Του Αλέξανδρου Μασσαβέτα
Στην αρχή νομίσαμε πως ήταν στρατιωτική άσκηση. Τόσο εγώ όσο και ο Τούρκος συνταξιδιώτης μου κοιτάζαμε με περιέργεια τις οθόνες των υπολογιστών μας, όπου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρήλαυναν έντρομα τα ερωτήματα φίλων και γνωστών. «Μα τι συμβαίνει;». «Τρέξτε όλοι στα σπίτια σας». «Μην βγαίνετε στον δρόμο, κάτι γίνεται». Τανκς και στρατιώτες έκλεισαν, βλέπαμε, τη Γέφυρα του Βοσπόρου. «Να δεις, θα είχαν πληροφορίες για επικείμενο τρομοκρατικό χτύπημα», είπα στον φίλο μου. Πάντα πίστευα πως οι γέφυρες του Βοσπόρου θα αποτελούσαν το ιδανικότερο σημείο γι’ αυτό.
Σαν κεραυνός εν αιθρία
Βρισκόμαστε στη Μασσαλία και, όταν άρχισαν να φθάνουν τα πρώτα νέα μιας αναταραχής, ασχολούμασταν ακόμη με την τραγωδία λίγα χιλιόμετρα παρακεί, στη Νίκαια. Η ιδέα ενός πραξικοπήματος μας φαινόταν πια εκτός χρόνου –αν δεν συνέβη το 2007, όταν ο στρατός είχε ακόμη την δύναμή του ακέραια και παρενέβαινε με διάβημα στις πολιτικές εξελίξεις, τότε που οι σκληροπυρηνικοί κεμαλιστές έπαιρναν τους δρόμους φωνάζοντας «ο στρατός στο καθήκον!», θα γινόταν σήμερα; Η όλη ιδέα μας φαινόταν εξωφρενική –ανάμνηση μιας παλιάς Τουρκίας που την ξεπέρασαν οι περιστάσεις.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που κοιταχτήκαμε, βλέποντας πια ο ένας τον φόβο στα μάτια του άλλου. «Κι όμως… Είναι δυνατόν;» Μέσα σε μία ώρα, το βράδυ της 15ης Ιουλίου έγινε ό,τι πιο τρομακτικό στη ζωή μας. Ο συνοδοιπόρος μου ανησυχούσε για την οικογένειά του, εγώ για τους φίλους μου και το έξι μηνών μωρό που πρόκειται να βαφτίσω. Οι φωνές μας κάπως ξέπνοες. «Μαμά σε παρακαλώ μην πηγαίνεις κοντά στα παράθυρα». «Είστε σε μπαρ; Είστε τρελλοί; Τρέξτε σπίτι!». «Μήπως είδες τον… την…» «Μήπως να παίρνατε το μωρό και να τρέχατε στο προξενείο; Έχεις το κινητό του προξένου;». Το βράδυ εκείνο οι δικοί μας άνθρωποι ήλθαν αντιμέτωποι με πράγματα που ούτε στον χειρότερο εφιάλτη μας δεν είχαμε φανταστεί ότι θα συνέβαιναν στην καρδιά της Πόλης και της Άγκυρας.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που κοιταχτήκαμε, βλέποντας πια ο ένας τον φόβο στα μάτια του άλλου. «Κι όμως… Είναι δυνατόν;» Μέσα σε μία ώρα, το βράδυ της 15ης Ιουλίου έγινε ό,τι πιο τρομακτικό στη ζωή μας. Ο συνοδοιπόρος μου ανησυχούσε για την οικογένειά του, εγώ για τους φίλους μου και το έξι μηνών μωρό που πρόκειται να βαφτίσω. Οι φωνές μας κάπως ξέπνοες. «Μαμά σε παρακαλώ μην πηγαίνεις κοντά στα παράθυρα». «Είστε σε μπαρ; Είστε τρελλοί; Τρέξτε σπίτι!». «Μήπως είδες τον… την…» «Μήπως να παίρνατε το μωρό και να τρέχατε στο προξενείο; Έχεις το κινητό του προξένου;». Το βράδυ εκείνο οι δικοί μας άνθρωποι ήλθαν αντιμέτωποι με πράγματα που ούτε στον χειρότερο εφιάλτη μας δεν είχαμε φανταστεί ότι θα συνέβαιναν στην καρδιά της Πόλης και της Άγκυρας.
Τρόμος. «Μας βομβαρδίζουν. Εκρήξεις παντού!». «Δεν είναι εκρήξεις, είναι τα μαχητικά που σπάνε το φράγμα του ήχου», τους διαβεβαίωνε ο μηχανικός φίλος μου. «Όχι, όχι στο υπόγειο, τρέξτε στην ταράτσα!», φώναζα εγώ. «Μα γιατί τους λες να πάνε στην ταράτσα;». «Δεν ξέρω. Εκεί ανέβαιναν οι παππούδες μας στους βομβαρδισμούς!». «Ό,τι να ‘ναι… πες τους να καθίσουν στα σπίτια τους, μακριά από τα τζάμια!». «Υπομονή, θα περάσει, σε λίγο θα ξέρουμε τι γίνεται», τους λέγαμε και οι δύο. Και ενοχή. Πάλι έβγαλα την ουρά μου απ’ έξω, σκεφτόμουν. Πάλι λείπω και δεν είμαι μαζί τους. Και, στην απόσταση, το ξέρω τώρα πια καλά, τα πάντα φαίνονται τρομακτικότερα.
Ντροπή και πικρία. Ντροπή, καθώς είδα γνωστούς μου να θριαμβολογούν χαιρέκακα με την απόπειρα. «Εισέβαλαν, λέει, στρατιώτες στο CNN Türk. Τι συμφορά. Δεν θα ξαναμεταδώσουν ντοκιμαντέρ για πιγκουΐνους». Το κανάλι έγινε το πιο μισητό μέσο ενημέρωσης κατά τα γεγονότα του πάρκου Γκεζί το 2013: τη στιγμή που η Πόλη φλεγόταν και έπεφταν οι πρώτοι νεκροί, μετέδιδε το διαβόητο πια ντοκιμαντέρ για τους πιγκουΐνους, αγνοώντας επιδεικτικά το γύρω χάος… «Πυροβολούν, λέει, τον κόσμο στην γέφυρα. Λίγοι πραιτωριανοί του Σουλτάνου λιγότεροι δεν είναι κακό. Τσακίστε τους». Μα τόσο πολύ έχουμε δηλητηριασθεί; Πικρία, τόσο για το ότι τα πράγματα θα μπορούσαν τα τελευταία χρόνια να είχαν εξελιχθεί πολύ διαφορετικά, όσο και για τα χειρότερα που μας περιμένουν. Κάθε πρωί, ξυπνώντας, έχω μια γεύση σαν να με τάιζαν στάχτη όλο το βράδυ.
