Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

Οι χρηματοδότες της Ευρωπαϊκής "Δημοκρατίας"

Της Θεοδοσίας Μπατάλα

Οι δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες της Ε.Ε δεν είναι τίποτε περισσότερο από μαριονέτες εταιριών οι οποίες κινούν όλα τα πολιτικά νήματα, άλλοτε κρυφά και άλλοτε φανερά, ανάλογα με την περίσταση. Τα εταιρικά συμφέροντα που έστησαν την "Εταιρεία Ευρώπη" έχουν δημιουργήσει παράλληλα την δική τους Ομάδα που έχει τον ευφάνταστο τίτλο "Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων". 
Για τον ρόλο που παίζει αυτή η Τράπεζα (φανερός χρηματοδότης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων) είναι η σιωπή των μέσων ενημέρωσης όταν οι "Ιππότες" αυτής της Τράπεζας βρίσκονται πάντα επιτόπου όταν υπάρχει θέμα προς επίλυση ακόμη και πολιτική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το δείπνο εργασίας που διοργάνωσε η κ. Μέρκελ την 1η Ιουνίου του 2015 στην Γερμανική Καγκελαρία για να συζητηθούν δύο μεγάλα ευρωπαϊκά θέματα: Η Συμφωνία για την Ελλάδα και η απειλή αποχώρησης της Μ.Βρετανίας από την Ε.Ε. Στο τραπέζι δεν κάθισαν μόνο 5 άτομα που εκπροσωπούσαν τους Θεσμούς. Κάθισαν και 20 ακόμη. Ήταν οι 20 εκπρόσωποι των 20 πιο ισχυρών λόμπι και βιομηχανιών της Ε.Ε που αποφάσιζαν για την Συμφωνία για την Ελλάδα παρέα με Μέρκελ, Γιούνκερ, Ολάντ, Ντράγκι και ΔΝΤ. 
Τα Εταιρικά Συμφέροντα είναι η Δημοκρατία στην Ευρώπη 
Από την αρχή της δεκαετίας 1980, η συνεχώς αυξανόμενη πολιτική δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαγνήτισε ένα τεράστιο πλήθος από λομπίστες, εξειδικευμένους συνεργάτες εταιρειών σκοπός των οποίων είναι να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν τις αποφάσεις των πολιτικών ηγετών σε συγκεκριμένα ζητήματα, στις Βρυξέλλες. Οι μερικές δεκάδες περιβαλλοντολόγων, συνδικαλιστών και αντιπροσώπων διαφόρων κινημάτων νικήθηκαν κατά κράτος από το στρατό τον αποτελούμενο από χιλιάδες εταιρικούς λομπίστες που εισέβαλαν στις Βρυξέλες. Η έκταση της επιρροής των Εταιρικών Συμφερόντων στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ μεγαλύτερη από το να ρίξει κάποιος μια ματιά σε μια σχεδόν άγνωστη ομάδα, που είναι όμως πολύ ισχυρό εταιρικό λόμπι: στην Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων.

Από το 1980, η αυξανόμενη οικονομική και πολιτική δύναμη των διακρατικών εταιρειών (Transnational Corporations - TNCs) διέβρωσε σταθερά τις εξουσίες των Εθνικών Κυβερνήσεων. «Η απώλεια της εξουσίας σε εθνικό επίπεδο μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με τη δημιουργία υπερεθνικών μπλοκ, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί αποτελεσματικές περιβαλλοντικές ή κοινωνικές πολιτικές θα είναι δυνατόν να υλοποιηθούν μόνο μέσα σε ένα τέτοιο υπερεθνικό συνασπισμό», υποστήριξαν οι Ευρωπαίοι σωτήρες.

Ωστόσο, από την εμπειρία των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε καθημερινή βάση, η μεταβίβαση της πολιτικής εξουσίας από το εθνικό στο επίπεδο της ΕΕ δεν οδηγεί σε καλύτερη προστασία του περιβάλλοντος ή καλύτερα κοινωνικά δικαιώματα. Αντίθετα, εμείς παρακολουθήσαμε την ΕΕ να προωθεί την κατασκευή τεράστιων νέων αυτοκινητοδρόμων για την εξυπηρέτηση της μεταφοράς των εμπορευμάτων σε ολόκληρη την Ενιαία Αγορά, προκειμένου πρόσφατα ο ισπανικός άνιθος να ζήσει το μύθο του στην Ελλάδα, είδαμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εξαναγκάζει το Λουξεμβούργο, την Αυστρία και την Ιταλία να ανοίξουν τις αγορές τους για τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους αραβόσιτου της διεθνικής επιχείρησης Novartis AG (μια συγχώνευση της Ciba-Geigy AG και Sandoz AG) που έχει έδρα στην Ελβετία, όλα στο όνομα της Ενιαίας Αγοράς.

Είδαμε ότι οι διεθνικές εταιρείες συγκέντρωσαν και αναδιάρθρωσαν τις δραστηριότητες τους στο πλαίσιο της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς, προκαλώντας τεράστια προβλήματα ανεργίας σε τοπικό επίπεδο. Παρά τη ρητορική για μια Κοινωνική Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δείξει ότι είναι ικανή μόνο για την καλλιέργεια των κοινωνικών ανισοτήτων και την θεσμοθέτησή τους, μέσω επιδομάτων φτώχειας και μέτρων επισιτιστικής και ανθρωπιστικής κρίσης, συνέπεια των δικών της αποφάσεων.

Η Ενιαία Αγορά οδήγησε σε αύξηση του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Αυτό προκάλεσε την μετατόπιση της φορολογίας από το κεφάλαιο στην εργασία, με καταστροφικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και στην εργασία. Κατά τις προετοιμασίες της Συνθήκης του Άμστερνταμ, ο Γερμανός καγκελάριος Κολ εμπόδισε την εισαγωγή της ειδικής ψηφοφορίας με πλειοψηφία για φορολογικά θέματα στο Συμβούλιο των Υπουργών. Ούτως ή άλλως η ζημία που προκάλεσαν οι ελευθερίες της Ενιαίας Αγοράς ήταν αδύνατον να αποκατασταθούν από μέτρα φορολογικής εναρμόνισης. Ο πιο σημαντικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να προστατεύσει την ιερότητα της Ενιαίας Αγοράς. Αυτό δεν είναι ένα αποτέλεσμα της ιστορικής αναγκαιότητας, ούτε προκλήθηκε συμπτωματικά. Για πολλά χρόνια τώρα ήταν ο ρητός στόχος των εταιρικών στελεχών που πίεζαν προς την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εταιρειών που εκπροσωπούσαν στις Βρυξέλλες, να μετατοπιστεί η έμφαση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε οι ίδιοι οι λομπίστες να διαμορφώνουν αυτές τις πολιτικές από την άποψη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Μεταξύ των εταιρικών ομάδων που φώναζαν επανειλημμένα και με θρησκευτική προσήλωση περί ανταγωνιστικότητας στις Βρυξέλλες, μία ομάδα ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες: η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων(ΕΣΤΒ) - European Roundtable of Industrialists (ERT).

Οι Διευθυντές της Ευρώπης
Η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων, ιδρύθηκε το 1983 με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Επιτρόπου Ετιέν Νταβινιόν[1] (Etienne Davignon). Ο Πρόεδρος της εταιρείας Volvo, Περ Γκιλεναμάρ (Pehr Gyllenhammar), και Πρόεδρος της ΕΣΤΒ από το 1983 μέχρι το 1988, εκπροσώπησε τα συμφέροντα των 45 μεγαλύτερων διακρατικών επιχειρήσεων που έχουν τις έδρες τους στην Ευρώπη και θεωρούνταν πολύ σημαντικός παράγοντας στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Περισσότερο από μόνο ένα ακόμη οργανωμένο λόμπι που προσπαθεί να επωφεληθεί από την διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η ΕΣΤΒ ιδρύθηκε με την ρητή πρόθεση να αναβιώσει την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η οποία είχε περιέλθει σε μια εικονική στασιμότητα στις αρχές της δεκαετίας του 1980, και να διαμορφώσει τις προτιμήσεις των ευρωπαϊκών διεθνικών επιχειρήσεων. «Κάνουμε πάρα πολλά πράγματα, αλλά δεν κάνουμε μεγάλη φασαρία για το τι κάνουμε». Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson), Γενικός Γραμματέας ΕΣΤΒ, από 1988 έως 1998. 

Μέλη Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων
1996 - 1999
Πρόεδρος:         Helmut O. Maucher – Nestle, Ελβετία
Αντιπρόεδροι:  Gerhard Cromme – FriedKrupp, Γερμανία
                             Andre Leysen -  Gevaert, Βέλγιο 
Όνομα
Εταιρεία
Χώρα
Θεόδωρος Παπαλεξόπουλος
Τιτάν Τσιμέντα
Ελλάδα
Richard Schenz
OMV
Αυστρία
Daniel Janssen
Solvay
Βέλγιο
Etienne Davignon
Societe Generale
Βέλγιο
Francois Cornelis
Petrofina
Βέλγιο
Jean-Louis Beffa
Saint Gobain
Γαλλία
Bertrand Collomb
Lafarge Coppee
Γαλλία
Jean-Rene Fourtou 
Rhone-Poulenc
Γαλλία
Alain Joly
Air Liquide
Γαλλία
Jerome Monod
Lyonnaise des Eaux-Dumez
Γαλλία
Louis Schweitzer
Renault
Γαλλία
Ulrich Hartmann
Veba
Γερμανία
Heinrich von Pierer
Siemens
Γερμανία
Manfred Schneider
Bayer
Γερμανία
Jurgen Schrempp
Daimler Benz
Γερμανία
Mark Wossner
Bertelsmann
Γερμανία
Flemming Lindelov
Carlsberg
Δανία
Percy Barnevik
ABB Asea Brown Boveri
Ελβετία
Fritz Gerber
Hoffmann-La Roche
Ελβετία
Edzard Reuter 
Airbus Industry
Ευρωπαϊκό Κονσόρτσιουμ
Peter Bonfield 
British Telecom
Ηνωμένο Βασίλειο
Simon Cairns
B.A.T. Industries
Ηνωμένο Βασίλειο
Ronald Hampel
ICI
Ηνωμένο Βασίλειο
Cornelius Herkstroter
Royal Dutch - Shell
Ηνωμένο Βασίλειο – Ολλανδία
Morris Tabaksblat
Unilever
Ηνωμένο Βασίλειο - Ολλανδία
Peter Sutherland
BP
Ηνωμένο Βασίλειο
David Lees
GKN
Ηνωμένο Βασίλειο
Nigel Rudd
Pilkington
Ηνωμένο Βασίλειο
Michael Smurfit
Jefferson Smurfit
Ηνωμένο Βασίλειο
Alfonso Cortina
Repsol
Ισπανία
Jose Antonio Garrido
Iberdrola
Ισπανία
Marco Tronchetti Provera
Pirelli
Ιταλία
Cesare Romiti
Fiat
Ιταλία
Pietro Marzotto
Marzotto
Ιταλία
Carlo de Benedetti
Cofide - Cir
Ιταλία
Egil Myklebust
Norsk Hydro
Νορβηγία
Harald Norvik
Statoil
Νορβηγία
Cor Boonstra
Philips
Ολλανδία
Americo Amorim
Amorim Group
Πορτογαλία
Lars Ramqvist
Ericsson
Σουηδία
Jak Kahmi 
Profilo Holding
Τουρκία
Casimir Ehrnrooth
UPM-Kymmene Corp.
Φιλανδία

Σε αντίθεση με την UNICE, τη Μαζική Συνομοσπονδία των Εργοδοτών της ΕΕ, η ΕΣΤΒ κράτησε απόσταση από την άσκηση πίεσης στις λεπτομέρειες της νομοθεσίας. «Η ΕΣΤΒ έχει ως στόχο να ζωγραφίσει τη μεγάλη εικόνα και να συμπληρώσει την πολιτική ατζέντα της ΕΕ με νέα σημαντικά σχέδια», όπως επιγραμματικά το έθεσε ο Γενικός Γραμματέας, Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson) κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης τον Φεβρουάριο του 1988, συμπληρώνοντας ότι «εμείς δεν ασχολούμαστε με κλαδικά ζητήματα, εμείς δεν ασχολούμαστε με τα εθνικά θέματα. Εμείς μιλάμε μόνο για το γενικότερο θέμα».

Μια άλλη χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα που διακρίνει την ΕΣΤΒ από την ομπρέλα των βιομηχανικών οργανώσεων υπεύθυνων για κάθε τομέα στις Βρυξέλλες είναι η ένταξη των μελών. Την ιδιότητα του μέλους αποκτούν κατ’ ανώτατο όριο πενήντα διευθυντικά στελέχη, αξιωματούχοι των μεγάλων ευρωπαϊκών διακρατικών εταιρειών, οι οποίοι πρέπει να εκλέγονται σε αυτό το αποκλειστικό κλαμπ από τα υπάρχοντα μέλη. Ο ελιτίστικος χαρακτήρας της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων εγγυάται μια εξαιρετικά προνομιακή πρόσβαση στους φορείς λήψης αποφάσεων, τόσο στο εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και έχει συμβάλει πολύ στην αποτελεσματικότητα της οργάνωσης.

Από την αρχή της δεκαετίας του 1980, οι σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων ήταν εξαιρετική.

Δύο μέλη της ΕΣΤΒ, οι Ετιέν Νταβινιόν (Etienne Davignon) της Société Générale και Φρανσουά Χαβιέ Ορτολί (François Xavier Ortoli) της γαλλικής πετρελαϊκής εταιρείας TotalFinaElf, οι ίδιοι προηγουμένως κατείχαν τη θέση του Ευρωπαίου Επιτρόπου.

Μία Αγορά 
Η στενή σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά την προετοιμασία για την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, η οποία κατοχύρωσε την Εσωτερική Αγορά στην Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (της Ρώμης, 25 Μαρτίου 1957).

Τον Ιανουάριο του 1985, ο Ολλανδός επιχειρηματίας Βάις Ντέκερ (Wisse Dekker), ως διευθύνων σύμβουλος της Philips (από το 1982 έως το 1986 και από το 1988 μέχρι το 1992 διετέλεσε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας Βιομηχάνων) παρουσίασε μια πρόταση, που ονομάστηκε «Ευρώπη 1990, Ατζέντα Δράσης», «Europe 1990, an Agenda for Action» και χρονοδιάγραμμα για την άρση όλων των εμποδίων στο εμπόριο εντός της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Οι ιδέες του Ντέκερ (Dekker) προφανώς άρεσαν στην Επιτροπή. Στην πραγματικότητα, η πίεση από τους ηγέτες των ευρωπαϊκών βιομηχανιών για μία Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά ήταν ακριβώς η δυναμική προς την περαιτέρω ευρωπαϊκή ολοκλήρωση που ζητούσε η Επιτροπή. Το σχέδιο Ντέκερ (Dekker) αποτέλεσε τη βάση για την Λευκή Βίβλο του Cockfield, η οποία δημοσιεύθηκε αργότερα κατά το ίδιο έτος, το 1985, και προετοίμασε το έδαφος για την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη.

Την άμεση επιτυχία καθόρισαν οι ανενδοίαστες μέθοδοι του εντατικού lobbying, που διεξήγαγαν τα μέλη της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων. Σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα της ΕΣΤΒ Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson): « ο Βάις Ντέκερ (Wisse Dekker) έκανε το ζήτημα της Εσωτερικής Αγοράς κύρια προτεραιότητα του για τέσσερα χρόνια. Λαμβάνοντας κατά νου ότι, όταν ξεκίνησε για πρώτη φορά οι κυβερνήσεις δεν ήταν πολύ πρόθυμες, εμείς βοηθήσαμε να περάσει».

Στην ιστοσελίδα της ( http://www.ert.eu/ ) η ΕΣΤΒ ισχυρίζεται ότι «το πρόγραμμα της Ενιαίας Αγοράς ήταν ένα επίτευγμα για την ΕΣΤΒ και για την Ευρώπη στο σύνολό της. Αλλά η προθεσμία για την ολοκλήρωση της Εσωτερικής Αγοράς ορίστηκε μόνο για το 1992 και η ΕΣΤΒ έκρινε ότι ήταν αναγκαίο να διατηρηθεί ένα καθορισμένο χρονοδιάγραμμα. Την 1η Δεκεμβρίου 1986 η ΕΣΤΒ συγκάλεσε την πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής Υποστήριξης της Εσωτερικής Αγοράς (Internal Market Support Committee). Κάθε έξι μήνες, τα μέλη της ΕΣΤΒ συνεδρίαζαν με την ηγετική ομάδα της χώρας που ασκούσε την Προεδρεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να προωθήσει μέτρα που αφορούσαν την εφαρμογή του «Προγράμματος 1992» Το 1988 το πρόγραμμα της Ενιαίας Αγοράς εξασφάλισε τις αποφάσεις που το κατέστησαν αμετάκλητο. 

Ανασχηματισμός της Ευρώπης στο Μάαστριχτ 
Κατά τις διαπραγματεύσεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ η ΕΣΤΒ έπαιξε και πάλι ένα πολύ ενεργό ρόλο, κατά την διάρκεια τακτικών συναντήσεων με τους Επιτρόπους Άντριεσεν (Andriessen), Μακσέρυ (Mac-Sharry) , Μπρίτεν (Brittan) και τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ντελόρ (Delors). Παράλληλα σε κάθε χώρα τα μεμονωμένα μέλη της ΕΣΤΒ συναντούσαν ισχυρά άτομα που μπορούσαν να επηρεάσουν την χάραξη της εθνικής πολιτικής, επαναλαμβάνοντας τα ίδια μηνύματα που είχαν σταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα δύο πιο απτά αποτελέσματα για την ΕΣΤΒ στο Μάαστριχτ ήταν η ενσωμάτωση στη νέα Συνθήκη Ένωσης ενός χρονοδιαγράμματος για την επίτευξη Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και των σχεδίων για την κατασκευή των λεγόμενων Διευρωπαϊκών Δικτύων, δύο θέματα που είχαν εξέχουσα θέση στην λίστα προτεραιοτήτων της ΕΣΤΒ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980.

Ένα Νόμισμα 
Η έκθεση του 1991 της ΕΣΤΒ για τον Ανασχηματισμό της Ευρώπης περιείχε μια παθιασμένη έκκληση για τη νομισματική ένωση στην Ευρώπη: «Η Ιαπωνία έχει ένα νόμισμα. Οι ΗΠΑ έχουν ένα νόμισμα. Πώς μπορεί η Κοινότητα να ζει με δώδεκα; »

Το χρονοδιάγραμμα για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση στη Συνθήκη ήταν εξαιρετικά παρόμοιο με εκείνο που παρουσιάστηκε στον Ανασχηματισμό της Ευρώπης.

Σε μια τηλεοπτική του συνέντευξη για την ολλανδική τηλεόραση, ο κύριος Κηθ Ρίτσαρτσον (Keith Richardson) παρατήρησε ότι «λίγες εβδομάδες πριν από την Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στη Μαδρίτη το 1995 μέλη της ΕΣΤΒ προσέγγισαν τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων της ΕΕ και τους προέτρεψαν να λάβουν δεσμευτικές αποφάσεις για χρονοδιάγραμμα και για τα κριτήρια σύγκλισης για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση».

Δεδομένου ότι η Οικονομική και Νομισματική Ένωση φαινόταν πια ότι διασφαλίστηκε καλά σε πολιτικό επίπεδο, η ΕΣΤΒ σταμάτησε να εργάζεται πάνω σε αυτό το θέμα. Η δουλειά πέρασε σε μια στενά συναφή οργάνωση: την Οργάνωση για την Νομισματική Ένωση της Ευρώπης υπό την προεδρεία του νονού της ΕΣΤΒ, του Ετιέν Νταβινιόν (Etienne Davignon), (Association for the Monetary Union of Europe – AMUE).

Τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα Μεταφορών
Η ενσωμάτωση στη Συνθήκη του Μάαστριχτ των Διευρωπαϊκών Δικτύων, των σχεδίων για μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές που περιελάμβανε 12.000 χιλιόμετρα νέων αυτοκινητοδρόμων στην ΕΕ και το κτίριο των σιδηροδρομικών συνδέσεων υψηλής ταχύτητας σε όλη την Ευρώπη, μπορεί να θεωρηθεί η δεύτερη μεγάλη επιτυχία της ΕΣΤΒ στο Μάαστριχτ. Τα σχέδια για τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα πρωτοεισήχθησαν από την ΕΣΤΒ στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και δημοσιεύονται σε δύο εκθέσεις υπό τον τίτλο «Έλλειμμα Συνδέσεων - Έλλειμμα Δικτύων». Οι χάρτες αυτών των εκθέσεων είναι εντυπωσιακά παρόμοιοι με τους χάρτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χρηματοδότησε πολλές δραστηριότητες της ΕΣΤΒ σε θέματα μεταφορών στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας 1990. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων ήταν μία από τις επτά ομάδες του λόμπι για τις συγκοινωνίες στην επίσημη Ομάδα εργασίας των Αυτοκινητοδρόμων της ΕΕ που ομαδοποιεί τον κατάλογο των Διευρωπαϊκών Έργων Οδικών Δικτύων. Δεδομένου ότι η ΕΣΤΒ το είχε προβλέψει στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Ενιαία Αγορά και οι χαμηλές τιμές των μεταφορών οδήγησαν σε μια τεράστια αύξηση στις μεταφορές εμπορευμάτων μεγάλων αποστάσεων στην ΕΕ. Τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα αποτέλεσαν απαραίτητη προϋπόθεση για να ανοίξει ο δρόμος προς μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η οποία θα κυριαρχείται από τα διακρατικά εταιρικά συμφέροντα ακόμη περισσότερο από ό,τι συνέβαινε ήδη στον κόσμο.

Από το 1993, η ΕΣΤΒ μετέφερε το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων της στον τομέα των μεταφορών στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελετών Έργων Υποδομής, (European Centre for Infrastructure Studies – ECIS) στο Ρότερνταμ, το οποίο συστάθηκε από την ΕΣΤΒ την ίδια χρονιά. Το Κέντρο παρείχε τακτικά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα αναγκαία επιχειρήματα για τις μεγάλες δημόσιες επενδύσεις στα Διευρωπαϊκά Δίκτυα. Στα τέλη του 1996, για παράδειγμα, το Κέντρο κυκλοφόρησε μια έκθεση που συνέταξε εξ ονόματος της Επιτροπής, η οποία αξιολογούσε τις μακρο-οικονομικές επιπτώσεις των σιδηροδρομικών συνδέσεων υψηλής ταχύτητας μεταξύ του Παρισιού, των Βρυξελλών, του Άμστερνταμ και της Κολωνίας. Η έκθεση αυτή ήταν μία από τις κύριες πηγές για την έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τις επιπτώσεις στη δημιουργία θέσεων εργασίας των Διευρωπαϊκών Δικτύων.

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελετών Έργων Υποδομής «απεβίωσε» εξαιτίας των περικοπών στην χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μετά το Μάαστριχτ: ψέλνοντας τον Ύμνο της Ανταγωνιστικότητας
Όταν ο Ζακ Σαντέρ (Jacques Santer) ανέλαβε καθήκοντα τον Ιανουάριο του 1995, μία από τις πρώτες του ενέργειες ήταν η εγκατάσταση της λεγόμενης Συμβουλευτικής Ομάδας Ανταγωνιστικότητας, (Competitiveness Advisory Group - CAG), υλοποιώντας την ειλημμένη απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην γερμανική πόλη Έσσεν το 1994. Η ομάδα έλαβε την εντολή να αναφέρει δύο φορές ετησίως σχετικά με την «κατάσταση της ανταγωνιστικότητας της Ένωσης» και να συμβουλεύει σχετικά με τις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ και τις κατευθυντήριες γραμμές με σκοπό την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και την αποκόμιση ωφελημάτων.

Η Συμβουλευτική Ομάδα Ανταγωνιστικότητας περιγράφεται ως ανεξάρτητη συμβουλευτική ομάδα που αποτελείται από κορυφαίους βιομήχανους, συνδικαλιστές και ακαδημαϊκούς, επιλεγμένοι προσωπικά από τον ίδιο τον Ζακ Σαντέρ (Jacques Santer) με κριτήριο τα προσωπικά τους προσόντα. Ωστόσο, υπάρχει μια σαφής σύνδεση μεταξύ της Συμβουλευτικής Ομάδας Ανταγωνιστικότητας και της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων. Η ιδέα ενός σώματος, όπως η Συμβουλευτική Ομάδα Ανταγωνιστικότητας επινοήθηκε από την ΕΣΤΒ και προτάθηκε για πρώτη φορά στην έκθεση της ΕΣΤΒ το 1993, που είχε τίτλο «Πάταξη της Κρίσης». Μια κάπως ανανεωμένη έκδοση της πρότασης του 1993 επανέφερε η έκθεση της ΕΣΤΒ το 1994 για την Ευρωπαϊκή Ανταγωνιστικότητα, με τίτλο «Ο τρόπος ανάπτυξης και η απασχόληση».

Ο Γενικός Γραμματέας της ΕΣΤΒ Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson) μπορεί να κοκορεύεται ότι «η ιδέα επινοήθηκε αποκλειστικά από τον Φλόρις Μάλτζερς (Floris Maljers) και εμού του ιδίου. Η πρώτη πρόταση δεν έγινε αποδεκτή, έτσι αλλάξαμε την μορφή και η τελική ιδέα έγινε αποδεκτή από την Σύνοδο Κορυφής του Έσσεν».

Επιπλέον, η ΕΣΤΒ εκπροσωπούνταν πάντα καλά στη Συμβουλευτική Ομάδα Ανταγωνιστικότητας που αποτελούνταν από δέκα τρεις προσωπικότητες, με την συμμετοχή των εξεχόντων μελών της, από τον Φλόρις Μάλτζερς (Floris Maljers) της Unilever και τον Ντέιβιντ Σάιμον (David Simon) της BP, οι οποίοι ήταν δύο από τους προσωρινούς Προέδρους της Συμβουλευτικής Ομάδας Ανταγωνιστικότητας.

