Του Κώστα Λαπαβίτσα
Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει σε πρώτη φάση να αντιστρέψει τις τεράστιες βλάβες που προκλήθηκαν από την πολυετή ύφεση και τις μνημονιακές πολιτικές. Θα πρέπει επίσης να προωθεί τις βαθιές εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα βγάλουν τη χώρα από τη στρεβλή ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από όλα, θα πρέπει να αλλάξει την κοινωνική ισορροπία υπέρ των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων και κατά των μεγάλων συμφερόντων που συνεχίζουν να λυμαίνονται τη χώρα.
Μετά από πέντε χρόνια Μνημονίων, η Ελλάδα είναι μια κατεστραμμένη, λεηλατημένη χώρα. Xρειάζεται ένα πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγής στην οικονομική πολιτική το οποίο θα την βάλει σε πορεία ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη.
Οι μνημονιακές δυνάμεις - ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ - έχουν το δικό τους πρόγραμμα, δηλαδή το τρίτο Μνημόνιο που συνεχίζει την καταστροφική πορεία των δύο προηγουμένων. Το πρόγραμμα των μνημονιακών κομμάτων είναι καταδίκη για την Ελλάδα. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα αντι-μνημονιακό πρόγραμμα που θα είναι εφικτό και υλοποιήσιμο.
Οι μνημονιακές δυνάμεις - ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ - έχουν το δικό τους πρόγραμμα, δηλαδή το τρίτο Μνημόνιο που συνεχίζει την καταστροφική πορεία των δύο προηγουμένων. Το πρόγραμμα των μνημονιακών κομμάτων είναι καταδίκη για την Ελλάδα. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα αντι-μνημονιακό πρόγραμμα που θα είναι εφικτό και υλοποιήσιμο.
Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει σε πρώτη φάση να αντιστρέψει τις τεράστιες βλάβες που προκλήθηκαν από την πολυετή ύφεση και τις μνημονιακές πολιτικές. Θα πρέπει επίσης να προωθεί τις βαθιές εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα βγάλουν τη χώρα από τη στρεβλή ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από όλα, θα πρέπει να αλλάξει την κοινωνική ισορροπία υπέρ των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων και κατά των μεγάλων συμφερόντων που συνεχίζουν να λυμαίνονται τη χώρα.
Στο πλαίσιο αυτό παραθέτω μια ανάλυση πέντε αναπόσπαστων πλευρών του αντιμνημονιακού προγράμματος ως συμβολή στη δημόσια συζήτηση καθώς πλησιάζουν οι εκλογές.
Για κάθε καλόπιστο αναγνώστη θα προκύψει το ερώτημα αν ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να υλοποιηθεί μέσα στην Ευρωζώνη. Η απάντηση είναι ότι η υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος είναι αδύνατη εντός της Ευρωζώνης και απαιτεί μετάβαση σε εθνικό νόμισμα. Στην αμέσως επόμενη ανάρτηση θα αναλύσω τους λόγους, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της μετάβασης.
Για κάθε καλόπιστο αναγνώστη θα προκύψει το ερώτημα αν ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να υλοποιηθεί μέσα στην Ευρωζώνη. Η απάντηση είναι ότι η υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος είναι αδύνατη εντός της Ευρωζώνης και απαιτεί μετάβαση σε εθνικό νόμισμα. Στην αμέσως επόμενη ανάρτηση θα αναλύσω τους λόγους, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της μετάβασης.
i. Βαθιά διαγραφή του δημοσίου χρέους
Η επίλυση του ζητήματος του χρέους είναι βασικός όρος για την ανάκαμψη της χώρας. Η εξυπηρέτηση του χρέους επιβάλλει φυσικά ένα τεράστιο ετήσιο κόστος στη γονατισμένη οικονομία. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι ότι η εξυπηρέτηση του χρέους αποτελεί τον στόχο και το πλαίσιο των Μνημονίων. Οι δανειστές έχουν επιβάλλει στη χώρα μας καταστροφικές υφεσιακές πολιτικές με σκοπό να εξυπηρετείται το χρέος και όχι να ανακάμψει η οικονομία, ή να ενισχυθεί η απασχόληση και το εισόδημα. Η Ελλάδα πνίγεται από μια παράλογη οικονομική πολιτική που πηγάζει από ένα μη βιώσιμο χρέους.
