Ο τίτλος αυτός έχει χρησιμοποιηθεί σε πάμπολλες περιπτώσεις. Φαίνεται πως το ρητό «ενώ τα σπίτια μας καίγονται, εμείς χαζοτραγουδάμε» ταιριάζει σε πολλές καταστάσεις του εν γένει βίου στη χώρα μας.
Το ολιγόλεπτο χαρούμενο διάλειμμα που χαιρέτησε ο Αλέξης Παπαχελάς –αναφερόμενος στο ταξίδι Μητσοτάκη στις ΗΠΑ– κράτησε ακόμα λιγότερο. Σχεδόν μόλις κάτι υπονόησε για τις υπερπτήσεις της τουρκικής πλευράς (χωρίς να αναφέρει ρητά την Τουρκία), ο Ερντογάν «σφύριξε και έληξε» (κατά Πάνο Κιάμο το άσμα). Και επιδεικτικά χάλασε την ατμόσφαιρα πετώντας προκλητικά πάνω από την Αλεξανδρούπολη, το νέο στρατιωτικό και ενεργειακό «οχυρό» των ΗΠΑ στην περιοχή.
Η ελληνική πλευρά απάντησε «σθεναρά» με το… «δεν θα ακολουθήσουμε τις απρέπειες και το επίπεδο των γειτόνων» απαντώντας έτσι στο «Μητσοτάκης γιοκ» του Ερντογάν. Προπάντων να μην απαντάμε στις προκλήσεις. Μετά από ένα-δύο 24ωρα οι βαριές πένες άρχισαν να μηρυκάζουν: «Κάνει παζάρι ο Ερντογάν ή πράγματι θέλει σύγκρουση με την Ελλάδα;», συνιστώντας ξανά ως μόνο δρόμο τον «διάλογο». Δηλαδή τη μερική αποδοχή των διεκδικήσεων της Άγκυρας. Άλλωστε οι «φίλοι μας» οι σύμμαχοι έσπευσαν να δείξουν αμέσως τι εννοούν σαν «λύση» στην περιοχή. Ο μεν εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε: «Συνεχίζουμε να ενθαρρύνουμε τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Τουρκίας, να συνεργάζονται για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή και για την επίλυση των διαφορών με διπλωματικό τρόπο. Προτρέπουμε τους συμμάχους μας να αποφύγουν τη ρητορική που θα μπορούσε να αυξήσει περαιτέρω την ένταση». Η δε εκπρόσωπος της Κομισιόν είπε: «Σε γενικές γραμμές προωθούμε και ενθαρρύνουμε την καλή συνεργασία μεταξύ ηγετών, ειδικότερα μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, και ελπίζουμε ότι το θετικό κλίμα θα επανέλθει και θα αντικατοπτριστεί σε δηλώσεις και δράσεις στην περιοχή». Στην Ελλάδα το «κόμμα της Χάγης» έχει ήδη λάβει το μήνυμα, αν και ομολογουμένως ο Ερντογάν ώρες-ώρες δεν αφήνει πολλά περιθώρια «ελιγμών».
Το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο που δημιουργεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, η αναβάθμιση της Τουρκίας και οι σχέσεις Δύσης/Τουρκίας δημιουργούν επικίνδυνους όρους για την Ελλάδα. Και πάντως δεν επιτρέπουν ευθυμία και πανηγυρισμούς της πλάκας. Μπορεί οι ελίτ της χώρας να επιθυμούν να στεγαστούν υπό τις φτερούγες της υπερδύναμης, και να δίδουν γη και ύδωρ για την προστασία τους, αλλά αυτό δεν προσφέρει σοβαρές εγγυήσεις ότι δεν θα κληθεί να πληρώσει η Ελλάδα (ο τόπος, η κοινωνία, ο λαός, το έθνος) σκληρό αντίτιμο: την καταρράκωση της εθνικής κυριαρχίας, το κουρέλιασμα της χώρας.Η φράση του τίτλου λοιπόν δεν είναι υπερβολική, ούτε σκέτα ρητορική. Τείνει να γίνει κυριολεκτική στη στιγμή που οι φλόγες του πολέμου εύκολα μπορούν να τυλίξουν τη χώρα μας (στέλνουμε και δεύτερη παρτίδα όπλων στην Ουκρανία, κατά παραγγελία –και αναγγελία– των ΗΠΑ). Και ο τούρκικος επεκτατισμός ορέγεται να συνεχίσει τις «ειρηνικές επιχειρήσεις» (έτσι προκλητικά αποκάλεσε ο Ερντογάν την εισβολή στην Κύπρο) για την κατάκτηση της Γαλάζιας Πατρίδας. Μην ξεχνάμε ότι οι γείτονες ασκούν πολιτική δια της απειλής του πολέμου, αλλά και δια του πολέμου σε τρεις χώρες σήμερα (Β. Ιράκ, Συρία, Λιβύη), ενώ εξοπλίζονται διαρκώς (π.χ. 6 νέα γερμανικά υποβρύχια). Μάλιστα ο Τσαβούσογλου κυνικά δηλώνει πως «δεν μπλοφάρουν»…
Και ημείς άδομεν. Μεθυστικώς και βλακωδώς. Όμως οι ελίτ (οικονομικές και πολιτικές) δεν είναι ακριβώς «ημείς». Είναι κάτι άλλο, μάλλον από τη μετάλλαξη και τον ιό της εξάρτησης...
Ανάρτηση από: https://edromos.gr/