Σύμφωνα με τον Επίτροπο, μόνιμο αντιπρόσωπο στη Συμβουλευτική Ομάδα Ανταγωνιστικότητας, Αλέξις Τζάκεμιν (Alexis Jacquemin), σε συνέντευξή του στην European Voice, «η Συμβουλευτική Ομάδα Ανταγωνιστικότητας δεν διεκδικεί την πρωτοτυπία». Από την ανάγνωση των εκθέσεων της Συμβουλευτικής Ομάδας Ανταγωνιστικότητας, οι οποίες εξεδόθησαν σε βιβλίο που εστάλη σε όλους τους Ηγέτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα πλαίσια της προετοιμασίας της Συνόδου Κορυφής του Λουξεμβούργου, ένα γεγονός κάνει εντύπωση, ότι η κύρια λειτουργία της Συμβουλευτικής Ομάδας Ανταγωνιστικότητας είναι να επαναλάβει ιδέες που είχαν προηγουμένως προταθεί από ομάδες συμφερόντων της βιομηχανίας, όπως η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων - ERT και η Μαζική Συνομοσπονδία των Εργοδοτών – UNICE, ώστε αυτές οι ιδέες να αναβαθμίζονται από την πρόσκτηση μιας αύρας ευρύτερης συναίνεσης.

Άμστερνταμ: Επιβεβαίωση του Status Quo
Η Συνθήκη του Άμστερνταμ[2] είναι μία χαοτική συνθήκη που αντανακλά την εκτεταμένη χρήση βρώμικων, παρελκυστικών και υποχθόνιων μεθόδων κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής του Άμστερνταμ.

Στη συνέντευξη τύπου στο τέλος της Συνόδου Κορυφής, ο Ολλανδός Πρωθυπουργός Βιμ Κοκ (Wim Kok) υποστήριξε τις επιτυχίες και τις βελτιώσεις σε τομείς όπως η δημοκρατία, η απασχόληση και το περιβάλλον, αλλά μια πιο προσεκτική ματιά στη Συνθήκη του Άμστερνταμ θέτει το ερώτημα αν πραγματικά έχουν γίνει βελτιώσεις σε αυτά τα πεδία. Από την άλλη πλευρά, η διεθνής ανταγωνιστικότητα είναι ξεκάθαρα και οριστικά χαραγμένη στη Συνθήκη ως το κλειδί για την απασχόληση και την ευημερία στην Ευρώπη. Έτσι, η νέα Συνθήκη αγνοεί τα πολλά προειδοποιητικά σημάδια ότι ο συνεχώς αυξανόμενος παγκόσμιος ανταγωνισμός θα οδηγήσει σε περαιτέρω απώλειες θέσεων εργασίας και σε μια κούρσα ελεύθερης πτώσης την φορολογία, την κοινωνική προστασία, την περιβαλλοντική νομοθεσία και πολλά άλλα ζωτικής σημασίας ζητήματα.

 Η επιβεβαίωση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο δεσμεύει τα κράτη-μέλη να συνεχίσουν και να εντείνουν την δημοσιονομική πειθαρχία μετά την προβλεπόμενη έναρξη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης τον Ιανουάριο του 1999, και η δέσμευση των Προέδρων του Λουξεμβούργου, του Ηνωμένου Βασίλειου και της Αυστρίας να δώσουν προτεραιότητα στο λεγόμενο Σχέδιο Δράσης για την Ενιαία Αγορά ήταν ίσως οι μεγαλύτερες επιχειρηματικές επιτυχίες στο Άμστερνταμ.

Για τις επιχειρήσεις, η τελική έκβαση της Συνθήκης του Άμστερνταμ περιέχει θετικά και αρνητικά στοιχεία. Ενδεχομένως η μεγαλύτερη απογοήτευση για τη βιομηχανία ήταν η περιορισμένη αναθεώρηση του άρθρου 113 της Συνθήκης. Παρά την βαριά άσκηση πίεσης για αυτό το άρθρο, μία πολύ εκτενέστερη πρόταση για την αύξηση της επιρροής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη διαπραγμάτευση των διεθνών εμπορικών συμφωνιών για λογαριασμό όλων των κρατών-μελών, πίεση που ασκήθηκε από κοινού από την Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων - ERT και τη Μαζική Συνομοσπονδία των Εργοδοτών – UNICE, ανατράπηκε από τον Ζακ Σιράκ (Jacques Chirac). Αλλά από την άλλη πλευρά η βιομηχανία ευχαριστήθηκε με το γεγονός ότι ο Χέλμουτ Κολ (Helmut Kohl) τορπίλισε με επιτυχία την προτεινόμενη ακύρωση της άσκησης βέτο της εθνικής εξουσίας σχετικά με την εναρμόνιση σε φορολογικά ζητήματα, τηρώντας έτσι την υπόσχεσή του στην Οργάνωση των Γερμανών Εργοδοτών - BDI. Με την κίνηση αυτή, ο Χέλμουτ Κολ ελαχιστοποίησε τις πιθανότητες για την εισαγωγή ευρωπαϊκών οικολογικών φόρων.

2012, Παρίσι: Ο πανταχού παρών επικεφαλής της ΕΣΤΒ, Leif Johansson, με τον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης

Οι αρχικές αντιδράσεις των επιχειρήσεων για τη νέα Συνθήκη ήταν επιφυλακτικές: «μικτό αποτέλεσμα, αλλά σε γενικές γραμμές θετικό» ήταν η δήλωση της Μαζικής Συνομοσπονδίας των Εργοδοτών – UNICE. Ο Γενικός Γραμματέας της ΕΣΤΒ Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson) έγραψε ότι «οι Ευρωπαίοι Ηγέτες στο Άμστερνταμ σημείωσαν κάποια πρόοδο, αλλά έχασαν την ευκαιρία για ριζικές μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ». Πρόσθεσε ότι «η οικονομία της ΕΕ είναι από πολλές απόψεις τόσο ισχυρή όσο η αμερικανική, αλλά χάνουμε στην Ευρώπη επειδή οι δομές μας εφαρμόζονται πολύ αποσπασματικά και το πολιτικό μας σύστημα είναι αργό στη λήψη αποφάσεων και ανθίσταται πεισματικά στην καινοτομία. Εκεί βρίσκεται η πραγματική ανάγκη για μεταρρυθμίσεις τις οποίες η Διακυβερνητική Διάσκεψη, Intergovernmental Conference – IGC[3] απέτυχε να πραγματοποιήσει».

Ο Κηθ Ρίτσαρντσον (Keith Richardson) ολοκλήρωσε την ανάλυσή του με την παρατήρηση ότι: «από επιχειρηματική άποψη, η ΕΕ μοιάζει με μια ισχυρή εταιρεία που έχει κακή διαχείριση. Μόλις η νομισματική ένωση και η διεύρυνση τεθούν σε προτεραιότητα και επιστρέψει πάλι η εμπιστοσύνη, η ανάγκη για πραγματική μεταρρύθμιση και μια εμπεριστατωμένη διαχείριση, που θα την ταρακουνήσει, θα την καταστήσει ακαταμάχητη».

