Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Οι Ευρωπαίοι δανειστές επιβραβεύουν, η κυβέρνηση κεντάει τη «δίκαιη ανάπτυξη» και το ΔΝΤ εκτοξεύει τροχιοδεικτικά πυρά για το εργασιακό
Σήμερα (Παρασκευή 16/6) το Δ.Σ. του ESM παίρνει την τελευταία τυπική απόφαση για την εκταμίευση της δόσης των 7,5 δισ. ευρώ. Το χρήμα ίσως πέσει και ανήμερα του Αγίου Πνεύματος, δεσμευμένο για να εξυπηρετήσει, βάσει συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, τα τοκοχρεολύσια της περιόδου μέχρι και τον Οκτώβριο, καθώς και εξόφληση οφειλών του Δημοσίου ύψους 1,8 δισ., με μηνιαίες καταβολές 500 εκατ.
«Ημιτελείς δουλειές»
Οι Ευρωπαίοι δανειστές, σε μήνα του μέλιτος με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, προκειμένου να διατηρήσουν το υποτιθέμενο θετικό momentum της ελληνικής επιστροφής στην «κανονικότητα», ενόψει του βρετανικού δημοψηφίσματος, απέχουν από κάθε αρνητική ή κριτική δήλωση, όπως και από υπαινιγμούς για τη βαριά (εργασιακή) ατζέντα της δεύτερης αξιολόγησης.
Ορισμένοι εκπρόσωποί τους, όπως οι Ντάισελμπλουμ και Μοσκοβισί, αποτολμούν και «συγχαρητήρια» προς την κυβέρνηση και τον υπουργό Οικονομικών, Ε. Τσακαλώτο, ενώ ο Γιούνκερ σπεύδει την Τρίτη στην Αθήνα σε μια επίσκεψη αβροφροσύνης. Οι επικεφαλής του κουαρτέτου θα βρίσκονται επίσης την Τετάρτη και την Πέμπτη στην Αθήνα, για να συνδράμουν εμμέσως την κυβερνητική αφήγηση περί «δίκαιης ανάπτυξης». Θα συμμετάσχουν σε συνέδριο του Economist με τον εξαιρετικά χαρακτηριστικό τίτλο: Unfinished buissines: The Greek economy achievements and obstacles (=Ημιτελείς δουλειές: Ελληνική Οικονομία, επιτεύγματα και εμπόδια).
Στο συνέδριο, στα πάνελ του οποίου θα συνυπάρξουν κυβερνητικά στελέχη με τους εκπροσώπους των δανειστών (Ρέγκλινγκ και Τζιαμαρέλι του ESM, Βελκουλέσκου του ΔΝΤ, Ντρούτι της ΕΚΤ, Κοστέλο της Κομισιόν), θα δοκιμαστεί η «συμφωνία αυτοσυγκράτησης», εκτός αν το ΔΝΤ αποφασίσει να τη σπάσει, αγνοώντας πιθανές παρενέργειες στο βρετανικό δημοψήφισμα.