Η μισή και πλέον Τουρκία και –ω, του θαύματος!– η μισή Ελλάδα έχει, έκτοτε, αποδοθεί σε περισπούδαστες αναλύσεις σχετικά με το παρασκήνιο της απόπειρας. Δεν θα κάνω το ίδιο. Το θεωρώ φαιδρό. Το πραξικόπημα μας άφησε μονάχα ερωτήματα, φλέγοντα αλλά αναπάντητα ερωτήματα και φόβους.
[OZAN KOSE / AFP]
Πολλές απορίες, λίγες απαντήσεις
Τα μόνα πραγματικά και αναμφισβήτητα είναι όσα κατέγραψαν οι κάμερες. Η απόπειρα σημειώθηκε την ώρα της prime time τηλεοπτικής μετάδοσης, όχι τις πρώτες πρωινές ώρες όπως έγινε κάθε προηγούμενη φορά. Ο στρατός άνοιξε πυρ κατά του πλήθους, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στα τρία προηγούμενα (1960, 1971, 1980) πραξικοπήματα“Coups throughout Turkey’s history”, graphiq. Ένας εξοργισμένος όχλος λιντσάρισε και σκότωσε στρατιώτες, ηλικίας 18-25 ετών, κάτι εξίσου πρωτοφανές στην Τουρκία. 85.000 και πλέον τεμένη σε όλη την επικράτεια, σε μία άνευ προηγουμένου κίνηση εξαίσιας οργάνωσης, άρχισαν να μεταδίδουν την επικήδεια προσευχή, καλώντας τον πληθυσμό σε αντίσταση με σαφώς τζιχαντικές αναφορές. Τα συνθήματα όσων κατέκλυσαν (και εξακολουθούν να κατακλύζουν) τους δρόμους δεν αναφέρονται σε κράτος δικαίου, ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτικές ελευθερίες, δεν αποτελούν τουρκικό αντίστοιχο του γαλλικού Liberté,égalité, fraternité ή έστω του Ελευθερία, ισότης, δικαιοσύνη του οθωμανικού συνταγματικού κινήματος. Έχουν σχεδόν όλα θρησκευτικές και εθνικο-θρησκευτικές αναφορές, με το Αλλάχου Ακμπάρ (Μέγιστος ο Θεός) να κυριαρχεί δίπλα σε συνθήματα κατά των Γκιουλενιστών, Κούρδων και των κοσμικών/αθέων.
Είναι πολύ νωρίς, προειδοποιούν οι σοβαρότεροι Τούρκοι αναλυτές, για συμπεράσματα και δη κατηγορηματικά. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που γράφουν, όπως η Selin Girit Ece Temelkuran, πως όσα συνέβησαν είναι ακατανόητα ακόμη και για όσους επί χρόνια αναλύουν την τουρκική πολιτική. Κι όμως, λέγονται και –ακόμα χειρότερα– γράφονται απίθανα τερατολογήματα, από ανθρώπους που προφανώς είτε βρίσκονταν σε άμεση επικοινωνία με τους κινηματίες μέρες πριν και καθ’ όλη την διάρκεια των συμβάντων, είτε εμπιστεύονται απολύτως την κρυστάλλινη σφαίρα που τους κληροδότησε η μάγισσα προγιαγιά τους!
Δεν θα μπω στον πειρασμό των περισπούδαστων αποστροφών για το εάν το πραξικόπημα ήταν ένα φιάσκο σκηνοθετημένο από τον ίδιο τον Έρντογαν, κατά το πεισιστράτειο τέχνασμα, για να ενισχύσει την εκλεγμένη απολυταρχία του, ή έργο οπαδών του Φετουλλάχ Γκιουλέν“Ποιος είναι ο εχθρός του Ερντογάν”, Το Βήμα, του σκιώδους αυτού ιεροκήρυκα που ζει στην Πενσυλβανία και ηγείται του σημαντικότερου ισλαμικού τάγματος στην Τουρκία. Θα ήθελα μονάχα να θυμίσω (γιατί πολύ εύκολα, καθώς φαίνεται λησμονούνται κάποια πράγματα) πως ο Γκιουλέν, εξορισθείς από την κεμαλική πολιτική τάξη ως εχθρός του κοσμικού κράτους, υπήρξε τόσο ο μέντορας όσο και το βασικό ιδεολογικό στήριγμα του Ταγίπ Έρντογαν. Μέχρι τη στιγμή που, μήνες μετά το Γκεζί, οι δύο άνδρες συγκρούστηκαν ξεκινώντας έναν ανηλεή πόλεμο για πλήρη κυριαρχία. Το κυβερνών ΑΚΡ βοήθησε το τάγμα να απλώσει τον έλεγχό του σε ευρύτατους κύκλους της αστυνομίας, της δικαιοσύνης και των σωμάτων ασφαλείας, ώστε να εξοβελισθεί η παλαιά κεμαλική τάξη. Από τα τέλη του 2013, ωστόσο, το καθεστώς Έρντογαν κάνει λόγο για παρακράτος του Γκιουλέν, ονομάζοντας τους οπαδούς του τρομοκράτες και μιάσματα που πρέπει να εξαλειφθούν. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη η δήλωση του Έρντογαν πως το πραξικόπημα είναι έργο του εξόριστου ηγέτη.
