(Απόσπασμα από τη δέκατη τρίτη έκδοση του βιβλίου «ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ» του Βασίλη Φίλια, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή – Αθήνα 1994. Το βιβλίο περιέχει εργασίες (όπως ο ίδιος ο Βασίλης Ι. Φίλιας τις ονομάζει) που γράφτηκαν μεταξύ του 1977 και 1982. Σήμερα αυτές παραμένουν αξιοπρόσεκτα επίκαιρες και αποτελούν δείγματα διορατικότητας και βαθύτατου προβληματισμού).
Σημεία των καιρών, ενδεικτικά μιας γιγάντιας πολιτιστικής κρίσης κι ενός γενικευμένου κλίματος παρακμής. Αναμφισβήτητα, και το τίμημα, που πληρώνει ο καθένας μας ατομικά και η κοινωνία στο σύνολό της είναι πολύ μεγάλο για να μπορέσει ν’ αγνοηθεί. Από κάπου πρέπει ν’ αρχίσει η αντίδραση προς αυτή την καθολική πορεία εκχυδαϊσμού και αλλοτρίωσης, που χαρακτηρίζει την εποχή μας.
Στεκόμαστε βουβοί και παθητικοί μπροστά στην τηλεόραση και δεχόμαστε κάθε ανόητη φαντασμαγορία, κάθε ηλίθιο φιλμ και ασυνάρτητο «σόου» σαν ευχαρίστηση. Οι έμποροι του ελεύθερου χρόνου σερβίρουν αποβλακωτικά «υπερθεάματα», που μας φαίνονται διασκεδαστικά, επειδή ξεμάθαμε να επικοινωνούμε φυσιολογικά και νιώθουμε την απειλή της πλήξης και της μοναξιάς να μας κυκλώνει από παντού.
Οι νέοι και οι σκεπτόμενοι άνθρωποι είναι η ελπίδα. Οι νέοι, γιατί διατηρούν μέσα τους ζωντανό το όνειρο και τη μεγάλη προσδοκία και δεν έχουν ακόμα παραιτηθεί ούτε συμβιβαστεί και οι σκεπτόμενοι γιατί αρνούνται τη θυσία των γνήσιων ανθρώπινων αξιών στο Μολώχ της καταναλωτικής «ευδαιμονίας» .
Ναρκωτικά, πορνοφίλμ, πορνοέντυπα, εκχυδαϊστικά πρότυπα «επιτυχίας», διαφημιστική ακολασία, αποβλακωτική και παθητικοποιητική τηλεόραση, η αποθέωση της βίας, της αποκτήνωσης και της συναισθηματικής ψυχρότητας σ’ όλους τους τόνους και σ’ όλες τις αποχρώσεις και όλα αυτά στο όνομα μιας υποθετικής ελεύθερης, πολυχρωμικής, πολυδιάστατης και πολυφωνικής κοινωνίας, την οποία – προσπαθούν να μας πείσουν – έχουμε το τεράστιο προνόμιο να απολαμβάνουμε. Να απολαμβάνουμε με τίμημα την πνευματική, την ψυχική, αλλά και την σωματική απονέκρωση μεγάλων μερίδων του πληθυσμού και βεβαίως της νέας γενιάς, που ζουν ένα εντελώς πλαστό όνειρο «ευτυχίας» και «ηδονής», που τους προσφέρεται «προκάτ», μέσα από χίλιους δυο αγωγούς που τους διαποτίζουν μέχρι το κόκαλο, διαμορφώνοντας μια ψεύτικη συνείδηση κι ακόμα πιο ψεύτικη «ιδεολογία».
Εκφράζουν συμφέροντα αυτοί οι αγωγοί; Μα και βέβαια εκφράζουν συμφέροντα. Συμφέροντα μιας οικονομίας, που για να λειτουργήσει και να επιβιώσει έχει απόλυτη ανάγκη από τον καταναλωτικό τύπο ανθρώπου, τον τύπο εκείνο, που συγκεντρώνει όλο το νόημα της ζωής του σε πρότυπα «αφθονίας», που του καλλιεργούνται συστηματικά από μια κυριολεκτικά καταιγιστική διαφήμιση. Μια διαφήμιση ταγμένη να συντηρεί το κέρδος, μαστιγώνοντας την καταναλωτική ζήτηση με κάθε εκμαυλιστικό μέσο. Η τρομακτική αντίφαση έγκειται στο ότι όσο πληρέστερα και υπερχειλικά «ικανοποιείται» το άτομο τόσο περισσότερο υποβαθμίζονται και καταστρέφονται τα συλλογικά αγαθά της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα δάση χάνονται, οι θάλασσες και τα ποτάμια γίνονται βούρκοι, η ατμόσφαιρα μολύνεται, οι πόλεις γίνονται άξενες, αφόρητες, ασφυκτικά πιεστικές. Το άτομο – σουπερκαταναλωτής για να λειτουργήσει «σωστά» στην οικονομία του κέρδους του ύστερου καπιταλισμού πρέπει να «απεκδυθεί» κάθε αντίληψη συλλογικού αγαθού.
