Του Ρούντι Ρινάλντι
Σε πολιτικό επίπεδο,
έχει πλέον ξεθωριάσει εντελώς η αντίθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο και εκτυλίσσεται
ένα γερό παζάρι. Βουλευτές και κόμματα αγωνιούν για το πώς θα διατηρήσουν τις θέσεις
τους, αλλά και πώς θα εξελιχθούν προεκλογικές και μετεκλογικές συνεργασίες. Κάποιοι
από αυτούς έχουν και ειδικές σκοτούρες: Πώς θα περάσουν κρίσιμες αποφάσεις (π.χ.
Συμφωνία των Πρεσπών), πώς θα αποφευχθούν προτάσεις μορφής, ποιος –πιθανά– θα αντικαταστήσει
τους ΑΝΕΛ σε κυβερνητικό επίπεδο μέχρι τις εκλογές. Σε αυτό το κλίμα, καθιερώνεται
ο όρος «κυβέρνηση κουρελού». Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, το 70% περίπου των πολιτών
απάντησε πώς δεν θέλει «κυβέρνηση κουρελού» από ανεξάρτητους και άλλους βουλευτές
που θα στηρίξουν το ΣΥΡΙΖΑ μετά από πιθανή αποχώρηση των ΑΝΕΛ, και προτιμά άμεση
προσφυγή στις κάλπες.
Οι πρώτες αναφορές
Μάλλον το Ποτάμι
του Στ. Θεοδωράκη μίλησε πρώτο για «κυβέρνηση κουρελού», αμέσως μετά τον τελευταίο
ανασχηματισμό: «Η χώρα δεν θα πάει μπροστά με μια κυβέρνηση παρωχημένης αριστεράς,
ψεκασμένης ακροδεξιάς, με γαρνιτούρα λαϊκής δεξιάς και ολίγη από παλιούς υπουργούς
του ΠΑΣΟΚ. Μια ομάδα που θα προσθέσει προβλήματα στη χώρα αντί να αφαιρέσει»
(ανακοίνωση 28/8/2018). Ήταν πριν ανακαλύψει ξανά το Ποτάμι το φλερτ με τον ΣΥΡΙΖΑ
και κλείσει (μέχρι νεοτέρας) την πόρτα προς την Ν.Δ.
Τον όρο χρησιμοποίησε
πρόσφατα κι ο Νότης Μαριάς, ευρωβουλευτής που ανεξαρτητοποιήθηκε από τους ΑΝΕΛ και
ίδρυσε άλλο ένα κόμμα («Ελλάδα, ο άλλος δρόμος»), χαρακτηρίζοντας έτσι τη σημερινή
κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η πρόσφατη δημοσκόπηση
της Marc, αποδίδει με τον όρο αυτό την άρνηση των πολιτών σε μια παράταση της ζωής
της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ μέσω μιας πλειοψηφίας από βουλευτές ήδη ανεξάρτητους ή σε
πορεία ανεξαρτητοποίησης (π.χ. μερικοί από τους ΑΝΕΛ, το Ποτάμι ή ακόμα και την
Ε.Κ.).
Ο δικηγόρος Νίκος
Κασκαβέλης σε άρθρο του («Κυβέρνηση υπό αίρεση ή “κουρελού”; Εκλογές») αναφέρει:
«Στη σημείο αυτό, προκύπτει σειρά αβεβαιοτήτων και σεναρίων σε σχέση με τη Συμφωνία
και το κατά πόσο αυτή συνδέεται ή όχι με ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση. Με βάση
το τελευταίο δε, έχει ενταθεί η σεναριολογία για την ανεύρεση μιας άλλης, καινούριας
πλειοψηφίας από την ίδια Βουλή, με την οποία να μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει να
κυβερνά. Ως πότε; Ως τον Μάιο ή ως τη λήξη της θητείας τον προσεχή Οκτώβριο. Τι
είδους πλειοψηφία όμως θα ήταν αυτή, με σκόρπιους βουλευτές από εδώ και από εκεί;
Λίγους δεξιούς, κάποιους κεντρώους ή “ανεξάρτητους”, μαζί με οιονεί αριστερούς;
Και αν προέκυπτε αυτή η πλειοψηφία “μωσαϊκό”, τι ακριβώς θα προσέφερε στον τόπο
και ποιο μήνυμα θα εξέπεμπε διεθνώς; Θα ήταν χρήσιμη και για ποιον; (…) Μια Κυβέρνηση-συμπίλημα
και “κουρελού” δεν θα είχε τίποτα να προσφέρει, πέρα από ενίσχυση του γενικότερου
αισθήματος φθοράς και απαξίωσης γύρω από την πολιτική».
