Κοπιάροντας τις πρακτικές των φροντιστηρίων
Του Δημήτρη Τσιριγώτη
Του Δημήτρη Τσιριγώτη
Πριν από ελάχιστες μέρες έγινε παρουσίαση των τελικών προτάσεων του υπουργείου Παιδείας για το «Νέο Λύκειο». Είναι φανερό ότι το υπουργείο «τσιμπάει» σε μια παράλογη και μακροχρόνια αντιπαράθεση φροντιστηρίου – σχολείου.
Είναι γνωστό ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας κατηγορεί το Λύκειο ότι δεν προετοιμάζει επαρκώς τους μαθητές για τις εισαγωγικές εξετάσεις οπότε και οι οικογένειες είναι αναγκασμένες να προστρέχουν στα φροντιστήρια για να καλύψουν το κενό αυτό. Οι ιθύνοντες του υπουργείου Παιδείας υπέπεσαν στο ολέθριο σφάλμα να θεωρήσουν την παραπαιδεία ως την αιτία της απαξίωσης του Λυκείου ενώ στην πραγματικότητα είναι μόνο ένα από τα συμπτώματα. Τώρα λοιπόν αντί να αντιμετωπίζουν την αιτία προσπαθούν απεγνωσμένα να «νικήσουν» το σύμπτωμα. Και ποια είναι η λύση που προτείνει το υπουργείο ώστε να χαϊδέψει τα ώτα των γονέων που βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη; «Θα κάνουμε το σχολείο φροντιστήριο». Πως θα γίνει αυτό; Μα, κοπιάροντας τις πρακτικές των φροντιστηρίων. Αναλυτικά:
Κοπιάροντας τις πρακτικές των φροντιστηρίων
1) Ελαττώνοντας τα μαθήματα (της Β΄ Λυκείου από 18 σε 10 και της Γ΄ Λυκείου από 15 σε 7). Το γνωστό «πακέτο» μαθημάτων σαν και αυτό που χρησιμοποιούν τα φροντιστήρια.
2) Καταργώντας τα πιο πολλά μαθήματα Γενικής Παιδείας. Είναι σαφές ότι η Γενική Παιδεία εξοστρακίζεται από το Λύκειο το οποίο παρά τις αντίθετες εξαγγελίες μετατρέπεται σε βιομηχανία εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Που πήγαν οι πηχυαίοι τίτλοι των διακηρύξεων του υπουργείου Παιδείας περί «αυτόνομου Λυκείου», περί «Λυκείου Γενικής Παιδείας»;
3) Αυξάνοντας τις ώρες διδασκαλίας των μαθημάτων που θα μετράνε στα μόρια πρόσβασης( 6ωρα μαθήματα στην Γ΄ Λυκείου). Άλλη μια πρακτική των φροντιστηρίων.
4) Μειώνοντας το εβδομαδίαιο ωρολόγιο πρόγραμμα των μαθητών (της Β΄ Λυκείου από 35 σε 34 και της Γ΄ Λυκείου από 32 σε 29). Μια λογική λοιπόν ότι στο σχολείο θα διδάσκονται «λίγα και καλά». Και όταν λέμε «καλά» εννοούμε κυρίως τα μαθήματα που θα μετράνε στα μόρια εισαγωγής. Σαφής λογική φροντιστηριακού τύπου δηλαδή.
5) Αυξάνοντας τον αριθμό των εξετάσεων. Το «άγιο δισκοπότηρο» των φροντιστηρίων είναι φυσικά οι πανελλαδικές εξετάσεις. Στο νέο λοιπόν Λύκειο- φροντιστήριο σύμφωνα με εξαγγελλόμενα του υπουργείου Παιδείας οι Πανελλαδικές εξετάσεις καταργούνται. Μην βιάζεστε όμως, αφού το μόνο που αλλάζει πραγματικά είναι το όνομα. «Κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις» θα λέγονται πλέον οι εξετάσεις τα αποτελέσματα των οποίων θα καθορίζουν κατά 80-90% τα μόρια εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και προσέξτε όχι μόνο δεν καταργούνται οι εισαγωγικές εξετάσεις αλλά ενισχύονται και από πάνω αφού θα πραγματοποιούνται δύο φορές τον χρόνο: τέλος Ιανουαρίου και τον Ιούνιο με εξωτερικούς αξιολογητές (καθηγητές από άλλα σχολεία). Σημειωτέον ότι τα διαγωνίσματα του Ιανουαρίου θα συμμετέχουν στον βαθμό πρόσβασης με ένα ποσοστό μόνο αν βελτιώνουν τον βαθμό του Ιουνίου, αλλιώς δεν θα μετράνε.
