Του Χρήστου Γιανναρά
Οι εντυπώσεις υποκαθιστούν την πραγματικότητα: Το πρόβλημα είναι γενικευμένο, αφορά στο παγκοσμιοποιημένο «παράδειγμα». Αλλά στην ελλαδική κοινωνία μοιάζει να παίρνει χαρακτήρα επιδημικής συμφοράς. Καταργεί ό,τι κάποτε ονομάζαμε κοινωνικό μας «ιστό».
Οι άνθρωποι χάνουμε την αίσθηση-επίγνωση του πραγματικού και υπαρκτού, λογαριάζουμε για πραγματικότητα τις εντυπώσεις. Οι εντυπώσεις υποκαθιστούν την πραγματικότητα, και αυτό γίνεται προσχεδιασμένα, σκόπιμα, μεθοδικά, σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Υποβαθμίζεται εσκεμμένα (και προοδευτικά ατονεί ή και χάνεται) η γνώση ως εμπειρική αμεσότητα και κριτική αξιολόγηση. Οι εντυπώσεις υποκαθιστούν τη βιωματική πιστοποίηση και αποτίμηση, οικοδομούν ψευδαισθητικά υπαλλάγματα του πραγματικού.
Πρόκειται για ανθρωπολογική αλλοίωση, όχι κάτι λιγότερο. Αφετηρία της και αιτιώδης αρχή της, μάλλον η εμπορική διαφήμιση και η ιδεολογική προπαγάνδα. Και οι δυο, σήμερα πια, αποτελούν καταξιωμένη μεθοδική «επιστήμη»: το μάρκετινγκ – για πρώτη φορά συγκαταλέγεται στις επιστήμες: όχι ένα θησαύρισμα επισταμένων γνώσεων για κάποια πτυχή της πραγματικότητας, αλλά η σκόπιμη υποκατάσταση της πραγματικότητας από ψευδαισθητικές εντυπώσεις.
Ενας τεράστιος αριθμός καταναλωτικών αγαθών δεν επιλέγονται από τους καταναλωτές με άμεσο εμπειρικό έλεγχο και κριτική αξιολόγηση της ποιότητάς τους, αλλά μόνο από την εντύπωση που δημιουργεί η συσκευασία, η εύηχη ονομασία, η προβεβλημένη θέση στα ράφια του πολυκαταστήματος – και κυρίως η διαφήμισή τους από την τηλεόραση και στους δημόσιους χώρους. Ακριβώς, δέσμιοι στην ίδια αυτή αλογία των εντυπώσεων, οι πολλοί επιλέγουν και την ποδοσφαιρική ομάδα που τους παθιάζει, το κόμμα που σταθερά ψηφίζουν, τον κομματικό «αρχηγό» που τους γυαλίζει.
Αποτέλεσμα: η έκλειψη κάθε λογικής στις επιλογές του ανθρώπου – από τα τρόφιμα και τα ρούχα του ώς τους τοπικούς άρχοντες και ώς τον πλανητάρχη. Παράγοντες ανεξέλεγκτοι και ανεύθυνοι φαμπρικάρουν τις εντυπώσεις, που θα οδηγήσουν τυφλά τους ψηφοφόρους στην προτίμηση του τάδε και όχι του δείνα. Οι θεσμοί της δημοκρατίας ανέπαφοι, αλλά μόνο διακοσμητικοί, το χρήμα των ανεξέλεγκτων παραγόντων επιβάλλει, με ακαταμάχητη την αποτελεσματικότητα της διαφήμισης, τις εντυπώσεις που θα χαρίσουν τις υπερεξουσίες του πλανητάρχη, ίσως, και σε έναν διανοητικά μετριότατο ή σε έναν τυπικό τραμπούκο. Οι κορυφαίοι της εξουσίας εκλέγονται κυρίως με τις εντυπώσεις που θα προκαλέσουν, οι εντυπώσεις κατασκευάζονται, τελικά τα αξιώματα αγοράζονται.
Να γιατί στον βωμό της κατασκευής των εντυπώσεων ξοδεύονται πακτωλοί: Ο πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν ενέκρινε, για το πρώτο τρίμηνο της θητείας του, αμοιβή της κυρίας που τον μακιγιάρει 26.000 ευρώ (Nouvel Observateur, 24.8.2017). Kαι ο προηγούμενος Γάλλος πρόεδρος, Ολάντ, είχε, στα πέντε χρόνια της θητείας του, προσωπικό κουρέα, με μισθό 9.895 ευρώ τον μήνα – από τη θητεία του στην προεδρία ο κουρέας εισέπραξε συνολικά μισθούς ύψους 593.700 ευρώ (Le Monde, 12.7.2017).
