Του Σταύρου Λυγερού
Σύμφωνα με τη σλαβομακεδονική ιστοριογραφία, το “μακεδονικό έθνος” έχει ιστορία 13 αιώνων. Αρνούμενη την ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων και τη συνεχή ελληνική παρουσία στην περιοχή, διατείνεται ότι το “νέο μακεδονικό έθνος” διαμορφώθηκε τον 7ο μ.Χ. αιώνα από την επιμιξία των ιθαγενών Μακεδόνων με τα σλαβικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Μακεδονίας. Ούτε κατά το Μεσαίωνα, ούτε αργότερα, όμως, προέκυψαν στοιχεία που να θεμελιώνουν την προπαγανδιστική αυτή θεωρία. Τα γραπτά των ξένων περιηγητών και οι διπλωματικές πηγές της εποχής, που αναφέρονται στους κατοίκους της Μακεδονίας, αναφέρουν την ύπαρξη ελληνικών και σλαβο-βουλγαρικών πληθυσμών.
Στην πραγματικότητα, οι πρόγονοι των σημερινών Σλαβομακεδόνων είχαν βουλγαρική εθνική συνείδηση. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι και οι απόγονοί τους είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν το ίδιο. Υπάρχουν ενδείξεις ότι από τις αρχές του 20ου αιώνα είχε αρχίσει μία αργή διαδικασία εθνογέννεσης. Προέκυψε από μία αντίθεση στους κόλπους του βουλγαρικού πληθυσμού στην ευρύτερη Μακεδονία.
Η μία τάση είχε ως στόχο τη Μεγάλη Βουλγαρία με την προσάρτηση της Μακεδονίας. Η άλλη τάση είχε ως στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στη Μακεδονία με βουλγαρόφρονα ταυτότητα. Η διαδικασία γέννεσης της σλαβομακεδονικής εθνότητας προέκυψε από τη δεύτερη αυτή τάση και προσέλαβε διαστάσεις στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας 1940. Ολοκληρώθηκε με την παρέμβαση των κρατικών θεσμών της “Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας”, που δημιούργησε ο Τίτο το 1944.Η περίπτωση της γλώσσας
Η περίπτωση της γλώσσας είναι χαρακτηριστική. Μέχρι την δεκαετία 1940 δεν υπήρχε αυτοτελής γλώσσα. Υπήρχε ένα προφορικό ιδίωμα, που ουσιαστικά ήταν διάλεκτος της βουλγαρικής. Η Ακαδημία Επιστημών των Σκοπίων μετέτρεψε το προφορικό ιδίωμα σε γραπτή γλώσσα, περιορίζοντας τα στοιχεία της βουλγαρικής και εμπλουτίζοντάς το με στοιχεία της σερβικής.
Η ύπαρξη διακριτής “μακεδονικής” γλώσσας ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να εδραιωθεί ο ισχυρισμός περί “μακεδονικού έθνους”. Γι’ αυτό και η “μακεδονική” αναγνωρίσθηκε ως μία από τις τρεις επίσημες γλώσσες της Γιουγκοσλαβίας. Ας σημειωθεί ότι η πρώτη γραμματική της κυκλοφόρησε το 1952 και το πρώτο φιλολογικό λεξικό το 1961. Το 1969 κυκλοφόρησε η τρίτομη “Ιστορία του Μακεδονικού Έθνους” και ένα χρόνο νωρίτερα (1968) η ορθόδοξη Εκκλησία της περιοχής αυτοανακηρύχθηκε “Αυτοκέφαλη Μακεδονική Εκκλησία”.
Οι Σλαβομακεδόνες κατηγορούν την Ελλάδα ότι αμφισβητεί την ύπαρξη της εθνότητας και της γλώσσας τους. Οι κατηγορίες αυτές δεν είναι κάτι νέο. Διατυπώνονται από την εποχή της Γιουγκοσλαβίας. Χαρακτηριστικό δείγμα είναι το παρακάτω σχόλιο της κρατικής τηλεόρασης των Σκοπίων, που αναμεταδόθηκε (16 Φεβρουαρίου 1986) και από την ομοσπονδιακή τηλεόραση του Βελιγραδίου:
«Η αμφισβήτηση της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους, η μη αναγνώριση των δικαιωμάτων των Μακεδόνων που ζουν στην Ελλάδα και η αμφισβήτηση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας ως κράτους του μακεδονικού λαού και αναπόσπαστου τμήματος της Γιουγκοσλαβίας, συνεχίζουν να αποτελούν περιοριστικούς παράγοντες για την ανάπτυξη των σχέσεων Γιουγκοσλαβίας-Ελλάδας».
