Της Κατερίνας Δήμα
Ναι ρε φίλε, κι εγώ είμαι ο Μπάτμαν.
Όπως μας πληροφόρησε πρόσφατα ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος, δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι σήμερα στις ελληνικές φυλακές.
Αυτή ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα δήλωση για μένα που ανήκω στις γενιές εκείνες που έζησαν το συναγερμό αλληλεγγύης που σήμανε στην Αθήνα όταν η τότε Δυτική Γερμανία ζήτησε την έκδοση του Ρολφ Πόλε το 1976.
Θυμάμαι σαν μικρό παιδί, το μεγάλο κίνημα με τις πορείες τις διαδηλώσεις και τις δράσεις ενάντια σε αυτή την έκδοση που σφράγισαν όχι μόνο την κινηματική αλλά και ολόκληρη τη νεότερη ελληνική Ιστορία.
Είδα όλη την τότε αντιπολίτευση από Παπανδρέου και Γλεζο ως Φλωράκη στους δρόμους με νωπή ακόμα την ανάμνηση της χούντας, να ζητούν να δοθεί πολιτικό άσυλο στον Πόλε, πράγμα που έγινε.
Με μία ιστορική απόφαση το Εφετείο Αθηνών απορρίπτει το γερμανικό αίτημα για έκδοσή του Πόλε, ώσπου με απόφαση του Άρειου Πάγου ανακοινώνεται τελικά η έκδοσή του δύο μέρες πριν τις γερμανικές εκλογές πράγμα που θεωρήθηκε πολιτικό δωράκι –τι δωράκι δηλαδή, δωράκλα- του εθνοαπατέρα Καραμανλή προς τον «φιλέλληνα» Χέλμουτ Σμιτ, εμπνευστή των λευκών κελιών, που μάλιστα πέθανε πρόφατα.
Οι δικαστές του Εφετείου που τόλμησαν τότε να υποστηρίξουν ότι ο Πόλε διώκεται για πολιτικά εγκλήματα υπέστησαν πειθαρχικές διώξεις.
Σήμερα έρχεται ο υπουργός Δικαιοσύνης Παρασκευόπουλος να μας πει ότι δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι στις ελληνικές φυλακές.
Και δεν ξέρω τι είναι τελικά πιο χυδαίο, ότι η κοινοβουλευτική αριστερά ξεπουλήθηκε όσο ένα σακί αλεύρι στους μαυραγορίτες της κατοχικής αστικής δημοκρατίας, ή ότι προτρέπουν το «λαό» (κατά την προσφιλή τους έκφραση) μέσα από τέτοιες δηλώσεις να ξεχάσει την Ιστορία, που μετά διαστρεβλώνεται από το σύστημα και γεννιούνται τέρατα στο όνομά της.
Ανήκω επίσης στη γενιά που κάποια χρόνια αργότερα, το 1985 άκουγε τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Α. Δροσογιάννη, να αποκαλεί τον Πόλε «Πρύτανη της Τρομοκρατίας», την ώρα που ο ίδιος ο Πόλε, ζώντας πλέον στην Ελλάδα, αποδομούσε τις εμβληματικές φιγούρες των κινημάτων λέγοντας «δεν χρειαζόμαστε ήρωες».
Δηλώσεις σαν αυτές του Δροσογιάννη έδειχναν πως η αστική δημοκρατία στην Ελλάδα είχε αρχίσει να παίρνει την απόστασή της από τα ένοπλα κινήματα της Ευρώπης -που είχαν μεγάλη δυναμική και στην Ελλάδα άλλωστε τον καιρό της χούντας αλλά και μετά την πτώση της. Από τη Φράξια Κόκκινος Στρατός τον Αντρέας Μπάαντερ και την Ούλρικε Μάινχοφ, ως τον Ιαπωνικό Κόκκινο Στρατό (Japanese Red Army) και τη Φουζάκο Σιγκενόμπου, οι δυτικές κοινωνίες είχαν αρχίσει να προετοιμάζουν τον παροπλισμό της δυναμικής των ένοπλων κινημάτων -που είχαν κερδίσει επικίνδυνα πολύ έδαφος- μέσα από τη διαβολή τους στα μάτια της κοινής γνώμης.
