Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Ο πόλεμος δεν είναι πια υπόθεση των μικρών και
αδύναμων χωρών. Δεν μπορούν να ξεκινήσουν (ούτε να ολοκληρώσουν) πόλεμο, χωρίς
να έχουν προϋπολογίσει τις αντιδράσεις των μεγάλων δυνάμεων. Τελευταίο
παράδειγμα (για όλους εμάς, όπως θα δούμε) είναι ο πόλεμος στο Ναγκόρνο
Καραμπάχ. Το Αζερμπαϊτζάν νίκησε, επειδή η Ρωσία δεν στήριξε την Αρμενία, ενώ η
Τουρκία βοήθησε αποφασιστικά τους Αζέρους με όπλα κι όχι μόνο.
O πρόεδρος και ο στρατός στην Αρμενία ζητούν να
παραιτηθεί ο πρωθυπουργός Πασινιάν ως υπεύθυνος της ήττας. Ο Πασινιάν κάνει τον
κουφό, επειδή η Ρωσία σφυρίζει αδιάφορα. Είναι εντελώς περιττό να θυμίσουμε ότι
σε μας είναι άκρως διαδεδομένη η άποψη, μάλλον η ευχή που μας καθησυχάζει, ότι
αν υπάρξει σύγκρουση με την Τουρκία θα κρατήσει, το πολύ, τρεις μέρες. Μετά οι
Αμερικάνοι θα βάλουν τάξη. Κατά τις επιθυμίες τους. Να μας σώσουν; Να μας
καταστρέψουν; Άγνωστες οι βουλές του Κυρίου.
Κάποιος με απλή λογική θα αναρωτιόταν: μα για έναν καυγά τριών ημερών θα ξοδέψουμε τόσα λεφτά “για τανκς και για κανόνια” αντί να τα κάνουμε “εργαλεία να δουλεύει η εργατιά;”. Με κάποια τέτοια λογική έγιναν, υποτίθεται, τα Ίμια, όταν ο κ. Σημίτης αναρωτήθηκε «μα θέλετε πόλεμο;». Αλλά αντί να δουλεύει η εργατιά, επί Σημίτη χρεοκόπησε το xρηματιστήριο. Τελικά ο ίδιος κοιμάται ήσυχος σπίτι και ο κόσμος έκλαιγε τα λεφτά του. Οι φίλοι και ομοϊδεάτες του διαχύθηκαν σε όλο το πολιτικό σκηνικό και η ιδεολογία του, ο εθνομηδενισμός, κυριάρχησε από τα δεξιά ως τα αριστερά.
Ζούμε σε μια αντίφαση, για να μην πω παράκρουση. Στις κορυφές βρίσκονται αυτοί που θέλουν και εργάζονται για τον άκριτο και εθνικά ζημιογόνο συμβιβασμό με την Τουρκία. Συχνά-πυκνά ο κόσμος αγριεύει, τους πανικοβάλει και φρενάρει (αλλά δεν αντιστρέφει) την πορεία και οι κορυφές υποχωρούν. Όπως έκανε η κυβέρνηση με τη δομή στον Έβρο, αλλά όχι ο ΣΥΡΙΖΑ με τις Πρέσπες. Η ρόδα γυρίζει, επιστρέφει και ξαναρχίζει, αλλά κάθε φορά κάτι χάνουμε.
Κανείς δεν μπορεί να διώξει τον Αρμένιο πρωθυπουργό, κανείς δεν ενοχλεί τον
πρώην πρωθυπουργό Σημίτη.
Εθνομηδενισμός
Κανείς δεν ενοχλεί, αντιθέτως ανταμείβει τον κ. Τσίπρα που παρέδωσε γλώσσα και εθνικότητα στους Σκοπιανούς και προχωράει με το κεφάλι ψηλά, έχοντας στην τσέπη ένα +20% στις δημοσκοπήσεις. Η συγκεκριμένη Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας, ίσως, το “Όχι” μίασμα του Μεταξά, άφησε στους Βούλγαρους να το πουν στους Σκοπιανούς. Γιατί λοιπόν να τα βάλουμε με τον Μητσοτάκη αν αφήνει το “Τσεσμέ” να βραχεί στα νερά μας; Των φρονίμων τα παιδιά προτιμούν να επέμβουν οι Αμερικάνοι, πριν καν αρχίσουν φασαρίες με τους Τούρκους γιατί, σου λέει, τι θα γίνει αν “ξεχαστούν” και δεν έρθουν, όπως δεν πήγε ο Πούτιν να σώσει τους Αρμενίους;
Εξ άλλου, σκέπτονται, αν οι Τούρκοι στείλουν πενήντα
χιλιάδες γενναίους (είπε σεβαστός καθηγητής) να καταλάβουν το Καστελλόριζο,
μπορεί οι Αμερικάνοι αντί να δώσουν σε μας άδεια αντίστασης να δώσουν άδεια κατάληψης
και πάλι στην Τουρκία, όπως έκανε ο Κίσινγκερ. Μα, μας λένε ότι ο Μπάϊντεν,
γνωστός και αγαπητός σαν “Μπαϊντενόπουλος” στους Ελληνοαμερικάνους, είναι φίλος
μας και οι φίλοι δεν εγκαταλείπουν τους φίλους. Όποιος πιστεύει τέτοιες
σαχλαμάρες είναι σάχλας ο ίδιος.
