Του Κώστα Ράπτη
Η επικράτηση στο βρετανικό δημοψήφισμα (με ποσοστό περίπου 52%) της επιλογής εξόδου από την Ε.Ε. αποτελεί αναμφίβολα γεγονός ιστορικής σημασίας, που αναζητά τον καλύτερο παραλληλισμό για να περιγραφεί. Είναι μια στιγμή ανάλογη με την χαοτική εκκένωση της Δουνκέρκης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε τα βρετανικά στρατεύματα εγκατέλειψαν την ηπειρωτική Ευρώπη μπροστά στη γερμανική επέλαση; Ή είναι απλώς μια “στιγμή Lehmann Brothers”, για να προσηλωθούμε στο πρόσφατο παρελθόν, που μέλλει να πυροδοτήσει έναν νέο γύρο διεθνούς οικονομικής κρίσης, για τον οποίο όλες οι προϋποθέσεις είχαν συγκεντρωθεί πριν και ανεξάρτητα από την προσέλευση των Βρετανών στις κάλπες;
Σε κάθε περίπτωση, η νίκη του Brexit αποτελεί πρωτίστως μια “εκλογική ανταρσία” δίχως προηγούμενο. Αρκεί να αναλογισθεί κανείς την ασυμμετρία των δύο στρατοπέδων: την επιλογή της παραμονής στην Ε.Ε. στήριξαν από τον πρωθυπουργό David Cameron και τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Jeremy Corbyn μέχρι την επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης της Σκωτίας Nichola Sturgeon. Από το σύνολο των διεθνών ηγετών μέχρι τους επικεφαλής του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ και τον γ.γ. του ΝΑΤΟ. Από το Σίτι του Λονδίνου και (εμμέσως) την Τράπεζα της Αγγλίας μέχρι τους διευθύνοντες των σημαντικότερων βρετανικών επιχειρήσεων. Από τους περισσότερους ανθρώπους της διανόησης και του θεάματος μέχρι τις εγκυρότερες εφημερίδες.
Ωστόσο, δεν μπόρεσαν να πείσουν τον “απλό, καθημερινό, αξιοπρεπή” άνθρωπο, στο όνομα του οποίου έμεινε τώρα να πανηγυρίζει ο Nigel Farage του εξωκοινοβουλευτικού Κόμματος Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP). Ούτε καν η δολοφονία της βουλευτίνας Jo Cox (σε στιγμή επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους της χωρίς μέτρα ασφαλείας) δεν μπόρεσε να ανατρέψει πραγματικά την παγιωμένη πεποίθηση ότι η πολιτική τάξη ζει σε έναν δικό της κόσμο, αποκομμένο από την πραγματικότητα αυτών που εκπροσωπεί.
Οι έντονες διαιρέσεις (κοινωνικές, δημογραφικές και γεωγραφικές) ενός Βασιλείου κάθε άλλο παρά Ηνωμένου ήρθαν στην επιφάνεια με τον πιο θεαματικό τρόπο. Οι μόνες περιφέρειες στις οποίες επικράτησε η επιλογή του Remain ήταν το Λονδίνο, η Σκωτία και η Βόρειος Ιρλανδία – οι δύο τελευταίες για λόγους που άπτονται ευθέως λεπτών εθνικών ζητημάτων και αποσχιστικών διεκδικήσεων. Η εκτός της πολυπολιτισμικής πρωτεύουσας Αγγλία και η Ουαλία έκριναν το αποτέλεσμα. Η παραδοχή ότι η υψηλή συμμετοχή (που έφθασε το 72%) θα αναδείκνυε σε ρυθμιστές τα μεσοστρώματα και τους νέους με τον πιο κοσμοπολίτικο προσανατολισμό διαψεύσθηκε.
Οι “ηττημένοι της παγκοσμιοποίησης”, οι άνθρωποι χαμηλού οικονομικού και μορφωτικού επιπέδου συμπύκνωσαν όλη τους τη δυσφορία μετωνυμικά στο ζήτημα της Ε.Ε. Θεώρησαν ότι μόνο ένα σοκ μπορεί να τους βγάλει από την απουσία προοπτικής που βιώνουν και το προκάλεσαν, επιλέγοντας το Brexit. Θα αποτελέσουν πιθανότατα τα πρώτα θύματα της αναταραχής που θα επακολουθήσει (ο προϋπολογισμός έκτακτης ανάγκης που προανήγγειλε ο υπουργός Οικονομικών George Osborne είναι εύγλωττος επ’ αυτού), ωστόσο γεγονός παραμένει ότι δεν υπάρχουν πια πολιτικές δυνάμεις ή προσωπικότητες (πλην της εθνικιστικής, ξενοφοβικής δεξιάς) που να είναι σε θέση να συνομιλήσουν με αυτό τον πληθυσμό.
Ακόμη και η αντιμεταναστευτική υστερία τμημάτων της καμπάνιας του Leave μπόρεσε να βρει απήχηση σε μεταναστευτικές κοινότητες, καθώς λ.χ. οι εγκατεστημένοι από παλαιότερα στη Βρετανία Πακιστανοί έβλεπαν στην πρόσφατη έλευση Ανατολικοευρωπαίων έναν “αγώνα δρόμου προς τον πάτο” που απειλούσε τις δικές τους κατακτήσεις.
Γεγονός παραμένει επίσης ότι υποτιμήθηκε το βάρος που διατηρούν, ακόμη και στους “παγκοσμιοποιημένους” καιρούς μας, οι εθνικές παραδόσεις και ιστορικές αναφορές – που στην Βρετανία λ.χ. περιλαμβάνουν την περηφάνεια για την δημοκρατική κυριαρχία, την αυτοπεποίθηση ότι η χώρα “μπορεί” ή την τάση των Βρετανών να υπερθεματίζουν πεισματικά απέναντι στις έξωθεν πιέσεις. Το μήνυμα των υπέρμαχων του Leave απέπνεε από την άποψη αυτή πολύ περισσότερη αισιοδοξία από την εκστρατεία φόβου του Remain, με τις χαρακτηριστικά υποτονισμένες θετικές αναφορές στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος ήταν ένας τακτικός ελιγμός του David Cameron (απέναντι στην κρίση ταυτότητας των Συντηρητικών και την πρωτιά του UKIP στις ευρωεκλογές του 2014) που εκτροχιάστηκε θεαματικά μετατρέποντας το ενδοπαραταξιακό πρόβλημα σε εθνικό και πανευρωπαϊκό. Ωστόσο, δεν βγαίνουν λιγότερο τραυματισμένοι από αυτή τη δοκιμασία και οι Εργατικοί οι οποίοι κατόρθωσαν να διατηρήσουν την κομματική ενότητά τους χάνοντας την επαφή με την παραδοσιακή τους βάση και εξαφανίζοντας τον μήνυμά τους από μία προεκλογική αντιπαράθεση η οποία εξελίχθηκε σε εμφύλιο της Δεξιάς. Το “δίδαγμα” του Σκωτσέζικου δημοψηφίσματος του 2014 απέτρεψε οποιαδήποτε καμπάνια στο πλάι των κυβερνώντων, όχι όμως και μια νέα ήττα.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, η επικράτηση του Brexit αποτελεί μια μορφή εισαγωγής στην Ευρώπη του “φαινομένου Trump”. Πρόκειται όμως για “αυτοεκπληρούμενη προφητεία” σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ελίτ – ιδίως αυτές που τοποθετούνται αριστερότερα του κέντρου.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr