Της Ευαγγελίας Τυμπλαλέξη
Μέρες που είναι
κι όλοι μια «συγχώρεση» ζητούν!
Να με «συγχωρείτε»
λοιπόν κι εμένα…
Που δεν αναρτώ
τη «φιλοζωία» μου,
Τσακίζοντας ωστόσο
τους μεζέδες στο οικογενειακό τραπέζι∙
Αφού το αγαπημένο
μου φαγητό είναι το ρύζι.
Που δεν έχω ποτέ
πιει Coca-Cola,
Που δεν καπνίζω
ούτε πίνω∙
Όχι από πουριτανισμό
αλλά από συνειδητή αντίσταση κατά των επιβαλλόμενων εξαρτήσεων.
Που κάνω τα ψώνια
μου απ’ τον μικρό-παραγωγό, σηκώνομαι το πρωί και πηγαίνω στις λαϊκές αγορές, κι
όχι στις μεγάλες αλυσίδες των σούπερ μάρκετ, οι οποίες απολύουν καθημερινά χιλιάδες
εργαζομένους ανά τον Κόσμο.
Που δεν αναρτώ
τη «συμπόνοια» μου για τους απαθλιωμένους,
Επιδεικνύοντας
ταυτόχρονα τα ψώνια μου∙
Την παρουσία
μου σε πολυτελή μέρη.
Που όταν ταξίδεψα
ανά τον Κόσμο είχα τα μάτια ανοιχτά για να βλέπω πως ένα ταξίδι δεν είναι η διαμονή
σε άνετο ξενοδοχείο και ο άκρατος καταναλωτισμός.
Που δεν πατώ
likes στις υποτροφίες που δίνουν «αφειδώς και καλοπροαίρετα» σε σπουδαστές οι Μεγάλες
Εταιρείες, τη στιγμή που έχουν σταθεί στυλοβάτες στην υπογραφή των Μνημονίων και
κατ’ επέκταση έχουν σκάψει ήδη τον λάκκο στην όποια κατάρτισή τους ή ευελπιστούν
να τους καταστήσουν «υπηκόους» στο ιεραρχικό σκαρίφημα του Καπιταλισμού.
Που δεν «γλείφω»
τους επιφανείς και μη εξαιρετέους,
Για να προωθήσω
περισσότερο το έργο μου∙
Που «καλλιεργώ
τον εμφύλιο» με τα κείμενά μου,
Μη εθελοτυφλώντας
απλώς στην επονείδιστη «δομή» της Κοινωνίας∙
Που δεν δέχομαι
τη «φιλανθρωπία» ως συναισθηματισμό,
Αλλά ως διαιώνιση
της ηδονής που συνεπάγεται το αίσθημα της ανωτερότητας∙
Που έχω κάτι
χρόνια να στολίσω έλατο,
Έχοντας το κουράγιο
να αποκαθηλώσω την άθλια φούσκα∙
Που δεν τάσσομαι
υπέρ του αγώνα των Τραπεζικών,
Όλες οι Κυβερνήσεις
ψήφισαν την πολιτική συσσώρευσης προς όφελος κάποιων συγκεκριμένων ομάδων αποστερώντας
τα πάντα απ’ τους πολλούς. Τα Ασφαλιστικά Ταμεία δια ροπάλου προσδέθηκαν στο άρμα
των Τραπεζών αφού εξαναγκάστηκαν να καταθέτουν τα χρήματα των εργαζομένων ατόκως
και με αρνητικό επιτόκιο. Οι Τράπεζες επιδοτούσαν αυτό το χρήμα σε Επιχειρηματίες-Εργολάβους,
«τζογάροντάς» επίσης στο Χρηματιστήριο. Οι υψηλά ιστάμενοι στην ιεραρχία των Τραπεζών
γνώριζαν το «φαγοπότι» αλλά πάλευαν για τους στόχους. Όταν υπάρχει καταγεγραμμένη
στην ιστορία η αθλιότητα του «δομημένου ομολόγου», το οποίο καταχράστηκε το χρήμα
των Βαρέων κι Ανθυγιεινών, όνειδος να μιλούμε για ο,τιδήποτε άλλο.
Που δεν «αναλώνομαι»
σε επίπλαστα διαδικτυακά «μου»,
Η φιλία αποδεικνύεται
εμπράκτως κι όχι με καρδούλες στο facebook∙
Έτσι «Φίλοι»
κάνουν αίτημα να τους δεχτώ,
Και μετά με διαγράφουν
μόνοι τους.
Που δεν έφτιαξα
μελομακάρονα και κουραμπιέδες,
Δεν ήμουν ποτέ
καλή μαγείρισσα∙
Που δεν αναρτώ
τα επιτεύγματα του παιδιού μου,
Δεν υπήρξα ποτέ
«ελληνίδα μάνα»∙
Η οποία επιζητά
την αυτοπραγμάτωσή της δια μέσω των γόνων.
Κι αν αγαπώ τον
γιο μου το γνωρίζει μόνο εκείνος.
Που άφησα τους
μαθητές μου να αποφασίσουν ελεύθερα,
Αν με εκτιμούν
ή όχι∙
Μη εκβιάζοντάς
τους αφού δεν τους έβαλα ποτέ βαθμούς.
Που δεν πιστεύω
στα «Χρόνια Πολλά»,
Μια ματαιότητα
των θνητών ατέρμονη∙
Που δεν επιδεικνύω
το στολισμένο σπίτι μου,
Που με τα χέρια
έχτισα κι ύστερα δώρισα∙
Που τάσσομαι
ανοιχτά υπέρ των «Αναρχικών»,
Παραθέτοντας
ταυτοχρόνως τους φόβους μου∙
Νιώθω πολύ «μικρή»
μπροστά στο μεγαλειώδες της αντίστασής τους.
Που θλίβομαι
κάθε που ένας μαθητής μου,
Στέλεχος σε Πολυεθνική
γίνεται∙
Ένεκα της Ανάγκης
ή της φιλοδοξίας, λίγο σημασία έχει.
Που εργάζομαι
στην κατώτερη βαθμίδα των εργαζομένων,
Για να αποδεικνύω
την «Υπεροψία» μου∙
Που στερούμαι
βασικοτάτων,
Των οποίων νομίζω
πως κατέχω∙
Που δεν προωθώ
τα ηλίθια viral στο messenger∙
Που κολυμπώ στην
ψευδαίσθηση,
Με τρόπο πλατιασμένο
και ιδιότυπο∙
Μέγιστος κίνδυνος.
Που η ειρωνεία
μου στηλιτεύει την ψευτιά,
Με τρόπο αυθαίρετο
κι ο αναγνώστης δεν το αντέχει.
Μέρες που είναι
κι όλοι μια «συγχώρεση» ζητούν!
Να με «συγχωρείτε»
λοιπόν κι εμένα…
Για το καπέλο
που φορώ προς εκνευρισμό σας…
Για την επιμονή κι αντοχή να πορεύομαι,
Ανάρτηση από: http://sioualtec.blogspot.gr