Το ελληνικό χρέος θα γίνει ακόμη λιγότερο βιώσιμο μετά το τρίτο μνημόνιο, το οποίο θα αυξήσει το μέγεθος του χρέους κατά 10-25 δις ευρώ, ενώ θα συρρικνώσει το ΑΕΠ το 2015-16. Για να αλλάξουν τα πράγματα απαιτείται καταρχήν η βαθιά διαγραφή του χρέους και παράλληλα μια οικονομική πολιτική που θα τονώνει την ανάπτυξη. Αν δεν απαλλαγεί η χώρα από τις υφεσιακές πολιτικές των Μνημονίων, το χρέος της δεν θα γίνει ποτέ βιώσιμο.
Η Ελλάδα χρειάζεται άμεση αναστολή πληρωμών στο χρέος με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του. Η διαγραφή είναι μια συγκρουσιακή διαδικασία που θα περιλαμβάνει εκτεταμένες διαπραγματεύσεις και νομικές διαδικασίες. Θα αντιμετωπιστεί με πλήρη διαφάνεια, που σημαίνει άμεση συμμετοχή των πολιτών, άνοιγμα των βιβλίων του δημοσίου χρέους με δημόσιο έλεγχο και άσκηση δημοκρατικού ελέγχου. Ένα χρήσιμο βήμα στη κατεύθυνση αυτή είναι η δημιουργία της Επιτροπής Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, η οποία έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
ii. Άρση της λιτότητας
Η δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας καθορίστηκε από τα Μνημόνια που επέβαλαν δριμύτατη λιτότητα, δηλαδή μια υφεσιακή πολιτική, με περικοπή των δημοσίων δαπανών και μεγάλη αύξηση της φορολογίας. Η λιιτότητα δεν επιβλήθηκε επειδή - δήθεν - το δημόσιο χρεοκόπησε και δεν είχε λεφτά αλλά επειδή, αφενός, το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων εσόδων κατευθύνεται στην εξυπηρέτηση του χρέους και, αφετέρου, ο πλούτος είτε αποκρύπτεται, είτε διανέμεται υπέρ μιας μειοψηφίας. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι ο δανεισμός από το εξωτερικό δεν χρηματοδοτεί ούτε το κράτος, ούτε την οικονομία, αλλά κυρίως αποπληρώνει παλαιά χρέη.
Η Ελλάδα έχει τους χρηματικούς πόρους για να χρηματοδοτήσει και την ανάπτυξη και τον κοινωνικό χαρακτήρα του κράτους. Στην πράξη όμως χρηματοδοτεί - αντί των παραπάνω - τους πιστωτές και μια εσωτερική ολιγαρχία. Αυτό γίνεται από πολιτική επιλογή και όχι δήθεν αναγκαστικά.
Η λιτότητα αποδείχθηκε καταστροφική για την παραγωγή, την απασχόληση, το κράτος πρόνοιας και τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού. Μια κυβέρνηση που κινείται σε αντιμνημονιακή κατεύθυνση δεν μπορεί παρά να απορρίψει συνολικά τη δημοσιονομική λιτότητα, ακόμη και την πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ο κύριος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η αναζωογόνηση της οικονομίας και όχι η εξυπηρέτηση του χρέους, ή η συμμόρφωση με τους καταστροφικούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΟΝΕ.
