Σχόλιο: Το ιστορικό στέλεχος της βρετανικής Αριστεράς Τζορτζ Γκάλογουεϊ στο παρόν άρθρο εξηγεί με γλαφυρό τρόπο γιατί το διακύβευμα του Brexit ήταν, όπως από την αρχή υποστηρίξαμε, ένα λαϊκό-ταξικό ζήτημα και δείχνει το αδιέξοδο στο οποίο έχουν βρεθεί οι Βρετανικές ελίτ στην προσπάθειά τους να το ανατρέψουν και να το απονομιμοποιήσουν. Αυτή η προσπάθεια έχει σαν πρώτο σκέλος την ιδεολογική εκστρατεία εναντίον του Brexit, επιδιώκοντας να βαφτιστεί η ψήφος αυτή ως ρατσιστική, ξενοφοβική, εθνικιστική κλπ., και ως δεύτερο σκέλος τις πρακτικές ανατροπής του. Το αποτέλεσμα της κοινωνικής πάλης, που εκφράστηκε και στο δημοψήφισμα, θα κρίνει, εν τέλει, προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα.
Η Βρετανία είναι δεμένη πισθάγκωνα λόγω του Brexit
George Galloway, RT (21.08.2018)
Το Brexit δεν έχει σταματήσει να σιγοβράζει και θα συνεχίζει να δίνει χρώμα στην βρετανική πολιτική για πολλά χρόνια ακόμα. Η ήττα του Βρετανικού κατεστημένου στο δημοψήφισμα του Brexit ήταν αναπάντεχη (από αυτό) και κοσμοϊστορική. Ένας πολυποίκιλος στρατός υποστηρικτών του Brexit, με μία εμφανώς ασυνήθιστη τάξη Αξιωματικών, επικράτησε της χλιδάτης Ταξιαρχίας των Φρουρών, που ακολουθούσε τις διαταγές ολόκληρου του φάσματος των «Σπουδαίων και των Καλών».
Ήμουν ένας από τους υποστηρικτές του πολυποίκιλου αυτού στρατού, αλλά περισσότερο ένας αντάρτης, που βρισκόταν συχνά πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Έπρεπε να μου επιτραπεί ελευθερία κινήσεων, μιας και κανένας δεν περίμενε από εμένα να ακολουθώ εντολές από τύπους όπως ο Μπόρις Τζόνσον (Boris Johnson), ο Μάικλ Γκόουβ (Michael Gove) και ο Λίαμ Φοξ (Liam Fox) – αν και καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας ήμουν σε επαφή με τον Νάιτζελ Φαράζ (Nigel Farage) και την ομάδα του, παρόλο που γνωρίζαμε ότι είναι καλύτερα να ήμαστε μακριά ο ένας από τον άλλον. Η άποψή μας για τη μετά-Brexit Βρετανία ήταν απλά τελείως διαφορετική.
Η στιγμή κατά την οποία κατάλαβα ότι θα κερδίζαμε ήταν όταν όλοι οι εν ζωή πρώην Πρωθυπουργοί τάχτηκαν με τη μεριά της Παραμονής. Με μία συναρπαστική έλλειψη αυτογνωσίας, η Βρετανική άρχουσα τάξη δεν αντιλήφθηκε ότι το δημοψήφισμα είχε να κάνει τόσο με αυτή όσο και με την ΕΕ. Ή, για να το πούμε διαφορετικά, ο λαός μισούσε με εκδικητικό τρόπο την πολιτική τάξη, και η εκδίκηση ήταν επικείμενη.
Ήταν μία εξέγερση ενάντια στη λιτότητα, ενάντια στη χρόνια πτώση του επιπέδου διαβίωσης των εργαζομένων, των άνεργων και των υπο-απασχολούμενων. Λόγω της μετα-βιομηχανικής ερήμωσης τεράστιων κομματιών της χώρας, της αποξένωσης των πόλεων και των παράκτιων κοινοτήτων, η υποψία μετατρεπόταν σε βεβαιότητα ότι αυτοί που κινητοποιούνται υπέρ της ΕΕ δεν το έκαναν από αγάπη αλλά από συμφέρον. Ένα συμφέρον που κρατούσαν κατ’ ανάγκη για τον εαυτό τους.
Η για δεκαετίες υπονόμευση θεσμών όπως τα ΜΜΕ, τα πανεπιστήμια, ακόμα και των συνδικάτων μέσω της άφθονης ροής χρήματος από την ΕΕ ήταν παραπάνω από επαρκής για να κατασκευαστεί η συναίνεση των ελίτ και των κομπραδόρων τους σε καιρούς που η κατάσταση ήταν λιγότερο τεταμένη. Αλλά στο μεγάλο τεστ ενός δημοψηφίσματος, (αυτή η προσπάθεια της ΕΕ) επρόκειτο να εκτροχιαστεί και να αποτύχει. Απλά δεν υπήρχε αρκετό «λάδι» για να γυρίσει ο τροχός.
