Με ακούτε τι λέω ή θέλετε να σας το επαναλάβω; λέω ότι ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός, ως φαινόμενα ιστορικά, θα περάσουν και ότι ο κοινοτισμός, ως δεδομένο ζωικό, θά επιβίωση αυτών", Κωνσταντίνος Δ. Καραβίδας: *Σοσιαλισμός και κοινοτισμός (1930) σελ 60.
Πράγματι — ο Οικονομικός Ρεζιοναλισμός1, ο εκ μονίμων γεωοικονομικών λόγων επιχωριάζων εν τω ημετέρω πολυπτυχωμένω ξηροθερμικώ και δυσκόλω τόπω, καθορίζεται—εν συνδυασμώ και με τον μικροαστικόν χαρακτήρα της οικονομίας μας και με την κοινοτικήν οργάνωσιν αυτής, από ουσιώδη και εκδηλότατα δεδομένα.
Έν εξ αυτών είνε το ότι όλα σχεδόν τα χωρικά μας προϊόντα είνε φύσει—και δη χωρίς την απαίτησιν μεγάλων χρηματικών κεφαλαίων—επιδεκτικά μίας πλήρως και εν αυτώ τούτω τω τόπω της παραγωγής των αποσυγκεντρωμένης βιοτεχνικής και βιομηχανικής επεξεργασίας, έτι δε και αυτής της εμπορικής εκμεταλλεύσεως· —πράγμα, το οποίον, εάν συνδυαστή και με την προσφυά εις τας επιδόσεις ταύτας οργάνωσιν της κοινοπραξίας και με τον εξαγνισμόν της πίστεως κάτω από ευθείας και αυστηράς κυρώσεις άρα και τόκους χαμηλούς εν ταις ρεζιοναλιστικαίς τραπέζαις—είνε πρόδηλον, ότι θέλει φέρει εις την ανάλογον εντός του ιδίου τόπου αύξησιν της ζητήσεως εργασίας και του οικονομικού εν γένει χώρου εις κάθε τοπικήν περιοχήν, οπού φυσικά και πληθυσμός πολλαπλάσιος θα δύναται να συγκρατηθή τότε.
Τοιαύτα προϊόντα είνε το μαλλί δια την υφαντικήν,το γάλα δια την τυροκομίαν, η ελαία δια την τυποποίησιν καρπού και λαδιού, η άμπελος δια τον τύπον οίνου και δια το οινόπνευμα, τα φρούτα δια την κονσερβικήν, η μικρές θάλασσες δια την ψαρικήν, το μάρμαρο δια την γλυπτικήν κλπ.
Εκτός δε αυτής της ευχέρειας προς ρεζιοναλιστικήν συγκέντρωσιν, της σχετικής με την επεξεργασίαν των προϊόντων— εις την κατά χωράν σύνθεσιν φέρει και αυτή αύτη η διδομένη εν εκάστω περιοχή τοπική βάσις της παραγωγής των προϊόντων τούτων, όπου και εν τη μικρότερα εδαφική πτυχή εύρηται ένας πολύ πιο πυκνότερος και σχεδόν κατά βήμα διαφορισμός και εδαφών και κλίματος και καλλιεργειών και επιδόσεων, εις τρόπον ώστε, επί χιλίων π.χ. και μόνον στρεμμάτων, το τοπίον μας προσφέρει συγχρόνως και θάλασσαν και βουνόν και τόπον αμπέλου και τόπον εληάς και τόπον ριζιού και δημητριακών και βοσκής και εμπορικόν πέρασμα και—ώστε, με τον παράλληλον οργανικόν επίσης τεμαχισμόν της ιδιοκτησίας, κανείς δεν ημπορεί να ζήση εδώ, εκτός υπό τον όρον της αναπτύξεως των πλέον πολλαπλών επιδόσεων και της από πολλών επίσης πηγών συνδέσεως των πόρων του, συνδέσεως μάλιστα, ήτις αυτή ακριβώς δημιουργεί και αυτόν τούτον τον μικροαστικόν χαρακτήρα της οικονομίας μας και, επί πλέον, ήτις, ανακλώμενη εις την διάπλασιν και εις την αγωγήν των ανθρώπων, εξηγεί ευρύτατα και την ροπήν και την απαίτησιν, αλλά και την ευκολίαν ην και ο μικρότερος εδώ πολίτης διεκδικεί δια την προσωπικήν ολοκλήρωσιν και ελευθερίαν του και δια την κυκλικήν εν γένει αντίληψιν της ζωής.
Είνε εδώ πράγματι όλαι αι ιδιότητες της συνθετικής και ανθρωποπλάστρας χώρας μας και συνάμα όλαι αι αρεταί και όλαι αι κακίαι του λαού μας.
Και ο καθείς, που έχει — ένα παιδί γεωργόν και ένα έμπορον, και που και ο ίδιος εξ ανάγκης είνε συγχρόνως και ολίγον ποιμήν και ολίγον ψαράς και ολίγον μπακάλης και ολίγον χρηματιστής και ολίγον ρήτωρ και πολλαπλούς δε καπετάνιος και πρόεδρος—όχι απλούς ανθρακωρύχος ή μηχανοθερμαστής—ο «άνθρωπος αυτός - θρέμμα του οικονομικού μας ρεζιοναλισμού και συνάμα μία ζωντανή προσωποποίησις μιας τόσον απιθάνου συνδετικής ισορροπήσεως των μάλλον αντιθέτων στοιχείων και ροπών—δεν είνε καθόλου παράδοξον αν αυτός ο άνθρωπος με ίσην βασιμότητα τολμά να μετρηθή εις τον αγώνα πολύ μειζόνων συνθέσεων, έως τα ανώτατα π.χ. αξιώματα της Πολιτείας, πράγμα το οποόον κάποτε πότε βεβαίως δεν αποκλείεται να το διεκδική και με ίσην επίσης επιπολαιότητα ή και θρασύτητα, θύμα γινόμενος του αχαληνώτου συνθετικού όσον και ανένδοτα κριτικού πνεύματος του.
Κ.Δ. Καραβίδας: “Η τοπική αυτοδιοίκησις και ο επιχώριος εν Ελλάδι Οικονομικός Ρεζιοναλισμός” (1936) σελ. 23.
