Του Δημήτρη Μηλάκα
Με προσδοκίες ανάλογες των μεγάλων προσφορών που ήδη έχει κάνει στην Ουάσιγκτον έσπευσε η ελληνική κυβέρνηση στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Η συγκυρία, όπως παρατηρούν έμπειροι διπλωμάτες στην Αθήνα, έχει φέρει στο προσκήνιο ζητήματα πού είτε αφορούν άμεσα είτε μπορεί να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό ελληνικά συμφέροντα. Η «οικοδόμηση» της ελληνοαμερικανικής στρατηγικής συνεργασίας, όπως αυτή εκδηλώνεται μετά από τη συνάντηση Τραμπ – Τσίπρα στον Λευκό Οίκο τον περασμένο Οκτώβρη, δημιουργεί στην ελληνική κυβέρνηση την πεποίθηση – έστω κι αν αυτή δεν διατυπώνεται έντονα και δημόσια – ότι θα αποτυπωθεί κατά κάποιον τρόπο στα αποτελέσματα της ΝΑΤΟϊκής Συνόδου.
Αυτά που η ελληνική κυβέρνηση αναμένει είναι:
- Αν όχι την ευτυχή κατάληξη του θέματος των δύο φυλακισμένων Ελλήνων αξιωματικών στην Τουρκία, τουλάχιστον ισχυρές πιέσεις στο παρασκήνιο και μια σαφή και δημόσια παρέμβαση της συμμαχίας υπέρ της άμεσης απελευθέρωσής τους.
- Την αποτύπωση του αναβαθμισμένου ελληνικού γεωγραφικού χώρου στις οργανωτικές / επιχειρησιακές αποφάσεις που θα ληφθούν.
- Την – παρασκηνιακή έστω – παρέμβαση των Αμερικανών προκειμένου να αμβλυνθούν οι καθημερινές εντάσεις που προκαλούν οι στρατιωτικές κινήσεις της Τουρκίας στον αέρα και τη θάλασσα του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου.
Ελληνικές προκαταβολές
Οι ελπίδες για την ικανοποίηση αυτών των ελληνικών αιτημάτων / προσδοκιών στηρίζονται στην έμπρακτη (και προκαταβολική) συμμόρφωση της ελληνικής κυβέρνησης σε μια σειρά από ζητήματα, τα οποία διευκολύνουν τους αμερικανικούς σχεδιασμούς και καλύπτουν σοβαρές ανάγκες της υπερδύναμης:
- Η ελληνική κυβέρνηση, παρά τη δυσμενή οικονομική κατάσταση της χώρας, συνεχίζει να καταβάλει την ορισμένη οικονομική συνδρομή για εξοπλιστικές δαπάνες. Η εν λόγω συνδρομή έχει οριστεί στο 2% του ΑΕΠ και η Ελλάδα είναι μια από τις τέσσερεις χώρες που καταβάλλει αγόγγυστα το τίμημα σε αντίθεση με πλούσιες χώρες, όπως η Γερμανία, που επιμένουν να κινούνται γύρω στο 1% εξοργίζοντας τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος δηλώνει ότι το ΝΑΤΟ το χρειάζονται περισσότερο οι Ευρωπαίοι απ’ ό,τι οι Αμερικανοί.
- Η ελληνική κυβέρνηση, με τη διευθέτηση του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ, πρόσφερε τεράστια υπηρεσία στην Ουάσιγκτον καθώς, με την πρόσκληση ένταξης που έλαβε αυτή η χώρα, ξεκινά η διαδικασία ολοκλήρωσης της ενσωμάτωσης των δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ. Στόχος της Ουάσιγκτον είναι η δημιουργία «φράγματος» της ρωσικής επιρροής στη περιοχή, καθώς και η ρυμούλκηση των Ευρωπαίων συμμάχων σε «σκληρό παιχνίδι» με τη Μόσχα.
- Σε συνδυασμό με το προηγούμενο, η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη προσφέρει τις υπηρεσίες της στους αμερικανικούς σχεδιασμούς με την ελληνοαμερικανική συμφωνία για δημιουργία στην Αλεξανδρούπολη τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου, που θα εισάγεται από τις ΗΠΑ με προορισμό την αγορά της Ευρώπης. Με τον τρόπο αυτόν αλλά και την αμερικανική βάση ελικοπτέρων που πρόκειται να εγκατασταθεί βάσει της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνηση επισφράγισε το τέλος της ελληνορωσικής ενεργειακής συνεργασίας, η οποία επί χρόνια προκαλούσε εκνευρισμό στην Ουάσιγκτον.