Το κερασάκι στην τούρτα ήταν ότι η επονομαζόμενη ελευθερία κίνησης συνήθως φτηνής εργατικής δύναμης από την Ανατολική Ευρώπη προς τη συμπιεσμένη βρετανική αγορά εργασίας – μία αγορά εργασίας απορυθμισμένη, ανεπαρκώς οργανωμένη, με χαμηλές δεξιότητες, ανασφαλής, κονιορτοποιημένη – χαιρετιζόταν από τις ίδιες ελίτ που επωφελούνταν από αυτήν ως κάποιου είδους «προοδευτικός διεθνισμός», ενώ εκείνοι οι οποίοι διαμαρτύρονταν εναντίον της ήταν απλώς «ρατσιστές». Και αυτό παρά το γεγονός ότι η μετανάστευση μέσα στην ΕΕ αποτελούνταν ως επί το πλείστον από λευκούς και αυτοί οι οποίοι επηρεάζονταν πρωτίστως και με τον χειρότερο τρόπο από αυτήν ήταν δυσανάλογα οι μαύροι Βρετανοί πολίτες που είχαν τις ρίζες τους στην Κοινοπολιτεία. Παρεμπιπτόντως, αυτός ο χαρακτηρισμός πιάνει και μένα τον ίδιο! Μετά από μία ολόκληρη ζωή στην αντι-ιμπεριαλιστική πάλη και ως πατέρας δύο Αράβων και δύο Ινδονήσιων παιδιών, προφανώς είχα γίνει και εγώ ρατσιστής αφού υποστήριζα το Brexit.
Αλλά, όπως γνωρίζουμε τώρα, όλα αυτά γύρισαν μπούμερανγκ. Οι άρχοντες, οι ειδικοί, οι πλούσιοι και οι ισχυροί κατέρρευσαν από την εξέγερση των χωρικών του 2016. Και με το ζόρι καταφέρνουν να αποκρύψουν την οργή τους, η οποία δεν έχει ηρεμήσει αλλά έχει οξυνθεί καθώς η ώρα της αποχώρησης κοντοζυγώνει.
Το Brexit έχει δέσει την Βρετανία πισθάγκωνα. Η άρχουσα ελίτ δεν μπορεί πλέον να βασίζεται ούτε στο ίδιο της το κόμμα, τους Συντηρητικούς, για να υπηρετεί τα συμφέροντά της και να (προσπαθήσει) να ανακόψει συνολικά το Brexit ή, τουλάχιστον, να αμβλύνει το αντίκτυπό του κατασκευάζοντας μία συμβιβαστική λύση. Κι αυτό γιατί πάνω από 100 Συντηρητικοί βουλευτές δεν μπορούν ή δεν πρόκειται να αψηφίσουν την ιεραρχία και τις διακηρύξεις των Τόριδων, οι οποίες παραμένουν έντονα αντι-ΕΕ.
Ούτε μπορούν οι άρχοντες να βρουν παρηγοριά, όπως θα έκαναν άλλοτε, σε ένα «εκπαιδευμένο» Εργατικό Κόμμα. Υπό νέα διεύθυνση, το Εργατικό Κόμμα δεν θα σώσει το τομάρι τους. Εξαιρουμένου του γεγονότος ότι για δεκαετίες εξέφραζαν απόψεις Ευρω-σκεπτικιστικές, οι ηγέτες του Εργατικού Κόμματος δεν είναι χαζοί. Εκατομμύρια ψηφοφόρων τους – ίσως 5 εκατομμύρια – ψήφισαν υπέρ του Brexit. Σχεδόν το 70% των θέσεων που κατέχουν οι Εργατικοί στο κοινοβούλιο τάχθηκε υπέρ του Brexit. Και παρόλα αυτά πάνω από 100 βουλευτές των Εργατικών, για μία πληθώρα λόγων, επιθυμούν να προδώσουν την ηγεσία τους και τα νούμερά τους έτσι ώστε η εξέγερση των σκληροπυρηνικών του Brexit να κατασταθεί ανώφελη. Όπως και οι καριέρες τους.
Έτσι, οι πλουσιότεροι άνθρωποι της Βρετανίας, όλο το χρηματιστικό κεφάλαιο, ό,τι έχει μείνει από το βιομηχανικό κεφάλαιο, τα μεγάλα αγροτικά συμφέροντα, οι δημόσιες υπηρεσίες, το BBC, η πλειοψηφία της τάξης των ΜΜΕ, το βαθύ κράτος, βρίσκονται σε στασιμότητα. Και το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να κάθονται άπραγοι και να αφηνιάζουν. (Δηλαδή) να βράζουν στο ζουμί τους. Το σχέδιό τους για δεύτερο δημοψήφισμα έχει καταρρεύσει εντελώς. Ακόμα κι αν στήσουν μία μικρή ανατροπή (της κατάστασης), όπως προειδοποίησε αυτή τη βδομάδα ο Μπάρι Γκάρντινερ (Barry Gardiner), ένα «όπου φυσά ο άνεμος» μέλος του Εργατικού Κόμματος, θα αντιμετωπίσουν «μέσα σε λίγες εβδομάδες» το μεγαλύτερο κύμα αύξησης της δύναμης της Δεξιάς στη Βρετανία που θα έχει παρατηρηθεί ποτέ. Η κοινωνική ειρήνη στη χώρα θα διατρέχει τον υψηλότερο κίνδυνο εδώ και αιώνες. Το ίδιο το σύστημα θα αντιμετωπίσει μία υπαρξιακή απειλή. Το Εργατικό Κόμμα δεν θα υποστηρίξει ένα δεύτερο δημοψήφισμα, όπως αντίστοιχα δεν θα το κάνει ένα μεγάλο μέρος των Συντηρητικών.
Δεν μπορούν να προχωρήσουν μπροστά και δεν τολμάνε να πάνε πίσω. Η Βρετανική άρχουσα τάξη βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Είναι η δική τους πιο Σκοτεινή Ώρα. (ΣτΜ: Αναφορά στον χαρακτηρισμό του Τσόρτσιλ “Η πιο σκοτεινή ώρα” –The Darkest Hour– για την περίοδο από την παράδοση της Γαλλίας στους Ναζί μέχρι την εισβολή των τελευταίων στη Σοβιετική Ένωση)
Ανάρτηση από: http://www.antipagkosmiopoihsh.gr