Του Γιώργου Ηλ. Τσιτσιμπή
Διανύουμε ένα επετειακό έτος, αφού συμπληρώνονται 200 χρόνια από την εθνεγερσία του 1821.
Βέβαια η συγκυρία δεν ευνοεί τις εκδηλώσεις όπως τις φανταζόμασταν γι’ αυτή την ιστορική στιγμή, αλλά ίσως να είναι και μια προστασία για τα όσα θα μας συνέβαιναν από τους σχεδιασμούς της περιβόητης επιτροπής της επικεφαλής Γιάννας Αγγελοπούλου, αφού για την επιτροπή η Επανάσταση ήταν απλά φιλελεύθερη και όχι εθνικοαπελευθερωτική. Αρκετά μέλη της είναι φορείς αναθεωρητικών απόψεων όπως της ασυνέχειας του έθνους, της δημιουργίας του έθνους από το κράτος (και όχι το αντίστροφο), της αρνητικής στάσης της Εκκλησίας και άλλων. Με διαδικτυακές κυρίως εκδηλώσεις, φαίνεται, πως οι δύο σχολές ιστορικής σκέψης, του εθνομηδενισμού από τη μια και του εθνοκεντρισμού από την άλλη, θα έχουν, ευτυχώς, περίπου ίσες ευκαιρίες προβολής και προβληματισμού γύρω από το μεγάλο θέμα: «ποιοι επαναστάτησαν, γιατί επαναστάτησαν και τι κάνουμε σήμερα».
Το ρεύμα του εθνομηδενισμού αναπτύχθηκε κυρίως από το ’90 και μετά, κυριαρχώντας στην ελίτ και σε πανεπιστημιακές σχολές. Είναι οι ίδιοι που θεωρούν τον Πατροκοσμά τον Αιτωλό «σκοταδιστή», τον δε Ρήγα θα τον ήθελαν μάλλον «Γάλλο διαφωτιστή» και όχι Έλληνα λόγιο επαναστάτη που πατούσε γερά στην παράδοση και στην ιστορία του τόπου, με πίστη στον Θεό και επιρροές απ’ τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό.
Το κρυφό σχολειό, αποτελεί μια πτυχή αυτής της οπτικής για την αυτογνωσία μας. Πέρασε όλες τις φάσεις που αναγράφονται στον τίτλο του άρθρου, του θρύλου, του μύθου και της πραγματικότητας. Γαλουχηθήκαμε με τον θρύλο του, ως ένα ιστορικό γεγονός που κάποιες φορές τα χαρακτηριστικά του γιγαντώθηκαν. Περάσαμε μετά στο μύθο. Όλα διαψεύσθηκαν. Δεν υπήρχε καν λόγος για κρυφό σχολειό στην τουρκοκρατία, μας είπαν, αφού Έλληνες και Τούρκοι ζούσαμε αγαπημένοι. Και τέλος, κάποιοι ερευνητές μας προσγείωσαν στην πραγματικότητα, αφού μέσα από πηγές, απέδειξαν την ύπαρξή του.
Όσοι το αρνούνται ή διαδίδουν ότι ήταν τάχα το επίσημο σχολειό των 400 χρόνων ή η τυπική εκπαίδευση των σκλαβωμένων Ελλήνων, απογοητεύτηκαν. Κανείς σοβαρός ερευνητής δεν το υποστήριξε αυτό. Όλοι τους επιχειρηματολογούν πως παράλληλα με τα φημισμένα σχολεία που ιδρύθηκαν και μεγαλούργησαν, υπήρχε δυστυχώς, κατά τόπους και χρονικές περιόδους, το κρυφό σχολειό.Αυτή την ανατροπή την οφείλουμε, κυρίως, στο βιβλίο του Γιώργου Κεκαυμένου «Το Κρυφό Σχολειό, το χρονικό μιας ιστορίας», Εναλλακτικές εκδόσεις, 2012. Υπήρξαν κι άλλοι ερευνητές που μας έδειξαν ακριβώς το ίδιο, αλλά θεωρούμε καθοριστικό το συγκεκριμένο πόνημα για την βιβλιογραφία και τις πηγές του.
Ο μύθος του κρυφού σχολειού στηρίχτηκε στο βιβλίο του Άλκη Αγγέλου «Το Κρυφό Σχολειό, το χρονικό ενός μύθου», Εστία, 1997. Όλοι οι άλλοι αποδομητές αναπαράγουν τον Αγγέλου. Ο Κεκαυμένος, παραφράζονταςς τον ίδιο τίτλο και καταφεύγοντας σε πηγές που αποκρύπτονταν μέχρι τότε, καταφέρνει να αποδείξει πως πράγματι, κατά τόπους και κατά περιόδους (μην το ξεχνάμε αυτό), το κρυφό σχολειό υπήρξε πραγματικότητα. Ενώ ο Αγγέλου χρησιμοποιεί μόνο μία (1) πηγή πριν το 1821 (αυτή του Γεδεών), ο Κεκαυμένος, μόνο στο κεφάλαιο «η δίωξη της παιδείας από τους Τούρκους», παρουσιάζει δεκαεπτά (17) μαρτυρίες ιδιαίτερα αποκαλυπτικές που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης. Μάλιστα, αποδεικνύει την επιλεκτικότητα των πηγών από τον Γεδεών (και στην ουσία την παραποίησή τους) και άρα αποδομεί όλο το εγχείρημα του Αγγέλου.
