Του Δημήτρη Τσιριγώτη
Με λένε λαθραίο γιατί δεν έχω χαρτιά. Έχουν δίκιο, δεν έχω. Λιώσανε
όταν έπεσα στο νερό για να περάσω απέναντι. Με λένε παράνομο γιατί ίσως και να μην
μπήκα από την κύρια είσοδο στη χώρα σας. Όμως εσείς με κρατάτε στην παρανομία όταν
δεν με νομιμοποιείτε, να το ξέρετε. Και κάποιοι εργοδότες εκμεταλλεύονται το σκοτάδι
της παρανομίας στο οποίο ζω.
Είναι ένα κείμενο που είχα γράψει παλαιότερα και που το θυμήθηκα
λόγω του κρούσματος ξενοφοβίας και ρατσισμού από κάποιους συλλόγους γονέων
(Ωραιοκάστρου) οι οποίοι απειλούν με κατάληψη στο σχολείο αν ενταχθούν προσφυγόπουλα.
TO "ΞΕΝΟΣ" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΝΟΜΑ
Με λένε Κλοντιάν αλλά, άμα θες, να με φωνάζεις Κώστα. Παρακαλάω για
ένα σου σίγμα τελικό στο Ζαΐμι, το επώνυμό μου.
Με λένε Ζανέτ και σου καθαρίζω το σπίτι. Πληγώνομαι όταν μου δίνεις
δώρο τα αποφόρια σου αλλά δεν το δείχνω. Στο πιάτο φαΐ, από υποχρέωση, εγώ απαντάω
ότι «δεν πεινάω, ευχαριστώ». Χαίρομαι όμως όταν με ρωτάς για τα παιδιά μου. Τότε
σε πιστεύω, δεν ξέρω γιατί.
Με λένε Αμπντούλ και διαφέρουμε μόνο στο χρώμα. Από μέσα είμαστε
ίδιοι. Σε παρακαλώ, μην τραβάς τόσο γρήγορα τα μάτια σου από πάνω μου. Πρέπει να
το πιστέψω ότι υπάρχω. Αυτό που βλέπεις στο βλέμμα μου δεν είναι απειλή αλλά φόβος.
Ναι, λοιπόν, εγώ φοβάμαι εσένα, εσύ είσαι ο δυνατός.
Με κατηγορούν ότι είμαι στο περιθώριο. Αλήθεια είναι αλλά μόνο εκεί
μου αφήσανε χώρο να τρυπώσω. Ζω μόνο στις χαραμάδες. Αλλά έχετε προσέξει ότι ποτέ
δεν ζητιανεύω; Ήρθα εδώ διωγμένος από τη φτώχια, την ανεργία, τους πολέμους, τις
δικτατορίες. Θυμάμαι τη χαρά μου όταν έφτασα στη νέα πατρίδα. Πού πήγε τώρα, άραγε;
Τώρα νιώθω μόνο φόβο και θυμό. Γιατί με κατηγορείτε ότι εγώ φταίω για όλα τα κακά;
Για την ανεργία, για την εγκληματικότητα, για την κρίση. Σε παρακαλώ, όταν κάποιος
σαν εμένα κάνει κάτι κακό να δείχνεις εκείνον και όχι εμένα. Με πονάει πολύ αυτό.
Εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να ζήσω. Να ανήκω αλλά και να μην ξεχάσω τη χώρα μου.
Όνειρα για μένα δεν έχω πια. Έχω όμως για τα παιδιά μου. Και να φανταστείς ότι δεν
έχω ακόμη παιδιά.
Ο κυρ Άγγελος έχει 8 μήνες να με πληρώσει. Πίσω στην πατρίδα εννέα
στόματα περιμένουν από μένα, του είπα. Αυτός μου έδειξε την πόρτα και να μη με ξαναδεί
γιατί θα στείλει την αστυνομία αφού είμαι παράνομος στη χώρα του. Θόλωσα και ήθελα
να τον τιμωρήσω αλλά ευτυχώς ο άγγελός μου, μου έσωσε τη ζωή. Μου ήρθε στο μυαλό
η κυρία Μαρία που κάθε μέρα μου φέρνει ένα πιάτο φαΐ και κουβέρτες. Μου θυμίζει
τη νόνα μου.
Όμως θα σου πω κάτι και βάλ' το καλά στον νου σου. Η χώρα σου
αρχίζει και μου θυμίζει την πατρίδα μου. Οι λόγοι που με έκαναν να φύγω είναι πάλι
εδώ μπροστά στα μάτια μου. Σε ακούω που ετοιμάζεις το παιδί σου για έξω και γίνομαι
χίλια κομμάτια. Αγωνίσου προτού επικρατήσει και στον δικό σου τόπο το ψέμα και η
αδικία, ο φασισμός και η απολυταρχία. Αλλιώς σε βλέπω σύντομα να παίρνεις τον δρόμο
που διάβηκα και εγώ και, κοίτα με, δεν θες να γίνεις σαν εμένα.
Ανάρτηση από: https://www.alfavita.gr