Τι αμφισβητεί η Ελλάδα
Οι κατηγορίες αυτές διαστρέφουν την πραγματικότητα. Η Ελλάδα δεν είχε κανένα λόγο να ανακατευθεί σε εθνολογικές και γλωσσολογικές διενέξεις μεταξύ των Σκοπίων και της Σόφιας. Αμφισβητεί την ονομασία “μακεδονική εθνότητα” κι όχι το γεγονός ότι ο σλαβικός πληθυσμός της FYROM θέλει να αποτελεί ξεχωριστή εθνότητα και να μιλάει ξεχωριστή γλώσσα. Αμφισβητεί το δικαίωμά του να αποκαλεί το κράτος του “Μακεδονία” κι όχι το δικαίωμά του να έχει δικό του κράτος.
Είναι σωστό αυτό που έχει αναφέρει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της FYROM Μιλόσοσκι στην επιστολή του προς τους ομολόγους του των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ αμέσως μετά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου (αρχές Απριλίου 2008): «Η διαφωνία σχετικά με το συνταγματικό όνομα της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το οποίο έχει ως τώρα αναγνωριστεί από 120 και πλέον χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο, φαίνεται να είναι μόνο ένα πρόσχημα για την επίτευξη του τελικού στόχου της Ελληνικής Κυβέρνησης, που είναι η άρνηση της μακεδονικής εθνικής ταυτότητας, της μακεδονικής γλώσσας και ολόκληρης της μακεδονικής πολιτιστικής κληρονομιάς».
Πράγματι, στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκεται η εθνική ταυτότητα των γειτόνων μας. Ως κάτοικοι της ευρύτερης Μακεδονίας, οι Σλάβοι της περιοχής έχουν δικαίωμα στη χρήση του όρου. Δεν έχουν δικαίωμα, όμως, να τον μονοπωλούν. Στις περιπτώσεις που σε μία περιοχή ζουν περισσότερες της μίας εθνότητες χρησιμοποιείται εθνογεωγραφικός όρος για να τις περιγράψει. Το πρώτο συνθετικό δηλώνει την εθνότητα και το δεύτερο συνθετικό την τοπικότητα.
Γνωστό, αλλά όχι μοναδικό παράδειγμα είναι η Κύπρος. Οι Έλληνες της Κύπρου ονομάζονται Ελληνοκύπριοι και οι Τούρκοι Τουρκοκύπριοι. Κατά τον ίδιον τρόπο στη Μακεδονία υπάρχουν Έλληνες (Ελληνομακεδόνες), Βούλγαροι (Βουλγαρομακεδόνες), Αλβανοί (Αλβανομακεδόνες) κ.α.. Υπάρχουν και οι Σλάβοι κάτοικοι της FYROM. Οι ίδιοι αποδέχονταν για τον εαυτό τους το όνομα Σλαβομακεδόνες.
Ο όρος Σλαβομακεδόνες
Ο εθνογεωγραφικός όρος Σλαβομακεδόνας περιγράφει με ακρίβεια την ταυτότητά τους. Τη θεώρηση αυτή έχω διατυπώσει στο “Ο μειονοτικός επεκτατισμός των Σκοπίων” (Τετράδια πολιτικού διαλόγου έρευνας και κριτικής Νο 11, άνοιξη 1985). Είναι η σλαβική εθνότητα, που κατοικεί σ’ ένα τμήμα της γεωγραφικής περιοχής, η οποία ονομάζεται Μακεδονία. Οι ίδιοι, άλλωστε, δεν έχουν ποτέ αποκηρύξει τη σλαβική καταγωγή τους (με την εξαίρεση του Γκρουέφσκι). Αντιθέτως, την αποδέχονται.
Υπάρχουν αρκετές σχετικές δηλώσεις του ίδιου του Κίρο Γκλιγκόρωφ, προέδρου του ομόσπονδου και στη συνέχεια του ανεξάρτητου κράτους των Σκοπίων. Στο παρελθόν το ίδιο το ελληνικό κράτος, αλλά και ιστορικοί και συγγραφείς, όπως η Πηνελόπη Δέλτα, χρησιμοποιούσαν τον όρο Σλαβομακεδόνες, όπως και Βουλγαρομακεδόνες, εννοώντας τους Σλάβους και τους Βουλγάρους που κατοικούσαν στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας.
Ανάρτηση από: https://geromorias.blogspot.gr