Ένας σημαντικός λόγος της καχυποψίας μου απέναντι σε κάθε εικασία για την πηγή του πραξικοπήματος-φιάσκου είναι το πώς την πατήσαμε πολλοί –εμού συμπεριλαμβανομένου– με τη διαβόητη πια υπόθεση Εργκένεκον“Το εφετείο αναιρεί τις καταδίκες που είχαν επιβληθεί για την υπόθεση Εργκένεκον”, huffingtonpost.gr. Ο μονοκράτωρ της Τουρκίας και οι περί αυτόν (με προεξάρχοντες τότε ακόμη τους Γκιουλενιστές) μας έπεισαν πως μία ομάδα κεμαλιστών εθνικιστών –στρατιωτικών, ακτιβιστών, ανθρώπων των υπηρεσιών ασφαλείας αλλά και πολιτικών, συγγραφέων και δημοσιογράφων– ετοίμαζε πραξικόπημα κατά της νομίμως εκλεγμένης κυβέρνησης. Νομίζω πως όλοι όσοι την πατήσαμε, δεχόμενοι τις κατηγορίες ως είχαν και μηρυκάζοντάς τις άκριτα, παρασυρθήκαμε εν πολλοίς και λόγω της ταυτότητας των τότε κατηγορουμένων.
Ανάμεσά τους συγκαταλέγονταν πληρωμένοι δολοφόνοι του παρακράτους όπως ο Βελί ΚιουτσούκΒικιπαίδεια, πολιτικάντηδες του ακροεθνικιστικού χώρου όπως o Ντοού ΠεριντσέκWikipedia, “ψεκασμένοι” δημοσιογράφοι όπως ο Ενγκίν Ποϊράζ και ο Σονέρ Γιαλτσίν που βλέπουν παντού (ακόμη και στο ισλαμικό κίνημα) σιωνιστικές πλεκτάνες, και τσαρλατάνοι της ακροδεξιάς όπως ο Κεμάλ ΚεριντσίζWikipediaκαι η εγγονή του παπα-ΕυτύμΟ Παπά-Ευθύμ, η Ανακήρυξη «Τουρκορθόδοξης εκκλησιάς» και οι συνέπειες αυτής, Σεβγκί Ερενερόλ, που δουλειά δεν είχαν από το να παρενοχλούν συνεχώς τις μειονότητες (και δη την εναπομείνασα Ρωμιοσύνη της Πόλης). Ακόμα και τα καθάρματα, όμως, προστατεύονται από το κράτος δικαίου, κάτι που δυστυχώς είχα ξεχάσει όταν πανηγύριζα για τις συλλήψεις τους που “μας έκαναν να ησυχάσουμε”. Όταν αποφυλακίστηκαν μετά από προφυλάκιση χρόνων, και οι κατηγορίες (τουλάχιστον για το δήθεν πραξικόπημα) κατέρρευσαν, όταν φάνηκε πια ξεκάθαρα πως η όλη υπόθεση δεν ήταν παρά μια κίνηση εκφοβισμού αντιπάλων, πολλοί μετανιώσαμε, αλλά ήταν πολύ αργά για να πάρουμε πίσω όσα για χρόνια γράφαμε και να ζητήσουμε συγγνώμη.
Ένα βλακώδες εγχείρημα που έλυσε τα χέρια του Έρντογαν
Οι όποιοι εγκέφαλοι του απoτραπέντος πραξικοπήματος και οι συμμετέχοντες στρατιωτικοί δεν είναι λιγότερο καθάρματα. Η επόμενη μέρα, όμως, έχει καταστήσει σαφές πως όσα είναι τα ερωτηματικά μας για το τι πραγματικά συνέβη, τόσο βέβαιη είναι η πολιτική κατάληξη. Το απαράδεκτο, βλακώδες και απολύτως σουρεαλιστικό εγχείρημα ανοίγει μία νέα, σκοτεινότερη εποχή απόλυτης προσωποκρατίας για τη χώρα. Ο προσωπικός έλεγχος που ο Έρντογαν ασκεί εφ’ όλων των οργάνων του κράτους –έχοντας καταργήσει κάθε διάκριση εξουσιών– έχει ήδη ενισχυθεί, ενώ η χώρα βαίνει προς πογκρόμ, πολιτικές εκκαθαρίσεις και κρατική καταστολή βαθμού αγνώστου από τη χούντα του Εβρέν (1980). Το ότι ο Έρντογαν θα αλλάξει το σύνταγμα εγκαθιδρύοντας πολίτευμα προεδρικό, με ενισχυμένες γι’ αυτόν εξουσίες, είναι ένα σημείο στο οποίο συμφωνούν σχεδόν όλοι οι αναλυτές.
Ιδού τα σημεία που είναι ενδεικτικά του τι έρχεται: ο Έρντογαν δήλωσε πως θα υπογράψει τυχόν ψήφισμα της Εθνοσυνέλευσης για την επαναφορά της θανατικής ποινής, ενώ αργότερα προσέθετε «τι, να τους έχω στη φυλακή και να τους ταΐζω;» (!). Απαγορεύθηκε η έξοδος από τη χώρα σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους (που σημειωτέον στην Τουρκία φέρουν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους διαβατήρια ειδικού τύπου). O απολογισμός μέχρι τώρα έχει ως εξής: έχουν φυλακισθεί περίπου 6.000 “πραξικοπηματίες” (εντός εισαγωγικών, καθώς οι κατηγορίες είναι ασαφείς!). Έχουν απολυθεί 1.577 πρυτάνεις πανεπιστημίων, 9.000 υπάλληλοι του Υπουργείου Εσωτερικών, 2.745 δικαστικοί και 15.200 άτομα από το προσωπικό του υπουργείου παιδείας“Turkey’s Education Ministry Fires 15,200”, Newmax! Τα δελτία ταυτότητας και τα διαβατήρια των ανωτέρων στην ιεραρχία μεταξύ των απολυθέντων κατασχέθηκαν. Στην επίσημη ιστοσελίδα των Τουρκικών Αερογραμμών, η ανακοίνωση της αποκατάστασης των πτήσεων της εταιρείας αναφερόταν σε ανακοίνωση του «Προέδρου και Αρχιστατήγου (!) μας Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν». Το ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο ανακοίνωσε πως θα ανακληθούν οι άδειες όλων των μέσων ενημέρωσης που «στηρίζουν την τρομοκρατική οργάνωση του Γκιουλέν». Άρχισαν συλλήψεις πολιτών για ποστ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που «εξυμνούν τους πραξικοπηματίες και την τρομοκρατική οργάνωση των Γκιουλενιστών». Και είναι ακόμα η αρχή…
Οι “φύλακες της δημοκρατίας”, ο όχλος οργανωμένων οπαδών του αρχηγού που παίρνει τους δρόμους καθημερινά από την αποφράδα εκείνη νύκτα, δεν περιορίστηκε στα θανατηφόρα λιντσαρίσματα στρατιωτών. Απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας φθάνουν καταγγελίες για επιθέσεις από τα εν λόγω τάγματα κατά δημοσιογράφων, κατά αριστεριστών, κατά συνοικιών και πολιτιστικών κέντρων Αλεβιτών και Κούρδων στην Πόλη, την Άγκυρα και την επαρχία, κατά Σύρων προσφύγων (που απλώς τους πήρε το κύμα, καθώς οι περισσότεροι στηρίζουν φανατικά τον Έρντογαν βλέποντάς τον ως ευεργέτη). Προπηλακίστηκαν γυναίκες που θεωρήθηκαν προκλητικά ντυμένες, άτομα που για οποιονδήποτε λόγο θεωρήθηκαν οπαδοί του ΡΚΚ, ενώ επίθεση δέχθηκαν και δύο εκκλησίες στην Τραπεζούντα (Καθολικών) και τη Μαλάτεια (Προτεσταντών).