Θεωρώ το ύφος μας και γενικά την ατομική μας επεξεργασία, ειδικώς εδώ για την Ελλάδα, ως τό σπουδαιότερο , πάρα πάνω από το οικονομικό, στοιχείο του πολιτισμού μας και το λέω αυτό ειδικώς για την Ελλάδα, γιατί αυτή, χώρα φτωχή και ξηρή, δεν έχει κανέναν άλλο χαρακτηριστικό της άψυχο φυσικό πλούτο, δεν έχει καμμίαν αθρόαν πρώτην ύλη τέτοια που θα μπορούσε να προκαλέσει αυτοτελή ανεξάρτητη από τον καθένα μας ανάπτυξι της τεχνικής μας και ν' αντανακλάση απάνω μας ένα στρωτό είδος ζωής και ένα ρυθμό σταθερό, δεν έχει, επαναλαμβάνω, κανένα άλλο ως βασικό πρώτο υλικό παρά το ανθρώπινο υλικό της μόνο, παρά πέτρες κι' ανθρώπους μόνο. Και αφού αυτό έχει, αυτό πρέπει και περισσότερο να επεξεργασθεί και μ' αυτό να ζήση.
Ξέρετε πολύ καλά, ότι ο Δευκαλίων, όταν αποφάσισε να θεμελίωση εδώ έναν πολιτισμό και χρειάστηκε ανθρώπους, τους έφτιαξε όχι από άλλο άσχετο με την χώρα υλικό αλλά από απλές πέτρες, όπως στην Αγγλία θα τούς έφτιαχνε από άνθρακα και στη νότια Ρωσσία από μαυρόχωμα κι' από σιτάρι. Και γι' αυτό λέω πως όπως στις χώρες εκείνες δεν απόχτησαν ανθρώπους αληθινούς και κοινωνικό ρυθμό παρά αφού στηρίχτηκαν στην κυρία οικονομική βάσι τους, στην ειδική πρώτη ύλη τους, στον άνθρακα τους και στο σιτάρι τους, έτσι κι' εδώ, από μία αντίστροφη οικονομία της φύσεως, δεν θ' αποχτήσωμε οικονομικό ρυθμό ουδέ καν τα στοιχειώδη μέσα της ζωής παρά μόνο αν στηριχτούμε στην κατάλληλη κοινωνική οργάνωσι, την οποίαν μας επιβάλλει η αναγκαία επιδίωξις όσον το δυνατόν ασφαλεστέρας αποδόσεως από την κυριώτερη πρώτη ύλη της χώρας μας, από τον άνθρωπο.
Είνε άλλως τε φανερό μέσα στην ιστορία ότι η Ελλάδα δεν μπόρεσε ποτέ ούτε και θα μπορέσει ν' απόκτηση πολιτισμό παρά μόνο με την υπέρτατη συνθετική καλλιέργεια των Ελλήνων, και ενός εκάστου και των μειζόνων ομάδων αυτών, καθώς και με την δυναμική τους συσπείρωσι γύρω στα πρώτα και βασικά κοινωνικά και οικονομικά κύτταρα, μέσα στα οποία εφτιάχτηκαν οι πρώτοι πολίται της Ελλάδος, εκινη-τοποιήθηκε δε κατά το δυνατόν και ο περιωρισμένος και μάλλον ποιοτικός υλικός πλούτος της χώρας μας.
Αυτά όμως τα κύτταρα, όπως άλλως και οι πρώτες ύλες και ο άνθρωπος και όλα τα δώρα της φύσεως και τα κοινωνικά δεδομένα, δεν είνε παντού τα ίδια, κύριε Γιαννιέ. Και ιδού γιατί.
Η γεωγραφική θέσις εκάστης χώρας καθώς και οι κατηγορίες των πρώτων υλών, με τας οποίας είνε φυσικά προικισμένη, προκαθορίζουν, μέσα πάντοτε στο πλαίσιο της κρατούσης εκάστοτε τεχνικής, με κάθε δυνατήν ασφάλειαν όλας τας δυνατότητας οικονομικής επιδόσεως της χώρας αυτής προς την Α ή Β κατεύθυνσιν (κτηνοτροφικήν, γεωργικήν, εμπορικήν, βιομηχανικήν...)` μέσα πάλιν σε κάθε μία δυνατότητα επιδόσεως οι ίδιοι όροι προκαθορίζουν το είδος της παραγωγικής εργασίας με την οποίαν οι άνθρωποι είνε υποχρεωμένοι να ζήσουν' η κάθε μία τέλος παραγωγική εργασία δεν μπορεί νάχη την πρέπουσαν οικονομικήν απόδοσιν γινομένη με οποιονδήποτε σχηματισμό, με οποιαδήποτε μορφή οικονομικής οργανώσεως της παραγωγής.
Το αντίθετο συμβαίνει, ότι η κάθε εργασία ανάλογα με την εκάστοτε τεχνική επιβάλλει μία ειδική μορφή οργανώσεως, ένα δικό της παραγωγικό κύτταρο` αυτά άλλως δεν μπορεί να είνε αποκαλύψεις για τον ιστορικό υλισμό, ο οποίος επί πλέον ισχυρίζεται ότι μερικοί από τους ανωτέρω ορούς προκαθορίζουν ακόμα και την κοινωνική και την πολιτική οργάνωσι και όλον με μια λέξι τον πολιτισμόν κάθε εποχής. Οπωσδήποτε μεγάλη σοφία δεν χρειάζεται για να καταλάβη κανείς ότι για να καλλιεργήσουμε δέκα στρέμματα αμπέλι οργανώναμε όχι μία ανώνυμη εταιρία άλλα μία ισχυρή γεωργική οικογένεια` και ότι για ν' ασφαλτοστρώσωμε ένα δρόμο στέλνομε πάλι ένα τεχνικό συνεργείο με τα απαραίτητα εργαλεία και όχι μία γεωργική οικογένεια με δρεπάνια και με ζευγάρι βώδια.
Στην κεφαλαιοκρατική δυτική Ευρώπη και εν γένει στας χώρας της καπιταλιστικής ατλαντικής οικονομίας εντεύθεν και εκείθεν του Ωκεανού τα βασικά, τα ενεργητικά αυτά κύτταρα είνε μερικές κεφαλαιοκρατικές μορφές οργανώσεως απόλυτα καθωρισμένες' είνε τα μηχανικά συγκροτήματα και τα εργοστάσια, είνε το απρόσωπα οργανωμένο κεφάλαιο, είνε η ανώνυμη εταιρία, είνε τα καπιταλιστικά Τραστ, είνε τέλος το γύρω στα εργοστάσια συγκεντρωμένο και οργανωμένο βιομηχανικό προλεταριάτο, που είναι ένα ανθρώπινο υλικό, ένα όργανο, ένα ενεργητικό και παθητικό συγχρόνως όργανο της κεφαλαιοκρατίας, απαραίτητο στην κίνησι όλης αυτής της μηχανής.
Όλα δε αυτά εξ άλλου για να σταθούν προϋποθέτουν ότι υπάρχουν, ως εν αποσυνδέσει, κύτταρα παθητικά, ολόκληροι λαοί γεωργικοί, που παράγουν πρώτες ύλες με υπερεργασίαν και που υπόκεινται εις την ενεργητικήν ατλαντικήν οικονομίαν ως αγοραί καταναλώσεως των εξαγωγών αυτής, εις βάρος πάντοτε της βιοτεχνίας των και της πιθανής βιομηχανίας των εις βάρος του διαφορισμένου γεωγραφικώς πολιτισμού αυτών και, για να κυριολεκτήσω, πρέπει να πω ότι οι λαοί αυτοί υποκύπτουν στην ατλαντική κεφαλαιοκρατική οικονομία κατόπιν πραγματικού διαμελισμού του πολιτισμού των.
Άλλως τε σεις είστε δάσκαλός μου σ' αυτά, όταν λέτε, με όλο το δίκιο σας, ότι το κοινωνικό processus του βιομηχανικού καπιταλισμού είνε το ότι προχωρεί δια της αποσυνθέσεως των παλαιοτέρων, γεωργικών μικροαστικών και εμπορικών μορφών οργανώσεως και δια της προλεταριοποιήσεως και υποδουλώσεως των μαζών του λάου εις την μηχανήν και εις το κεφάλαιον. Ο ίδιος άλλως τε ο Μαρξ είνε που παρετήρησε ότι η ανάπτυξις της βρεττανικής υφαντουργικής βιομηχανίας, διψασμένης για ευθηνές τόσο εργατικές χείρες όσο και πρώτες ύλες, συνεβάδισε με τον διαμελισμό των οργανικών χωρικών κοινωνιών και, της παλαιάς γεωργικής οικονομίας των αγγλικών νήσων μέχρι τοιούτου σημείου ώστε μετέβαλε, όλη τη χώρα σε βοσκότοπο.
Οπωσδήποτε είνε φανερό ότι ο πολιτισμός των υποκειμένων χωρών δεν είνε δυνατόν να πάρη μορφήνθετική, άν οι χώρες αυτές δεν βγουν από την υποτέλειαν της ατλαντική κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και από την θέσιν των ως κυττάρων παθητικών` είνε πράγμα που θα το επιτύχουν είτε αναπτύσσοντας τις πιθανές βιομηχανικές των δυνατότητες και μία ολόκληρη φυσικά τεχνική επανάστασι είτε και ανασυνθέτοντας την γεωργική τους οικονομία σε μορφές όμως οργανώσεως τέτοιες, οι οποίες ως προς μεν τα αδύνατα οικονομικώς προϊόντα ν' αποβλέπουν με, -υπερεργασία εις τας προς αυτεπάρκειαν απλώς καλλιέργειας (όχι για το εμπόριο άλλα για να ζουν άμεσα οι ίδιοι) ως προς δε τα τυχόν ισχυρά οικονομικώς ώστε να μπορούν να βγουν στη διεθνή αγορά με ελπίδα θετικού κέρδους (καπνά λ. χ. ή σταφίδα εν Ελλάδι...) να τα καλλιεργούν με απόλυτη συγκεντρωτική ειδίκευσι` και αυτά μεν είχα να πω για τας μορφάς οργανώσεως της κυριάρχου ατλαντικής κεφαλαιοκρατικής οικονομίας ως και για την θέσιν των υποκειμένων σ' αυτήν χωρών.
Προκριμένου εξ άλλου για μεσάζουσες χώρες, σαν την δική μας, δεν πιστεύω να επιμένετε ότι πρέπει επ' άπειρον να πιθηκίζωμε, ν' αφήνουμε την πρωτοβουλία μας και τον νου μας να σκουριάζη και παθητικά να υποκύπτωμε στον δυτικό καπιταλισμό εν θέσει υπτία. Φυσικά ως προς την ψυχολογιών και ως προς τον σκοπό δεν μπορεί να διαφωνούμε.
Άλλα η διαφορά μας είνε η εξής : ότι εσείς μεν ακολουθώντας στενώς οικονομικά επιχειρήματα και μονομερή ανθρωπιστικά ιδεώδη, με συμβουλεύετε ν' αντιδράσωμε μιμούμενοι εξ ίσου παθητικά της μορφές οργανώσεως με τις όποιες το δυτικό προλεταριάτο αμύνεται εκεί, προσπαθώντας να αποσυνθέση την δύναμι της κεφαλαιοκρατίας και να την αφοπλίσει χωρίς ίσως να εννοή επαρκώς, ότι τρώγει από τας σάρκας του και ότι η εξασθένησις της δυτικής κεφαλαιοκρατίας της οποίας αποτελεί μέρος θά' νε και δική του εξασθένησις και ότι η πιθανή πτώσις της θά'νε νίκη όχι δική του αλλά νίκη των λαών των άλλων ηπείρων' των υποκειμένων στην βιομηχανική εν συνόλω (κεφάλαιο μαζή και προλεταριάτο) Ευρώπη' και τα λέτε αυτά διότι εσείς βλέπετε μέρη, τμήματα και όχι σύνολα, βλέπετε το άτομο μονομερώς και σε μία δεδομένη στιγμή του μόνο, δεν το βλέπετε ως σύνολο και στη διάρκεια, σκέπτεστε λογικά και δικονομικά και όχι οντολογικά και βιολογικά` εγώ βλέπω συνθέτες οντότητες, όχι τάξεις' εσείς βλέπετε αντίπαλες δυνάμεις και κοινωνικές τάξεις και λέτε ότι ο εκάστοτε πολιτισμός είνε προϊόν της πάλης των τάξεων ενώ εγώ βλέπω και αυτές τις τάξεις αλλά και τους άλλους τοπικούς βιολογικούς και ιστορικούς κύκλους, μέσα στους οποίους αυτές οι τάξεις ανήκουν οργανικά και με τους οποίους θα συνεκλείψουν' και γι' αυτό λέω ότι ο εκάστοτε μέσα σε καθένα απ' αυτούς τους κύκλους πολιτισμός στη θετική του μορφή είνε προϊόν όχι πάλης αλλά συνθέσεως που επιβάλλεται κάθε φορά με πρωτοβουλία και μ' ευθύνη εκείνου που στέκεται εκάστοτε νικητής στον αγώνα των τάξεων.
Κ.Δ. Καραβίδας: “ Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός” (1930) σελ 6-10.
