Του Γιώργου Παπαδόπουλου – Τετράδη
Καταλαβαίνω πολύ καλά την επιθυμία του πρωθυπουργού να πάει στην κηδεία του Κάστρο στην Κούβα. Ήταν στην παιδική και εφηβική του φαντασία ένας επαναστάτης ίνδαλμα. Ένα πρότυπο. Εκείνο που δεν καταλαβαίνω είναι ένα: Δε ντράπηκε;
Εγώ θα ντρεπόμουν να πάω να σταθώ μπροστά στα λείψανα του ανθρώπου που θαύμαζα, που ορκιζόμουν ότι θα μοιάσω, που μ’ εμπιστεύτηκε με τα μηνύματά του και που εγώ στην πράξη τον πρόδωσα στα πάντα. Σημασία δεν έχει αν ο Φιντέλ είχε δίκιο ή άδικο σε όσα έκανε. Σημασία έχει η συνέπεια, τι έλεγε και τι είναι ο ένας και ο άλλος.
Εκείνος, ήταν ένας πολύ καλός μαθητής και φοιτητής, ένας δικηγόρος των φτωχών. Εγώ ένας κακός μαθητής, ηγέτης μιας μαθητείας για λιγότερη μόρφωση και ένας κακός φοιτητής, χωρίς έργο στην επιστήμη μου.
Εκείνος εντάχθηκε στο πατριωτικό εθνικό κίνημα της χώρας του, που ήταν αντικομμουνιστικό, και πολέμησε με τα όπλα τη δήθεν δημοκρατία και μετά τη δικτατορία στη χώρα του, φυλακίστηκε και εξορίστηκε. Εγώ εντάχθηκα στην κομμουνιστική νεολαία και δεν πήρα ποτέ τα όπλα εναντίον κανενός καθεστώτος για καμιά επανάσταση παρ όλο που την πίστευα, ενώ, αντίθετα, οι μαθητικές δραστηριότητές μου διαφημίζονταν από συντηρητικές εκπομπές της τηλεόρασης και το καθεστώς με χάιδευε.
Εκείνος με 81 ανθρώπους απ αυτό το εθνικό κίνημα έστησε αντάρτικο στα βουνά της πατρίδας του, ξεσήκωσε ένα λαό και έριξε ένα ένοπλο καθεστώς, χωρίς να υπολογίζει τη ζωή του και τις απειλές της υπερδύναμης του πλανήτη, που στήριζε το καθεστώς και που απέχει μόλις 200 μίλια από την πατρίδα του. Όσο ο Πειραιάς από την Κρήτη. Εγώ, έριξα μια κυβέρνηση και κατέλαβα την εξουσία χωρίς καμιά απειλή, χωρίς καμιά προπαρασκευή του λαού για εκεί που ήθελα να τον οδηγήσω, έχοντας επιπλέον και τη βοήθεια όλης σχεδόν της πλουτοκρατίας της χώρας μου.
Εκείνος έδιωξε κάθε φορέα που απομυζούσε την οικονομία της χώρας του και άφηνε το λαό σε εξαθλίωση, ξεκινώντας από την κατάργηση των μεγάλων κλήρων και την υποχρέωση να είναι Κουβανός καθένας που κατείχε εκτάσεις και εθνικά κεφάλαια. Χωρίς να φοβηθεί να συγκρουστεί γι αυτό με τη μία υπερδύναμη, που σχεδόν κατείχε τη χώρα του και να υποστεί για πάνω από 50 χρόνια το εμπάργκο της. Εγώ, διατήρησα την κατοχή του μεγάλου πλούτου στα χέρια που τη βρήκα, ρήμαξα την περιουσία της μεσαίας τάξης και των φτωχών και ψήφισα νόμους που παραχώρησαν τα εθνικά κεφάλαια στους ξένους για 99 χρόνια.
Εκείνος, για να υπερασπιστεί αυτά που πίστευε (σωστά ή λάθος δεν έχει σημασία, η συνέπεια παίζει ρόλο) δε δίστασε να συμμαχήσει με την άλλη υπερδύναμη και να φέρει την ανθρωπότητα στο χείλος ενός πολέμου, ενώ αντιμετώπιζε επί χρόνια τις ένοπλες εισβολές της αντιπολίτευσης από απέναντι, που εξοπλίζονταν από την ισχυρότερη υπηρεσία του κόσμου. Εγώ, ενώ πίστευα στη εθνική νομισματική ανεξαρτησία, μόλις με απείλησαν ότι θα έβγαινα από το κλάμπ των κεφαλαιοκρατικών χωρών και ότι ο λαός μου θα περνούσε πολύ ζόρικα για μερικά χρόνια αν αποκτούσα νομισματική ανεξαρτησία, έκανα πίσω αυθημερόν από το φόβο μην αντιμετωπίσω καμιά οργή από το λαό που δεν τον είχα προετοιμάσει για τίποτε, και πέσω.