- Στο πλαίσιο των σοβαρών επιχειρησιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ εξαιτίας των τριβών που εκδηλώνονται στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις το τελευταίο διάστημα, η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη κατευνάσει τις αμερικανικές ανησυχίες προσφέροντας αξιόπιστες εναλλακτικές: αναβάθμιση της βάσης της Σούδας, αξιοποίηση στρατιωτικών αεροδρομίων (Κρήτη, Καλαμάτα, Ανδραβίδα, Λάρισα) για στάθμευση μη επανδρωμένων αεροσκαφών και άλλες ανάγκες, καθώς και τη μετατροπή του Νεωρίου της Σύρου σε επισκευαστικό κέντρο για τις ανάγκες του αμερικανικού στόλου στη Μεσόγειο.
Έχοντας, ουσιαστικά, «προκαταβάλλει» όλες αυτές τις προσφορές, η ελληνική κυβέρνηση έχει χορτάσει το τελευταίο διάστημα να ακούει εξαιρετικά κολακευτικά λόγια και σχόλια από τους Αμερικανούς επισήμους και να λαμβάνει ανεπισήμως διαβεβαιώσεις υποστήριξης σε μια σειρά από ζητήματα που την καίνε, όπως, για παράδειγμα, το «ξεκλείδωμα» των αμερικανικών επενδύσεων. Τα ωραία αμερικανικά λόγια, ωστόσο, όπως παρατηρούν διπλωματικοί κύκλοι, κάποιες φορές μπορεί να προκαλέσουν πολιτική ζημιά μεγαλύτερη από όφελος αν δεν εξελιχθούν σύντομα σε πράξη…
Κόστος και κίνδυνοι
Για την ελληνική κυβέρνηση το πολιτικό κόστος αρχίζει ήδη να καταγράφεται σ’ ό,τι αφορά στην υπόθεση των Σκοπίων κι αυτό γιατί η Αθήνα έδωσε την «άδεια» για την έναρξη της διαδικασίας ένταξης αυτής της χώρας στο ΝΑΤΟ πριν την ολοκλήρωση και κύρωση της μεταξύ τους συμφωνίας. Όπως υποστηρίζουν έμπειροι Έλληνες διπλωμάτες, οι οποίοι για χρόνια έχουν δουλέψει στους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς του ΝΑΤΟ, η «πρόσκληση» σημαίνει ένταξη και αυτήν τη διαδικασία δεν είναι σε θέση να την αναστρέψει κανείς παρά μόνον οι ΗΠΑ.
Κάτι που επίσης επισημαίνουν «παλιές καραβάνες» της ελληνικής διπλωματίας είναι η γενικότερη «προκαταβολική» ικανοποίηση από την ελληνική κυβέρνηση των αμερικανικών αιτημάτων, δίχως ταυτόχρονα την άμεση ή απτή περιγραφή τουλάχιστον των ανταλλαγμάτων που έχουν (αν έχουν) συμφωνηθεί. Αυτό, με άλλα λόγια, συνεπάγεται στενό δέσιμο με τα αμερικανικά συμφέροντα και εκμηδένιση άλλων επιλογών, σε μια εποχή μάλιστα που στην περιοχή συσσωρεύονται σύννεφα εντάσεων μεγάλων χωρών και συμφερόντων.
Κάτι ακόμη που επισημαίνεται από τις ίδιες πηγές ως «επιλογή» με μεγάλο ρίσκο έχει να κάνει με την επένδυση στην αμερικανική προστασία έναντι της Τουρκίας που φαίνεται ότι έχει κάνει η κυβέρνηση. Οι επισημάνσεις που γίνονται υπογραμμίζουν το γεγονός ότι οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις μπορεί να είναι ταραγμένες αυτήν την περίοδο αλλά δεν έχουν καταρρεύσει, ούτε οι Αμερικανοί έχουν ξεγράψει την Τουρκία από σημαντικό και κρίσιμο εταίρο τους. Σε μια, λοιπόν, προσπάθεια συμβιβασμού της αμερικανικής υπερδύναμης με την τουρκική περιφερειακή δύναμη, είναι προφανές ποιος μπορεί να πληρώσει το κόστος…
Συμπέρασμα: όπου ακούς πολλά κεράσια – προστάτεψε όσο γίνεται το μικρό καλάθι σου…
Ανάρτηση από: http://www.imerodromos.gr