Παρ’ όλα αυτά, λίγα χρόνια αργότερα, το 1987 ο Ιταλός Μαουρίτσιο Φολλίνι καταζητούμενος από την Ιντερπόλ για συμμετοχή στην ένοπλη επαναστατική οργάνωση Briggate Rosse (Ερυθρές Ταξιαρχίες), για λογαριασμό της οποίας σύμφωνα με το κατηγορητήριο είχε διαπράξει ένοπλες ληστείες, πέρασε από ελληνικό δικαστήριο αιτούμενος πολιτικό άσυλο, καθώς η Ιταλία πίεζε την Ελλάδα για την έκδοσή του.
Ο Φολίνι είπε στους δικαστές: «Κατηγορούμαι για κάποια αδικήματα. Ωστόσο εσείς δεν καλείστε να κρίνετε αυτά τα αδικήματα. Καλείστε να κρίνετε εάν αυτά τα αδικήματα, στην περίπτωση που διαπράχθηκαν, ήταν πολιτικού χαρακτήρα. Και εάν κρίνετε πως ήταν πολιτικού χαρακτήρα, σας ζητώ να μου χορηγήσετε πολιτικό άσυλο».
Πράγματι, η ελληνική δικαιοσύνη τότε, έδωσε πολιτικό άσυλο στον Φολλίνι (ο οποίος έκτοτε ζει εδώ, χωρίς να μπορεί να πατήσει το πόδι του εκτός συνόρων αφού εκκρεμεί διεθνές ένταλμα σύλληψής του).
Τώρα όμως εμείς εδώ, δεν έχουμε πολιτικούς κρατούμενους στις ελληνικές φυλακές.
Γιατί εμείς εδώ έχουμε νεο-δημοκρατία. Γι’αυτό στη χυδαία αυτή άποψη που μάλιστα ενσωματώνει την ψευδο-γοητευτική θεώρηση (για όσους χάφτουν το παραμύθι της δημοκρατίας) ότι δεν διώκεται κάποιος για τις ιδέες του, έχουμε φτάσει στον καιρό, που όχι μόνο είναι πλέον αδιανόητη η έννοια του πολιτικού ασύλου, όταν έχει καταρρεύσει ακόμα και το Πανεπιστημιακό, αλλά που φτάνουν να καταδικάζονται με εξωφρενικές ποινές νέοι που γράφουν με σπρέυ στους τοίχους συνθήματα αλληλεγγύης.
Τώρα έχουμε νεο-δημοκρατία. Γι’ αυτό το ένοπλο εξισώνεται με την τρομοκρατία, και αποκαλείται νεο-τρομοκρατία ακόμα και από φυλλάδες που θεωρητικά στέκουν με ιδεολογικό αντικειμενισμό απέναντι στον ένοπλο επαναστικό αγώνα.
Τώρα έχουμε νεο-δημοκρατία. Γι’ αυτό ακούμε χωρίς να ιδρώνει τ’ αυτί μας τον υπουργό Δικαιοσύνης να λέει ότι δεν υπάρχει θεσμική πρόβλεψη για πολιτικά εγκλήματα κι άρα για πολιτικούς κρατούμενους, τονίζοντας μάλιστα ότι οι σχετικές θεωρίες «έχουν χρεοκοπήσει ιστορικά» καθώς δεν ανταποκρίνονται στην σημερινή κατάσταση.
Βέβαια αυτή τη δήλωση δεν θα τολμούσε να την κάνει δυο δεκαετίες πριν. Αλλά τώρα έχουμε νεο-δημοκρατία. Και νεο-αλητεία και νεο-διαφθορά και νεο-ξεπούλημα και νεο-ναζισμό (αυτός ο τελευταίος όρος θα παραμένει σύγχρονος όσοι αιώνες κι άν περάσουν).
Και επειδή στην νεο-δημοκρατία δεν υπάρχουν, λοιπόν, πολιτικοί κρατούμενοι, γι’ αυτό όλοι οι νεοναζί μπήκαν και βγήκαν στις φυλακές χωρίς να έχει πειραχτεί μία τρίχα από τα μαλλιά τους, ενώ οι τέσσερις συλληφθέντες του Βελβεντού Ρωμανός, Πολίτης, Μπουρζούκος, Μιχαηλίδης, ξυλοκοπήθηκαν με πρωτόγνωρη βαναυσότητα, και οι φωτογραφίες τους δόθηκαν εσκεμμένα στη δημοσιότητα, με κατάφορη καταπάτηση κάθε συνταγματικού τους δικαιώματος.