Στις δαπάνες, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η χρηματοδότηση της παραγωγικής ανασυγκρότησης, η αποκατάσταση του Κοινωνικού Κράτους και η ενίσχυση της απασχόλησης. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα απελευθερώσουν πόρους για αποκατάσταση των δημόσιων δαπανών. Επείγοντα και μεγάλης κλίμακας μέτρα θα περιλαμβάνουν την στήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην υγεία, αλλά και την ενίσχυση της στέγασης και της σίτισης. Θα υπάρξει εθνικός συντονισμός συσσιτίων για όσους αντιμετωπίζουν ακραία φτώχεια και παροχή μόνιμης στέγης για τους αστέγους. Στην υγεία, θα δοθεί έμφαση στην αναστροφή των καταστροφικών τάσεων της αυξανόμενης παιδικής θνησιμότητας και της πτώσης του προσδόκιμου ζωής. Για τον σκοπό αυτό θα υπάρξει εξασφαλισμένη ιατροφαρμακευτική κάλυψη για τα ευάλωτα νοικοκυριά, με απώτερο στόχο τη συνολική πληθυσμιακή κάλυψη. Θα υποστηριχθεί το δίκτυο προστασίας ανέργων, νεολαίας, εργαζομένων και συνταξιούχων, ενώ θα τεθούν οι βάσεις μιας άλλης δημογραφικής πολιτικής, όπως και μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής.
Στα έσοδα, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με στόχο την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και την ενίσχυση της απασχόλησης, με ταυτόχρονη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και εκσυγχρονισμό του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ώστε να συρρικνωθούν η φοροαποφυγή και η φοροδιαφυγή. Τα Μνημόνια έφεραν φορολογική καταιγίδα που χτύπησε βαριά την οικονομία και η οποία θα αντιστραφεί. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα επιτρέψουν επίσης την ελάφρυνση της φορολογίας. Ακόμη, μετά από τέσσερα χρόνια πολιτικών σκληρής λιτότητας και μνημονιακών προγραμμάτων, το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει βαρύνει τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, ενώ οι πλούσιοι συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν. Χρειάζεται, τέλος, απλοποίηση του φορολογικού συστήματος με στόχο την αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου προς όφελος των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων, καθώς και αυστηροί μηχανισμοί για την απάλειψη της φοροδιαφυγής.
Ο ευρύτερος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι η ενίσχυση της συνολικής ζήτησης και προσφοράς στην οικονομίας, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη και να ενισχυθεί η απασχόληση με κοινωνική δικαιοσύνη. Για το σκοπό αυτό απαιτείται μια καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική που θα τονώσει τον αγροτικό και τον μεταποιητικό τομέα της οικονομίας. Η βιομηχανική πολιτική θα βασίζεται σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για την ενίσχυση των υποδομών, αλλά και την αναζωογόνηση της έρευνας και της παιδείας. Χωρίς βιομηχανική πολιτική και ισχυρό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, η Ελλάδα δεν θα πάρει το νέο δρόμο ανάπτυξης που χρειάζεται.
iii. Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος με δημόσια διοίκηση
Οι ιδιωτικές τράπεζες έχουν αποτύχει στην Ελλάδα και το κόστος της αποτυχίας τους για τη χώρα είναι τεράστιο. Οι τράπεζες, που ήδη έχουν κοινωνικοποιηθεί, αλλά μόνο ως προς τις ζημιές τους, θα εθνικοποιηθούν πλήρως και θα τεθούν υπό δημόσια διοίκηση και δημοκρατικό έλεγχο, ώστε να δημιουργηθεί ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που θα στηρίζει την ανάπτυξη. Αυτή είναι η βαθύτερη μεταρρύθμιση που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα. Οι τράπεζες χρειάζονται αμέσως εξυγίανση και απαλλαγή από τα προβληματικά δάνεια με κρατική στήριξη. Ταυτόχρονα θα υπάρξει παραγραφή του χρέους των νοικοκυριών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με βάση κοινωνικά κριτήρια.