Ως γνωστό, η τουρκοκρατία διαφέρει στον τόπο και στον χρόνο. Δεν είναι ενιαία. Υπήρξε χαλαρή, αυστηρή και συχνά αυστηρότατη. Ο ρόλος των ιερωμένων και της εκκλησίας είναι καθοριστικός, με τα γνωστά σε όλους μας «κολλυβογράμματα». Πώς να αγνοήσουμε ότι από τους 1500 δασκάλους του γένους που έχουν καταγραφεί, πάνω από 1000 είναι ιερείς; (Γ. Καραμπελιάς, Η διαμόρφωση του νεώτερου ελληνισμού, Εναλλακτικές εκδόσεις, 2015). Ο αντικληρικαλισμός όμως, δεν μπορεί να δεχτεί καμία συμβολή του κλήρου στα μεγάλα γεγονότα. Κι όμως, οι εκκλησίες και τα μοναστήρια είναι που γίνονται κρυφά διδακτήρια και βέβαια όχι στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά στην περιφέρεια, όπου ο κάθε αγάς ήταν κυρίαρχος για όλα τα ζητήματα. Κύριο μέλημά του ήταν η οικονομία. Η όποια ανεκτικότητα συνεπώς, οφειλότανε εν πολλοίς στο μπαχτσίσι, λένε οι ερευνητές, που διαμεσολαβούσε (από τότε μας έμεινε συνήθεια) και όταν εξέλειπε, οι καταστάσεις δυσκόλευαν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Πάντως μέσα από τις δυσκολίες που περιγράφονται στις πηγές, αντιλαμβανόμαστε τι επιτρεπόταν και τι όχι.
Για παράδειγμα, στη Λάρισα, όπως μαρτυρεί ο Κούμας, εξέχων μαθητής του Κοραή, η δράση των γενίτσαρων δεν επέτρεπε τη λειτουργία εκκλησίας και σχολείου από το 1770 έως το 1794 (Κεκαυμένος, σελ.137). Καταλαβαίνουμε τι τα είχε αντικαταστήσει όλα αυτά τα περίπου τριάντα χρόνια. Προφανώς κάτι κρυφό και παράνομο. Επίσης, ο Άγγλος διπλωμάτης sir Paul Rycaut, το 1678, μας περιγράφει την πολύ μεγάλη σκληρότητα που έδειχναν οι Τούρκοι, κυρίως στα ασιατικά μέρη της αυτοκρατορίας, έτσι που οι ορθόδοξοι ιερείς ήταν αναγκασμένοι να ζουν με προσοχή και να λειτουργούν στο σκοτάδι και με μυστικότητα (Κεκαυμένος, σελ. 125). Αυτή ήταν η αξιοζήλευτη «ευνοϊκή συμβίωση» που μας παρουσιάζουν οι εθνοαποδομητές. Όπως γράφει ο Σπ. Τρικούπης, τα ίδια συνέβησαν το 1821 σε Χανιά και Ρέθυμνο, αφού με βίαιο τρόπο έκλεισαν τα δύο αλληλοδιδακτικά σχολεία που λειτουργούσαν (Κεκαυμένος, σελ. 145). Αντίστοιχες επισημάνσεις κάνει και ο Σ. Ράνσιμαν στο έργο του «Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία», εκδ. Μπεργαδής, 1979.
Τα ίδια συμβαίνουν ακόμα και μέχρι τις μέρες μας. Μορφές σύγχρονου κρυφού σχολειού με την ευρεία έννοια, έχουμε στον Πόντο και στους κρυπτοχριστιανούς. Ο Κ. Φωτιάδης, ο ιστορικός των Ποντίων, ξέρει καλύτερα. Επίσης, στην κατεχόμενη Κύπρο, στην Καρπασία. Ρωτήστε γι’ αυτό την ηρωίδα δασκάλα Ελένη Φωκά, ξεχασμένη σήμερα κι από την ίδια την πατρίδα της. Μα το ίδιο δεν κάνανε με τους Κούρδους μέχρι πριν είκοσι χρόνια; Απαγορεύανε την γλώσσα τους!
Κλείνουμε αυτές τις σκέψεις με ένα απόσπασμα από το εξαιρετικό άρθρο του Γ. Τασιόπουλου, στο περιοδικό «τετράδια πολιτικού διαλόγου έρευνας και κριτικής, αφιέρωμα στα 200 χρόνια από την εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση του 1821», με τίτλο «Η παιδεία των Ελλήνων στην Τουρκοκρατία»: «Πρέπει να απαντηθεί ο «μύθος» του Κρυφού Σχολειού, αλλά εν τέλει και τα αληθή κίνητρα των διανοουμένων, που στανικά-εμμονικά αντί να φωτίσουν την πρώτη και μεγάλη επανάσταση του 19ου αιώνα, την μόνη που επέτυχε το στόχο της να απελευθερώσει ένα έθνος, προτάσσουν τη νέφωση, τη σκίαση σε τέτοιο βαθμό σαν να θέλουν να την υποβαθμίσουν».
Υ.Γ. Ευτυχώς στο διαδίκτυο αυτή την περίοδο υπάρχουν πολύ καλές συζητήσεις και εκπομπές για την εθνεγερσία. Αξίζουν της προσοχής μας.
Ανάρτηση από: https://www.karditsalive.net/