---
(Aποσπάσματα από την φωτογραφική ανατύπωση των κειμένων του K.Δ. Καραβίδα που έγινε από τις εκδόσεις Παπαζήση υπό τον τίτλο: “Το πρόβλημα της αυτονομίας”(1981) το οποίο και είναι εξαντλημένο. Ισοκράτης, δημοσιευμένο στο: http://www.antifono.gr)
*Το δοκίμιο “Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός” (περί των γεωοικονομικών και κοινωνικών βάσεων του πολιτισμού των ελληνικών χωρών). του Κ. Δ. Καραβίδα, εκδ. Ο Κοραής, 1930, ( που εκδόθηκε ως συμβολή εις τον εορτασμό των εκατό χρόνων ελευθερίας), μπορείτε να το διαβάσετε στην ηλεκτρονική βιβλιοθήκη “Ανέμη”: εδώ
«Οι δικές μας μορφές πολιτισμού και οι δικοί μας Παστέρ, οι δικοί μας Κρόμβελ, οι δικοί μας Μαρξ καθώς και οι νέοι μας Κίμωνες και Αισχύλοι και Καραϊσκάκηδες δεν θάλθουν σε μας μέσα από τα μεταφραστικά γραφεία των ξένων βιβλίων και των ξένων νόμων, της ξένης γενικά μορφολογίας (όπως περιμένουν φαίνεται τα Υπουργεία μας και τα Πανεπιστήμια μας) αλλά θα σηκωθούν και θάλθουν προς εμάς αναμεσα από τις εληές μας, από τα αμπέλια μας, από τα βουνά μας και από τ΄ακρογιάλια μας, ωσάν όρθια φωτεινή κι εναθρωπισμένη ενσάρκωσι των γνησίων και βαθειών ζωϊκών δυνάμεων του τόπου», Κ. Δ. Καραβίδας, “Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός” (σελ. 26)
Κ. Καραβίδας: Τι είναι κοινοτισμός και τι παραγωγικό πολυώνυμο - να ισορροπήσουμε μέσα στην παγκόσμια αγορά και στη γενική αρμονιστική προσπάθεια
Φίλε Κύριε Γιαννιέ,
Στο προηγούμενο πρώτο μέρος της απαντήσεώς μου, σας έδωσα μια περιγραφή και αρκετές, όπου χρειάστηκαν, αποδεικτικές αναλύσεις καθώς και μια γενική κάτοψι του «κοινοτισμού»`
ο «κοινοτισμός», σας είπα, δεν είνε σύστημα διοικητικών δικαίων` είνε πνεύμα ζωής, είνε βίωσις, είνε δεδομένο οικονομικό, κοινωνικό και βιολογικό και εμφανίζεται υπό πολυάριθμες μορφές οργανώσεως, υπό σειράν σχηματισμών που τούς καλώ κοινοτικούς ή και εταιρικούς ή και συντροφικούς αν θέλετε.
Ο κοινοτισμός δεν είνε κατά ταύτα ένα σύστημα με το οποίον κατά προτίμησιν η κεντρική εξουσία θα κάμη τάχα καλυτέραν την διοίκησιν της περιφερείας` είνε ένα αυθύπαρκτο γεγονός, που μάλιστα κατά το πλείστον δεν πήρε καν νομική θετή μορφή αλλά στάθηκε στην περιοχή των εθίμων αυτοτελές και αυτοκαθωρισμένο επί τη βάσει δυναμικών γεωοικονομικών νόμων και επί τη βάσει των παραδόσεων και της πολιτιστικής εξελίξεως εκάστης χώρας· σαν τέτοιο όμως έχει πάρει ωρισμένην θέσιν απέναντι και του καπιταλισμού τώρα υστέρα και της φεουδαρχίας παλαιότερα` και το γεγονός αυτό η κεντρική εξουσία πρέπει να τό' χει υπ' ό'ψι της για να προχώρηση όχι εις εκείνου τη ρύθμισι αλλ' εις την ιδίαν αυτής στάσιν εις τρόπον ώστε κι αν δεν ωφελή να βλάπτη τουλάχιστον όσον το δυνατόν ολιγώτερο τον λαό επί του οποίου κάθεται.
Βεβαίως αυτός ο βασικός διαφορισμός κεντρικής εξουσίας και κοινότητος δεν θα υπήρχε αν η πρώτη προήρχετο από φυσιολογικήν ανάπτυξιν και ολοκλήρωσιν της δευτέρας όπως κατά το πλείστον συνέβη εις τα τοπικώς συγκεντρωμένα αρχαία άστη στην Ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς το κύριο εμπόδιο όπου συνετρίβη ο αρχαίος ελληνικός κόσμος είνε το ότι δεν ημπόρεσε από τα ζωντανά επί μέρους και κατά περιοχές πολιτικά μέλη του να συνθέση φυσιολογικά μίαν κεντρικήν εξουσίαν μείζονα καλύπτουσαν οργανικώς όλην την ελληνικήν γην' το κύριο εξ αλλού σαράκι της νεωτέρας κεντρικής εξουσίας, το οποίον την έφερε σε εσωτερικάς αντιφάσεις και σε στασιασμούς συνεχείς, είνε το ότι η ιστορική της προέλευσι οφείλεται κατα το πλείστον εις άλλους συντελεστάς παρά εις μίαν ζωντανήν κοινοτικήν ευρυτέραν σύνθεσι. Αυτά ως προς τό πρώτο.
Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός σελ. 41
Χωρίς δε τον παραμικρό δισταγμό ισχυρίζομαι, ότι στη δική μας χώρα —καθώς και σε όλλες της Μεσογείου και αλλαχού του κόσμου— και η γεωγραφική μας θέσις και η ειδικές πρώτες μας ύλες (το ανθρώπινο υλικό πρώτο-πρώτο) και τα ιστορικά διδάγματα των διαδοχικών περιόδων του πολιτισμού μας και αυτή τέλος η πρακτική και ζωντανή στη μνήμη του λαού γεωοικονομική εμπειρία μας, ισχυρίζομαι πως όλα αυτά δείχνουν καθαρά ότι το κύριο δικό μας κύτταρο δεν είνε καμμία από της μορφές της κεφαλαιοκρατικής οργανώσεως (αφού μάλιστα εμείς ούτε με προχωρημένη μηχανική τεχνική δουλεύομε ούτε κι έχομε μεγάλο ντόπιο κεφάλαιο μόνιμα τοποθετημένο στη χώρα μας) αλλά είνε η κοινότητα μας, λαμβανομένη όμως όχι ως μονάδα διοικητική, αλλά ως μορφή οργανώσεως της παραγωγής` είνε η κοινότητα μας η παραγωγική που στηρίζεται στην ατομική υπερεργασία του καθενός μας και στο προσωπικό του καθενός μας επίσης κεφάλαιο, έστω και μικρό και ακόμη στην ειδική δια σταθερών λειτουργιών ρύθμισι των σχέσεων που γεννώνται μέσα στην κοινοτική ομάδα από της ανάγκες της παραγωγικής εργασίας` η κοινότητα μας, η οποία αφ' ενός απελευθερώνει και κινητοποιεί της ναρκωμένες δυνάμεις της υπερεργασίας, εξ αλλού δε και εξασφαλίζει όσο το δυνατόν περισσότερο υπέρ του λάου της υλικές αξίες που είνε προϊόντα αυτής της υπερεργασίας του.
Ισχυρίζομαι ότι η κοινότητα αυτή είνε το κύριο κύτταρο μας, δηλαδή είνε το πιο προσαρμοσμένο εις τους γεωοικονομικούς όρους της χώρας μας` είνε προ παντός η πιο πρόσφορη μορφή, το πιο κατάλληλο όργανο για την οικονομική αγωγή και την κοινωνική ανατροφή ως και γενικά για την αξιοποίησι της κυρίας πρώτης ύλης της χώρας μας, του ανθρώπου δηλαδή` αλλά είνε εξ ίσου η πιο πρόσφορη και αν ληφθή ως οικονομικός σχηματισμός με τον οποίον θα παραγάγαμε όσο το δυνατόν περισσότερα και φθηνότερα και από τ' άλλα, τα ποιοτικά κατά το πλείστον προϊόντα μας` είνε τέλος και το πιο κατάλληλο σύστημα για να προσαρμοσθούμε ακίνδυνα κι' ενεργητικά να ισορροπήσουμε μέσα στην παγκόσμια αγορά και στη γενική αρμονιστική προσπάθεια της ανθρωπότητας.
Με αυτό, με την κοινότητα, που είνε η φυσική εκδήλωσίς μας, το μόνο μέσον που έχομε για να κινηθούμε, με αυτό το μέσον θα βαδίσωμε προς αυτούς τους σκοπούς. Θα κάνωμε θαύματα ; Δεν ξεύρω' μια φορά όμως θα βαδίσωμε χωρίς να τρικλίζωμε και χωρίς τον κίνδυνο να γίνωμε γελοίοι
` το ένα ζώο μάχεται με τα κέρατα το άλλο με τα δόντια, το λιοντάρι με τη δύναμι και με την σβελτάδα, η αλεπού με την υπεκφυγή και με την πονηριά. Βέβαια ο καθένας μπορεί να διαλέγη ό,τι του αρέσει, αλλά το επ' εμοί, επειδή με συμβουλεύετε «ν' αφήσω τη δική μου συστηματική λογική και να προσέξω περισσότερο τον κοινόν νουν των ευρωπαϊκών λαών», σας λέω καθαρά ότι αυτό βρίσκω πως είνε το ουσιαστικό δίδαγμα της πείρας και των άλλων αλλά και των δυτικών επίσης λαών, το ότι δηλαδή, αν και όλα τα σαμάρια είνε καμωμένα από το ίδιο υλικό, όμως ο κάθε γάιδαρος πρέπει να φορά το δικό του σαμάρι και ο κάθε άντρας να δείχνεται ό,τι είνε και όχι ό,τι δεν είνε, «κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε μαχαλάς και ταξί» λέει ο λαός, κύριε Γιαννιέ` κι εγώ επιμένω πως η ομοιομορφία του πολιτισμού δεν μπορεί νάνε γενική και απόλυτη
` υπάρχουν για κάθε ώρα ωρισμένα όρια στο είδος της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, ωρισμένες παραδόσεις λιτότητας η πλούτου, απλότητας ή συνθέσεως, γενικά (ορισμένες μορφές οργανώσεως της όποιες δεν μπορεί να υπερβή, χωρίς τόν κίνδυνο πρόωρης εξαντλήσεως και διαφθοράς ηθικής και υλικής
. Ο δε συνειδητός σεβασμός αυτών των παραδόσεων, η καλλιέργια αυτή της γηγένειας θετικά, όχι αρνητικά, δεν είνε ζήτημα πατριωτικού δήθεν σωβινισμού η τοπικού ναρκισσισμού` είνε η ανάγκη της ζωής κι' είνε η συνείδηση των εκπολιτιστικών δυνατοτήτων που μπορεί να φθάσει η ζωή σε δεδομένη χώρα. Δυνατότερο δε και υψηλότερο γίνεται το δέντρο πούχει βαθύτερες και δυνατότερες ρίζες.
Σύμφωνοι με αυτά, λέω πως το σημείο έως όπου είνε δυνατή η εκκεφαλαιοκράτησι, φυσικά δε κατόπιν και η εκσοσιάλισι των μορφών οργανώσεως της Ελλάδος — χωρίς βέβαια την υποδούλωσίν της— το σημείο αυτό είνε πρόβλημα που δεν ελύθη ακόμη` βεβαίως αν αυτό ήταν λυμένον και μάλιστα θετικά, τότε εγώ δεν θάχα αντίρρησι να σας ακολουθήσω στους αγώνας σας, γιατί, ως ευνόητο, εγώ δεν είμαι εχθρός του λαού` εξ άλλου όμως δεν είμαι και κανένας φαντασιόπληκτος ιδεολόγος και κοσμοδιορθωτής` τη μεταφυσική μου και την φιλοσοφία μου την φυλάω για τον εαυτόν μου` μιλώντας δε για τον τόπο αυτόν εδώ με απόλυτον ρεαλισμό σε ώραν κρισιμώτατη, με ρεαλισμό χρήσιμον υποθέτω και για καθέναν που αποβλέπει σε ευρύτερες παγκόσμιες συνέσεις βασισμένες σε θετικά δεδομένα, βρίσκω πως το πρόβλημα αυτό, που ετέθη από τον καιρό της ιδρύσεως της Εθνικής Τραπέζης, ζητάει τώρα παρά ποτέ πιο επίμονα μια απάντησι, η οποία και την ευχέρεια του προσανατολισμού μας επί μιας υγειούς αντιμετωπίσεως μας δίδει αλλά και ως ανάγκη μας επιβάλλεται` η ευχέρεια οφείλεται στη διάσπασι, ως εσημείωσα, της διεθνούς αγοράς και στην παράλληλη κρίσι κι' εξασθένησι της πιέσεως που ασκούσε απάνω μας η ατλαντική κεφαλαιοκρατία` η ανάγκη εξ άλλου προέρχεται εκ του ότι εμείς τώρα θα ζήσουμε από τον τόπο μας έτσι όπως συνεσωρεύθημεν εδώ δια της βίας κι' έτσι δια της βίας θα υποκύψουμε στης πιο πρόσφορες προς αυτόν το σκοπό γηγενείς μορφές οργανώσεως. Το βασίλειο της αναρχίας τελείωσε, εκτός εάν ετοιμαστούμε για εξαπλωτικόν άμεσον πόλεμο.