Φτάσαμε στο σημείο, η καθολική ψηφοφορία να είναι η αποτελεσματικότερη μέθοδος για τη φαλκίδευση του λαϊκού αισθήματος, επομένως της λαϊκής κυριαρχίας. Διότι οι «παράγοντες» που κατευθύνουν τα κοινά (οικονομικοί και, φυσικά, αφανείς) έχουν τεκμηριωμένη τη βεβαιότητα ότι μπορούν να ελέγχουν εκ τους ασφαλούς το αποτέλεσμα της διευρυμένης ψηφοφορίας με διαφημιστική πλύση εγκεφάλου των μαζών. Γι’ αυτό και «καθιερώθηκε» στην πανεύκολα ξιπαζόμενη ελλαδική κοινωνία, να εκλέγονται οι αρχηγοί των μεγάλων κομμάτων με ανοιχτή στους πάντες ψηφοφορία – ώστε οι ηγήτορες να χρίονται σίγουρα από τη διαφήμιση, δηλαδή από τους αφανείς σπόνσορες (διαχειριστές) του πολιτικού μας βίου.
Το κουκλοθέατρο πάντως, το επονομαζόμενο «ελεύθερη έκφραση της λαϊκής βούλησης» συνεχίζεται μεθοδικά, με αφτιασίδωτη γελοιότητα: Η κοινή γνώμη έχει πια εκπαιδευτεί να ψηφίζει πολιτικούς αρχηγούς με τη «λογική» (δηλαδή τις εντυπώσεις) που ψηφίζει τους «survivors». Aπόλυτο κριτήριο οι εντυπώσεις, νικητές οι κολπαδόροι επιδειξίες της ναρκισσιστικής τους αδιαντροπιάς. Και η επίδειξη, με λεξιλόγιο τριακοσίων (το πολύ) λέξεων.
3 του Σεπτέμβρη του 2017, και το ΠΑΣΟΚ στο Ζάππειο: Η εικόνα θα μείνει στην Ιστορία, κορύφωμα του απόλυτου πολιτικού τίποτα, χιλιοστολισμένου με ορυμαγδό λεκτικού αποθεματικού εντυπώσεων – όλες από ένα παρελθόν αγυρτείας. Σαν κηδεία ντυμένη στα νυφιάτικα και το πτώμα οδωδός. Ηταν όλοι (ή σχεδόν) εκεί, φιγούρες και ονόματα ταυτισμένα πια στη συνείδηση και των πιο πεισματικά εθελότυφλων με τη λαμογιά, τον πρωτογονισμό της απληστίας, την αδίστακτη λωποδυσία του κοινωνικού (από δανεισμό) χρήματος.
Σε ρόλο παντομίμας ηγέτη, η θλιβερή θυγατέρα έγκαιρα ειδωλοποιημένου στελέχους. Στολισμένη σαν για γλεντοκόπημα που εκβιάζει συνοικέσιο. Αναμηρύκαζε από το βήμα όλα τα χιλιοφθαρμένα λεκτικά σύμβολα της πασοκικής λαϊκάντζας, προσθέτοντας επίθετο εξωραϊστικής επικαιροποίησης: «Νέα αλλαγή», «νέα κεντροαριστερά», «νέα συσπείρωση των προοδευτικών δυνάμεων». Και μνηστήρες κομιστές του καινούργιου, κάποιοι πασίγνωστοι για τον εγκλωβισμό τους στις συνταγές της ξαναζεσταμένης αποτυχίας: Ενας λυμφατικός, δραματικά ανύπαρκτος δήμαρχος. Η απόλυτη πολιτική κενολογία που αναζητάει κοίτη για να μοιάσει ποτάμι. Και δύο παλιά στελέχη της πασοκικής αγυρτείας, πιθανόν αδιάφθορα, αλλά χωρίς ίχνος ποτέ θαρραλέας μετάνοιας για το ρήμαγμα της χώρας από το κόμμα τους.
Το πολιτικό σύστημα δεν έχει άλλα περιθώρια επανατροφοδότησης της ανικανότητας και διαφθοράς του. Αν η δημοκρατία δεν είναι συνταγή, αλλά κοινωνικό κατόρθωμα, μοναδικός θεσμικός μοχλός ανάσχεσης του ιστορικού μας τέλους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Ανάρτηση από: http://www.kathimerini.gr