«Θα θυμόμαστε τη ζωή μας εδώ και θα κλαίμε, σαν τους Ιρανούς»
Τις μέρες 2-13 Ιουλίου βρέθηκα στην Πόλη προσπαθώντας να καταλάβω αν οι ανησυχίες μου για την πορεία της χώρας ήταν υπερβολικές. Είχα ήδη μετρήσει καμιά δεκαριά ξένους και τουλάχιστον άλλους τόσους Τούρκους φίλους που είχαν αφήσει την Τουρκία «για πάντα». Η Λισαβόνα, το Λονδίνο και η Αθήνα ήταν οι πιο δημοφιλείς τόποι μετεγκατάστασης. Κατά την παραμονή μου στην πόλη που για 12 χρόνια υπήρξε το σπίτι μου, με κάλεσαν σε έξι αποχαιρετιστήρια πάρτι… Από το 2013, αγωνιώντας για την διαγραφόμενη ισλαμοποίηση της κοινωνίας, πολλοί γνωστοί μου κατέφυγαν σε κάθε δυνατό τέχνασμα προκειμένου να αποκτήσουν ένα ξένο διαβατήριο. Είδα έναν πανικό, ένα τέλος εποχής, που σε κάποιον (ηλικιωμένο) Ρωμιό φίλο θύμισε την μαζική φυγή των ομογενών μετά τις απελάσεις του 1964.
«Καλά, εσύ έφυγες νωρίς, κάτι ήξερες…». «Λες να βρω δουλειά στην Αθήνα; Θα με βοηθήσεις;». «Εσείς πότε με το καλό; Εμείς λέμε τον Αύγουστο». «Έμαθες ότι η Λ. βρίσκεται ήδη στη Λισαβόνα; Θα δουλεύει λέει μεταφράστρια…». «Μου πρότεινε να παντρευτούμε. Για να πάρω, λέει, το διαβατήριο». «Η Ευρώπη μας έχει ξεχάσει…». «Έχω ήδη καταθέσει τα χαρτιά μου για το ισπανικό διαβατήριο». «Έχω συγγενείς στη Γαλλία. Όπου φύγει φύγει». «Με απέλυσαν για ένα άρθρο μου… Βρήκα δουλειά στην Αμερική». «Πόσα πλήρωσες εσύ για τη φορτωτική; Ποια εταιρεία, θύμισέ μου». «Αν βαφτιστώ, λες να μου δώσουν διαβατήριο πιο εύκολα; Άθεος είμαι, καμία διαφορά δεν μου κάνει». «Στο Μπουένος Άιρες. Ξέρω ότι είναι μακριά, αλλά στην Ευρώπη δεν βρίσκω τίποτα. Την μάνα μου μονάχα σκέφτομαι. Φύγε, μου λέει, δεν έχεις μέλλον εδώ».
Άφησα την Πόλη με ένα βάρος στο στήθος, μη γνωρίζοντας πως ακόμη δεν μας είχαν βρει τα χειρότερα. Από τις 15 Ιουλίου ως τώρα, τέσσερις Ελλαδίτες μέτοικοι μου έγραψαν ότι φεύγουν. «Δεν την παλεύω πια εδώ. Εκείνο το βράδυ νόμιζα ότι θα πεθάνω». «Δεν θα τον αφήσω τον Ο. Θα τον πάρω μαζί μου. Θα ψάξει λέει για δουλειά στην Αθήνα.». «Στο διάολο, είπα, δεν θα αφήσω και τα κόκκαλά μου εδώ. Πάμε στον τόπο μας». Τα μηνύματα από Τούρκους φίλους είναι εκείνα που με πληγώνουν περισσότερο. «Βοήθησέ με. Να ζητήσω λες πολιτικό άσυλο ή να προσπαθήσω να βρω δουλειά και να κρατηθώ;». «Λέω να πάω, υποτίθεται, διακοπές, και να μην επιστρέψω». «Αν δεν ήταν για τον πατέρα μου, θα είχα ήδη φύγει. Μόλις πεθάνω, την επομένη είσαι στο πρώτο αεροπλάνο, μου είπε». «Θα συναντιόμαστε στην Αθήνα και το Λονδίνο, θα θυμόμαστε τη ζωή μας εδώ και θα κλαίμε, σαν τους Ιρανούς».
Μπροστά στα μάτια μας ετοιμάζεται ο διωγμός και η έξοδος, που θα αφήσει την Τουρκία πνευματικά και κοινωνικά πολύ φτωχότερη. Αμέτρητοι νέοι Τούρκοι ασφυκτιούν, αισθάνονται πια ξένοι στη χώρα τους και βλέπουν το μέλλον της ζοφερό. Συζήτησα μαζί τους για το τι προβλέπουν, τι φοβούνται και γιατί θέλουν να φύγουν. Για την δική τους ασφάλεια, παραθέτω μονάχα τα μικρά τους ονόματα. Αυτές είναι οι φωνές τους.
Τσινάρ, δημοσιογράφος, Κωνσταντινούπολη
H Τουρκία έχει τελειώσει. Πολύ πριν το πραξικόπημα ήθελα να φύγω. Δεν βλέπω το μέλλον μου σε μια χώρα όπου είναι πια αδύνατον να ασκήσω το επάγγελμά μου, αλλά και να ζήσω ως άθεος και κοινωνικά φιλελεύθερος χωρίς φόβο ζωής. Έχασα απανωτές φορές τη δουλειά μου, επειδή οι εφημερίδες που δούλευα καταλήφθηκαν από το κυβερνών κόμμα και οι διευθυντές και κύριοι αρθρογράφοι τους απολύθηκαν. Δεν δέχθηκα να συμμορφωθώ με την αυτολογοκρισία που απαιτείται για να μην απολυθείς. Προτίμησα να παραιτηθώ και συνεργάζομαι part time με ξένα μέσα μονάχα.
Αποφάσισα να φύγω το 2015, όταν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς μου επιτέθηκε και με πλάκωσε στο ξύλο μια ομάδα καθώς επέστρεφα σπίτι μου. Δεν μου μίλησαν καν, άρχισαν να με χτυπούν, μου έσπασαν τη μύτη και με γέμισαν μώλωπες. Δεν έχω ιδέα γιατί ακριβώς. Δεν είχε κανένα νόημα να πάω στην αστυνομία –γνωρίζουμε πως η αστυνομία δεν θα τα βάλει ποτέ με τους οργανωμένους οπαδούς του Έρντογαν. Ο δρόμος τους ανήκει, κυκλοφορούν και λιντσάρουν ανεμπόδιστοι. Το πολύ πολύ να τους καλέσουν σε “αυτοσυγκράτηση”. Κοίτα αυτούς που λιντσάρισαν μέχρι θανάτου τους στρατιώτες. Έχεις καμμία αυταπάτη πως θα τιμωρηθούν; Στο Ραμαζάνι, οι γνωστοί τραμπούκοι λεηλάτησαν ένα δισκάδικο κι έδειραν τους θαμώνες γιατί, λέει, έπαιζαν δυνατά μουσική και κατανάλωναν αλκοόλ. Και τι είπε ο Σουλτάνος μας; Πολύ κακό να τα σπας και να πλακώνεις κόσμο στο ξύλο, αλλά εξίσου κακό να προκαλείς το θρησκευτικό συναίσθημα. Τι είναι αυτή η εξίσωση, αν όχι διαβεβαίωση για ατιμωρησία;
Με στενοχωρεί ότι πολλοί Ευρωπαίοι θεωρούν πως όλοι οι Τούρκοι είναι θρήσκοι και συντηρητικοί. Δεν έχουν ιδέα πόσο δυσκολευόμαστε, πόσο ξένοι αισθανόμαστε στον τόπο μας. Παλιά οι εχθροί του κράτους ήταν οι μειονότητες. Το κεμαλικό κράτος τους έκανε τον βίο αβίωτο για να φύγουν. Σήμερα, εχθροί γίναμε οι κοσμικοί, δυτικότροποι Τούρκοι. Είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε στις φούσκες μας, σε κάποιες γειτονιές από τις οποίες δεν θα τολμάμε να βγούμε και όπου θα έρχονται “οι άλλοι” να μας βλέπουν ως αξιοθέατο, σαν σε σαφάρι. Η Ευρώπη μας έχει εγκαταλείψει, αισθανόμαστε απομονωμένοι. Συνεργάζονται με τον Έρντογαν για το προσφυγικό, αυτό μονάχα ενδιαφέρει. Όλοι όσοι έχουν αντίληψη της κατάστασης θέλουν να φύγουν, το ζήτημα βέβαια είναι ποιοι μπορούν. Νομίζω θα φύγω στις ΗΠΑ ή τον Καναδά για μεταπτυχιακό, με στόχο να βρω δουλειά και να εγκατασταθώ.
Πολλές φορές αισθάνομαι πως δεν έχω τίποτε απολύτως κοινό με τον Τούρκο στο δρόμο, παρεκτός από την γλώσσα. Η κοινωνία μας πάντα ήταν πολύ διαιρεμένη και γεμάτη μίσος. Ο ένας ονομάζει τον άλλον προδότη ή έκφυλο. Οι εξελίξεις με έχουν πληγώσει ιδιαίτερα, καθώς δεν ανήκω ούτε κατά διάνοια στον “κεμαλικό” χώρο. Πάντα απεχθανόμουν την στρατοκρατία και ό,τι συνεπαγόταν. Είχα συγκρουσθεί με πολλούς στον κύκλο μου επειδή υποστήριζα σταθερά τον Έρντογαν στον αγώνα του κατά του στρατού. Σήμερα αισθάνομαι ανόητος που πίστεψα στις καλές τους προθέσεις. Πιστεύω ακράδαντα στη δημοκρατία και τον πλουραλισμό, πιστεύω πως η μία Τουρκία πρέπει να αποδεχθεί την άλλη και να συμβιώσει μαζί της, αντί να προσπαθεί να την τσακίσει. Είχαμε μεγάλες ελπίδες πως το ΑΚΡ θα έφερνε επιτέλους το τέλος των διώξεων. Αλλά αυτό που συνέβη ήταν πως απλώς γύρισε η ζυγαριά –τώρα η άλλη Τουρκία κατέλαβε το κράτος και διώκει ανηλεώς όχι μόνο τους πρώην διώκτες της, αλλά όλους όσους διαφωνούν.