Επειδή έχουμε νεο-δημοκρατία γι’ αυτό ο κάθε μεγαλοκαταχραστής δημόσιου χρήματος κι ο κάθε μεγαλοκομπιναδόρος νονός του κεφαλαίου, ακόμα και στις ελάχιστες φορές που προφυλακίστηκε κάποιος απ’ αυτούς, βγήκε πριν παρέλθει το δεκαοκτάμηνο –που είναι το ανώτατο επιτρεπτό όριο προφυλάκισης- ενώ οι φυλακισμένοι πολιτικοί κρατούμενοι (που δεν έχουμε) βγαίνουν μόνο μετά από εξαντλητικές απεργίες πείνας αφού παρατείνεται κατ’ εξακολούθηση η προκλητική παραβίαση του μέγιστου επιτρεπτού χρόνου προφυλάκισής τους.
Εμείς εδώ έχουμε νεο-δημοκρατία. Και γι’ αυτό ταυτίζοντας και επίσημα τον «ένοπλο αγώνα» με την «τρομοκρατία» έχουμε μετατρέψει σε συνώνυμα την εξεγερτική δυναμική με το λαϊκό έρισμα (που βρίσκεται πίσω από τη λογική του ένοπλου επαναστατικού αγώνα), με το θρησκόληπτο σκοταδισμό που η Δύση τροφοδοτεί, εξοπλίζει κι εκμεταλλεύεται για να πετύχει τα γεωπολιτικά συμφέροντα που επιδιώκει κάθε φορά.
Εμείς εδώ έχουμε νεο-δημοκρατία. Δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι, γι’ αυτό η Αθηνά Τσάκαλου, μάνα του Γεράσιμου και του Χρήστου Τσάκαλου, φυλακισμένων για τη συμμετοχή τους στην οργάνωση «Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς» χωρίς να έχει καμμία σχέση με την οργάνωση είναι σε εξορία στο σπίτι της στη Σαλαμίνα και βιώνει την πιο απάνθρωπη των ποινών να μην μπορεί ούτε να επισκεφτεί τα φυλακισμένα παιδιά της.
Εμείς εδώ έχουμε νεο-δημοκρατία. Και επειδή δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι γι’ αυτό η σύντροφος του Γεράσιμου Τσάκαλου Εύη Στατήρη, χωρίς να έχει καμμία σχέση με την οργάνωση χρειάστηκε να προτάξει το σώμα της ως ύστατο όπλο πάλης για να βγει από τη φυλακή, αφού παραβιαζόταν το όριο προφυλάκισής της, και έτσι μετά την επίπονη για τον εύθραυστο οργανισμό της απεργία πείνας, της «παραχωρήθηκε» από το κράτος ένα χιλιόμετρο ελευθερίας γύρω απ’ το σπίτι της στη νεο-εξορία που της επιβλήθηκε.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν επειδή έχουμε εμείς εδώ, στην ελληνική νεο-δημοκρατία δεν έχουμε πολιτικούς κρατούμενους.
Δηλαδή η θρασυδειλία της αστικής δημοκρατίας σήμερα, δεν έχει καν το πρόσωπο να κοιτάξει στα μάτια τους ένοπλους αγωνιστές και να τους πει «είσαι εχθρός μου και γι’ αυτό ποινικοποιώ τις ιδέες σου και στοχεύω αμείλικτα την παραμικρή δράση και δραστηριότητά σου».
Η νεο-δημοκρατία δεν έχει την αξιοπρέπεια, ούτε το ηθικό έρισμα, ούτε το πολιτικό πρόταγμα, τους ανθρώπους, που έχουν το σθένος να πουν «είμαι αναρχικός, και δεν αναγνωρίζω τους θεσμούς και τους νόμους σας» ενώ γνωρίζουν το κόστος αυτής της στάσης, να τους αντιμετωπίσει ως τέτοιους.
Γι’ αυτό και «η πρόταση δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι» είναι πρόταση που πέρα από τις απαξιωτικές πολιτικές της προεκτάσεις στοχεύει στην ισοπέδωση και την εξόντωση ανθρώπων που αγωνίζονται έξω από τα θεσμικά πλαίσια.
Η πρόταση «δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι» είναι της ίδιας δυναμικής που θα είναι κάποια μέρα προτάσεις όπως«οι διώξεις των ανταρτών του ΕΑΜ δεν έγιναν ποτέ» ή ακόμα χειρότερα «αντάρτικο δεν υπήρξε ποτέ». Γατί θά ’ρθει σε λίγο κι αυτή η μέρα.
Τι νομίζει δηλαδή ο κάθε «προοδευτικός» νοικοκυραίος, που καμαρώνει για τη συμμετοχή του παππού του στο ΕΑΜ αλλά συμφωνεί και με τέτοιες δηλώσεις; Ότι όταν ισοπεδώνουν την έννοια του αντάρτικου πόλης, θα του χαριστούν εκείνου ιστορικά; Σε λίγες δεκαετίες από σήμερα, που κανείς από μας δε θα ζει πια, αλλά θα ζουν τα δισέγγονά μας πιθανόν δε θα έχουν ιδέα τι σημαίνει ΕΑΜ γιατί πιθανότατα δεν θα ξέρουν καν πως είχε υπάρξει.
Γιατί πολύ απλά η Ιστορία ξαναγράφεται, ακόμα και σήμερα, μπροστά στα μάτια μας, όπως εξυπηρετεί την εξουσία, με φράσεις τύπου «δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι». Και εφόσον σήμερα δεν υπάρχουν πολιτικοί κρατούμενοι, αύριο δεν θα έχουν υπάρξει ούτε αντάρτες πόλης, και σιγά σιγά ούτε αντάρτες της κατοχής.
Η Ιστορία ξαναγράφεται αυτή τη στιγμή στην πλάτη όσων έχουν σκύψει το κεφάλι και προσεύχονται για ένα θαύμα που θα τους βγάλει απ’ τη μιζέρια τους, επειδή δεν αναμετρήθηκαν ποτέ με την αλήθεια ότι ο κόσμος δεν κερδίζεται με προσευχές.
Η ιστορία ξαναγράφεται στην πλάτη όσων σιωπούν, κοιτάζουν τη δουλειά τους, γυρίζουν απ’ την άλλη στα εγκλήματα που γίνονται καθημερινά στο Αιγαίο ή ακόμα κι έξω απ’ την πόρτα τους όταν πεθαίνει ο επόμενος άστεγος, κι απλά ονειρεύονται να τους κάτσει το Τζόκερ, ή αναμασάνε την πιπίλα πως η επανάσταση θα γίνει χωρίς να σπάσει ένα τζάμι, λες και ποτέ ιστορικά ήρθε οποιαδήποτε λαϊκή κατάκτηση χωρίς να χυθεί των αίμα των καταπιεσμένων όταν και όποτε αποφάσισαν να εξεγερθούν.
Η Ιστορία ξαναγράφεται στην πλάτη μας, την ώρα που εμείς ζούμε το ψέμα της νεο-δημοκρατίας αυτής που έχει στραγγαλίσει πλέον τη σύγχρονη καθημερινότητα συρρικνώνοντάς την στα μέτρα του κεφαλαίου, επιστρέφοντας τις κοινωνίες σε μεσαιωνικά πρότυπα μέσα από τις απώλειες των εργασιακών δικαιωμάτων, μετατρέποντας γι’ άλλη μια φορά την εργατική τάξη σε σκλάβους στα συγκεντρωτικά μονοπώλια της πλουτοκρατίας, δημιουργώντας διεφθαρμένες κοινωνίες με ναρκωμένες συνειδήσεις που απομακρύονται όλο και περισσότερο από έννοιες όπως η «ανθρωπιά» και η «αλληλεγγύη».
Και επειδή εμείς στην Ελλάδα σήμερα δεν έχουμε πολιτικούς κρατούμενους, δηλαδή δεν έχουμε φυλακισμένους ανθρώπους που αγωνίστηκαν ενάντια σε όλα αυτά, γι’ αυτό όσο ο ένοπλος επαναστατικός αγώνας είναι συνώνυμο της τρομοκρατίας, άλλο τόσο η δημοκρατία είναι συνώνυμο του φασισμού.
Ανάρτηση από: http://kollectnews.org