Η ομορφιά της ζωής πρέπει να περιοριστεί στην ακόρεστη καταβόθρα ενός καταναλωτικού και αποκτητικού «πάθους». Όχι το «είναι» της ζωής μας, αλλά το «έχειν», έλεγε ο μεγάλος Έριχ Φρομ, είναι ο νόμος της ύπαρξής μας στον σύγχρονο κόσμο. Όσο διογκώνεται το «έχει» τόσο συρρικνώνεται το «είναι», τόσο λιγότερο ικανοί γινόμαστε να ολοκληρώσουμε την προσωπικότητά μας και να βιώσουμε πολυδιάστατα τη ζωή μας. Χάνουμε βαθμιαία την επαφή και την αίσθηση της φύσης, χάνουμε την επαφή με το σώμα μας, επικοινωνούμε – τι ειρωνεία στην εποχή της γιγάντιας ανάπτυξης των μέσων μαζικής επικοινωνίας – όλο και λιγότερο, σκεφτόμαστε όλο και επιδερμικότερα και βεβαίως στη βάση πάντοτε των διαφημιστικο-προπαγανδιστικών υποδειγμάτων.
Ο γραπτός λόγος μας κουράζει, ο προφορικός περιορίζεται μόνο στα απολύτως αναγκαία και καθημερινά, μόνο η εικόνα μας «διευκολύνει» για να καταλάβουμε (;;) τον κόσμο μας. Τι άνετη, αλήθεια, κατάσταση για όσους έχουν κάθε λόγο να μείνει αναλλοίωτος ο κόσμος που ζούμε! Το κράτος στο βαθμό που δεν είναι ταυτισμένο με τα πανίσχυρα συμφέροντα, που καθορίζουν το πλάνο της ζωής μας είναι ανίσχυρο να αντιδράσει στην ασύλληπτη πλύση εγκεφάλου, που υφιστάμεθα νύχτα – μέρα. Πλύση εγκεφάλου, που κάνει εμάς τους ίδιους πράκτορες απογύμνωσης και εκχυδαϊσμού της ζωής μας στο όνομα της αφθονίας και της υπεραπολαυστικής «αναζήτησης»…
Κατάλληλα «ντρεσσαρισμένοι» εμείς οι ίδιοι γινόμαστε «ντρεσσαριστές» των παιδιών μας για μια ζωή τελικά χωρίς πραγματική χαρά και αληθινά νόημα. Το «όραμα της ηδονής» δεν είναι νόημα ζωής κι αυτό το ξέρουν πολύ καλά οι γνήσια πολιτικοποιημένοι νέοι, οι μόνοι που το ξέρουν. Το «όραμα» της ηδονής» σαν υποκατάστατο μιας ζωής χωρίς νόημα, έξαρση και ιδανικά οδηγεί αναπόδραστα σε μια φυγή χωρίς τέλος. Φυγή από μια πραγματικότητα, που σε τελευταία ανάλυση παρά το λούστρο της, τα φτιασίδια της, το βερνίκωμά της, είναι απάνθρωπη.
Φυγή, που εκφράσεις της, το αλκοόλ, το πορνό, η βία, η σιωπή, η παθητικοποίηση, η απάθεια και η αποκτήνωση. Ώσπου το παιδί σε μια επίπονη και μακρόχρονη πάλη, που θα δίνεται σ’ όλα τα επίπεδα – την οικογένεια, τη συνολική κοινωνία, τους μηχανισμούς του κράτους – να ξαναποκτήσει την δεκτικότητα του δάσους, αντί να ξεχωρίζει τους διάφορους τύπους αυτοκινήτων από το θόρυβο του μοτέρ, ώσπου να ξαναμάθει να χρησιμοποιεί το σώμα του σύμφωνα με τον πολυδιάστατο προορισμό του έως ότου να ξαναδιδαχτεί να ενεργοποιεί κριτικά το μυαλό του, η μάχη θα είναι χαμένη.
Διορθωτικά, περιοριστικά το πράγμα θα ελέγχεται ως ένα βαθμό, οι ρίζες όμως, οι πηγές θα παραμένουν άθικτες. 0 αλλοτριωμένος, ο αποξενωμένος, ο υπερπροστατευμένος και ταυτόχρονα υπεραπειλημένος νέος άνθρωπος θα ψάχνει για λύτρωση εκεί, που δεν υπάρχουν παρά μόνο θανάσιμες παγίδες. Και θα Ψάχνει όλο και περισσότερο όσο τα ψεύτικα υποδείγματα ζωής, που του υποβάλλονται μειώνονται αντί να αυξάνουν την ικανότητα να ζει και να χαίρεται. Ίσως τίποτα δεν είναι τόσο ενδεικτικό για τη μείωση αυτής της ικανότητας, όσο η γεωμετρική αύξηση των περιπτώσεων ψυχολογικής σεξουαλικής ανικανότητας ή ψυχρότητας των νέων ανθρώπων που επισημαίνουν οι ψυχίατροι στη χώρα μας. Τώρα όσο ποτέ άλλοτε πρέπει, όπως έλεγε ο ποιητής, να συνειδητοποιήσουμε ότι πήραμε τη ζωή μας λάθος και να δούμε πώς και με τι μέσα θα αλλάξουμε ζωή.
* * *
Είναι ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς τα φαινόμενα εξελικτικά, αναζητώντας την πορεία και τους συντελεστές της μεταβολής τους. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο, μπορεί να φτάσει σ’ ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα και να μην μείνει σε μια «φωτογραφική» προσέγγιση της πραγματικότητας όπου βασιλεύει – υποτίθεται – το τυχαίο και το επεισοδιακό. Σε τελευταία ανάλυση τίποτα δεν είναι τυχαίο, αλλά τα πάντα έχουν βαθιές κοινωνικού χαρακτήρα αξίες και συναρτήσεις, που συνήθως αρνιόμαστε να δούμε. Βαθιές αιτίες, οι οποίες ακριβώς αποκαλύπτονται όταν δεν εξετάζουμε μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά μια ορισμένη κατηγορία εκδηλώσεων στο σύνολό τους και στη διαδρομή του χρόνου.
Προκαλούνται αυτές οι σκέψεις όταν διαπιστώνουμε την αλματώδη αύξηση του είδους εκείνου της εγκληματικότητας, που αν δεν ήταν τελείως άγνωστο, πάντως ήταν σπάνιο στη χώρα μας: την ένοπλη ληστεία, το περίφημο χόλντ-απ των Αμερικάνων. Ένα είδος εγκληματικότητας, που δείχνει ότι και στην Ελλάδα αναπτύσσεται βήμα προς βήμα ο γκαγκστερισμός και γενικότερα μορφές αντικοινωνικότητας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την κάθετη αύξηση της επιθετικότητας, που διαπιστώνουμε κάθε στιγμή στην καθημερινή ζωή με προβληματίζει βαθιά και νομίζω ότι πρέπει να μας προβληματίσει όλους. Σπείραμε ανέμους, θερίζουμε θύελλες δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό. H σύγχρονη ζούγκλα επεκτείνεται με ταχύτατους ρυθμούς και το «σκληρό» έγκλημα γίνεται πλέον στοιχείο της καθημερινής μας ζωής. H κοινωνία μας αφού πέρασε μια φάση γενικής χαλάρωσης των ηθών, με την έννοια ότι κάθε τι, που δεν ερχόταν απευθείας σ’ αντίθεση με τον Νόμο κατάντησε να είναι κοινωνικά ανεκτό, οδηγήθηκε μοιραία στη φάση πολλαπλασιασμού των φαινομένων ανοικτής παρανομίας, που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι η πρώτη φάση δεν προετοίμασε τη δεύτερη, ότι οι δυο φάσεις δεν συνδέονται άμεσα και στενότατα μεταξύ τους. Ο αμοραλισμός, η κυνικότητα, η ανομία καλλιεργούν και προετοιμάζουν το έδαφος όπου τελικά φυτρώνει το έγκλημα.