Η συγκριτική αξιολόγηση της Ένωσης
Η σύγκριση, από τον τότε Γενικό Γραμματέα της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας των Βιομηχάνων Κηθ Ρίτσαρντσον, των πολιτικών προβλημάτων με τη διαχείριση των επιχειρήσεων συνοψίζει τακτοποιημένα και επακριβώς τι είδους Ευρώπη σχεδίασε η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων. Μια Ευρώπη Ενσωμάτωσης που διευθύνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ένα είδος εκτελεστικού συμβουλίου, που επικουρείται από χιλιάδες τεχνοκρατικά μεσαία στελέχη, από τα οποία αποτελείται το προσωπικό της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η συγκριτική αξιολόγηση, ένας όρος που προέρχεται από την διοίκηση επιχειρήσεων και ένα από τα συνθήματα της ΕΣΤΒ, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα εργαλείο για την εισαγωγή των τεχνικών των επιχειρήσεων στην πολιτική. Σύμφωνα με μια έκθεση της ΕΣΤΒ με τίτλο «Συγκριτική αξιολόγηση για τους διαμορφωτές της πολιτικής: ο Δρόμος για την ανταγωνιστικότητα, την Ανάπτυξη και την Δημιουργία θέσεων εργασίας», συγκριτική αξιολόγηση σημαίνει «σαρώστε τον κόσμο για να δείτε τι είναι το καλύτερο που κάποιος άλλος οπουδήποτε πέτυχε και βρείτε έναν τρόπο για να το κάνουμε το ίδιο καλά ή ακόμη καλύτερα».

Η έκθεση της ΕΣΤΒ περιγράφει πώς η κυβέρνηση της Ολλανδίας είχε ήδη χρησιμοποιήσει τα εργαλεία και τις τεχνικές της συγκριτικής αξιολόγησης για την αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας της ολλανδικής οικονομίας. Αυτή η σύγκριση «επέδειξε την αδυναμία να αξιοποιήσει το πλήρες δυναμικό» της ολλανδικής οικονομίας. Σε μια προσπάθεια να ξεπεράσει τους διεθνείς ανταγωνιστές, δηλαδή τα άλλα Έθνη – μέλη, η ολλανδική κυβέρνηση δεσμεύτηκε να «μειώσει την φορολογία και τις κρατήσεις για την κοινωνική ασφάλιση, να απλοποιήσει τις κανονιστικές ρυθμίσεις προκειμένου να ανοίξει την αγορά για τους νέους επιχειρηματίες και να ενισχύσει τόσο τις πνευματικές όσο και τις φυσικές υποδομές».

Το ολλανδικό παράδειγμα δείχνει πώς η συγκριτική αξιολόγηση διευκολύνει τον διεθνή ανταγωνισμό στον τομέα της φορολογίας συνθλίβοντας τα κοινωνικά δικαιώματα και αδιαφορώντας για το περιβάλλον. Επίσης αποκαλύπτει ότι η ΕΣΤΒ θέτει τα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση - ΟΝΕ ως το τέλειο παράδειγμα αποσαφήνισης της τεχνικής των επιχειρήσεων και της έννοιας του όρου «συγκριτική αξιολόγηση».

Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης τον Φεβρουάριο του 1998, ο Κηθ Ρίτσαρντσον έδωσε διευκρινίσεις σχετικά με τη λειτουργία των κριτηρίων σύγκλισης: «οι άνθρωποι μερικές φορές θέτουν το ερώτημα, τι θα κάνουμε, αν την πρώτη Ιανουαρίου του 1999, δεν είναι όλοι έτοιμοι; Αλλά για μας δεν είναι αυτό το ζήτημα. Αυτό που είναι σημαντικό είναι η πίεση να είναι εκεί, ώστε οι κυβερνήσεις να κάνουν πράγματα που θα έπρεπε να είχαν γίνει ούτως ή άλλως. Είναι η πίεση που κάνει τις κυβερνήσεις να αντιδράσουν. Η πίεση δημιουργεί τη δική της δυναμική. Μεταμόρφωσε το σχήμα των δημόσιων οικονομικών στην Ευρώπη και το διαπιστώνετε στην Ισπανία και την Ιταλία, μπορείτε να το δείτε σε πολύ μεγάλο βαθμό στο Βέλγιο και σε μεγαλύτερο βαθμό στη Γαλλία και στη Γερμανία».

Η διαδικασία συγκριτικής αξιολόγησης μετέτρεψε τις πολιτικές αποφάσεις σε ψευδο-ουδέτερες τεχνικές αποφάσεις που μπορούν να υπολογιστούν. Γι αυτόν τον λόγο οι διαμορφωτές των εθνικών και των κοινοτικών αποφάσεων την λάτρεψαν, όπως ο Επίτροπος Βιομηχανίας Μάρτιν Μπάγκεμαν[4] (Martin Bangemann), ο οποίος δημιούργησε την Ομάδα Συγκριτικής Αξιολόγησης, που εισήγαγε την συγκριτική αξιολόγηση ως βασική αρχή για όλες τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο φόβος, ότι υπήρχε πραγματικός κίνδυνος η επίτευξη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας που είχε ως αποστολή η εφαρμογή της συγκριτικής αξιολόγησης να θεσμοθετηθεί ως το κύριο κριτήριο στη λήψη αποφάσεων, με αποτέλεσμα να εδραιωθούν και να κυριαρχήσουν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε κάθε τομέα χάραξης της πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επιβεβαιώθηκε.
Οι εταιρείες της Ευρώπης κατασκεύασαν την «Ευρώπη των Εταιρειών», την «Εταιρεία Ευρώπη». 
Παρόλες τις αντιδράσεις των λαών, το λαϊκό αίτημα για μια διαφορετική Ευρώπη σε άλλη ιδεολογική βάση από την υπάρχουσα, στα πλαίσια της οποίας οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση, και οι λαϊκές διαμαρτυρίες που στοχεύουν στην ανάκτηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και την δυνατότητα διαμόρφωσης της πολιτικής σύμφωνα με τα λαϊκά συμφέροντα, όχι μόνο καθημερινά λοιδορούνται από τους εγκάθετους διαμορφωτές στα Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης αλλά συστήνεται ο Ευρωπαϊκός Στρατός για να τις αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα από τις κατά τόπους στα κράτη – μέλη ομάδες καταστολής. 