Το υπουργείο Παιδείας αναφέρει ότι η εξεταστική του Ιανουαρίου θα αποδραματοποιεί τις τελικές εξετάσεις του Ιουνίου. Πραγματικά αναρωτιέμαι αν οι ιθύνοντες του υπουργείου Παιδείας γνωρίζουν τα στοιχειώδη για την ψυχολογία του μέσου έλληνα γονέα και μαθητή. Ας θυμηθούν λίγο το πρόσφατο παρελθόν και το σύστημα «Αρσένη» που προέβλεπε πανελλαδικές εξετάσεις στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου και όχι μόνο αποδραματοποίηση δεν επέφερε αλλά τουναντίον οι εγγραφές στα φροντιστήρια εκτινάχθηκαν. Συμπτωματικά (ή μήπως όχι) και εκείνο το σύστημα προέβλεπε ότι ο βαθμός της Β΄ Λυκείου μετρούσε στα μόρια εισαγωγής μόνο αν ήταν μεγαλύτερος από τον βαθμό της Γ’ Λυκείου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι παρά την πλήρη φροντιστηριοποίηση του Λυκείου οι εγγραφές στα φροντιστήρια προβλέπονται να εκτιναχθούν. Και δεν είναι μόνο αυτό: ενώ μέχρι σήμερα η σύγκριση Λυκείου – φροντιστηρίου μπορούσε να θεωρείται ως άδικη και τρόπο τινά παράλογη αφού επρόκειτο για δύο χώρους με διαφορετικές αποστολές , τώρα η σύγκριση αυτή θα έχει λόγο ύπαρξης αφού πλέον και το Λύκειο αποκτά φροντιστηριακό χαρακτήρα. Και μαντέψτε ποιος θα είναι ο κερδισμένος και ποιος ο χαμένος αυτής της αναπόφευκτης πλέον σύγκρισης… Πλέον η απαξίωση του Λυκείου θα στηρίζεται σε επιχειρήματα.
6) Ο εξεταστικοκεντρικός προσανατολισμός του «Νέου Λυκείου» φαίνεται και από το γεγονός ότι η επίδοση του μαθητή κατά το σχολικό έτος θα μετράει κατά ένα ποσοστό της τάξεως 10-20% ενώ οι κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις κατά 80-90%. Και δεν είναι μόνο αυτό: αυτό το 10-20% θα συμπεριλαμβάνει εκτός από τον προφορικό βαθμό του καθηγητή και το βαθμό των εξετάσεων του Ιανουαρίου και τον βαθμό από τις Δημιουργικές εργασίες τα οποία θα βαθμολογούνται από εξωτερικούς αξιολογητές. Με λίγα λόγια η γνώμη των καθηγητών του σχολείου θα μετράει κατά ένα ελάχιστο ποσοστό(περίπου 3-7%). Είναι ολοφάνερη έως και προσβλητική η έλλειψη εμπιστοσύνης στους εκπαιδευτικούς του σχολείου. Και εδώ υπάρχει μια τεράστια αντίφαση. Αυτοί οι ίδιοι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που το υπουργείο Παιδείας υποχρεώνει να βαθμολογούν τόσα χρόνια τα γραπτά των Πανελλαδικών εξετάσεων χωρίς κανένα κριτήριο επιλογής. Δηλαδή για να καταλάβω οι εκπαιδευτικοί του σχολείου είναι καλοί για να βαθμολογούν στις Πανελλαδικές όπου το παραμικρό λάθος τους μπορεί να έχει μεγάλες συνέπειες στα μόρια εισαγωγής των υποψηφίων ενώ δεν είναι ικανοί να αξιολογήσουν έναν μαθητή που τον έχουν παρακολουθήσει μια ολόκληρη σχολική χρονιά; Ο υπουργός Παιδείας φωνάζει παντού ότι πρέπει να εμπιστευθούμε τους καθηγητές του σχολείου. Ομολογώ όμως ότι έχει έναν πολύ περίεργο τρόπο να ενισχύει αυτή την εμπιστοσύνη.
Βέβαια γεννιέται το ερώτημα ότι αφού η αξιολόγηση των καθηγητών του σχολείου θα μετράει τόσο λίγο γιατί δεν την αφήνουν τελείως απέξω από τα μόρια εισαγωγής (κάτι που ίσχυε τόσα χρόνια δηλαδή); Κατά την προσωπική μου άποψη το «μετράει αλλά λίγο» είναι ο μοχλός πίεσης στους καθηγητές ώστε να στηρίξουν την νέα «μεταρρύθμιση». Προσωπικά θεωρώ προσβλητική μια τέτοια αντιμετώπιση. Είναι σαν να λέει σε ένα καθηγητή: «πρόσεξε έχεις και εσύ μια μικρή ευθύνη για την εισαγωγή των μαθητών σου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, να κάνεις καλό μάθημα αλλά το κυριότερο που πρέπει να προσέξεις είναι να τους αξιολογήσεις σωστά ώστε να μην υπάρχουν αποκλίσεις με την γραπτή τελική τους εξέταση, γιατί αν υπάρχουν αποκλίσεις θα σου ζητηθούν ευθύνες». Θα μπορούσε κάποιος εδώ να με κατηγορήσει ότι αυτή μου η άποψη είναι τελείως υποθετική. Σωστά, μόνο που δεν είναι δική μου. Να σας υπενθυμίσω ότι η άποψη ότι οι καθηγητές θα πρέπει να αξιολογούνται με βάση τα αποτελέσματα των μαθητών τους και με βάση την απόκλιση των δικών τους βαθμών από τους βαθμούς στις εξετάσεις είναι του υπουργείου Παιδείας . Για του λόγου το αληθές σας μεταφέρω την πρόταση της Τελικής Έκθεσης της Επιτροπής Διαλόγου για την Παιδεία (Ιούνιος 2016). Η έκθεση θέτει ευθέως το ζήτημα της αξιολόγησης των καθηγητών, σε σχέση μάλιστα με την γραπτή επίδοση των μαθητών τους. Στη σελίδα 32 της έκθεσης διαβάζουμε: «Οι μαθητές αντιλαμβάνονται ότι κάτι σημαντικό γίνονται μέσα στο σχολειό το οποίο μάλιστα θα επηρεάσει το μέλλον τους, οι εκπαιδευτικοί νιώθουν το φορτίο της ευθύνης αφού η αξιολόγηση που θα κάνουν επηρεάζει άμεσα ένα παιδί, ενώ πολύ εύκολα τους θέτεις προ των ευθυνών τους διότι θα βλέπουμε αμέσως ποιος εκπαιδευτικός έχει υπερβολικές αποκλίσεις στην αξιολόγηση του από τον γραπτό βαθμό και αυτό θα αποτελέσει ένα από τα κριτήρια αξιολόγησης του ίδιου». Συμπερασματικά λοιπόν η γνώμη των καθηγητών για επίδοση των μαθητών τους θα μετράει ελάχιστα αλλά τόσο όσο εκείνοι να φρονηματίζονται και να πειθαρχούν στις νέες αλλαγές. Πρόκειται για πλήρη απαξίωση για τον κλάδο των καθηγητών, για έναν κλάδο που έχει στην συντριπτική του πλειοψηφία απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης του και του ρόλου του. Και το πιστεύω βαθιά αυτό που λέω.
7) Κρατώντας μόνο κάποιες βασικές ειδικότητες. Η ελάττωση των μαθημάτων στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου είναι σίγουρο ότι θα σημάνει κατάργηση κάποιων ειδικοτήτων από το Λύκειο, άρα πάρα πολλοί καθηγητές θα χάσουν τις οργανικές τους θέσεις και θα αναζητήσουν απεγνωσμένα ώρες κάπου αλλού. Αλήθεια που αλλού; Καμία κουβέντα από το υπουργείο για τους πλεονάζοντες αυτούς εκπαιδευτικούς. Επίσης μεγάλο πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν και όσες ειδικότητες παραμείνουν μεν στο Λύκειο αλλά με μαθήματα «επιλογής»( στην Γ΄ Λυκείου από τα 7 μαθήματα τα 4 είναι «επιλογής». Η μοίρα των καθηγητών αυτών θα εξαρτάται από τις προτιμήσεις των μαθητών του εκάστοτε σχολικού έτους. Μέσω των προϋποθέσεων σχηματισμού τμήματος «επιλογής» είναι πιθανόν κάποια τμήματα να παραγεμίζουν και κάποια άλλα να μην πιάνουν το όριο σχηματισμού. Αυτό πρακτικά σημαίνει σχηματισμό πολύ λιγότερων τμημάτων και ψαλίδιση και άλλων θέσεων καθηγητών. Μιλάμε για πλήρη «ελαστικοποίηση» των συνθηκών εργασίας των καθηγητών Λυκείου.