Ο Έρντογαν έχει καταστήσει σαφές πως θέλει να γίνει ο νέος Ατατούρκ. Και ο Ατατούρκ δικτάτορας ήταν, δεν λέω, αλλά μας έφερε τουλάχιστον το κοσμικό κράτος, τη νομική ισότητα των φύλων, πολλά –όχι μονάχα τη στρατοκρατία. Ο Έρντογαν τι θα μας φέρει, την σαρία; Ο Ατατούρκ μπόρεσε να κάνει ό,τι έκανε παρά τη θέληση της πλειοψηφίας –που δεν ήθελε με κανέναν τρόπο την εκκοσμίκευση– χάρη στο ότι υπήρξε ήρωας του πολέμου, θριαμβευτής. Νομίζω πως ο Έρντογαν γνώριζε πάντα πως είχε την πλειονότητα με το μέρος του, αλλά εκείνο που του έλειπε για να δικαιολογήσει μιαν απόλυτη εξουσία και τη ριζική αλλαγή της συνταγματικής τάξης της χώρας ήταν μία μεγάλη στρατιωτική νίκη κι ένα ηρωικό αφήγημα. Αρχικά, πολλοί πιστεύαμε πως για να τα αποκτήσει θα ρίσκαρε μία επέμβαση στην Συρία. Αλλά τώρα το περίεργο αυτό πραξικόπημα έκανε μια τέτοια επέμβαση περιττή. Ο εσωτερικός εχθρός θα αντικαταστήσει τον εξωτερικό, που νίκησε ο Ατατούρκ. Γι’ αυτόν το λόγο αναφέρθηκε στο πραξικόπημα ως θείο δώρο. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που ανακοινώθηκε πως εφεξής η 15η Ιουλίου θα εορτάζεται ως επέτειος σωτηρίας της δημοκρατίας. Τον αναφέρουν ήδη εδώ κι εκεί ως Αρχιστράτηγο, που «νίκησε το πραξικόπημα».
Όσο για το τι θα γίνει –μια τεράστια άσκηση κοινωνικής μηχανικής. Οι απολύσεις και εκκαθαρίσεις δείχνουν πως η δικαιοσύνη, τα πανεπιστήμια και κάθε χώρος που δεν ελεγχόταν απόλυτα θα αλωθεί. Η διάθεση του Έρντογαν να “αναμορφώσει” την τουρκική κοινωνία φαίνεται στις επανειλημμένες δηλώσεις του για μια “θρήσκα γενιά” που θα αναθρέψει. Τα τελευταία χρόνια έχουν κλείσει χιλιάδες λύκεια και αντικατασταθεί με imam-hatip (ιεροδιδασκαλεία). Το πρόβλημα για το καθεστώς είναι πως, για προφανείς λόγους, οι απόφοιτοι των ιεροδιδασκαλείων ήταν πάντοτε στον πάτο των επιδόσεων στις εξετάσεις για τα ΑΕΙ. Σκοπός των εκκαθαρίσεων που τώρα εκτελούνται είναι να γεμίσει η διοίκηση με τους πειθήνιους στο καθεστώς αποφοίτους των ιεροδιδασκαλείων. Και το γενικότερο σχέδιο του ΑΚΡ για τη χώρα είναι να την κάνει μιαν ατελείωτη δεξαμενή φθηνού, ημιαγράμματου εργατικού δυναμικού, για να έχει τον πλήρη κοινωνικό έλεγχο.
Με στενοχωρεί που πολλές αναλύσεις σε δυτικά μέσα διατείνονται πως ο Έρντογαν δήθεν καλυτέρευσε την ζωή των φτωχότερων Τούρκων, παρουσιάζοντάς τον σαν Ρομπέν των Δασών. Πράγματι, η κοινωνική ανισότητα στην Τουρκία είναι σκανδαλώδης. Αλλά από την θεαματική ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας, που έχει πια σταματήσει, επωφελήθηκαν οι επιχειρηματίες-αχυράνθρωποι του Έρντογαν, όχι τα λαϊκά στρώματα. Η κυβέρνηση προβαίνει σε κάποιες μικρές παραχωρήσεις προς τη φτωχολογιά, χωρίς ωστόσο να τις περιβάλλει με το κύρος του νόμου. Η αντιπολίτευση έχει επανειλημμένα ζητήσει να νομοθετηθούν οι παροχές προς τις αδύναμες τάξεις, ώστε να μην αποτελούν πια αντικείμενο εκβιασμού. Πρόκειται για ένα σύστημα εξαγοράς ψήφων, όπου οι επαναλαμβανόμενες ad hoc παροχές προς κάποιες ομάδες γίνονται με την απειλή να σταματήσουν, αν δυσαρεστηθεί ο μονοκράτωρ. Είναι ένα μαφιόζικο κράτος που μοιράζει ψίχουλα για να εξαγοράζει συνειδήσεις.
Στην κηδεία ενός φίλου του Έρντογαν που σκοτώθηκε στη γέφυρα, ο ιμάμης είπε «Αλλάχ, φύλαξέ μας από την οργή και την κακία των μορφωμένων». Οι μορφωμένοι, όσοι ασκούμε κριτική, είμαστε οι νέοι εσωτερικοί εχθροί. Δεν θέλω να ζήσω σε ένα τέτοιο μέρος. Ποιος εχέφρων θα ήθελε; Για πρώτη φορά ανησυχώ πως ενδέχεται να ξεσπάσει, τελικά, εμφύλιος πόλεμος στην Τουρκία. Μέχρι πρότινος, θεωρούσα Κασσάνδρες όσους εξέφραζαν τέτοιους φόβους.
Μπααντέ, δημόσιος υπάλληλος, Βαν
Νιώθω ότι πνίγομαι στην καθημερινότητά μου. Από τη μια ο πόλεμος που μαίνεται στην Ανατολή, από την άλλη ο πολιτικός κατήφορος, έχω χάσει κάθε πίστη στην Τουρκία και έχω σχεδιάσει την αποχώρησή μου. Όταν βρήκα αυτή τη δουλειά εδώ στο Βαν, πριν επτά χρόνια, ήμουν πολύ χαρούμενη. Έχω μεγαλώσει στην Άγκυρα, σε περιβάλλον εντελώς κοσμικό, πολύ προστατευμένη. Το 2009 στις κουρδικές επαρχίες βασίλευε η ειρήνη και εγώ, που είμαι αριστερή, άθεη και αντεθνικίστρια, ήθελα πολύ να συμβάλω σε όλο αυτό.
Πέρασα εδώ όμορφα χρόνια. Παρότι προέρχομαι από μεγαλοαστικό περιβάλλον, δεν είχα καμία δυσκολία προσαρμογής στο Βαν. Έκανα πολλούς φίλους και αγαπούσα πολύ τη δουλειά μου, ένιωθα ότι προσφέρω στους πλέον κατατρεγμένους, που είναι ακριβώς οι Κούρδοι. Περιέργως, εδώ στο Βαν αισθανόμουν πολύ πιο ελεύθερη. Η κουρδική κοινωνία δεν διέπεται από αυτό το μείγμα δολοφονικού εθνικισμού και θρησκοληψίας που συναντάς τόσο συχνά στην κεντρική Ανατολία. Είμαι μια γυναίκα που στα σαράντα τόσα μου είμαι ανύπαντρη, ντύνομαι κάπως σαν χίπισσα, βγαίνω έξω μόνη το βράδυ και είμαι άθεη. Και όμως, ποτέ δεν με αντιμετώπισαν δίχως σεβασμό ή χωρίς εγκαρδιότητα.
Για μένα τα πράγματα άλλαξαν ριζικά με την κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας. Πέρσι, όταν από το διαμέρισμά μου στο Βαν άκουσα τους πρώτους πυροβολισμούς από τα περίχωρα, έκανα αίτηση να επιστρέψω στην παλιά μου υπηρεσία στην Άγκυρα. Δεν φοβάμαι για την ασφάλειά μου. Δεν αντέχω την οργή και την θλίψη που μου προκαλούν οι πυροβολισμοί. Αναρωτιέμαι αν ο στρατός μας την στιγμή εκείνη σκοτώνει αμάχους, παιδιά. Τώρα μετά το πραξικόπημα όλοι αναρωτιούνται αν θα μας ξημερώσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Τούρκων. Ξεχνούν όμως πως στο τουρκικό Κουρδιστάν ο πόλεμος μαίνεται και τα μέσα ενημέρωσης αποφεύγουν να τον παρουσιάσουν ως έχει. Οι εικόνες από την παλιά πόλη του Ντιγιάρμπακιρ θυμίζουν πια το Χαλέπι…
Εκτός από τον πόλεμο, άλλαξαν και τα πράγματα στην υπηρεσία μου. Όταν μας είχαν προσλάβει, είχε μόλις αρχίσει η ειρηνευτική διαδικασία και το κράτος αναζητούσε καταρτισμένα στελέχη για την ανάπτυξη της περιοχής. Δεν μας προσέλαβαν με πολιτικά κριτήρια. Νομίζω πως σταδιακά το υπουργείο στην Άγκυρα θορυβήθηκε καθώς οι πέντε-έξι νέοι που διοριστήκαμε εδώ, όλοι Τούρκοι από τη δυτική Τουρκία, ταυτιστήκαμε απολύτως με τα αιτήματα του κουρδικού αγώνα για πολιτιστική χειραφέτηση. Δεν μπορούσαν νομικά να μας μεταθέσουν, αλλά από κάποιο σημείο κι έπειτα κάθε πρόσληψη άρχισε να γίνεται με πολιτικά κριτήρια. Άρχισαν να κάνουν πολύ συχνά “έρευνες” για τις ιδέες και τις συνήθειές μας, κι ο καθένας μας απέκτησε μακρότατο φάκελο. Ένας από τους πρώην συναδέλφους μου μεταπήδησε στην ΜΙΤ και γνωρίζω πως ένας άλλος του αναφέρει ό,τι γίνεται εδώ μέσα με κάθε λεπτομέρεια.
Καθώς είμαι εδώ σε απόσπαση έχω δικαίωμα επιστροφής στα κεντρικά του υπουργείου στην Άγκυρα, και σε τρία χρόνια, έπειτα από 20χρονη υπηρεσία, δικαίωμα να ζητήσω σύνταξη και να αποχωρήσω. Αυτό ακριβώς θα κάνω. Για τρία χρόνια θα παραμείνω εκεί, και μετά θα φύγω. Έχω αρχίσει να ψάχνω δουλειά σε ΜΚΟ του εξωτερικού. Όσο παραμείνω στην Άγκυρα, θα κρατήσω πολύ χαμηλό προφίλ. Δεν πρόκειται να είμαι ανοιχτή στους συναδέλφους μου όπως ήμουν εδώ, δεν πρόκειται να τους πω πως είμαι άθεη, αριστερή και ακούω ροκ! Ακόμη περισσότερο δεν θα πω πως, αν και καταδικάζω το ΡΚΚ, θεωρώ την κρατική τρομοκρατία ακόμα χειρότερη!
Μέχρι πέρσι το καλοκαίρι διατηρούσα κάποια αισιοδοξία. Τον Ιούνιο το ΑΚΡ έχασε την αυτοδυναμία και όλως τυχαίως ξεκίνησε ένα κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων σε όλη την χώρα. Ο φόβος του κόσμου τους έκανε να προτιμήσουν την ασφάλεια που υποσχόταν το ΑΚΡ, και κοίτα που φθάσαμε. Δεν ξέρω τι να πρωτοπιστέψω για το πραξικόπημα, αλλά τα πράγματα δεν είναι πάντοτε όπως φαίνονται, αυτό με έχει μάθει η ιστορία της Τουρκίας. Οι σκηνές με τα λιντσαρίσματα που επαναλαμβάνονται καθημερινά με κάνουν να πιστεύω πως δεν έχω καμία σχέση με αυτούς τους ανθρώπους.
Δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι που δεν έχω παιδιά και είμαι απολύτως ελεύθερη στις επιλογές μου. Φαντάζεσαι πώς είναι να πρέπει να μεγαλώσεις ένα παιδί σ’ αυτό το χάος; Όταν μεγάλωνα στην Άγκυρα δεν είχα σκεφτεί ποτέ να ζήσω εκτός Τουρκίας. Όχι, δεν ήμουν εθνικίστρια, απλώς αισθανόμουν πάντα πολύ πιο άνετη στην γλώσσα μου. Κοιτώντας πίσω, συνειδητοποιώ πως είχα μεγαλώσει σε μία φούσκα, χωρίς να έχω καμία επαφή με το θρήσκο και συντηρητικό κομμάτι του πληθυσμού που δυστυχώς πλειοψηφεί. Η τοποθέτησή μου στις κουρδικές περιοχές με προσγείωσε, οι εξελίξεις τα τελευταία χρόνια με απογοήτευσαν. Σήμερα, δεν βλέπω την ώρα να φύγω.
Οζάν, επενδυτής και επιχειρηματίας, Κωνσταντινούπολη
Δεν θα μάθουμε ποτέ ποιοι υποκίνησαν τους στασιαστές της Παρασκευής. Ό,τι κι αν λέγεται δεν είναι παρά προϊόν εικασιών. Πραγματικά δεν μπορώ να κατανοήσω τι στο καλό περίμεναν όσοι συμμετείχαν. Σχεδόν κανείς δεν προτιμά το πραξικόπημα από τη στρεβλή δημοκρατία του Έρντογαν. Αν αυτό πετύχαινε, τι θα επεδίωκαν; Θα έπρεπε να γνωρίζουν πως δεν θα είχαν την στήριξη της κοινής γνώμης. Πώς θα παρέμεναν στην εξουσία; Ήταν κακός υπολογισμός ή ηλιθιότητα;
Το μόνο σίγουρο είναι πως η πολιτική και κοινωνική ένταση θα αυξηθεί επικίνδυνα. Το κράτος δικαίου είναι σημαντικότατη έννοια, δεν νοείται δημοκρατικό πολίτευμα χωρίς αυτό. Κι όμως, φαίνεται πως θα το ξεκάνουν τελείως. Από πότε αρκεί μια απλή καταγγελία για την απόδοση κατηγοριών; Ο χαφιεδισμός είναι στην ημερήσια διάταξη, όπως και ο διωγμός με κριτήρια ιδεολογικά.
Πολλοί φίλοι μου συζητούν να φύγουν, ακριβώς γιατί δεν αντέχουν την ένταση και γιατί θεωρούν πως ο τρόπος ζωής τους τελεί υπό διωγμό. Τους καταλαβαίνω απολύτως. Η Τουρκία δεν είναι εύκολο μέρος να ζήσεις. Ίσως όταν είσαι ξένος είναι πολύ ευκολότερο, σου αφήνουν μεγαλύτερα περιθώρια ανοχής. Είναι μια σκληρή κοινωνία. Δυστυχώς, ο Τούρκος στον δρόμο δεν σέβεται παρά την ισχύ –ή τουλάχιστον την παράσταση της ισχύος. Η ευγένεια, ο πασιφισμός, η διαλλακτικότητα γίνονται αντιληπτά ως αδυναμία. Αυτό δυστυχώς χειροτερεύει τα τελευταία χρόνια, καθώς ο Έρντογαν και το κόμμα έχουν θεοποιήσει την έννοια του λαϊκού, απλού ανθρώπου, που είναι ένα συνώνυμο, δυστυχώς, για τον αλήτη και τον νταή. Ο ίδιος ο Έρντογαν μιλά και συμπεριφέρεται σαν νταής και δυστυχώς αυτό επαυξάνει πολύ την δημοτικότητά του σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Είχαμε τα τελευταία χρόνια μιαν εξύψωση του λούμπεν και μία πραγματική καταβαράθρωση του “μορφωμένου”, του “ελιτιστή”, του “κουλτουριάρη”, που παρουσιάζεται ως αντεθνικός, κίβδηλος, δυτικόπληκτος, θηλυπρεπής και άθεος. Βαδίζουμε έτσι σε μια ακόμη πιο βίαιη κοινωνία.
Παράλληλα έχουμε και την αύξηση όλης αυτής της θεατρινίστικης θρησκευτικότητας, που αφορά μονάχα στο τυπικό της λατρείας και δεν συνοδεύεται από ουσία. Τουναντίον, συμβαδίζει με μια υποκρισία πρωτοφανή –αναρίθμητα ήταν τα σεξουαλικά και άλλα σκάνδαλα μορφών που εμφανίζονται ως υπέρμαχοι ενός πιο ισλαμικού τρόπου ζωής. Στο παρόν όμως κλίμα της βίας και των λιντσαρισμάτων, πολλά μέλη της εκκοσμικευμένης μειοψηφίας αισθάνονται πως δεν μπορούν να τα βάλουν με την επιθετικότητα της πλειοψηφίας. Είναι τόσο πολλοί εκείνοι που θέλουν να φύγουν, αλλά ας μη γελιόμαστε –πρέπει να έχεις χρήματα, κάποιαν επαγγελματική κατάρτιση και να γνωρίζεις μια ξένη γλώσσα για να φύγεις. Ιδίως σήμερα που η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίση.
Διαφωνώ με όσους πιστεύουν πως βάση της κοινωνικής μετάλλαξης και των συγκρούσεων είναι το ισλάμ. Το ισλάμ –και δη το πολιτικό ισλάμ– είναι το όχημα δια του οποίου οι κατώτερες τάξεις, σε μια κοινωνία τόσο διαστρωματωμένη, εκφράζουν τα πολιτικά τους αιτήματα. Η βία και τα λιντσαρίσματα έχουν τον ίδιο λόγο –την οργή που προκαλεί ο κοινωνικός αποκλεισμός. Νομίζω πως αν γεφυρωνόταν κάπως το κοινωνικό χάσμα –σε οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο– το πολιτικό ισλάμ θα αργοπέθαινε. Όσο οι δύο Τουρκίες δεν βρίσκουν έναν τρόπο πολιτισμένης επικοινωνίας και συμβίωσης, η βία θα αποτελεί σταθερά εδώ.
Έζησα 16 χρόνια στην Βρετανία. Επέστρεψα γιατί μου είχε λείψει το μέρος, η οικογένειά μου. Προς το παρόν δεν σκέφτομαι σοβαρά να φύγω, αλλά ταυτόχρονα δεν είμαι και αιχμάλωτος εδώ. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως τα πράγματα θα χειροτερέψουν πολιτικά και κοινωνικά, αλλά και οικονομικά. Νομίζω πως θα προσπαθήσω να κρατηθώ όσο μπορώ, αλλά έχω ήδη έτοιμο το plan B μου. Ουαί κι αλίμονο σε αυτούς που δεν έχουν την πολυτέλεια της επιλογής.
Ανάρτηση από: https://insidestory.gr