης, όλους αυτούς που με κοροϊδεύουν μέσα στα μάτια μου, νομίζοντας ότι εγώ δεν το καταλαβαίνω και μαζί με αυτούς θέλω να μου πάρεις την αγωνία που μου προκαλούν. Και την αηδία. Και την σιχαμάρα. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις όλους τους εφιάλτες και από τα κακά όνειρα, άφησε μου μόνο την ώρα που ξυπνώ και συνειδητοποιώ ότι ήταν όνειρο. Επίσης θέλω να μου πάρεις και τα καλά όνειρα. Αυτά μεγαλώνουν την ανασφάλειά μου. Δεν είναι πολλά έτσι κι αλλιώς.
Θέλω να μου πάρεις τα μάτια των άλλων, που με κοιτάνε συνεχώς. Αυτό δεν το αντέχω καθόλου. Όπως δεν αντέχω τα δάκρυα. Δεν φταίνε αυτοί. Εγώ φταίω, αλλά επειδή δεν μπορείς και δεν πρέπει να πάρεις εμένα, πάρε αυτούς.
Θέλω να μου πάρεις ότι τόλμησα να σκεφτώ και δεν τόλμησα να κάνω. Γιατί με εμπόδισες;
Θέλω να μου πάρεις τα λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ, και τα γέλια που δεν έγιναν ποτέ. Έτσι κι αλλιώς μου είναι ποια άχρηστα. Για τα λόγια που ειπώθηκαν δεν σου ζητάω τίποτα, γιατί έτσι κι αλλιώς τα πήρε ο αέρας. Ξέρεις εσύ.
Θέλω να μου πάρεις τον κομπασμό και την έπαρση που κυβερνάει, τον τόπο μας. Όλους αυτούς του ανίκανους και όλους εκείνους τους αδίστακτους. Πάρε μαζί τους και ότι σάπιο και σαθρό, είπαν και έφτιαξαν. Ξέρεις εσύ.
Θέλω ακόμη, να μου πάρεις την σιγουριά που είχα για το αύριο και τον φόβο που έχω για το σήμερα, εγώ και όλοι οι υπόλοιποι.
Θέλω τέλος, να μου πάρεις, όλες τις άσχημες μέρες που έρχονται. Ακούω ότι θα είναι πολλές. Και αν δεν μπορείς να πάρεις το «άσχημες», πάρε τουλάχιστον το «πολλές».
Σε ευχαριστώ που με διάβασες.
ΥΓ. Επίσης ξέρω εδώ και χρόνια ότι δεν υπάρχεις, αλλά φέτος δε με νοιάζει. Ξέρεις εσύ.
Θύμιος Καλαμούκης