Της Αγγελικής Κώττη
Βαριά φέρει ο κόσμος της Αρχαιολογίας την υπαγωγή μνημείων και μουσείων στους καταλόγους μεταβίβασης προς την Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου.
Αντίθετα από όσα θέλουν να πιστέψουμε οι φορείς του δημοσίου, οι Αρχαιολόγοι, οι Μηχανικοί, οι Συντηρητές, οι φύλακες και οι εργάτες αρχαιοτήτων γνωρίζουν πως ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Αν όχι για την Κνωσό, ίσως για τον Λευκό Πύργο που ανεγέρθηκε μετά το 1453. αν όχι για τη Ροτόντα ίσως για τα ακίνητα που έχουν απαλλοτριωθεί ώστε να συνεχιστούν ανασκαφές. Τέσσερις σπουδαίοι αρχαιολόγοι, ο ακαδημαϊκός Μιχάλης Τιβέριος, ο Μιχάλης Ανδριανάκης, η Εφη Σαπουνά- Σακελλαράκη, και ο Κωνσταντίνος Τσάκος, σχολιάζουν στο Liberal το γεγονός, αλλά και μιλούν για τη σημασία των μνημείων και για το πόσο καταστροφικό είναι να μετατρέπονται σε αντικείμενα συναλλαγής.
“Είναι εθνικό θέμα. Να κάνουμε κάτι” σημειώνει ο Μιχάλης Ανδριανάκης που έχει διατελέσει έφορος βυζαντινών αρχαιοτήτων Χανίων και Ρεθύμνου και πρόεδρος επιτροπής για τα Ενετικά τείχη των Χανίων. “Σε ομολογουμένως σκληρή ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), τηρώντας το θεσμικό του ρόλο και τιμώντας τους αγώνες του διαχρονικά και ανεξάρτητα πολιτικών προτιμήσεων, αναφέρεται στο πρωτότυπο που συμβαίνει στην πόλη μας με την ένταξη των σημαντικών μνημείων στον κατάλογο του Υπερταμείου. Στις άλλες πόλεις της Κρήτης, από ό,τι έμαθα, δε συμβαίνει-ευτυχώς- το ίδιο. Και βρήκαν βέβαια την ευκαιρία και οι εδώ λάτρεις του ξεπουλήματος των μνημείων να «βγάλουν το άχτι» τους, παριστάνοντας το «ξεπούλημα» των μνημείων του Πολυτεχνείου σαν μια «θεόσταλτη» ευκαιρία.
Θα το ξαναπώ: Δεν υπάρχει «καλό» και «κακό» ξεπούλημα των μνημείων ανάλογο με τις κομματικές μας προτιμήσεις. Όλα τα «ξεπουλήματα» είναι κακά και θα πρέπει να σταματήσουν αμέσως, γιατί, εκτός από το ότι αναφερόμαστε σε «αντικείμενα εκτός συναλλαγής», ανοίγουν διάπλατα δρόμους και αμβλύνουν συνειδήσεις.
Θα θέσω όμως ευθέως και το νομικό ερώτημα: Το άρθρο 196 παράγραφος 4 του Νόμου 4389/2016 αναφέρει στα περιλαμβανόμενα στην εξαίρεση (ελληνικά βέβαια η λέξη σημαίνει στην περίπτωση αυτή τη μη υπαγωγή τους και όχι την εκ των υστέρων αφαίρεσή τους) τους «αρχαιολογικούς χώρους», κάτι εντελώς συγκεκριμένο και περιορισμένο στον Αρχαιολογικό Νόμο. Δεν αναφέρει «αρχαία» μνημεία (προγενέστερα του 1830, π.χ. νεώρια, Φιρκάς, κλπ), δεν αναφέρει Νεότερα Μνημεία (μεταγενέστερα του 1830, π.χ. Οικία Βενιζέλου, Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, κλπ), δεν αναφέρει Μουσεία (νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων), που δεν είναι «αρχαιολογικοί χώροι», αλλά υπάγονται σε άλλες διατάξεις.
Δεν ξέρω αν καλύπτονται από την τελευταία «χύμα» κατηγορία, που αναφέρεται σε «λοιπά αντικείμενα εκτός συναλλαγής» του ίδιου άρθρου, ελπίζω να καλύπτονται. Όπως καλό θα ήταν όσα είναι εντός του ευρύτατου αρχαιολογικού χώρου της πόλης των Χανιών να εμπίπτουν σε αυτό το επιχείρημα. Καλό θα ήταν πάντως να κινηθούν οι πάντες, χωρίς κομματικές παρωπίδες και σκοπιμότητες. Αυτά μπορούν να τα πουν μετά. Τα μνημεία-θα το ξαναπώ-είναι κατεξοχήν Εθνικό Θέμα….”
Η Έφη Σαπουνά Σακελλαράκη τονίζει: “Τα μνημεία είναι ένα τμήμα της Ιστορίας μας. Πολλές φορές, μαθαίνουμε από αυτά, πράγματα που δεν γνωρίζουμε μέσα από πηγές και μας συγκινούν. Για αυτόν και για πάμπολλους ακόμα λόγους, δεν πρέπει να εκποιηθούν. Δεν είναι άψυχα, έχουν τη δική μας ψυχή και αν χαθεί η Ιστορία μας, τελειώσαμε.
Από την άλλη, βλέπουμε πως τα χρήματα από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, αντί να κατευθύνονται σε αρχαιολογικά έργα, χρησιμοποιούνται για φλου πανηγύρια. Πρόκειται για επιλογές που γίνονται με κομματικά κριτήρια και είναι τραγικές. Επειδή, αν όλα αυτά τα χρήματα πήγαιναν σε αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία και μνημεία, θα είχαμε καλύτερες αναστηλώσεις, συντηρήσεις, αξιοποιήσεις, ακόμα και δημοσιεύσεις. Τα μνημεία υφίστανται τη φθορά του χρόνου και παίζοντας με αυτά, παίζουμε εν ου παικτοίς.”
Ο αρχαιολόγος και ακαδημαϊκός Μιχάλης Τιβέριος θεωρεί πως τα μνημεία εντάχθηκαν στον κατάλογο “λόγω ασχετοσύνης και άγνοιας”. Παρομοιάζει την Ελλάδα “με ένα πτώμα σε νεκροτομείο, όπου διδάσκεται ανατομία” “Να επιχειρηματολογήσω κατά της μεταβίβασής τους; ρωτά. “Το θεωρώ αυτονόητο πως δεν πρέπει να συμβεί. Αυτά τα μνημεία ανήκουν στην κληρονομιά μας, όπως και στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά και εξυπακούεται ότι πρέπει να εξαιρούνται από κάθε συναλλαγή. Αλλά είπαμε…. Στην Ελλάδα ζούμε”.
“Τα μνημεία είναι η μνήμη μας” λέει ο Κωνσταντίνος Τσάκος. “Είναι απτοί μάρτυρες κάποιου κατορθώματος που από μια εποχή φτάνει μέχρι τη δική μας. Άνθρωποι κατόρθωσαν, πριν από εμάς, να κατασκευάσουν έναν Παρθενώνα, έναν Πύργο του Αϊφελ, ή κάποιο άλλο σπουδαίο αρχιτεκτόνημα. Θα πει πως πνευματικά, επιστημονικά, ή τεχνικά είχαν τις δυνατότητες να κάνουν κάτι που αξίζει να θυμόμαστε. Τη μνήμη δεν την πετάμε, γιατί η μνήμη είναι ό,τι έχουμε, είναι αυτό που μας πλουτίζει για να πάμε πιο πέρα”.
Ανάρτηση από: https://www.liberal.gr