Το εθνικοποιημένο τραπεζικό σύστημα θα στηρίζεται σε ισχυρή ρευστότητα από την Τράπεζα της Ελλάδας, ώστε να μπορεί να παρέχει τις πιστώσεις που απαιτούνται, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Οι τράπεζες θα παίξουν επίσης καθοριστικό ρόλο στη ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων και στην υλοποίηση της βιομηχανικής πολιτικής. Η ολική μεταρρύθμιση των τραπεζών θα είναι ο κύριος μοχλός της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και της αλλαγής της ελληνικής οικονομίας.
iv. Παραγωγική ανασυγκρότηση
H Ελλάδα διαθέτει τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες που παραμένουν αυτή τη στιγμή αναξιοποίητες. Για να απελευθερωθούν και να αλλάξει η λογική του οικονομικού μοντέλου, όπως και η θέση των εργαζομένων, χρειάζεται μια νέα στρατηγική ανάπτυξης που θα βασίζεται σε καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική. Ο στόχος θα είναι η οικονομική ανόρθωση της χώρας, η αλλαγή στη δομή της οικονομίας της προς όφελος του αγροτικού και του μεταποιητικού τομέα, όπως και του εξειδικευμένου τριτογενούς τομέα, η μείωση της ανεργίας και η αύξηση των εισοδημάτων με έναν οικολογικά βιώσιμο τρόπο. Ο σχεδιασμός μιας τέτοιας στρατηγικής και η υλοποίηση της απαιτεί συλλογική προσπάθεια από κοινωνικές οργανώσεις, τμήματα του κρατικού μηχανισμού, ακαδημαϊκούς και σωματεία από ολόκληρη τη χώρα.
Η απαιτούμενη βιομηχανική πολιτική πρέπει πρώτα να λάβει υπόψη της την παρατεταμένη αποβιομηχάνιση της χώρας, που ξεκίνησε στις αρχές του 1980 και έχει γίνει δραματική, ιδίως μετά τη μαζική καταστροφής του παραγωγικού ιστού από το 2008 και μετά. Πρέπει επίσης να λάβει υπόψη της τις αντιαναπτυξιακές πολιτικές της ΕΕ και της ΟΝΕ που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στο σημερινό αδιέξοδο. Τέλος, πρέπει να αναγνωρίσει την κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών σε βασικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς.
Είναι λάθος να λέγεται ότι σε συνθήκες παγκόσμιου χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική ανάπτυξης για μια μεσαίου μεγέθους οικονομία, όπως αυτή της Ελλάδας. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να δώσει ώθηση στον βιομηχανικό της τομέα, δίνοντας έμφαση στην εγχώρια ζήτηση και αλλάζοντας τη σύνθεση της παραγωγής υπέρ των προϊόντων που μπορούν να εξαχθούν, αντί για τον τομέα των υπηρεσιών τον οποίο υπερτόνισε τις τελευταίες δεκαετίες. Μια τέτοια στρατηγική θα στηριχτεί αναπόφευκτα στην ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που παραμένουν η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα πρέπει επίσης επειγόντως να ενισχύσει τον αγροτικό τομέα, ο οποίος έχει συρρικνωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Ως μεσογειακή χώρα με προϊόντα υψηλής ποιότητας, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες, η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει έναν ανασυγκροτημένο αγροτικό τομέα με καθοριστικό ρόλο στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την στροφή προς ένα καινούργιο μοντέλο γεωργίας. Χρειάζεται ένα μοντέλο με οικολογική κατεύθυνση, ποιοτικές καλλιέργειες και ενίσχυση της θέσης της μικρής και μεσαίας παραγωγής, στους αντίποδες της λογικής της καπιταλιστικής συγκέντρωσης της γεωργίας και της υπαγωγής της στην επιβουλή των πολυεθνικών ομίλων.