Οσοδήποτε κι αν φαίνεται παράδοξο, η λεγόμενη «κοινωνία της αφθονίας» κι ο υπερκαταναλωτισμός «μαλάκωσαν» και ξέφτισαν τ’ αναχώματα, που κρατούσαν τον γκαγκστερισμό έξω από τη χώρα μας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο γκαγκστερισμός είναι μια μορφή εγκλήματος, που ανθεί ακριβώς στις κοινωνίες εκείνες που το «ιδεώδες» της κατανάλωσης προωθείται σε υπέρτατη κι αυταπόδεικτη αξία. H «κοινωνία της αφθονίας» λειτουργεί εξουθενωτικά πάνω στις δυνάμεις αναστολής και αυτοσυγκράτησης, που είναι πρωταρχικός στόχος κάθε παιδαγωγικού συστήματος. Έτσι άλλωστε εξηγείται ότι νεαρά άτομα κατά κανόνα υιοθετούν αυτές τις μορφές έκνομης δράσης. Είναι γνωστό ότι ο υπερώριμος καπιταλισμός επιβιώνει, αναπτύσσοντας τον υπερκαταναλωτισμό, μαστιγώνοντας τις επιθυμίες γι’ απόκτηση, πληθαίνοντας τη σπατάλη. Το τίμημα αυτής της επιβίωσης είναι η τρομακτική αύξηση της επιθετικότητας, η παρόξυνση της ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στους ανθρώπους, η επίταση της βίας, το «σκληρό» έγκλημα. Τα κοινωνικά υποδείγματα, που προωθεί η «κοινωνία της αφθονίας» είναι βαθιά εγκληματογόνα, διότι συνδέουν την αυτοεκτίμηση και την αυτοεπιβίωση του ανθρώπου με την ικανότητά του να καταναλώνει και να επιδεικνύεται καταναλώνοντας. Κάθε μέσο για την απόκτηση της δυνατότητας αυτής γίνεται «θεμιτό» από την στιγμή που κοινωνικά αναγνωρίζεσαι και «καταξιώνεσαι» στη βάση αυτής σου της ικανότητας. Τα διαφημιστικά ερεθίσματα, τα πρότυπα «επιτυχίας», που προτάσσει η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, ο Τύπος, δεν είναι καθόλου αθώα κι ακίνδυνα, όπως μερικοί επιμένουν να υποστηρίζουν.
Ο σημερινός άνθρωπος και ιδιαίτερα ο αδιάπλαστος άνθρωπος βρίσκεται κάτω από μια ψυχολογική πίεση που προκαλεί το με χίλιους δυο τρόπους κι από χίλια δυο κανάλια προβαλλόμενο όραμα της καταναλωτικής «ευτυχίας». Σε τελευταία ανάλυση o άνθρωπος μαθαίνει να ψάχνει γύρω του, δεν ψάχνει μέσα του για να βρει το λόγο της ύπαρξής του και το νόημα της ζωής του. Το αδιάκοπο αυτό κυνήγι του φευγαλέου αυτού οράματος μιας τελείωσης μέσα από την απόκτηση και την κατανάλωση έχει ανυπολόγιστες ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις. Εκεί πρέπει κανείς να αναζητήσει μια από τις σημαντικότερες αιτίες για το άγχος, την επιθετικότητα, την έλλειψη ανθρώπινης επικοινωνίας και τη νεύρωση, αλλά και τον ψυχρό κυνισμό και το έγκλημα. Η αίσθηση της κοινωνικής αδικίας δημιουργεί μεταρρυθμιστές ή επαναστάτες. Το καταναλωτικό όμως, «όραμα» γεννάει όλες τις μορφές κοινωνικής παθογένειας, από την ανηθικότητα ως το έγκλημα, κι αυτό είναι κάτι, που δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με τη βελτίωση των μέτρων καταστολής, με την καλύτερη αστυνόμευση, αλλά με την ανάπτυξη άλλων ανθρωπινότερων κι ουσιαστικότερων αξιολογιών.
Χωρίς καλά-καλά να το συνειδητοποιούμε δάσκαλοι, δημοσιογράφοι, ηγέτες της κοινής γνώμης, τύπος και κόμματα λειτουργούμε μέσα στο πλαίσιο και με τις προδιαγραφές της «κοινωνίας της αφθονίας» αντί, όπως θα’ πρεπε, να κηρύσσουμε προς όλες τις κατευθύνσεις ότι η ζωή είναι κάτι απέραντα ουσιαστικότερο, σημαντικότερο κι ωραιότερο από τον καταναλωτικό πυρετό. Δύσκολο βέβαια σε μια κοινωνία, που λειτουργεί σ’ όλη την γραμμή σ’ αυτή την βάση να δημιουργηθούν αντισταθμίσματα, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε δικαίωμα να παραιτηθούμε, ακόμη και κάτω από τις σημερινές, τις τόσο αρνητικές συνθήκες.
Ανάρτηση από: http://ellogos.net