Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

Τι μας αποκαλύπτουν οι τελευταίες ομιλίες του κ. Αλ. Τσίπρα

Του Λευτέρη Ριζα

     Τις τελευταίες ημέρες ο πρωθυπουργός μας κ. Αλ. Τσίπρας εκφώνησε τρεις σημαντικές ομιλίες: δύο στον ΟΗΕ [μίλησε βέβαια και στους ομογενείς αλλά αυτή δεν την λογαριάζουμε, όπως και αυτή με τον Κλίντον] και μια στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ. Στη συνέχεια θα σταθούμε πρώτα σε αυτήν, την τελευταία και μετά σε αυτές στον ΟΗΕ.
       Είπε, μιλώντας στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ:
       «Βρισκόμαστε σήμερα εδώ μετά από μια δύσκολη αλλά νικηφόρα εκλογική μάχη. Δεν πετάμε στα σύννεφα αλλά δικαιούμαστε να είμαστε χαρούμενοι και να αισθανόμαστε δικαιωμένοι από τη λαϊκή ετυμηγορία.
Διότι ο ελληνικός λαός δικαίωσε με τη κρίση και το σκληρό και έντιμο αγώνα που δώσαμε για να υπερασπιστούμε το δίκιο του τη περίοδο της διαπραγμάτευσης αλλά και τη δύσκολη επιλογή να προχωρήσουμε σε έναν συμβιβασμό, σε μια συμφωνία με τους εταίρους μας».
       Ο κ. Τσίπρας διαρκώς επαναλαμβάνει τις λέξη «μάχη», «αγώνα» για να περιγράψει, δικαιολογήσει, νομιμοποιήσει τις ενέργειες του στο διάστημα από τον σχηματισμό της «για πρώτη φορά αριστερής κυβέρνησης» μέχρι τώρα  και να συσπειρώσει γύρω από τον ίδιο και την κυβέρνηση του, ελληνικό λαό. Προσέξτε: δεν λέω και γύρω από το κόμμα του, τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί αυτό στην πραγματικότητα το έχει καταργήσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΚΕ του, η Πολιτική Γραμματεία του, οι οργανώσεις του και τα μέλη τους δεν παίζουν πια κανένα ρόλο. Ο ρόλος τους ήτανε να τον φέρουν στην εξουσία. Μόλις τον έφεραν δεν είχαν τίποτα άλλο να προσφέρουν και να κάνουν. Προπαντός δεν έπαιξαν απολύτως κανένα ρόλο στις πολιτικές ενέργειες του. Αλλά αυτό είναι κάτι που πρέπει να απασχολήσει πρώτα – πρώτα τα ίδια τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν να παίζουν το ρόλο της «γλάστρας» και του απλού παλαμοκρούστη των όποιων λόγων, πολιτικών και αποφάσεων του κ. Τσίπρα και της παρέας του.

       Αρκεί η λαϊκή ετυμηγορία για να αισθάνεται μια κυβέρνηση δικαιωμένη; Καλύτερα και ακριβέστερα διατυπωμένο: η λαϊκή ετυμηγορία μας λέει κάθε φορά να μια κυβέρνηση έπραξε ορθά και προς το συμφέρον του λαού και του τόπου; Πόσες φορές π.χ. η λαϊκή ετυμηγορία δεν δικαίωσε τις κυβερνήσεις π.χ. του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ.; Δεν αναφέρω την ΕΡΕ μια και τότε η βία και νοθεία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση της πολυπόθητης λαϊκής ετυμηγορίας. Αλλά μετά τη «μεταπολίτευση» δεν παρουσιάστηκαν τέτοια φαινόμενα. Μπορούμε να πούμε ότι ο λαός αποφάσισε με ελευθερία για το ποιο κόμμα ήθελε να τον κυβερνήσει. Συνεπώς και ο λαός έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την πορεία του τόπου τα τελευταία 40 χρόνια, γιατί ψήφιζε – και μάλιστα μεγαλύτερα ποσοστό και συμμετοχή στις εκλογές από ότι στις τελευταίες – όλες αυτές τις κυβερνήσεις του «παλιού και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος». Δεν διώξαμε τον παλιό λαό και φέραμε καινούριο, έτσι που η πρόσφατη λαϊκή ετυμηγορία να προέρχεται αποκλειστικά  από τον «νέο», λευκό και άμωμο λαό.
       Αυτός λοιπόν ο ίδιος λαός πρέπει να ήταν είτε μαζικά οπορτουνιστής ή ηλίθιος όταν ψήφιζε στο παρελθόν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ – μάλιστα κατ΄ επανάληψη – και βεβαίως δεν έδειχνε εμπιστοσύνη στην «ανανεωτική» αριστερά, έχοντας την καταδικάσει να φυτοζωεί στο πολιτικό περιθώριο του 3-4%. Ή ας πάρουμε παράδειγμα τον λαό της Πορτογαλίας που ως φαίνεται εμπιστεύτηκε και πάλι – έστω με μικρότερα ποσοστά – την κεντροδεξιά κυβέρνηση.
       Θα μπορούσαμε επίσης να αναφερθούμε σε δεκάδες ανάλογες περιπτώσεις άλλων χωρών και λαών. Που ψηφίζουν και στηρίζουν κατ ‘ επανάληψη κυβερνήσεις που στρέφονται ενάντια στα πραγματικά του συμφέροντα. Αλλά ακόμα χειρότερα να θυμηθούμε ότι ο γερμανικός λαός στήριξε με φανατισμό μάλιστα και ακολούθησε μέχρι τέλους τη ναζιστική κυβέρνηση του. Τώρα δε η κ. Μέρκελ έχει κερδίσει τις εκλογές, με σημαντικά ποσοστά και λαϊκή υποστήριξη, εδώ και μερικά χρόνια. Τα ίδια συμβαίνουν και στη Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Αγγλία και φυσικά τις ΗΠΑ.
       Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η νίκη στις εκλογές αποτελεί και την πιο τρανή απόδειξη ότι ο νικητής έχει κάνει το καλύτερο για τον λαό του; Όχι βέβαια. Τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα στη σχέση λαού/ λαϊκών συμφερόντων και εκφραστών / εκπροσώπων κάθε φορά του λαού.      
       Συνεπώς δεν πατάει σε πολύ γερό έδαφος – αλλά ούτε στην πραγματικότητα – αυτό που ισχυρίστηκε ο κ. Τσίπρας στην Κ.Ο. και που μάλλον το πιστεύει και η ίδια, ότι δηλαδή «ο ελληνικός λαός δικαίωσε με τη κρίση» του τον σκληρό αγώνα κλπ κλπ. Πρώτα-πρώτα υπάρχει στη μέση και η τεράστια αποχή. Ως φαίνεται όλοι αυτοί που δεν θέλησαν να ψηφίσουν κάποιο από τα κόμματα που πήραν μέρος στις εκλογές, γιατί απλούστατα δεν τα εμπιστευόντουσαν, δεν υπάρχουν, είναι αόρατοι κι έτσι δεν ασχολείται με αυτούς ο κ. Τσίπρας. Λέξη γι αυτό το πρωτόφαντο φαινόμενο για τις ελληνικές εκλογές. Αλλά πέρα από αυτό η πλειοψηφία του λαού – των εκλογέων -, αυτών που τελικά ψήφισαν δεν φαίνεται ότι ενέκρινε τα υπό την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ ΑΝΕΛ  έγιναν. Διότι και λιγότερες ψήφους κέρδισαν σε σχέση με τις εκλογές Ιανουαρίου αλλά και γιατί το άθροισμα των ποσοστων ΣΥΡΙΖΑ/ ΑΝΕΛ ανέρχεται στο 39,15% που εξακολουθεί να είναι μικρότερο από το υπόλοιπο 60,85%  που ως φαίνεται δεν εκτίμησε όπως νομίζει ο κ. Τσίπρας τις μάχες και τους αγώνες που έδωσε.
       Ένας άνθρωπος πραγματικά – όχι πλασματικά – αριστερός και ένα ανάλογο κόμμα και Κ.Ο. δεν θα φερόντουσαν με τέτοιο κομπασμό. Αντίθετα από αυτό θα ξεκινούσαν, δηλαδή από την αύξηση του αριθμού των πολιτών που δεν πήγαν να ψηφίσουν, από τη μείωση αυτών που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ [και ΑΝΕΛ, δηλαδή την κυβέρνηση], θα προσπαθούσαν αυτό να αναλύσουν και καταλάβουν και έπειτα θα προχωρούσαν στην χάραξη των νέων καθηκόντων. Να γράψω εδώ πώς ακριβώς σε ακόμα πιο δύσκολες στιγμές, επαναστάτες ηγέτες, όπως π.χ. ο Λένιν, δεν πετάγανε στα σύννεφα ούτε ωραιοποιούσανε τις καταστάσεις, θα ήτανε προσβολή στη μνήμη τους.  
       Υποστηρίζοντας ο κ. Τσίπρας στην Κ.Ο του ότι ο ελληνικός λαός δικαίωσε τον σκληρό και έντιμο αγώνα που έδωσαν για τα δίκια του και την δύσκολη επιλογή να προχωρήσουνε σε συμβιβασμό και τη συμφωνία, δείχνει έναν απέραντο κυνισμό και διαστρεβλώνει την πραγματικότητα. Γιατί αυτός ο λαός και όχι κάποιος άλλος θα υποχρεωθεί από σήμερα και για μερικά ακόμα χρόνια να κάνει «το σκατό παξιμάδι» που λέγανε οι παλιοί, για να πληρωθούν και τα λάθη τακτικής στην διαπραγμάτευση.
Ο Λένιν στην περίπτωση της συμφωνίας του Μπρέστ-Λιτόφσκ – αναφέρομαι σε αυτό γιατί κάποιοι «πανέξυπνοι» συριζαίοι συγκρίνανε την υποχώρηση του Λένιν τότε με τη σημερινή του ΣΥΡΙΖΑ – όχι μια και δύο, αλλά πολλές φορές χαρακτήρισε ΗΤΤΑ της επανάστασης την υποχώρηση στο Μπρεστ Λιτόφσκ. Και ομολόγησε ότι επειδή είχανε πάρει τα μυαλά τους αέρα την περίοδο των διαπραγματεύσεων, προκάλεσαν μεγάλη ζημιά στη Ρωσία, τον ρωσικό λαό και την επανάσταση. Εδώ ο κ. Τσίπρας και η παρέα του δεν τολμάνε να χαρακτηρίσουν ως ήττα τους τη συμφωνία ούτε και να παραδεχτούνε πώς η διαπραγματευτική τους τακτική στοίχισε πάρα πολλά ευρώ στον ελληνικό λαό. Δισεκατομμύρια χάθηκαν. Κι αν ακόμα από άγνοια όλων αυτών ή από απέχθεια στους Γεωργιάδηδες και Βορίδηδες ο ελληνικός λαός αναγκάστηκε θέλοντας και μη να ρίξει την ψήφο του στον ΣΥΡΙΖΑ, αυτό σημαίνει ότι εγκρίνανε ή αναγνωρίσανε τον «σκληρό» αγώνα της χαζοχαρούμενης παρέας;
       Ο Λένιν δεν αποκαλούσε εταίρους αυτούς με τους οποίους αναγκάστηκε να υπογράψει τη συμφωνία, αλλά ιμπεριαλιστές λύκους, καθάρματα κλπ. Αν η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υπογράψει τη συμφωνία της, δηλαδή το Μνημόνιο 3, κάτω από καθεστώς άμεσων εκβιασμών κλπ κλπ όπως πολλές φορές έχουν ομολογήσει τόσο ο ίδιος ο πρωθυπουργός όσο και οι υπουργοί Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος όσο και το «δεξί» χέρι της κυβέρνησης κ. Π. Καμμένος, τότε τι σόϊ εταίροι είναι; Και πως θα πορευθούμε στο μέλλον μαζί τους ή μάλλον πώς θα ξεμπερδέψουμε από αυτούς; Γιατί εδώ δεν έχουμε μια ήττα του στυλ «απώλεια» εδαφών – αν και αυτή μας έρχεται – αλλά μια άμεση επέμβαση στο πως θα κανονίσουμε τη ζωή μας. Αυτό δηλαδή οι ιμπεριαλιστές λύκοι δεν το ζήτησαν από τους μπολσεβίκους και τον Λένιν. Αργότερα βέβαια προσπάθησαν με τη στρατιωτική τους επέμβαση. Παρόλα αυτά η υπογραφή της συμφωνίας ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο – γιατί μια αισχρή συμφωνία που αποτελούσε βαριά ήττα της επανάστασης – για τον σταδιακό εκφυλισμό της, που τελικά οδήγησε στην κατάρρευση της. 