Κρίση αντιπροσώπευσης,
απαξίωση της πολιτικής
Η παρέμβαση του
κ. Κασκαβέλη φέρνει στην επιφάνεια ένα ζήτημα που ανησυχεί, αλλά και αποτελεί επιδιωκόμενη
τάση. Από τη μια, η κρίση αντιπροσώπευσης που διαπερνά το πολιτικό σύστημα δημιουργεί
όρους αποσταθεροποίησης. Από την άλλη, επιδιώκεται από αρκετούς κύκλους να περιθωριοποιηθεί
και να αποστασιοποιηθεί ένα μεγάλο τμήμα από την πολιτική διαδικασία. Θέλουν την
αποστασιοποίηση χωρίς την αμφισβήτηση, χωρίς την αποσταθεροποίηση, χωρίς την κρίση
αντιπροσώπευσης και την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Το πολιτικό σύστημα,
στα μάτια της πλειοψηφίας του κόσμου είναι ένοχο και συνένοχο για την κατάντια της
χώρας.
Ο πολιτικός κόσμος
νομίζει ότι, εφόσον το «πεζοδρόμιο» έχει αποσυρθεί από τη σκηνή, η τάση απονομιμοποίησης
και η αποξένωση έως και εχθρότητα που νοιώθει ο πολίτης απέναντι στην πολιτική και
τους πολιτικούς έχει μετριαστεί. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Έχει χαμηλώσει ο εκρηκτικός
χαρακτήρας που είχε πριν μερικά χρόνια η αμφισβήτηση, αλλά αυτή δεν έχει μειωθεί,
είναι υπαρκτή. Γι αυτό, το πιο κρίσιμο μέγεθος δεν είναι ακριβώς τι ποσοστό θα πάρει
καθένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, αλλά ποιο θα είναι το άθροισμά τους. Θα συγκεντρώνουν
μαζί ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. ένα 50%, 60% ή και παραπάνω; Αυτός θα είναι ένας δείκτης.
Όπως έχουμε τονίσει,
δεν έχει στηθεί ένας διπολισμός/δικομματισμός, αλλά μια αμοιβαία επωφελής πόλωση.
Αυτή, εγκαθίσταται τόσο ως ιδιαίτερος ελιγμός από την Ν.Δ. για να πλησιάσει ή και
να κατακτήσει την αυτοδυναμία, όσο και στο πλαίσιο της επιδίωξης του ΣΥΡΙΖΑ να μειώσει
όσο γίνεται τη φθορά του. Ώστε να βάλει τις βάσεις μιας συσπείρωσης και να καταστήσει
«δεξιά παρένθεση» τη νεοδημοκρατική διακυβέρνηση.
Υποθέτει κανείς
εύκολα πως το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι προεκλογικό και εκλογικό και ότι
πιθανά θα δημιουργηθεί κλίμα εμπλοκής ενός τμήματος στην εκλογική διαδικασία. Ότι,
ακόμα, είναι πιθανό με τεχνητό τρόπο να απορροφηθούν ορισμένες τάσεις ή ακόμα και
να εκτονωθούν εντάσεις απαξίωσης και δυσφορίας. Από την παρουσίαση πρόσφατης μελέτης
(βλ. «Τριπλές εκλογές εν όψει», Δρόμος φύλλο 407 – 12/5/2018 και e-dromos.gr),
αντιγράφουμε:
«Στις τρεις επόμενες
εκλογικές αναμετρήσεις θα πάρουν μέρος πάνω από 135.000 υποψήφιοι για 28.255 κυβερνητικές,
κρατικές και αιρετές θέσεις. Αυτά είναι τα νούμερα που προκύπτουν από τα στοιχεία
των αντίστοιχων προηγούμενων εκλογών. Μπορούμε να φανταστούμε πού μπορούν να φτάσουν
αυτά τα νούμερα με την κυβερνητική “ενθάρρυνση” της απλής αναλογικής και της κατάτμησης
των εκλογικών περιφερειών που ήδη παρουσιάστηκε. Αν μάλιστα υποθέσουμε ότι κάθε
υποψήφιος “εμπλέκει” το λιγότερο 10 άτομα (οικογένεια, υπάλληλοι, μηχανισμός κ.λπ.)
