Του Κώστα Ράπτη
Η κατάρριψη ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους στην τουρκο-συριακή μεθόριο αποτελεί την πλέον επικίνδυνη εξέλιξη που έχει καταγραφεί στους δύο μήνες που διαρκεί η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας -και μόνο για τον λόγο ότι συνιστά θερμό επεισόδιο ανάμεσα σε μία χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και μία πυρηνική δύναμη. Σε αυτό το πλαίσιο το ΝΑΤΟ συγκαλείται εκτάκτως σήμερα το απόγευμα (18:00 ώρα Ελλάδας) για να συζητήσει την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους.
Το ερωτήματα που μένουν προς το παρόν αναπάντητα ως προς τις ακριβείς συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα το περιστατικό (αν δηλ. το ρωσικό Suhoi-24 καταρρίφθηκε από τουρκικά F-16 ή από αντιαεροπορική συστοιχία εδάφους και αν παρέμεινε καθ’ όλη την διάρκεια της πτήσης του εντός συριακού εναέριου χώρου, όπως υποστηρίζει το ρωσικό Γενικό Επιτελείο, ή αντιθέτως είχε ειδοποιηθεί δέκα φορές εντός πενταλέπτου, να εγκαταλείψει την τουρκική επικράτεια, όπως ισχυρίζεται η άλλη πλευρά) έχουν ασφαλώς τη σημασία τους, αλλά δεν είναι τα πιο καθοριστικά.
Τα κρισιμότερα ερωτήματα αφορούν πρώτον τη ρωσική απάντηση (η οποία δεν είναι διόλου απαραίτητο να εκδηλωθεί εν θερμώ) και δεύτερον την αμερικανική στάση. Αναμένει κανείς ότι οι ΗΠΑ θα καλύψουν την σύμμαχό τους Τουρκία, αλλά θα είναι πολύ διαφορετικό αν αποδειχθεί ότι η Άγκυρα λειτουργεί “προβοκατόρικα”, ενώπιον μιας διαφαινόμενης συνεννόησης των “μεγάλων παικτών” ερήμην της, ή αντιθέτως ενεργεί, με την απαραίτητη “κατανομή ρόλων”, στο πλαίσιο ενός κοινού αμερικανο-τουρκικού σχεδιασμού.
Το αν τα πράγματα θα μπορέσουν να παραμείνουν υπό έλεγχο είναι κάτι που θα φανεί μέσα στις επόμενες ώρες και μέρες. Είναι πάντως προκαταβολικά βέβαιο ότι η προγραμματισμένη για αύριο επίσκεψη του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Sergei Lavrov θα ματαιωθεί και ότι ακυρώνεται η εν γένει προσπάθεια να “στεγανοποιηθούν” οι οικονομικές σχέσεις των δύο πλευρών (ενέργεια, τουρισμός κτλ.) από τις διαφωνίες τους στη συριακή κρίση.
Πρόκειται πάντως για εξέλιξη κάθε άλλο παρά απρόβλεπτη, καθώς το σφράγισμα του εναέριου χώρου της Συρίας αποτελεί το κατεξοχήν αντικείμενο της ρωσικής επέμβασης, ιδίως μετά την συμφωνία του Ιουλίου με την οποία η Τουρκία παραχώρησε στις ΗΠΑ τη δυνατότητα χρήσης της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ. Εξ ού και από την πρώτη εβδομάδα των ρωσικών επιχειρήσεων στη Συρία υπήρξαν εμπλοκές με την πολεμική αεροπορία της γείτονος (παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Τουρκίας “εκ παραδρομής”, “κλείδωμα” τουρκικών μαχητικών από ρωσικά κτλ.), ώστε να ανατραπεί η ζώνη απαγόρευσης πτήσεων που είχε εκ των πραγμάτων επιβάλλει από το 2012 η Άγκυρα στη βόρεια Συρία, σε βάθος πέντε χιλιομέτρων από τα σύνορα.
Την πιθανότητα θερμού επεισοδίου πολλαπλασίασε η νέα ορμή με την οποία οι Tayyip Erdogan και Ahmet Davutoğlu προωθούν το τελευταίο διάστημα την ιδέα της δημιουργίας “ασφαλούς ζώνης”, υποτίθεται για την αποκατάσταση των προσφύγων, στον χώρο ανάμεσα στα αυτονομημένα κουρδικά “καντόνια” του Αφρίν και του Κομπάνι (ήτοι στο μόνο τμήμα της τουρκικής μεθορίου στο οποίο επιτρέπεται ακόμη η επικοινωνία με τις ανταρτοκρατούμενες συριακές περιοχές). Επιπλέον, οι σχεδιασμοί της Άγκυρας αποκτούν και σαφώς “αλυτρωτικά” χαρακτηριστικά, στον βαθμό που στηρίζονται στην τουρκομανική κοινότητα της Συρίας. Ήδη από την Παρασκευή η τουρκική διπλωματία προχώρησε σε ένα σκληρά διατυπωμένο διάβημα, απειλώντας τη Ρωσία με “σοβαρές επιπτώσεις”, εάν δεν τερματίσει τις επιχειρήσεις της στο “Όρος των Τουρκομάνων” (όπου αναμφίβολα δρουν και στελέχη των τουρκικών υπηρεσιών). Οι επιτυχίες που σημείωσε, με ρωσική αεροπορική κάλυψη, ο συριακός στρατός το Σαββατοκύριακο εναντίον της τουρκομανικής ταξιαρχία “Σουλτάν Μουράτ” εξηγούν εν πολλοίς τη σημερινή τουρκική αντίδραση.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Feridun Sinirlioğlu φέρεται να έθεσε το ζήτημα τηλεφωνικώς στον Αμερικανό ομόλογό του από τη Δευτέρα, ενώ ο Davutoğlu που βρίσκεται όλο αυτό το διάστημα σε διαρκή συνεργασία με τους επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου και των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, έκανε γνωστό ότι θα απευθυνθεί για το ζήτημα των Τουρκομάνων στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Κατήγγειλε δε ότι οι ρωσικές δυνάμεις επιχειρούν, σε περιοχές όπου δεν δρά το Ισλαμικού Κράτος, από κοινού με “ξένους μαχητές” (της Χεζμπολλάχ; Ιρανούς Φρουρούς της Επανάστασης;), καθώς, όπως είπε, δεν είναι μόνο οι τζιχαντιστές ξενόφερτοι.
Παρατηρούμε έτσι για άλλη μία φορά μια ρητορική υποβάθμισης και σχετικοποίησης της τζιχαντιστικής απειλής από την πλευρά της Άγκυρας, την ίδια ώρα που ο Ali Türkmani επιφανές στέλεχος της συριακής τουρκομανικής κοινότητας με δηλώσεις του στην τουρκική εφημερίδα BirGün διαψεύδει τον επικοινωνιακό ορυμαγδό περί στοχοποίησης της συγκεκριμένης μειονότητας.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr