Τον παλιό εκείνο
τον καιρό, πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα φασιστικά καθεστώτα λάτρευαν την
πολεμική αρετή και ορκίζονταν στην ανδρεία των υπηκόων τους. Ανάμεσά τους
φυσικά, πρωταγωνιστής, ο Μπενίτο Μουσολίνι. Την πρώτη δεκαετία της εξουσίας
του, δυσκολεύτηκε να κερδίσει τον πρώτο του πόλεμο: την υποταγή της Λιβύης. Τα
κατάφερε μόλις στα 1931.
Με τον δεύτερο
πόλεμο τα πήγε κάπως καλύτερα, κατέλαβε την Αιθιοπία σχετικά
εύκολα, χωρίς να υπάρξει δεύτερη Άντουα! Στα 1935 ήταν σε θέση να διακηρύξει το
Imperio. Η Ιταλία ήταν πλέον Αυτοκρατορία, κάτι ως ανασύσταση της αρχαίας
Ρώμης, σε πιο μικρό μέγεθος είναι αλήθεια. Ως Αυτοκρατορία, η Ιταλία έπρεπε
πλέον να πρωταγωνιστήσει στο μεγάλο παιχνίδι των ανταγωνισμών για την μοιρασιά
του κόσμου.
Η ευταξία –στο
περίπου– που είχαν επιβάλει οι νικητές του προηγούμενου παγκόσμιου πολέμου
κατέρρεε και τα πάντα θα μπορούσαν να μοιραστούν από την αρχή. Ο Μουσολίνι
ήθελε την Μεσόγειο για να πάψει ο “εγκλεισμός” της Ιταλίας από τους Βρετανούς.
Για να την αποκτήσει έπρεπε να εξοπλιστεί, να φτιάξει σύγχρονο αξιόμαχο στρατό.
Αυτό επιθυμούσε ο Μουσολίνι και οι φασίστες του, το ζήτημα ήταν τι μπορούσε να
δώσει η Ιταλία. Όχι πολλά πράγματα τελικά.
Ο νέος στρατός που ο Μουσολίνι σχεδίαζε επηρεαζόταν από τις φουτουριστικές του ιδέες. Πίστευε στην μηχανή και στην τεχνολογία. Επιθυμούσε να έχει ισχυρή αεροπορία, καινοτόμα, ικανή από μόνη της να κερδίζει πολέμους. Ο νέος στρατός του βασιζόταν στο “celere”, στις ταχυκίνητες, μηχανοκίνητες μονάδες. Το Ναυτικό του όφειλε να πλέει τουλάχιστον πέντε κόμβους πιο γρήγορα από εκείνο των αντιπάλων του και να φέρει περισσότερα πυροβόλα από τα δικά τους πλοία. Τα υποβρύχια τον εντυπωσίαζαν: περισσότερα από εκατό παρήγγειλε μέσα σε λίγα χρόνια.
Αυτά ήθελε ο Μουσολίνι. Το τι μπορούσε να δώσει η Ιταλία ήταν άλλο ζήτημα. Η βιομηχανία της, εξαρτημένη ως προς τις ενεργειακές πηγές και τις πρώτες ύλες, μπορούσε να δώσει σχέδια, δυσκολευόταν όμως να δώσει προϊόντα. Στην κατασκευή αεροπλάνων αδυνατούσε να κατασκευάσει κινητήρες, με ισχύ πάνω από χίλιους ίππους. Η παραγωγή οχημάτων γινόταν ακόμα “χειροποίητα”, χωρίς δυνατότητες μαζικής παραγωγής, όπως ο φορντισμός και ο ταιηλορισμός είχαν επιβάλει. Οι δε Ιταλοί ήταν φτωχοί, δεν είχαν αυτοκίνητα. Ένα ελάχιστο ποσοστό του πληθυσμού ήξερε από μηχανές, ή έστω, πολύ απλά, να οδηγεί αυτοκίνητο.Τα ιταλικά
αυτοκίνητα κέρδιζαν στα ράλυ, αδυνατούσαν όμως να αλλάξουν την σχέση των Ιταλών
με την μηχανή. Τα δε υποβρύχια ήταν “καρφωτά”, όπως και τα πρωτόγονα άρματα
μάχης, η ηλεκτροσυγκόλληση δεν είχε γενικευθεί ως βιομηχανική μέθοδος στην
Ιταλία. Έτσι λοιπόν ο Μουσολίνι νόμιζε ότι είχε και στην πραγματικότητα δεν
είχε! Οι συμφορές που ακολούθησαν ήταν το αναγκαστικό προϊόν αυτής της
παρανόησης!
Η λατρεία του νέου
Από εκείνη την
εποχή και από αυτό το παράδειγμα ας έρθουμε στο σήμερα. Ας πάρουμε το
παράδειγμα χωρών, οι οποίες δεν έχουν βιομηχανικό και τεχνολογικό υπόβαθρο,
επιθυμούν όμως να εξοπλίζονται με την τελευταία λέξη της τεχνικής και της
τεχνολογίας. Ας ασχοληθούμε με μία –γνωστή σε όλους μας– χώρα, η οποία έχει
απαρνηθεί το βιομηχανικό της υπόστρωμα, έχει τρέψει σε φυγή τους νεαρούς της
επιστήμονες και τεχνικούς (οι περισσότεροι των τετρακοσίων χιλιάδων
νέο-μεταναστών τέτοιοι είναι) και φτωχαίνει την μάζα των ανθρώπων της, τόσο σε
υλικές δυνατότητες όσο και σε δεξιότητες. Που επίσης, στα επίπεδα των ελίτ έχει
αποτάξει ως προϊόντα σατανικής έμπνευσης τόσο την παιδεία, στην γενική και
ειδική της εκδοχή, όσο και τον ορθολογισμό, ως αφετηρία ανάλυσης, κατανόησης
και σκέψης.
Η χώρα αυτή όμως,
όπως ο γραφικός ηγέτης της Ιταλίας του Μεσοπολέμου, έχει μια ιδιαίτερη έφεση
και λατρεία στον φουτουρισμό. Παραγγέλνει ό,τι πιο σύγχρονο, ό,τι πιο
προχωρημένο. Απεχθάνεται το παλιό, το απαξιώνει πριν ακόμα οι στα ξένα
δημιουργοί του το τοποθετήσουν στο μουσείο. Αυτό φαίνεται σε κάθε επίπεδο
δραστηριότητας: η χώρα ομνύει στην πράσινη ενέργεια –και πετά τις δικές της
ενεργειακές πηγές στα σκουπίδια– πολύ πιο γρήγορα από τις όποιες τεχνολογικά
προηγμένες χώρες. Επιθυμεί στους δρόμους της να κυκλοφορούν ηλεκτρικά
αυτοκίνητα, πολύ πριν γενικευθεί στην πλούσια Δύση το νέο φαινόμενο. Α ναι!
Μετατρέπει την διοίκηση και τα πάντα όλα σε ψηφιακά πολύ πριν αποκτήσει ένα
αξιόπιστο διαδίκτυο.
Η ίδια χώρα δε
προετοιμάζεται για πόλεμο, ή τουλάχιστον έτσι ισχυρίζονται οι ταγοί της. Θα
ήταν ύβρις γι’ αυτήν να κάνει πόλεμο με παλιά και τετριμμένα μέσα. Επιθυμεί να
έχει το καινούργιο, το προχωρημένο. Στην αεροπορία, λόγου χάρη, τα F-16,
πέρασαν στα ανεπιθύμητα, ακόμα και στην Viper εκδοχή τους. Τα Rafale ήδη φαίνονται
ξεπερασμένα. Αν δεν έρθει το F-35 δεν υπάρχει εθνική αεροπορική ισχύς.
Υποθέτουμε ότι μόλις φανεί στον ορίζοντα το F-45, τότε όλα τα προηγούμενα θα
γίνουν “βάρος”, δεν θα μετράνε πλέον στα εθνικά πολεμικά σχέδια! Μιλούμε για
την αγωνία, το άγχος του “νέου”. Και μερικές φορές το άγχος αυτό φαίνεται ότι
από μόνο του χαράζει πολιτική.
Ο φετιχισμός του υπερόπλου
Το νέο, δεν λέμε,
έχει σοβαρά πλεονεκτήματα. Το πλέον χειροπιαστό από αυτά είναι το κόστος του,
τα χρήματα που χρειάζονται για να αποκτηθεί. Είναι τόσα πολλά τα χρήματα αυτά,
ώστε γεννιέται η ελπίδα ότι η χώρα που θα τα εισπράξει θα νοιώσει κάποιο βαθμό
ευγνωμοσύνης για τον χρυσοφόρο της πελάτη. Αυτό στο σύγχρονο ελληνικό πολιτικό
λεξιλόγιο το βαπτίζουμε “συμμαχία”! Και επειδή, λογικά, –απειλούμενη χώρα είναι η Ελλάδα– θέλει να έχει
πολλούς συμμάχους, αγοράζει απ’ όλους τα πάντα, τα πιο ακριβά και πιο σύγχρονα.
Και προσμένει την ανταπόδοση. Εις μάτην…
Το νέο έχει όμως
και σοβαρά μειονεκτήματα. Το κυριότερο από αυτά είναι η πίστη που το συνοδεύει.
Μαγικές ιδιότητες αποδίδονται στα υπερόπλα που αγοράζονται. Εκείνος ο τρομερός
πύραυλος Meteor των Rafale, λένε, χτυπάει στόχο στα εκατό χιλιόμετρα. Πιθανόν, αν
και όλα αυτά μόνο στην πράξη αποδεικνύονται. Πάντως οι S-400 των απέναντι
λέγεται ότι εγκλωβίζουν τους στόχους τους στα διακόσια χιλιόμετρα. Άρα άτοπον!
Θεωρητικά τα Rafale θα βρίσκονται στο στόχαστρο μόλις απογειωθούν από την
Τανάγρα! Είναι και εκείνο το ψωμοτύρι περί “βαθέως πλήγματος”, κάτι από
Tomahawk και από Kalibr. Για να πληγεί, όμως, το οτιδήποτε στο “βαθέως” πρέπει
να στο καταδείξει ένα δορυφόρος. Υπάρχει όμως απάντηση. Θα ενοικιαστεί ένας,
ίσως από την Τουρκία!
Ο φετιχισμός των
“υπερόπλων” θολώνει το μυαλό και μεταφέρει την στρατηγική σκέψη στον χώρο των
ηλεκτρονικών war games, παιχνίδια στρατηγικής στα ελληνικά. Τα πιο αληθοφανή
σενάρια εκτοπίζονται από τα πλέον ευφάνταστα. Μια συγκέντρωση δυνάμεων και
εφεδρειών στην απέναντι από τα νησιά ακτή, ως μέσο πολιτικού-διπλωματικού
εκβιασμού ή –ας ευχηθούμε να μην είναι– προετοιμασία εισβολής και κατάληψης,
πώς θα αντιμετωπιστεί;
Με πυρά “βαθέως
πλήγματος” ή με ένα όγκο πυρός που θα καταστρέψει αυτές τις συγκεντρώσεις πριν
μεταβληθούν σε εισβολές; Ο όγκος δε πυρός δεν απαιτεί πανάκριβες επενδύσεις.
Πυροβολικό, ρουκετοβόλα, πυραυλικά όπλα χαμηλής τεχνολογίας μπορούν να πετύχουν
τον στόχο αυτό. Το πλεονέκτημα; Από όπλα χαμηλής τεχνολογίας η Ελλάδα μπορεί να
αντλήσει το 100% των δυνατοτήτων τους. Από τα “υπερόπλα” τι ποσοστό μπορεί να
αντλήσει;
Η αγορά των Rafale
Ο πόλεμος είναι μια
ολοπαγής κατάσταση. Δεν αρκεί να υπάρχουν σούπερ όπλα στην αιχμή του δόρατος.
Πρέπει και η κοινωνία που στηρίζει το δόρυ, οι μηχανισμοί που επιτρέπουν στην
κοινωνία αυτή να λειτουργεί, να υπάρχουν. Ο πόλεμος είναι μια έκτακτη ανάγκη.
Οι μηχανισμοί κράτους, ιδιωτών, κοινωνίας αποδεικνύονται σταθερά ελλιπείς σε
όποια ήπια “έκτακτη ανάγκη”.
Ανύπαρκτοι στην
τελευταία χιονόπτωση, ανύπαρκτοι σε πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς και όλες τις
θεομηνίες. Μπροστά σε αυτές ένας πόλεμος είναι η απόλυτη θεομηνία, οι
διαστάσεις της δεν είναι συγκρίσιμες. Ένα κράτος, μια κοινωνία, οι μηχανισμοί
τέλος πάντων που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στο μικρό, θα ανταποκριθούν στο
μεγάλο; Ως γνωστόν τα Rafale δεν έχουν φτιαχτεί για να ρυθμίζουν το κρατικό και
κοινωνικό χάος. Τίποτε δε δεν θα μπορούν να κάνουν γι’ αυτό, όταν έρθει η κακιά
η ώρα.
Τώρα, εάν στο
πλαίσιο των “συμμαχικών μας υποχρεώσεων” χρειαστεί να ρίξουμε κάποιο βλήμα
“μακρού πλήγματος” στην δυστυχισμένη Αφρική ή στην κακόμοιρη την Ουκρανία, α
ναι εκεί τα υπερόπλα είναι τα κατάλληλα. Πιθανόν δε να μπορούν να πάρουν μέρος
και σε επερχόμενο ίσως πόλεμο των άστρων! Ως προς την υπεράσπιση των νησιών του
Αιγαίου θα χρειαστεί σκέψη ως προς το τι ακριβώς μπορούν να κάνουν.