Περί «δίκαιης ανάπτυξης»
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιχειρεί να αξιοποιήσει στο έπακρο το «παράθυρο ηρεμίας» στις σχέσεις με τους δανειστές. Σε ένα σκηνικό που θύμιζε έντονα την κατά Σαμαρά «στροφή στην ανάπτυξη διά του πακέτου Γιούνκερ» (Δεκέμβριος 2014), ο πρωθυπουργός παρουσίασε στο Μουσείο της Ακρόπολης το κυβερνητικό σχέδιο «δίκαιης ανάπτυξης». Το οποίο συντίθεται περίπου με τα παλιά γνώριμα υλικά: έναν ακόμη μόλις ψηφισθέντα νέο αναπτυξιακό νόμο (τον 4ο της μνημονιακής εποχής), το ΕΣΠΑ, το κατεδαφισμένο από τις περικοπές Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το πακέτο Γιούνκερ. Στο τελευταίο μέχρι στιγμής έχει ενταχθεί μόλις ένα ελληνικό σχέδιο, παρά τον συνωστισμό υποψηφιοτήτων από τους συνήθεις τροφίμους του ευρωπαϊκού «Πρυτανείου» (κυρίως τους ενεργειακούς «εθνικούς πρωταθλητές»). Δεν αποκλείεται ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν, την ερχόμενη Τρίτη, να προσθέσει κάτι ακόμη στην ελληνική συμμετοχή στο «πακέτο» του, εν είδει επιβράβευσης της ελληνικής κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να διαφοροποιήσει το δικό της «αριστερό αναπτυξιακό σχέδιο» από το νεοφιλελεύθερο, προβάλλοντας ως ειδοποιό διαφορά την άρνησή της σε περαιτέρω μείωση των μισθών. Παρ’ ότι στην ρητορική της, όπως προέκυψε και από την πρωθυπουργική ομιλία στο Μουσείο της Ακρόπολης, αναμασώνται οι κλασικές αναφορές σε «ανάπτυξη, καινοτομία, εξωστρέφεια, ανταγωνιστικότητα», δίπλα σ’ αυτές παρατίθενται δεσμεύσεις για «κόκκινες γραμμές» στα εργασιακά: επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, διατήρηση του ισχύοντος συνδικαλιστικού νόμου, με εξαίρεση την κρατική χρηματοδότηση των συνδικάτων, και άρνηση περαιτέρω απελευθέρωσης των απολύσεων.
Ίσως αποδειχθεί πολύ νωρίτερα από την τυπική εκκίνηση της δεύτερης αξιολόγησης, τον Σεπτέμβριο, ότι η κυβέρνηση εκτίθεται υπερβολικά απέναντι στους δανειστές με τις «δεσμεύσεις» αυτές για τα εργασιακά. Ήδη, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Τζέρι Ράις, δήλωσε ότι «οι αλλαγές στην ελληνική αγορά εργασίας πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές και να βασίζονται στις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει, προστατεύοντας την ανταγωνιστικότητα», άρα να μην ξεφεύγουν από τη λογική της απορρύθμισης.
Αλλά και από τη πλευρά των Ευρωπαίων, η πρόσφατη εισήγηση του γενικού εισαγγελέα και πιθανότατα απόφαση του Ευρωδικαστηρίου για τις ομαδικές απολύσεις στην ΑΓΕΤ δημιουργεί ένα τετελεσμένο που είναι αδύνατο να αποφύγει η κυβέρνηση. Ήδη, η ΑΓΕΤ-Lafarge, προεξοφλώντας οριστική της δικαίωση, ανακοινώνει γενναιόδωρα προγράμματα εθελουσίας εξόδου, θέτοντας σε εφαρμογή σχέδιο αντικατάστασης σχεδόν του συνόλου του προσωπικού και τεράστιας μείωσης του μισθολογικού της κόστους.
Η υποβόσκουσα ένταση
Παρά τη συμφωνία αυτοσυγκράτησης των δανειστών, ώστε να μην επιβαρυνθεί από τις ελληνικές εκκρεμότητες το φορτισμένο κλίμα περί το Brexit, έδωσαν αρκετές ενδείξεις μιας υποβόσκουσας έντασης με άγνωστη έκβαση. Το ΔΝΤ, διά του εκπροσώπου του, Τζέρι Ράις, υπενθύμισε την υποχρέωση των Ευρωπαίων δανειστών -πρακτικά του ESM- να ποσοτικοποιήσουν τις αποφάσεις τους για ελάφρυνση του χρέους, ώστε το Ταμείο να ετοιμάσει τη νέα έκθεση βιωσιμότητας και, βάσει αυτής, να αποφασίσει αν θα συμμετάσχει στο 3ο Μνημόνιο ως χρηματοδότης μέχρι το τέλος του χρόνου. Υπογράμμισε, για πολλοστή φορά, ότι θα εφαρμόσει πλήρως τους κανόνες του.