Λοιπόν, όλα τα προηγούμενα είναι λάθος: Στην εποχή των
πυρηνικών όπλων, μόνο οι μεγάλες δυνάμεις δεν μπορούν να κάνουν πόλεμο μεταξύ
τους, επειδή θα αλληλοκαταστραφούν. Γι’ αυτό βάζουν τους μικρούς να
αλληλοσκοτωθούν για λογαριασμό τους. Οι μικροί μπορούν να πολεμήσουν ελεύθερα
μεταξύ τους, αν το τραβάει η ψυχή τους, υπό τον απαράβατο όρο ότι δεν θα
ενοχλούν τα συμφέροντα των μεγάλων.
Αυτή τη μικρή λεπτομέρεια την ξέχασε το 1922 ο
Βενιζέλος, αλλά και ο Βασιλιάς, οπότε Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι, Ιταλοί, μας το
θύμισαν, όλοι μαζί ανελέητα, κι ακόμα κλαίμε. Την ίδια λεπτομέρεια (λέγε με
Γιάλτα) ξέχασαν και οι Έλληνες κομμουνιστές και πάλι κλαίμε ακόμα. Από τότε
φιλελεύθεροι, κεντρώοι, δεξιοί και αριστεροί, κάνουν σαν τον διάβολο που στην
αναδουλειά δέρνει τα παιδιά του, εμάς.
Τα όπλα είναι υπό όρους χρήσιμα
Η τελευταία παρατήρηση είναι ότι σήμερα το πολιτικό
κομματικό σύστημα μοιάζει με τα κεραμίδια που μένουν στη θέση τους μόνο επειδή
το θέλει ο θεός. Είναι μάλλον η πρώτη και μοναδική φορά που οι “δύο μονομάχοι”
είναι σαν τους μονοζυγωτικούς διδύμους. Μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό, χωρίς
να ταυτίζονται απολύτως. Μια διαφορά είναι ότι ο κ. Τσίπρας έχει κάψει ήδη τη
γούνα του με το Σκοπιανό, ενώ ο Μητσοτάκης αγωνίζεται ακόμα να περισώσει τη
δική του.
Ίσως υπάρχει μια ελάχιστη εξαίρεση σε όλα αυτά. Μια
μικρή χώρα, αδύναμη όπως η Ελλάδα, μπορεί να αιφνιδιάσει μια μεγαλύτερη και
προκλητική, όπως η Τουρκία, με ένα καίριο χτύπημα πριν να προλάβει να
αντιδράσει κανείς. Γι’ αυτό χρειάζονται θάρρος, στρατηγική και όπλα. Λείπουν
και τα τρία. Ειδικά τα όπλα είναι χρήσιμα μόνο άμα υπάρχουν τα άλλα δύο, αλλιώς
είναι στάχτη στα μάτια, πεταμένα λεφτά, παλιοσίδερα.
Πρώτος, στην Ελλάδα, που μίλησε, πριν από καμιά
τριανταριά χρόνια, για «πρώτο, αιφνιδιαστικό χτύπημα» ήταν ο Παναγιώτης Κονδύλης, πρώτης τάξεως
διανοούμενος, που ζούσε στο εξωτερικό, δηλαδή χωρίς τα κόμπλεξ, τα συμφέροντα,
τις εξαρτήσεις, των ενθάδε “ταγών” της χώρας. Έπεσαν φυσικά να
τον φάνε. Τώρα, όποιος λέει τέτοια, περνάει αδιάφορος, καθώς η ελίτ της χώρας
είναι βέβαιη ότι έχει κλείσει καλά τις πόρτες σε τέτοιες ιδέες. Από όσα
βλέπουμε δεν έχει και άδικο, εδώ που τα λέμε.