       «Τα Μνημόνια δεν είναι «άθροισμα μέτρων» αλλά πολιτικό πρόγραμμα»[1]. Κι αυτό απόλυτα σωστό. Οι «εταίροι» μας λοιπόν με τα Μνημόνια προσπαθούν να επιβάλουν ένα «μοντέλο» κοινωνικο-οικονομικό, πολιτιστικό κλπ κλπ συμπληρωματικό παρακολούθημα των αναπτυγμένων καπιταλιστικών / ιμπεριαλιστικών κοινωνιών τους.  Αυτό τους ενδιαφέρει πρώτα από όλα και όχι το χρώμα της κυβέρνησης που θα το υλοποιήσει. Από την στιγμή που ο «αριστερός» ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρος του, το υπέγραψαν, είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι, πέρασαν τη διαχωριστική γραμμή προς την πλευρά του καπιταλιστικού/ ιμπεριαλιστικού κόσμου. Τώρα μπορεί και να μιλάει «άνετα» μαζί τους και να φωτογραφίζεται οικογενειακώς και ό,τι άλλο σχετικό και ανάλαφρο θέλει. Αν, όμως, αν θελήσει ή τολμήσει να κάνει καμιά «εξυπνάδα» [ή «κουτσουκέλα»] τότε φίδι που τον έφαγε.
       Ο πρωθυπουργός στη συνέχεια επανέλαβε ένα ισχυρισμό απαράδεκτά αποπροσανατολιστικό. Είπε δηλαδή ότι :
       «Πάνω από όλα όμως το εκλογικό αποτέλεσμα έβαλε τέλος στα σχέδια παλιού και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος για μια παρένθεση αριστερή στο καθεστώς της πολυετούς δικής του κυριαρχίας.
Η κυβέρνησή μας έχει πλέον καθαρή προοπτική τετραετίας και ισχυρή εντολή να τολμήσουμε τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος».
       Το «παλιό και χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα» είναι απλούστατα το αστικό πολιτικό σύστημα. Και αυτό δεν διαταράχτηκε καθόλου. Δεν έχουμε κανενός είδους αλλαγή πολιτικού συστήματος. Αν κάτι τείνει να αλλάξει είναι το υπηρετικό προσωπικό του. Οι ηθοποιοί που θα ενσαρκώνουν τους ίδιους παλιούς ρόλους στο ίδιο πολιτικό και κοινωνικό δράμα ή κωμωδία. Τώρα αν ο κ. Τσίπρας και η παρέα του ή και το κόμμα τους – κατάλληλα βέβαια μεταλλαγμένο κι αυτό – ως μια νέα πολιτική «ελίτ» τελικά κερδίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο της συντήρησης του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος σε βάρος παλιών πρωταγωνιστών, είναι κάτι που θα του δούμε. Αλλά που τελικά δεν πρόκειται να αλλάξει η «μοίρα» τούτου του λαού και της χώρας. Όσο για τις μεγάλες αλλαγές που επαγγέλλεται είναι ακριβώς αυτές για τις οποίες πασχίζουν οι «προστάτες-εταίροι» μας χρόνια τώρα. Πρόκειται για τον αστικό εκσυγχρονισμό που τελευταίος ιππότης του υπήρξε ο Κώστας Σημίτης. [2] Οι μεταρρυθμίσεις και μεγάλες αλλαγές συμπεριλαμβάνονται όλες στο «αριστερό» Μνημόνιο. Και το ίδιο το σύστημα ελπίζει ότι η κυβέρνηση Τσίπρα τελικά θα τις καταφέρει. Δεν είναι τυχαίο το άρθρο του Στ. Ψυχάρη στο «Βήμα της Κυριακής» (4/10/15) «ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΚΑ ΚΑΙ ΑΧΟΡΤΑΓΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ» στο οποίο γράφει: «Ευτυχώς που νίκησε στις εκλογές η Αριστερά!... Όχι μόνο διότι κάποτε θα ερχόταν και η σειρά της, αλλά και διότι η κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί να αξιοποιήσει την απειρία της περί το κυβερνάν και να λύσει δομικά προβλήματα της χώρας». Γιατί η «αριστερά» αυτού του τύπου, ακριβώς επειδή δεν έχει αναπτύξει ακόμα στενές σχέσεις με διάφορα συμφέροντα – «διαπλοκή» και «διαφθορά» - μπορεί να προχωρήσει στον απαραίτητο εκσυγχρονισμό, δηλαδή να «σφυρίξει» πιο ανεπηρέαστα στο μοίρασμα της λείας ανάμεσα στα αντικρουόμενα συμφέροντα – όπως π.χ. παραπονούνται πώς δεν γινότανε με τον παλιό και «διεφθαρμένο» πολιτικό κόσμο ακόμα και ο Τζ. Κέρυ !!! – και, σημαντικότατο, θα μπορέσει να ελέγξει τις λαϊκές, συνδικαλιστικές αντιδράσεις ως «αριστερή» κυβέρνηση «τους».