Ο ESM, από την άλλη, στην ετήσια έκθεσή του υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα παραμένει η εξαίρεση σε σχέση με τα άλλα 4 μνημονιακά success stories (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Κύπρος). «Η Ελλάδα δεν μπορεί να αντέξει άλλες καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος ή μια νέα περίοδο υπερβολικής πολιτικής αβεβαιότητας», λέει η έκθεση του ESM και καλεί την κυβέρνηση «να αναλάβει την πλήρη κυριότητα του προγράμματος». Η έκθεση περιλαμβάνει και μια έμμεση απάντηση στις πιέσεις του ΔΝΤ για το χρέος. Αφού υπενθυμίζει ότι, μαζί με το δάνειο του 3ου Μνημονίου, ο ESM θα κατέχει σχεδόν τα 2/3 του ελληνικού δημοσίου χρέους (τώρα κατέχει το 49%), υπογραμμίζει ότι ο Μηχανισμός δανείζει την Ελλάδα πολύ φθηνότερα από κάθε άλλο πιστωτή της. Το μήνυμα προς το ΔΝΤ είναι περίπου «μην περιμένετε και πολλά παραπάνω».
Η ΕΚΤ θα μιλήσει την προσεχή Τετάρτη, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της που θα αποφασίσει την επαναφορά του waiver, δηλαδή της κατ’ εξαίρεση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν οι τράπεζες ως ενέχυρα για τον φθηνό δανεισμό τους. Η απόφαση δεν θα έχει κανένα αστερίσκο, πολύ περισσότερο που θα ανακοινωθεί την παραμονή του βρετανικού δημοψηφίσματος, για το οποίο όλοι κρατούν την ανάσα τους.
Ωστόσο, είναι αδύνατο να περάσει απαρατήρητη και να μη συσχετιστεί με την ιδιαίτερη οπτική της ηγεσίας της ΕΚΤ η έντονη δραστηριοποίηση του Γ. Στουρνάρα τις τελευταίες μέρες. Τρεις φορές μέσα σε 4 μέρες -με άρθρο του στους Financial Times, με δημόσιες δηλώσεις, αλλά και με τον επισημότερο τρόπο, την έκθεση της ΤτΕ που κατατέθηκε αθορύβως στη Βουλή (σ.σ. πέρυσι τέτοια εποχή η τότε πρόεδρος της Βουλής την επέστρεφε ως απαράδεκτη)- ο Γ. Στουρνάρας «βγαίνει από τ’ αριστερά» στην κυβέρνηση, ζητώντας νέα συμφωνία με τους δανειστές για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, μέχρι 2% του ΑΕΠ. Είναι πολύ πιθανό ο διοικητής της ΤτΕ να λειτουργεί τόσο ως «λαγός» της ΕΚΤ, η ηγεσία της οποίας κωλύεται να μιλήσει ευθέως, όσο και ως αντήχηση του ΔΝΤ. Αλλά, ταυτόχρονα, να προβάλει εαυτόν ως εφεδρεία, σε περίπτωση ενός νέου πολιτικού αδιεξόδου.
Το χτύπημα των αγορών
Η αφωνία με την οποία επισήμως υποδέχθηκαν τα κυβερνητικά στελέχη τις τοποθετήσεις Στουρνάρα είναι χαρακτηριστική πολιτικής αμηχανίας. Πολύ περισσότερο που το οικονομικό επιτελείο είναι υποχρεωμένο να συντάξει το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2016-2020 βάσει της παραδοχής για πλεόνασμα 3,5% από το 2018, στόχο που δεν τον πιστεύει κανείς στα σοβαρά, ούτε καν ο Ντάισελμπλουμ, όπως φάνηκε από πρόσφατες δηλώσεις του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αυτή την εικονική πραγματικότητα, που ο Ε. Τσακαλώτος αντιλαμβάνεται ως «καθαρό διάδρομο», κυρίως δεν την αποδέχονται οι αγορές. Υπό το φόβο του Brexit έχουν βυθίσει τα Χρηματιστήρια, έχουν μηδενίσει τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων, έχουν ανεβάσει τις αποδόσεις των ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας, αλλά των ελληνικών τις έχουν κυριολεκτικά απογειώσει στο 8,6%, υπενθυμίζοντας ότι η Ελλάδα παραμένει ο πιο αδύναμος κρίκος της ευρωπαϊκής αλυσίδας και στην περίπτωση του Brexit.
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr