Του Δημήτρη Μηλάκα
Δυσκολεύεται κάποιος να παρακολουθήσει την επιχειρηματολογία όσων συντάσσονται ως παπαγαλάκια με την πραξικοπηματική πρακτική της Ουάσιγκτον στη Βενεζουέλα.
Αν θέλουμε να δούμε τα πράγματα όπως είναι, αυτό που κατανοούμε είναι ότι οι ΗΠΑ θέλουν να ελέγξουν απόλυτα την «αυλή» τους, να βάλουν στο χέρι την κυβέρνηση της Βενεζουέλας και τα πλούσια ορυκτά της χώρας. Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ λειτουργούν σύμφωνα με αυτό που είναι: μια αυτοκρατορία που διά πυρός και σιδήρου επιβάλλει τα συμφέροντά της. Τα λοιπά, δηλαδή περί των ανησυχιών για το «δικτατορικό καθεστώς» που έχει επικρατήσει στη χώρα και για τον «λαό που πεινάει» και άρα πρέπει να φύγει η κακή κυβέρνηση για να έρθει μια άλλη βολικότερη με το αμερικανικό χέρι, ακούγονται, κατά κύριο λόγο, από τους πολλούς και διάφορους υποτελείς της αμερικανικής αυτοκρατορίας. Οι αυτοκράτορες εξάλλου δεν έχουν ανάγκη να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Οι υποτελείς έχουν πολλούς λόγους να δικαιολογήσουν και να κρύψουν την υποτέλειά τους.
Έτσι λοιπόν, πολλοί Ευρωπαίοι και λοιποί υποτελείς στην Ουάσιγκτον συντάσσονται με την αναγνώριση του ηγέτη της αντιπολίτευσης ως Προέδρου της χώρας, σύμφωνα με τις αμερικανικές επιθυμίες και οδηγίες. Η δικαιολογία που χρησιμοποιούν είναι πως το καθεστώς καταπιέζει τον κόσμο, ο οποίος επιπροσθέτως πεινάει και δεν έχει άλλη μοίρα πέρα από αυτήν που του επιφυλάσσουν τα σχέδια των αμερικανικών πολυεθνικών, οι οποίες θέλουν τον άνθρωπό τους στην ηγεσία της πάμπλουτης Βενεζουέλας. Θα ήταν αυτό το ενδιαφέρον των «ευαίσθητων» δυτικών ειλικρινές αν εκφράζονταν πάγια, γενικά και σε κάθε περίπτωση. Ωστόσο αυτή η δυτική ανησυχία υπέρ των καταπιεσμένων όπου γης εκφράζεται και διατυπώνεται μόνο εκεί όπου ο δυτικός έλεγχος της εγχώριας πολιτικής εξουσίας έχει – ή τείνει να– χαθεί.
Κατά τα λοιπά, η Βενεζουέλα είναι μια πάμπλουτη χώρα, η οποία προ Τσάβες είχε ΑΕΠ όσο και μια σύγχρονη προηγμένη δυτική χώρα, με τη διαφορά ότι το 70% και περισσότερο του πληθυσμού της ζούσε εντός του ορίου της φτώχειας και κάτω από αυτό.
Τότε, πριν από τον Τσάβες και τον Μαδούρο, κυβερνούσαν αυτοί που οι Αμερικανοί επιθυμούν να ξαναφέρουν στα πράγματα, έτσι ώστε το άρμεγμα αυτού του τόπου και του λαού του να συνεχιστεί απρόσκοπτα και… δημοκρατικά.
Τώρα, αν ο Τσάβες και ο διάδοχος Μαδούρο τα έχουν κάνει όλα καλά, ή αν θα μπορούσαν να τα κάνουν καλύτερα, είναι μια μεγάλη συζήτηση στην οποία μπορεί ακαδημαϊκά να συμμετάσχει ο καθένας, ωστόσο ο μόνος που μπορεί να αποτιμήσει και να αποφασίσει είναι ο ίδιος ο λαός της χώρας και όχι ο κάθε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ ή, ακόμη χειρότερα, ο κάθε Μητσοτάκης που, προκειμένου να κερδίσει ένα χάδι από τα αφεντικά στην Ουάσιγκτον, είναι διατεθειμένος να χειροκροτήσει πραξικοπήματα…
Ανάρτηση από: http://sioualtec.blogspot.com
Δυσκολεύεται κάποιος να παρακολουθήσει την επιχειρηματολογία όσων συντάσσονται ως παπαγαλάκια με την πραξικοπηματική πρακτική της Ουάσιγκτον στη Βενεζουέλα.
Αν θέλουμε να δούμε τα πράγματα όπως είναι, αυτό που κατανοούμε είναι ότι οι ΗΠΑ θέλουν να ελέγξουν απόλυτα την «αυλή» τους, να βάλουν στο χέρι την κυβέρνηση της Βενεζουέλας και τα πλούσια ορυκτά της χώρας. Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ λειτουργούν σύμφωνα με αυτό που είναι: μια αυτοκρατορία που διά πυρός και σιδήρου επιβάλλει τα συμφέροντά της. Τα λοιπά, δηλαδή περί των ανησυχιών για το «δικτατορικό καθεστώς» που έχει επικρατήσει στη χώρα και για τον «λαό που πεινάει» και άρα πρέπει να φύγει η κακή κυβέρνηση για να έρθει μια άλλη βολικότερη με το αμερικανικό χέρι, ακούγονται, κατά κύριο λόγο, από τους πολλούς και διάφορους υποτελείς της αμερικανικής αυτοκρατορίας. Οι αυτοκράτορες εξάλλου δεν έχουν ανάγκη να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους. Οι υποτελείς έχουν πολλούς λόγους να δικαιολογήσουν και να κρύψουν την υποτέλειά τους.
Έτσι λοιπόν, πολλοί Ευρωπαίοι και λοιποί υποτελείς στην Ουάσιγκτον συντάσσονται με την αναγνώριση του ηγέτη της αντιπολίτευσης ως Προέδρου της χώρας, σύμφωνα με τις αμερικανικές επιθυμίες και οδηγίες. Η δικαιολογία που χρησιμοποιούν είναι πως το καθεστώς καταπιέζει τον κόσμο, ο οποίος επιπροσθέτως πεινάει και δεν έχει άλλη μοίρα πέρα από αυτήν που του επιφυλάσσουν τα σχέδια των αμερικανικών πολυεθνικών, οι οποίες θέλουν τον άνθρωπό τους στην ηγεσία της πάμπλουτης Βενεζουέλας. Θα ήταν αυτό το ενδιαφέρον των «ευαίσθητων» δυτικών ειλικρινές αν εκφράζονταν πάγια, γενικά και σε κάθε περίπτωση. Ωστόσο αυτή η δυτική ανησυχία υπέρ των καταπιεσμένων όπου γης εκφράζεται και διατυπώνεται μόνο εκεί όπου ο δυτικός έλεγχος της εγχώριας πολιτικής εξουσίας έχει – ή τείνει να– χαθεί.
Κατά τα λοιπά, η Βενεζουέλα είναι μια πάμπλουτη χώρα, η οποία προ Τσάβες είχε ΑΕΠ όσο και μια σύγχρονη προηγμένη δυτική χώρα, με τη διαφορά ότι το 70% και περισσότερο του πληθυσμού της ζούσε εντός του ορίου της φτώχειας και κάτω από αυτό.
Τότε, πριν από τον Τσάβες και τον Μαδούρο, κυβερνούσαν αυτοί που οι Αμερικανοί επιθυμούν να ξαναφέρουν στα πράγματα, έτσι ώστε το άρμεγμα αυτού του τόπου και του λαού του να συνεχιστεί απρόσκοπτα και… δημοκρατικά.
Τώρα, αν ο Τσάβες και ο διάδοχος Μαδούρο τα έχουν κάνει όλα καλά, ή αν θα μπορούσαν να τα κάνουν καλύτερα, είναι μια μεγάλη συζήτηση στην οποία μπορεί ακαδημαϊκά να συμμετάσχει ο καθένας, ωστόσο ο μόνος που μπορεί να αποτιμήσει και να αποφασίσει είναι ο ίδιος ο λαός της χώρας και όχι ο κάθε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ ή, ακόμη χειρότερα, ο κάθε Μητσοτάκης που, προκειμένου να κερδίσει ένα χάδι από τα αφεντικά στην Ουάσιγκτον, είναι διατεθειμένος να χειροκροτήσει πραξικοπήματα…
Ανάρτηση από: http://sioualtec.blogspot.com