       Ο κ. Τσίπρας η παρέα του και όλοι οι περί τον ΣΥΡΙΖΑ παλιοί και νέοι σαλταδόροι στο σκάφος του Κράτους, διεκδικούν τώρα το μονοπώλιο αυτού του ρόλου. Δεν θέλουν να σκέφτονται ότι όλη αυτή η μελλοντικά επικερδής γι αυτούς επιχείρηση, θα κρατήσει λίγο. Ότι θα αποτελέσουν παρένθεση. Διεκδικούν καθεστώς μονιμότητας ή έστω με σύμβαση αορίστου.

       Συμπληρώνει το όνειρο τους, αμέσως παρακάτω:
            «Γνωρίζουμε καλά ότι οι σχεδιασμοί της ολιγαρχίας και του πολιτικού κατεστημένου θα είναι απέναντι στη προσπάθειά μας.
Τώρα όμως γνωρίζουν και εκείνοι καλά ότι όταν είναι δεδομένη η επιθυμία του λαού μας για να ξεμπερδεύουμε με το παλιό, κανείς δε μπορεί να μας σταματήσει
            Ο πρωθυπουργός δεν κάνει τίποτα άλλο από το να επαναλαμβάνει, με δικά του λόγια, αυτά που έλεγε ο Κ. Σημίτης στο 7ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ :
« Η πολιτική και ιδίως η προοδευτική παράταξη, πρέπει να εξετάζει σε βάθος τις αιτίες της ελληνικής υστέρησης και να αναμετριόμαστε με αυτές, αν θέλουμε πραγματικά να προσφέρουμε στη χώρα.
Η πραγματικότητα είναι ότι, αν θέλουμε να προκόψει ο τόπος, πρέπει να ερχόμαστε σε αντιπαράθεση με δομές κοινωνικές, πολιτισμικές, ιδεολογικές, που προσδιορίζουν αρνητικά την πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη.
Το εύρος αυτών των κοινωνικών αντιπαραθέσεων είναι πολύ μεγαλύτερο απ' ότι εμείς όλοι, η ίδια η κοινωνία αντιλαμβάνεται, ή θέλει ν' αναγνωρίσει, απ' ότι οι κυρίαρχες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, επιτρέπουν να γίνει δεκτό.»
       Απομένει βέβαια να δούμε πως και  τι θα καταφέρει ο κ. Τσίπρας, η παρέα του, ο ΣΥΡΙΖΑ και όλοι όσοι έχουν προσκολληθεί και όσοι θα τους ακολουθήσουν, στο κυβερνητικό / κρατικό σκάφος, να ελιχθεί και να επιτύχει για όλα αυτά που του απαιτούν εταίροι και «εταίρες». Ένα είναι βέβαιο: ότι και με την επιτυχία του εκσυγχρονισμού του συστήματος ξεζουμίσματος του λαού και του πλούτου της Ελλάδας, δεν πρόκειται να σταματήσουν οι κοινωνικοί αγώνες ούτε το «σύστημα» να ξεπεράσει τις βαθύτατες αντιφάσεις και αντιθέσεις του.
       Δεν τελειώνουμε εδώ. Γιατί η ομιλία συνεχίζεται. Έτσι θα συνεχίσουμε κι εμείς, αύριο ή μεθαύριο.

[1] βλ. άρθρο στα ΕΝΘΕΜΑΤΑ  6 Σεπτεμβρίου 2015, του Βασίλη Παπαστεργίου


[2] Εδώ να σημειώσω ότι ο αγαπητός φίλος Αχιλλέας Ομήρου αναφέρεται πολύ σωστά σε αυτό – άρα δεν χρειάζεται να γράψω τα ίδια – στο «Προεκλογικά και μετεκλογικά «συμμαζώματα», στο επί μέρους σχόλιο του της 26ης Σεπτεμβρίου, αφιερωμένο στην ομιλία του κ. Τσίπρα στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο.

Ανάρτηση από: http://istrilatis.blogspot.gr