Εκείνος έπαιρνε τις ευθύνες των αποφάσεών του και τις διαλαλούσε κι όλας. Εγώ μόλις τα βρήκα σκούρα με την ευθύνη που έπρεπε να αναλάβω, έριξα το μπαλάκι στο λαό με δημοψήφισμα. Εκείνος ξεσήκωνε το λαό προς ένα δρόμο ενάντια στους ξένους και πήγαινε μπροστά. Εγώ ξεσήκωσα το λαό ενάντια στους ξένους κι έκανα πίσω από το φόβο να συγκρουστώ μ αυτούς και μου τραβήξουν την καρέκλα που καθόμουν.
Εκείνος έκανε τα πάντα και σε βάρος πολλών για να μπορεί να ταϊζει περισσότερα σχολεία, περισσότερα νοσοκομεία, περισσότερα στόματα με δωρεάν τρόφιμα, όλους με δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όλους με δωρεάν συγκοινωνίες όλους με δωρεάν σιτεία για τους φτωχούς. Εγώ κόβω λεφτά από τα νοσοκομεία, από τα σχολεία, από τα πανεπιστήμια, από την περίθαλψη και τις συντάξεις, ακριβαίνω τις συγκοινωνίες, παρακολουθώ άπραγος να ακριβαίνουν τα τρόφιμα.
Εκείνος αρνήθηκε να υποχωρήσει από την ανεξαρτησία της πατρίδας του και να συμβιβαστεί με τα δέλεαρ, που του πρόσφεραν εχθροί και μετέπειτα φίλοι που γίνανε εχθροί. Και δε δίστασε να συγκρουστεί και με τη δεύτερη υπερδύναμη γι’ αυτή την ανεξαρτησία. Κι ας κόστιζε πρόσθετη φτώχεια στο λαό του η ανεξαρτησία. Εγώ, που πήρα την εξουσία για να δώσω πίσω στο λαό τη χαμένη του ανεξαρτησία παρέδωσα οικονομικά και πρακτικά στους ξένους ακόμα κι εκείνη που είχε απομείνει.
Εκείνος ήταν ένας πατριώτης διεθνιστής, που παρά τη φτώχεια της χώρας του στήριξε με όπλα και εθελοντές κάθε λαϊκό κίνημα στον πλανήτη. Εγώ με την πολιτική που ακολουθώ δεν μπορώ να στηρίξω ούτε τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας μου.
Εκείνος ήταν αυτό που έλεγε ότι ήταν. Ένα δικτάτορας μιας κοινοκτημοσύνης, ένας πατέρας όπως έλεγε, στην υπηρεσία του τελευταίου Κουβανού χωρικού και προλετάριου στη χώρα του. Εγώ είμαι στην πράξη ακριβώς το αντίθετο απ αυτά που λέω ότι είμαι. Ένας υπηρέτης του ξένου και του ελληνικού μεγάλου κεφαλαίου, που κυβερνάω με μια πλειοψηφία στη Βουλή, χωρίς να δίνω δεκάρα για τις θέσεις όσων με αντιπολιτεύονται, βυθίζοντας τους πολίτες μου κάθε μέρα σε βαθύτερη δυστυχία.
Εκείνος άλλαξε δρόμο και έδωσε τα χέρια με το μεγάλο του εχθρό, την υπερδύναμη, χωρίς να θίξει το όνομα της χώρας του, για να βοηθήσει το λαό του να βγει από την ανέχεια, που η πολιτική του επιμονή τον έχει ρίξει. Κι αναγνωρίστηκε γι αυτό. Εγώ δίνω τα χέρια σε όλους κι έχω κάνει το όνομα της πατρίδας μου περίγελο στα ξένα χείλη.
Εκείνος έλεγε ότι ήταν ένας Κουβανός πατριώτης. Εγώ βγάζω μπιμπίκια αν με πουν πατριώτη.
Για όλα αυτά και γι άλλα θα το σκεφτόμουνα πολύ και θα ντρεπόμουν έστω και να σταθώ μπροστά απ τη σορό του. Αλλά, αν μ έφερνε ο δρόμος να σταθώ, μονάχα ένα πράγμα θα άξιζα να πω: Συγνώμη.
Ανάρτηση από: http://www.liberal.gr