Αποδραματοποίηση στο Λύκειο; Πολύ αργά. Από το νηπιαγωγείο χρειάζεται
Η περίφημη καραμέλα της αποδραματοποίησης των εξετάσεων δεν λύνεται με το να μοιράζεις σε περισσότερα κομμάτια τις δοκιμασίες των μαθητών (εκείνες που αποσκοπούν την συλλογή μορίων) γιατί με αυτό τον τρόπο ουσιαστικά υπογραμμίζεις ότι το σχολείο είναι ένας χώρος διαρκούς αξιολόγησης με μονοσήμαντο στόχο την εισαγωγή στις ανώτερες σχολές. Αποδραματοποίηση χρειάζεται όλο το εκπαιδευτικό μας σύστημα ώστε να σταματήσουμε να βλέπουμε το σχολείο ως προθάλαμο του Πανεπιστημίου. Όσο το σχολείο είναι προσανατολισμένο να προετοιμάσει τους μαθητές για την τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν μπορούμε να περιμένουμε καμία αλλαγή.
Η νοοτροπία των γονέων και των μαθητών δεν μπορεί να αλλάξει έτσι εύκολα. Τα «καλά επαγγέλματα» στο μυαλό τους μεταφράζονται ως «υψηλόβαθμες σχολές». Η μόνη λύση είναι να κάνουμε το σχολείο λιγότερο ανταγωνιστικό και λιγότερο χρησιμοθηρικό. Ας μην κοροϊδευόμαστε, ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, έτσι όπως είναι σήμερα η κατάσταση, δεν είναι δυνατόν να υπάρχει. Δυστυχώς όλες οι κυβερνήσεις κοιτάνε να λύσουν το πρόβλημα αλλάζοντας το σύστημα εισαγωγής στα ανώτατα ιδρύματα. Πόσα χρόνια πρέπει να περάσουν ώστε να καταλάβουν ότι επαναλαμβάνουν το ίδιο λάθος; Το πρόβλημα είναι η ίδια η νοοτροπία μιας κοινωνίας που ψάχνει την αυτοδικαίωση μέσα από την επιτυχία σε μια «καλή σχολή». Αυτό έχει σαν συνέπεια οι περισσότεροι μαθητές να θέλουν να πετύχουν σε πέντε –δέκα συγκεκριμένες σχολές οι οποίες έχουν την μεγαλύτερη αποδοχή στην συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας. Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος που όλοι οι μαθητές τρέχουν στα φροντιστήρια.
Ο μόνος τρόπος είναι να ξεκινήσουμε από τις πολύ μικρές και αδιαμόρφωτες ηλικίες. Εκεί πρέπει να γίνει η αποδραματοποίηση. Να επενδύσουμε στην εκπαίδευση των μικρών παιδιών και να τα μάθουμε το αυτονόητο: «ότι καλό επάγγελμα είναι αυτό που μου αρέσει και μου ταιριάζει». Όμως πρόκειται για ένα μακροχρόνιο και επίπονο στόχο. Ναι οι νοοτροπίες των λαών αλλάζουν μόνο μέσα από τα σχολεία. Μόνο αν πράξουμε τέτοιες και φτάσουμε στο σημείο όπου η «καλή σχολή» αντικατασταθεί από την «σχολή που μου ταιριάζει καλύτερα» τότε θα μπορούμε να βάλουμε και την τελευταία πινελιά: την ελεύθερη πρόσβαση στη σχολή της επιλογής του κάθε μαθητή γιατί τότε θα γίνεται διάχυση των μαθητών σε όλες τις σχολές και όχι συσσώρευση των μαθητών σε αυτές που σήμερα θεωρούνται «καλές σχολές». Δυστυχώς όμως όλες οι κυβερνήσεις επιμένουν να θέλουν να λύσουν το πρόβλημα πιάνοντάς το από το τέλος. Οι αλλαγές θέλουν τόλμη και χρόνο….
Ανάρτηση από: http://www.alfavita.gr