Αυτή είναι η μόνη δυνατή Ευρώπη 
Η κίνηση προς μια διαφορετική Ευρώπη θα προϋπέθετε την άμεση διάλυση του πανίσχυρου και αντιδημοκρατικού λόμπυ των διακρατικών εταιρειών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία λειτουργούν υπό την προστασία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η οποία τους παρέχει την δυνατότητα να λειτουργούν κατέχοντας, ελέω ενός νέου θεού, δεσπόζουσα θέση, και σε καθεστώς πλήρους ασυλίας όταν με εσωτερικές εγκυκλίους προσπαθούν να αποφύγουν την συμμόρφωση τους με το ισχύον δίκαιο και τις δικαστικές αποφάσεις, καταπατώντας το ισχύον Σύνταγμα.

Ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν Μπαρόζο με τον πρώην επικεφαλής της ΕΣΤΒ, Leif Johansson, και υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ το 2012 σε σύναξη για την κρίση στην Ισπανία
Οι ρομαντικοί ρεφορμιστές που πιστεύουν ότι με την υιοθέτηση σχετικά απλών μέτρων πολιτικής που θα στοχεύουν, αντί στην παγκοσμιοποίηση, στην επανατοπικοποίηση της οικονομίας, μέτρα, όπως η εισαγωγή του Φόρου Tobin στις διεθνείς συναλλαγές κεφαλαίων, η επιβολή φόρων επί των βραχυπρόθεσμων κερδοσκοπικών συναλλαγών ή μέτρα για τον τερματισμό της εταιρικής πρόνοιας, δηλαδή το σταμάτημα της κοινωνικοποίησης των εταιρικών ζημιών και της ιδιωτικοποίησης των κερδών τους, και μέτρα για τον τερματισμό του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών, ενώ έχουν πραγματικά καλές προθέσεις και θέτουν αυτονόητα αιτήματα, όπως η επείγουσα ανακατασκευή των τοπικών οικονομιών με θεσμοθέτηση νομικού πλαισίου επανεπένδυσης στις τοπικές κοινωνίες, με άμεσες δημόσιες επενδύσεις στην αειφόρο γεωργία, στις δημόσιες μεταφορές, την αστική ανάπλαση, τις κοινωνικές υπηρεσίες, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, υποστηρίζοντας σε πάρτυ, σε συνάξεις και σε κινηματικά ξεφαντώματα ότι «Υπάρχει μια εναλλακτική λύση για την Ευρώπη!», δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να αναβάλλουν την αντιμετώπιση του προβλήματος στις ελληνικές καλένδες, δηλαδή στο ποτέ, αν δεν φαντασιώνονται ότι ισχυρότατες οργανώσεις, όπως η Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων, θα τους παραδώσουν τον παράδεισο τους, των τεσσάρων ελευθεριών, της κίνησης κεφαλαίων, υπηρεσιών, εργασίας και ανθρώπων, που σχεδίασαν προσεκτικά και μελετημένα πριν ακόμη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κάποτε οι εν δυνάμει ακόμη Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης χαρακτηρίστηκαν ότι είναι είτε αδύνατες είτε αντιδραστικές. Η πικρή εμπειρία όχι μόνο δεν διάψευσε την παραπάνω ανάλυση αλλά την επιβεβαίωσε στο έπακρο και απέδειξε ότι ισχύουν ταυτόχρονα και τα δύο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η συνένωση αντιδραστικών κρατών και καθεστώτων και επιφέρει από μόνη της επιπρόσθετη αντίδραση πάνω στην υπάρχουσα. Τα αντιδραστικά κράτη δεν χρειάζονται καμιά συνένωση μεταξύ τους για να τα κάνει αντιδραστικά και η συνένωσή τους δεν μπορεί να τα μετατρέψει σε προοδευτικά.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πραγματοποιήθηκε ως αποτέλεσμα της συμφωνίας ανάμεσα στους Ευρωπαίους Κεφαλαιοκράτες, και κυρίως εκείνους που βρίσκονται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο της καπιταλιστικής εξέλιξης. Μια τέτοια προσωρινή συμφωνία είναι δυνατή και η όποια μοιρασιά μεταξύ τους θα γίνει με όρους κεφαλαιοκρατικής δύναμης, σύμφωνα με την οποία «ανάλογα με το κεφάλαιο, το μεγαλύτερο κεφάλαιο θα πάρει περισσότερα απ' όσα του αναλογούν», και αντίθετη προς τις ουτοπικές φρούδες ελπίδες κάποιων ξελιγωμένων «Αριστερών» για μια «Αριστερή Ευρώπη των Λαών», όπου Μεγάλοι και Μικροί θα μοιράζονται τα ληστρικά κέρδη «Δίκαια», δηλαδή «κατ’ αναλογίαν».

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα επακόλουθά του, που σήμαναν την σταδιακή απίσχανση, μέχρι και την ολοκληρωτική απώλεια των αποικιακών αυτοκρατοριών των Ευρωπαϊκών Ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που χάθηκαν από τις σφαίρες Ευρωπαϊκής καταδυνάστευσης για να αποκτήσουν την ανεξαρτησία τους και κυρίως για να περάσουν σε διαφορετικής προέλευσης ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση, η δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης στις σύγχρονες διαμορφωμένες συνθήκες μέσα στα πλαίσια του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού δεν μπορεί παρά να σημαίνει την περιφερειακή περιθωριοποίηση των πιο αδύνατων Ευρωπαϊκών χωρών και περιφερειών από τα ισχυρότερα Ευρωπαϊκά ιμπεριαλιστικά κέντρα, το πέρασμα από την Ευρωπαϊκή Κοινωνική Αντίδραση, στην ακόμα αντιδραστικότερη Κοινωνική Οπισθοδρόμηση, για μια ολόκληρη σειρά Χωρών, Εθνών και Λαών, στον Ευρωφασισμό, έναν σύγχρονο Διακρατικό Φασισμό, της εποχής μας, των Κεφαλαιοκρατικών Ολοκληρώσεων, που αυτήν την στιγμή καλύπτεται ακόμη πίσω από τον κοινοβουλευτικό φερετζέ.