τότε πάνω από 1.000.000 πολίτες πρέπει να έχουν ήδη αρχίσει να ασχολούνται με τις
επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις».
Ακόμα και με
αυτές τις προδιαγραφές, κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει πώς θα εκφραστεί η αηδία
που νοιώθει μεγάλο τμήμα των εκλογέων απέναντι στην πολιτική διαδικασία αυτού του
τύπου, απέναντι στο ψέμα, την ανακολουθία, τις κωλοτούμπες, τις ψεύτικες υποσχέσεις,
τη βρωμιά που κουβαλά και τις σχέσεις που έχει με τα σκάνδαλα και τον υπόκοσμο.
Ξανά στην «κουρελού»
Μπορούμε όμως
να εντοπίσουμε στην «κουρελού» ένα ιδεολογικό πρόσημο, σε όποια μορφή κι αν αυτή
χρησιμοποιείται, για την σημερινή κυβέρνηση και για τις πιθανές απόπειρες να στηριχθεί
σε μια άλλη πλειοψηφία πριν τις εκλογές, ακόμα για πιθανές κυβερνήσεις συνεργασίας
την επομένη των εκλογών.
Το απαξιωτικό
«κουρελού» (για ένα χρήσιμο λαϊκό προϊόν, βέβαια, που προστάτευε από το κρύο) δείχνει
την παντελή έλλειψη αρχών, την τυχάρπαστη συγκόλληση προσώπων και πολιτικών σχημάτων.
Δείχνει τον κυνισμό και τη δυνατότητα αγοροπωλησίας βουλευτών και συνειδήσεων (αν
υπάρχει συνείδηση και τιμή, γιατί «τιμή» με την αγοραία έννοια σίγουρα υπάρχει).
Θυμίζει και όλα τα σχήματα που χρειάστηκαν έως τώρα για να επιβληθεί η ΤΙΝΑ («Δεν
υπάρχει άλλη εναλλακτική») επί το ελληνικότερον. Η «κουρελού» έχει δημιουργηθεί
από όλα σχεδόν τα υλικά του πολιτικού συστήματος (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΛΑΟΣ, ΔΗΜ.ΑΡ., ΣΥΡΙΖΑ,
ΑΝ.ΕΛ., Οικολόγοι).
Θέλουν την αποστασιοποίηση
χωρίς την αμφισβήτηση, χωρίς την αποσταθεροποίηση, χωρίς την κρίση αντιπροσώπευσης
και την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. Το πολιτικό σύστημα, στα μάτια
της πλειοψηφίας του κόσμου είναι ένοχο και συνένοχο για την κατάντια της χώρας
Έμμεσα, πρόκειται
για την παραδοχή της ποιότητας της πολιτικής, της πραγματικής της απαξίωσης από
όσους υποτίθεται ότι την υπερασπίζονται απέναντι σε «εξτρεμισμούς». Είναι και μια
έμπρακτη απόδειξη του χάσματος που χωρίζει αυτό το πολιτικό προσωπικό από τους πόθους
και τα θέλω του λαού. Όσο κι αν, σε περιβάλλον σύγχυσης και αποπροσανατολισμού,
οι αντιδράσεις οδηγούνται ηθελημένα να στραφούν προς τον διπλανό, τον περαστικό,
τον κοντινό ή τον μακρινό, οι πόθοι αυτοί υπάρχουν και δεν μπορούν να εκφραστούν
από το πολιτικό σύστημα και τις ιέρειές του.
Από την άλλη μεριά, μένει να αποδειχτεί –κόντρα σε όσα επιδιώκουν–
πως οι «ετερόκλητοι όχλοι» ή τα «κουρέλια» τραγουδούν ακόμα.
Ανάρτηση από: https://www.e-dromos.gr