Απαντώ λοιπόν εδώ τώρα πιο συγκεκριμμένα ότι στη χώρα μας το δημιουργικό κύτταρο μας για τας δημητριακάς μεν και κτηνοτροφικάς χωρικάς μας περιοχάς είνε αυτό που ονομάζω δημητριακήν κοινότητα και που έδωσα πλατιάν ανάλυσι του μηχανισμού της και των λειτουργιών της το περασμένο καλοκαίρι στο περιοδικό «Πειθαρχία» και στην εφημερίδα «Πρωία»` αυτή η δημητριακή κοινότητα δεν είνε τυχαία κι' αναρχική παράθεσις ανθρώπων και σπιτιών, όπως έγινε το χωριό παντού οπού παθητικά υπέκυψε στην πίεσι της μηχανικής κεφαλαιοκρατίας, αλλά είνε συνθέτη οργανική μονάδα παραγωγής, όπως είνε ακριβώς και μία βιομηχανική επιχείρησις μέσα στο κεφαλαιοκρατικό πλαίσιο` με μια ουσιώδη όμως διαφορά, ότι αυτή η δημητριακή κοινότητα παρουσιάζει ιδιόμορφην οργάνωσι των βάσεών της και των κυρίων λειτουργιών της, της παραγωγικής εργασίας, της αποταμιεύσεως, της αποσβέσεως, της κεφαλαιοποιήσεως, της πίστεως, της ασφαλίσεως.
Εξ άλλου δια τας σταφιδικάς, τας καπνικάς, τας ελαιοκομικάς περιοχάς μας για την παραγωγή, την επεξεργασία, τη βιομηχανία και το εμπόριο της σταφίδας, του καπνού και του λαδιού, που όλα αυτά τα προϊόντα δίδουν θετική και πλατιά βάσι για αποκεντρωμένες κατά χώραν βιομηχανίες—εις όλες αυτές της περιπτώσεις το κύριο ενεργητικό κύτταρο δεν είνε η ανώνυμη εταιρία και το καπιταλιστικό κεφάλαιο, αλλά είνε η προσωπική η κλασσική αστοχωρική ελληνική κοινότητα, αυτή η κοινότητα που ευνόησε την σύνθεσι και την ισορροπία της ελληνικής κοινωνίας και που επέτρεψε στους Έλληνας χωρικούς αυτών των περιοχών να εκμεταλλευθούν οι ίδιοι τα προϊόντα τους, τα προσωπικά κεφάλαια τους και την ατομική ο καθένας υπερεργασία του, επί τόπου και μάλιστα όχι μόνον ως παραγαγοί αλλά και ως έμποροι και ως βιομήχανοι` αυτό δεν μπορεί να γίνη λ. χ. εις τας χώρας που παράγουν άνθρακα ή πετρέλαιο, αφού η οργάνωσις της παραγωγής αυτών χρειάζεται μεγάλα κεφάλαια και ειδικές τεχνικές εγκαταστάσεις και αφού και τα δυο αυτά προϊόντα για να παραχθούν απορροφούν εις το διηνεκές και ομοιομόρφως τους εργάτας και για να δώσουν την χρησιμότητα τους και να πάρουν την εμπορική αξία τους πρέπει να μεταφερθούν αλλού εδώ κι' εκεί πάντως μακράν του τόπου της παραγωγής τους` ο ανθρακωρύχος θάνε ανθρακωρύχος όλο το χρόνο και τίποτα άλλο` ο σταφιδοπαραγωγός αντιθέτως είνε ευνόητο ότι μπορεί, αφού τρυγήση και κλείση αυτή την εργασία του, να χρησιμοποίηση την εργατική του δύναμι και να δημιουργήση για τον εαυτό του πρόσθετον πόρο μέσα στο χωριό του από την αποκεντρωμένη τοπική βιομηχανική επεξεργασία των προϊόντων του και των υποπροϊόντων αυτών, εργασία η οποία δεν είνε αδύνατο να οργανωθή με τα μικρά προσωπικά κεφάλαια, με την τεχνική και με την πρωτοβουλία της ομάδος των χωρικών. Δεν έχετε, κύριε, παρά ν' αναλύσετε τον λογαριασμό των προσόδων της πιο απλής οικογένειας των σταφιδοπαραγωνών και των οινοπαραγωγών στην Πελοπόννησο (καθώς άλλως κι' αλλού της Μεσογείου και στη νότιο Γαλλία π. χ.) και θα αντιληφθήτε αμέσως πόσο οι πόροι της είνε υπερβολικά σύνθετοι, από πολλών πηγών και από το εμπόριο και από τη βιομηχανία άμεσα και έμμεσα και πόσο, σχετικά με το όλον, ο καθαυτό πόρος των ως παραγωγών είνε πολύ μικρός, είνε πάντως πολύ δυσανάλογος για να τους στηρίξη ως παραγωγούς αποκλειστικά και να δώση έτσι βάσι στο μηχανικό διαφορισμό των τάξεων και σε μια γνήσια και γόνιμη πάλη πάνω σ' αυτή τη βάσι` δοκιμάστε εξ άλλου εδώ να αφαιρέσετε τον άμεσο προσωπικό χαρακτήρα τόσο του κεφαλαίου όσο και της εργασίας ναι θα δήτε πως ούτε το ένα ούτε το άλλο απ' αυτά τα στοιχεία δεν μπορούν να ζήσουν μόνα τους επί μακρόν χρόνο` θα εννοήσετε τότε γιατί εδώ δεν υπάρχουν αποκλειστικοί ραντιέρηδες καΙ αποκλειστικοί εργάτες καΙ γιατί τόσο γρήγορα η ιδιοκτησία της γης (αλλά και του χρηματικού κεφαλαίου επίσης) κινείται και περνά από τα χέρια εκείνων που υπέκυψαν στον πειρασμό του ν' αποφύγουν την προσωπική εργασία εις τα χέρια εκείνων που συνδυάζουν και την προσωπική υπερεργασία κι' ένα, μικρό έστω, προσωπικό κεφάλαιο.
Αυτά, κύριε, δεν είνε εφευρήματα της φαντασίας μου αλλά είνε πραγματικά δεδομένα αντικειμενικά, που αποτελούν τον κύριο δυναμικό χαρακτήρα της κοινωνικής ιδιομορφίας μας και που δίνουν το κλειδί για να εννοήσωμε γιατί η μεσότης των ουσιών, η ισορροπία και η σύνθεσις υπήρξαν η πραγματική κατάστασις εις την οποίαν και κατά τους αρχαίους και κατά τους μέσους και κατά τους νεωτέρους χρόνους επανείρχοντο αδιάκοπα οι ελεύθερες ελληνικές κοινότητες, οσάκις δηλαδή καμμία εξωτερική εξωκοινοτική δύναμις πολιτική (όπως παρ' αρχαίοις με τους πολέμους μεταξύ των άστεων) νομική (όπως επί Ρωμαίων μετά την κατάκτησιν και την επιβολήν της ομοιομορφίας) ή οικονομική (όπως παρ' ημίν λόγω της πιέσεως εκ μέρους του καπιταλισμού) δεν επενέβαινε δια να χαλάση το ισόρροπο αποτέλεσμα της γόνιμης ενδοκοινοτικής πάλης και να ευνοήση το ένα συμφέρον, τη μια λειτουργία ή και τη μια ομάδα εις βάρος των άλλων.
Άμα προσέξετε την Πελοπόννησο με άμεση και απροκατάληπτη παρατηρητικότητα, θα δήτε αμέσως ότι το υγιέστερο οικονομικώς σύστημα οργανώσεως των χαρακτηριστικών παραγωγικών κλάδων όπου επεδόθη αυτή η χώρα, είνε όταν η οργάνωσις αυτή είνε στα χέρια ενός και του αυτού προσώπου που συνδυάζει μια ωρισμένη αναλογία ικανοτήτων: προσωπικού κεφαλαίου, εργασίας και τεχνικής' θα δήτε, ότι εκάστη οικογένεια, ως μονάς παραγωγική και οικονομική, στηρίζεται όχι σε ομοειδείς αλλά σε ετερόκλητους και ετερονόμους πόρους και αποτελεί μια ιδιότυπη συνάρτησι, ένα περίπλοκο οικονομικό πολυώνυμο, το οποίον δεσπόζεται όχι από το κεφάλαιο άλλα, από ένα σύνθετο γνήσιο ανθρώπινο δυναμισμό και το οποίον ως θετικό κυρίαρχο πόλο έχει όχι τη μηχανή και το κεφάλαιο αλλά τον άνθρωπο` θα δήτε, ότι, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στας καπιταλιστικάς βιομηχανικάς μορφάς οργανώσεως, η αποσυνθετική ειδίκευσις εδώ είνε αντιοικονομική και συνεπάγεται μια φανερή σπατάλη εργασίας κεφαλαίου και χρόνου, θα δήτε, ότι, υπό το κράτος ωρισμένων γεωοικονομικών νόμων τοπικών (Πελοπόννησος, Νότια Γαλλία κι' αλλού) διαμορφώθηκε εδώ μια ειδική αστοχωρική συνθετική κοινωνία, όπου, καίτοι υπάρχει ισχυρό κεφάλαιο προσωπικό, ο καπιταλισμός όμως ως σύστημα δεν μπόρεσε να εισδύση αποφασιστικά, δεν μπόρεσε ακόμα να την κυριαρχήση εξ ολοκλήρου βάλλοντας τον άνθρωπο σε υποτελή μοίραν, δηλαδή δεν μπόρεσε να την διαμέλιση με το συνηθισμένο processus του διαμελισμού της μέσης τάξεως, που απωθεί ένα μικρο μέρος της προς την άρχουσα ταξί κι' όλο τ' άλλο προς το προλεταριάτο` θα δήτε τέλος ότι αυτή η κοινωνία, η οποία πλέον δεν είνε βεβαίως καθαρά αγροτική (δηλαδή υποτελής και παθητική), δεν είνε όμως ούτε και καθαρά αστική κυριαρχημένη από το καπιταλιστικό σύστημα` κι' εύκολα τότε θα εννοήσετε, ότι εδώ δεν υπάρχει βάσις σαφής για την γόνιμη ιστορική λειτουργία της πάλης των τάξεων, όπως την αντιλαμβάνεται ο σοσιαλισμός`......
Στο ίδιο, σελ 10 - 16
1 Φυσικά εσείς που αναγνωρίζετε ότι υπάρχει εδώ κοινωνιολογία γελοία και κοινοβουλευτισμός γελοίος, πιστεύω πως δεν θα αρνηθήτε το ενδεχόμενο κι' ενός γελοίου είτε φασισμού είτε κομμουνισμού είτε και σοσιαλισμού τέλος, εφ' όσον οι όροι μένουν οι ίδιοι και όλοι σπεύδουν με βεβιασμένες κι' ασύστατες προσαρμογές.
2 Φυσικά είνε φανερό πως σύμφωνα με το νόμο της διαφοροποιήσεως και ολοκληρώσεως υπάρχει η τάσις για τη γενίκευσι του ισχυρότερου σε κάθε περίοδο πολιτισμού και για την ενοποίησι του κόσμου` η τάσις όμως αυτή προέρχεται περισσότερο από πρωτοβουλία του εκάστοτε πολιτισμένου παρά του απολίτιστου λαού. Γενικά η τάσις της εξαπλώσεως είνε θετική και αρνητική` είνε θετική και εις όφελος (έως ένα σημείο τουλάχιστο) της χώρας οπού υπάρχει η εστία του πολιτισμού· είνε αρνητική και εις βάρος (έως ένα σημείο τουλάχιστο) της χώρας όπου τείνει η εξάπλωσις. Αυτά είνε ακριβή μέχρις ότου, συμπληρουμένου του ορίου των εκατέρωθεν δυνατοτήτων, επέρχεται η κρίσις των πολιτισμών, όπως υπάρχουν όλες οι ενδείξεις ότι θα συμβή και τώρα.
3 Στη σελίδα 38, ο Κ. Καραβίδας, με την ίδια σαφήνεια προειδοποιεί: “σε κάθε χώρα υπάρχει ένα όριον πολυτελείας στο είδος ζωής και στο είδος πολιτισμού και για όλους και για τον καθένα και για τις ομαδικές, δηλαδή, και για τις ατομικές μορφές και ότι το όριον αυτό δεν μπορεί κανείς να το υπερβή χωρίς κίνδυνο της ελευθερίας του της αξιοπρεπείας του και της πνευματικής διαύγειας του αλλά και της ίδιας της ζωής του συχνά! Η ιστορία αναφέρει το παράδειγμα του ενδόξου βασιληά Παυσανία, που οι Σπαρτιάται τον εσκότωσαν πριν καν εξακρίβωση αν έκλεψε κι' αν επρόδωσε, αρκεσθέντες μόνο στο γεγονός ότι εισήγαγεν εις το είδος ζωής του τόνους τινας βαρβαρικής πολυτελείας ασυμβιβάστου με την γεωοικονομικήν δυναμικήν και με τας εξ αυτής προελθούσας παραδόσεις, της πόλεως` του ιδίου νόμου παραδειγματική και απαράμιλλη εφαρμογή είνε ολόκληρος ο λιτός και ευγενής, αβαρής και εξ ίσου ρωμαλέος, πολιτισμός των αρχαίων Αθηνών. Αλλά τέτοια παραδείγματα ευρίσκομε και σ' όλας τας περιόδους της ακμής της Ελλάδος όπου επανελήφθησαν αδιάκοπα ως οι πιο χαρακτηριστικές προϋποθέσεις και ως προάγγελοι της ακμής.....”
(επιλογή από ΑΝΤΙΦΩΝΟ /21 Οκτώβριος 2012)
................................................................................................................
Ο Κωνσταντίνος Καραβίδας υπήρξε ένας σπουδαίος διανοητής του Αγροτικού ζητήματος. Μελέτησε συστηματικά τα προβλήματα του Αγροτικού χώρου κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και οι διαπιστώσεις του παραμένουν στην ουσία τους διαχρονικές. Για τους μελετητές του έργου του, είναι πολύ εύκολο να βρούν σαφείς αναφορές και στη σημερινή κατάσταση, τα αδιέξοδα και τις προκλήσεις για το μέλλον.
Γεννήθηκε στην Κεφαλονιά το 1890. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Πάτρα και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 1908 έως το 1912, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Νομική, έλαβε μέρος στους αγώνες για το Δημοτικισμό με ηγέτες τους Αλέξανδρο Δελμούζο, τον Φίλιππο Δραγούμη και άλλους. Υπηρέτησε στους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912 στην Αετορράχη και το 1913 στις μάχες του Κιλιντίρ, της Δοϊράνης και της Στρώμνιτσας και στο Πέτσοβο. Το 1914 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αποφοίτηση του προσλήφθηκε ως ακόλουθος νομαρχίας και υπηρέτησε στη Νομαρχία Ναυπλίου. Το 1917 προσέρχεται στο Εθνικό Κίνημα Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις και για ένα διάστημα βρέθηκε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελευθέριου Βενιζέλου. Λίγο αργότερα τοποθετήθηκε στη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας με αρμοδιότητες σε ζητήματα εποικισμού έως το Σεπτέμβριο του 1920. Μετά την παραίτηση του από τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας το 1920 και έως το 1926 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία αρθρογραφώντας σε διάφορα έντυπα.
Στις αρχές του 1922 βρέθηκε στην Ύπατη Αρμοστεία Σμύρνης με την ιδιότητα του δημοσιογράφου. Για ένα μικρό διάστημα πριν τη μετάβαση του στη Σμύρνη διετέλεσε επίσης διευθυντής του περιοδικού ‘Πολιτική Επιθεώρησις’ του Ίωνος Δραγούμη, που εξέδιδε τότε ο αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης. Μετά την επιστροφή του από τη Σμύρνη και μέχρι το 1924 ο Κωνσταντίνος Καραβίδας εξέδιδε μαζί με το Ντίνο Μαλούχο το περιοδικό ΄Κοινότης.’ Από το 1926 έως το 1930 εργάστηκε ως τμηματάρχης του Υπουργείου Εξωτερικών στη Βόρεια Ελλάδα με αρμοδιότητες σε ζητήματα εποικισμού. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Καραβίδας συνέταξε πλήθος εκθέσεων και υπομνημάτων για το προσφυγικό ζήτημα, τον εποικισμό και την ανταλλαγή των πληθυσμών. To 1932 προσλήφθηκε στην Αγροτική Τράπεζα.
Ασχολήθηκε με την οργάνωση των έργων εγγείων βελτιώσεων σε μικρές κοινότητες σε όλη την επικράτεια. Οι εκθέσεις και τα υπομνήματα του για τα εγγειοβελτιωτικά έργα αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι του αρχείου του. Συνταξιοδοτήθηκε από την Αγροτική Τράπεζα το 1953. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της ‘Δημοκρατικής Ομάδας.’ Την περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην έκδοση της παράνομης αντιστασιασικής εφημερίδας ‘Ο Δημοκράτης’.
Το πλούσιο συγγραφικό του έργο περιέχει μελέτες, συλλογές ποιημάτων και διηγήματα. Μερικά από τα αυτοτελή δημοσιευμένα συγγράμματά του: Εύρωπος (1925), Δωρικόν Άσμα (1926), Η Μακεδονοσλαβική Αγροτική Κοινότης (1926), Η πύκνωσις των αγροτικών μας πληθυσμών (1927), Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός (1930), Αγροτικά (1931). Έχει επίσης δημοσιεύσει σειρά άρθρων σε πολλές εφημερίδες με ποικίλη θεματογραφία. Πέθανε το Μάρτιο του 1973 έπειτα από μακρά ασθένεια.
Κέντρο της σκέψης του είναι η διατήρηση των αρχών της κοινοτικής οργάνωσης – του κοινοτισμού.
«Σύντομα λέγω εδώ ότι ο Κοινοτισμός, είνε ολοκληρωτική συνθετική αντίληψις της ζωής, είνε βίωσις – περιέχει συνεπώς βάσεις οικονομικής αναπλάσεως και στοιχεία πολιτισμού, επαληθευμένα από την Ιστορία μας και αναζωογονούμενα από την ανάγκη των καιρών σήμερα, ως το πιο ζωτικό αίτημα: Χωρίς να κλωνίζωμε την ατομική ιδιοκτησία και το ιερό όραμα της ανθρωπίνης προσωπικότητος – ζητάμε να βγάλωμε απ’ την αναρχία και να τάξωμε και τις δύο αυτές τεράστιες δυνάμεις μέσα στην ιεραρχημένην κοινοτική ομάδα, η οποία εξευμενίζει και εξυψώνει την προσωπικότητα του ατόμου και γονιμοποιεί κοινωνικώς την ιδιοκτησία και ζητάμε πρακτικώς, να οργανώσωμε το χωρικό και μικροαστικό κεφάλαιο απάνω στην προσωπική ομαδική εκμετάλευση των στοιχείων του τοπικού μας πλούτου, τα οποία ακριβώς προσφέρονται στους κοινοτικούς θεσμούς,…»
Ανάρτηση από: https://geromorias.blogspot.gr