[1] Ο Ιππότης της Βρόμικης Τραπέζης 

Ο Υποκόμης Ετιέν Φρανσουά Ζακ Νταβινιόν, (Étienne Francois Jacques Davignon), είναι ο άνθρωπος φαινόμενο, και αλίμονο μας αν μια μέρα αποφασίσει να μην σηκωθεί από το κρεβάτι του. Η Γη θα μείνει ακυβέρνητη! 
Γεννήθηκε το 1932 στη Βουδαπέστη στην Ουγγαρία, είναι Βέλγος πολιτικός και επιχειρηματίας, διδάκτορας Νομικής του Καθολικού Πανεπιστημίου της Louvain. Μπήκε στο βελγικό υπουργείο Εξωτερικών το 1959 και το 1961 έγινε ακόλουθος του υπουργού Εξωτερικών Πιερ Ενρί Σπάακ. Παρέμεινε στην βελγική κυβέρνηση μέχρι το 1965. Το 1970 προήδρευσε της επιτροπής εμπειρογνωμόνων η οποία εκπόνησε την έκθεση Davignon για την εξωτερική πολιτική για την Ευρώπη. 
1974 – 1977 ήταν ο πρώτος επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, 
1981 – 1985 ήταν μέλος και αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, 
1989 – 2001 διετέλεσε πρόεδρος της βελγικής τράπεζας Σοσιετέ Ζενεράλ του Βελγίου (Société Générale de Belgique – ανεξάρτητη από την γαλλική τράπεζα Société Générale), η οποία αποτελεί τώρα μέρος της γαλλικής πολυεθνικής εταιρείας Σουέζ (Suez) με δραστηριότητες στο νερό, στην παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, και στη διαχείριση των αποβλήτων. Η πολυεθνική Σουέζ ήταν αποτέλεσμα της συγχώνευσης το 1977 των εταιρειών Σουέζ και της κορυφαίας γαλλικής εταιρείας ύδρευσης «Νερά της Λυών». Από το 2000 η Σουέζ απέκτησε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και μετοχές σε τηλεπικοινωνιακές εταιρείες. Σύμφωνα με την επετηρίδα 2004/5 «Τέκτονες Νερών», η Σουέζ τροφοδοτεί με νερό 117.400.000 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Η εταιρεία πραγματοποίησε μια συγχώνευση μεταξύ ίσων με την εταιρεία κοινής ωφελείας Αέριο Γαλλίας - Gaz de France στις 22 Ιουλίου 2008 για να σχηματίσουν την εταιρεία Suez GDF. Τα περιουσιακά στοιχεία που αφορούν το νερό και τα απόβλητα της εταιρείας Σουέζ συγχωνεύτηκαν σε μια ξεχωριστή εισηγμένη εταιρεία, την Suez Environnement. 

Σήμερα ο Ετιέν Νταβινιόν είναι Αντιπρόεδρος της θυγατρική της Suez GDF , της Suez-Tractebel. Η Tractebel Engineering είναι μια διεθνής εταιρεία, με «βελγικές ρίζες», η οποία παρέχει σε όλο τον κόσμο συμβουλευτικές καθετοποιημένες υπηρεσίες του κύκλου ζωής και της μηχανικής στην ενέργεια, στην πυρηνική ενέργεια, στο φυσικό αέριο, στη βιομηχανία και τις υποδομές.  

Ως πρόεδρος της Société Générale de Belgique, ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Στρογγυλής Τράπεζας Βιομηχάνων. 

Είναι ο συμπρόεδρος της Στρογγυλής Τράπεζας του Επιχειρηματικού Διαλόγου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Ιαπωνία, είναι πρόεδρος του ιδρύματος Paul-Henri Spaak, είναι πρόεδρος του EGMONT - Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, είναι πρόεδρος του CSR Europe, είναι πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας επιχειρήσεων στην κοινωνία και ήταν πρόεδρος του ετήσιου συνεδρίου της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ από το 1998 έως το 2001 και παραμένει μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Bilderberg Group. 

Είναι πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Brussels Airlines, η οποία ιδρύθηκε μετά την πτώχευση της Sabena. 

Είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου σε πολλές βελγικές εταιρίες και πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης της Σχολής Διοίκησης στις Βρυξέλλες. 

Στις 26 Ιανουαρίου 2004 του απονεμήθηκε ο τιμητικός τίτλος του υπουργού Επικρατείας, δίνοντάς του μια έδρα στο Συμβούλιο του Θρόνου. Είναι σημαντικό μέλος της συμβουλευτικής ομάδας Στρατηγικής των Ευρωπαϊκών Επιχειρηματικών Βραβείων. Είναι μέλος του βελγικού συλλόγου Cercle Royal Gaulois Artistique et Littéraire, που αυτοπροσδιορίζεται ως ένας φιλικός, πνευματικός, καλλιτεχνικός και λογοτεχνικός τόπος συνάντησης, ελεύθερος από κάθε πολιτική, πολιτιστική ή φιλοσοφική τάση! 

Είναι μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Ινστιτούτου Itinera think tank και πρόεδρος του think tank Friends of Europe (Φίλοι της Ευρώπης) που εδρεύει στις Βρυξέλλες. 


[2] Η Συνθήκη του Άμστερνταμ είναι το αποτέλεσμα της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που ξεκίνησε στις 29 Μαρτίου 1996 στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τορίνο. Εγκρίθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Άμστερνταμ στις 16 και 17 Ιουνίου του 1997 και στη συνέχεια υπεγράφη στις 2 Οκτωβρίου του 1997 από τους υπουργούς Εξωτερικών των τότε 15 κρατών μελών. Τέθηκε σε ισχύ την 1 Μαΐου του 1999. Η συνθήκη του Άμστερνταμ τροποποίησε ορισμένες διατάξεις της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, διατάξεις για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ορισμένες συναφείς πράξεις. Διακηρυγμένος στόχος των τροποποιήσεων αυτών ήταν η ενίσχυση των οικονομικών δικαιωμάτων των πολιτών, η ανάπτυξη Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και η βελτίωση της λειτουργίας των θεσμικών οργάνων. 

[3] Διακυβερνητική Διάσκεψη είναι η επίσημη διαδικασία για τη διαπραγμάτευση τροποποιήσεων των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τις Συνθήκες, η ΔΔ καλείται σε λειτουργία από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και απαρτίζεται από εκπροσώπους των κρατών-μελών, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μειοψηφία μελών του Ευρωκοινοβουλίου. 

[4] Ο Μάρτιν Μπάγκεμαν είναι Γερμανός και Υπουργός Εθνικής Οικονομίας της Γερμανίας από το 1984 μέχρι το 1988. Το 1988 έγινε μέλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Υπήρξε αρμόδιος επίτροπος για την εσωτερική αγορά και τις βιομηχανικές υποθέσεις στην Επιτροπή Ντελόρ από το 1989 μέχρι το 1995. Ήταν Επίτροπος για τις βιομηχανικές υποθέσεις και τις τεχνολογίες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών στην Επιτροπή Σαντέρ από το 1995 μέχρι το 1999. Ως Επίτροπος οδήγησε μια «ομάδα υψηλού επιπέδου» που συνέταξε την έκθεση «Η Ευρώπη και η παγκόσμια κοινωνία της πληροφορίας» το 1994. Το έγγραφο αυτό περιείχε συστάσεις προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που η Ευρώπη θα πρέπει να λάβει όσον αφορά τις πληροφορίες υποδομής. Έγινε γνωστή ως η «Έκθεση Μπάγκεμαν» και επηρέασε πολλές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ανάρτηση από: http://www.stontoixo.com