Είναι φανερό ότι μια τέτοια στρατηγική ανάπτυξης θα στηριχτεί σε συνεκτικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και σε ένα δημόσιο πρόγραμμα στήριξης της έρευνας και της τεχνολογία. Για να μπει σε τροχιά μια τέτοια στρατηγική βασικό βήμα είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και η δημιουργία δημόσιων αναπτυξιακών τραπεζών. Οι τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν σε αναπτυξιακή κατεύθυνση και να είναι σε θέση να στηρίξουν τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση θα περιλαμβάνει επίσης άμεσα μέτρα για την αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων και την τόνωση του λαϊκού και εργατικού εισοδήματος. Δε νοείται υγιής ανάπτυξη χωρίς αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στον χώρο της εργασίας και δημοκρατική εξυγίανση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Θα ληφθούν επίσης άμεσα βήματα για σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού από τα σημερινά επίπεδα εξαθλίωσης, με ταυτόχρονη ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση του κόστους. Η υγιής ανάπτυξη πρέπει να στηρίζεται σε ισχυρή εγχώρια ζήτηση και αυτό σημαίνει σταθερή αύξηση των μισθών.
v. Αναδιάρθρωση και εκδημοκρατισμός του κράτους με κινητοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων
Ο υπάρχων κρατικός μηχανισμός, τα πολιτικά κόμματα και το πολιτικό προσωπικό που κυβέρνησαν την Ελλάδα για δεκαετίες είναι απολύτως ανίκανα να υλοποιήσουν αυτές τις αναγκαίες αλλαγές. Μία κυβέρνηση που επιζητεί να μετασχηματίσει τη χώρα με βάση τους υπάρχοντες θεσμούς θα αποτύχει και μάλιστα πολύ γρήγορα. Για να μπει σε μια διαφορετική τροχιά ανάπτυξης, η Ελλάδα χρειάζεται ριζικές μεταρρυθμίσεις προς μια δημοκρατική κατεύθυνση τόσο στο κράτος όσο και στο πολίτευμα της.
Το ελληνικό κράτος έχει αποδυναμωθεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών, χάνοντας μεγάλο εύρος των δεξιοτήτων του και βασιζόμενο ολοένα και περισσότερο στους μηχανισμούς της ΕΕ. Η διαφθορά έχει αυξηθεί υπό το βάρος των συμφερόντων των μεγάλων εταιρειών και συχνά σχετίζεται με τις προμήθειες του υπερμεγέθους στρατιωτικού τομέα. Ταυτόχρονα οι κρατικοί μηχανισμοί έχουν γίνει όλο και πιο αυταρχικοί.
Ο κρατικός αυταρχισμός θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με αποφασιστικότητα, ειδικότερα στη δικαιοσύνη και στα σώματα ασφαλείας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να βελτιώσει τις ικανότητες του στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Βασικό ρόλο στη διαδικασία αυτή θα παίξει η ριζική αλλαγή στα ΜΜΕ, η απαλλαγή τους από τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, καθώς και η λειτουργία υψηλής ποιότητας και αξιοπιστίας δημόσιων ΜΜΕ, με βασικό το ρόλο των κοινωνικών φορέων και των ίδιων των πολιτών στη λειτουργία τους.
Η διαδικασία εκδημοκρατισμού της δημόσιας ζωής και του κράτους απαιτεί την κινητοποίηση ευρύτατων κοινωνικών δυνάμεων. Κεντρική σημασία θα έχει η επαναφορά όλων των εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν καταργηθεί, καθώς και η ανασυγκρότηση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Η επιτυχία του εκδημοκρατισμού θα εξαρτηθεί επίσης από την ενεργή συμμετοχή της μισθωτής εργασίας, του επιστημονικού δυναμικού, της νεολαίας, των μικρών και μεσαίων παραγωγών. Παραγωγική ανασυγκρότηση και εκδημοκρατισμός δεν είναι ουδέτερες ή απλά τεχνικές διαδικασίες, αλλά μια πορεία βαθιάς κοινωνικής αλλαγής που ενεργοποιεί όλο και ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας, απελευθερώνοντας τη δημιουργικότητά τους. Σημείο τομής σε αυτήν την πορεία είναι ο στόχος για μια νέα μια βαθιά συνταγματική τομή που θα εισαγάγει τη χώρα στην περίοδο της Δ' Ελληνικής Δημοκρατίας μέσω μιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.
Ανάρτηση από: http://costaslapavitsas.blogspot.gr