Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Ο δειλός γίνεται προδότης της πατρίδας του, ενώ ο φιλόδοξος της πατρικής1 .(ή μήπως είναι και τα δύο)

Του Γιάννη Περάκη

v  Δεν ξεπουλάνε μόνο την περιουσία του Ελληνικού λαού  έναντι πινακίου φακής 
v  Δεν κόβουν μόνο τις συντάξεις των πατεράδων τους και των μανάδων τους  αδιαφορώντας για την ανέχεια που θα προξενήσουν 
v  Δεν  επιτίθενται μόνο κατά μέτωπο στους άνεργους και εργαζόμενους με τα νέα φορολογικά μέτρα και τις μειώσεις των κοινωνικών δαπανών
v  Επιτίθενται για να βεβηλώσουν με απίστευτη αγριότητα και κυνισμό τα ιερά και τα όσια του πολιτισμού μας. Τολμούν και ασεβούν οι βάρβαροι στο ιερό θεσμό της Ικεσίας.
Αιδώς και έλεος2 στην αρχαία Ελλάδα
Στην αρχαία Ελλάδα το να γονατίσεις μπροστά σε κάποιον και να δηλώσεις οποιασδήποτε μορφή υποταγής ήταν χειρότερο από το να χάσεις τη ζωή σου. Οπως ακριβώς και στην περίπτωση που αψηφούσε κάποιος έναν ικέτη. Ο ικέτης ήταν ένα απελπισμένο πρόσωπο το οποίο είχε παραβιάσει κάποιο ηθικό ή πολιτικό νόμο ή είχε διαπράξει κάποιο έγκλημα και ζητούσε συγχώρεση και προστατευόταν, όπως λέγεται, από τον Ικέσιο Δία. Για να γίνει κάποιος ικέτης και να ζητήσει ασυλία, συγχώρεση ή έλεος έπρεπε να ακολουθήσει μία διαδικασία. Για να δείξει τη δύσκολή του θέση έπρεπε να πάρει στα χέρια του ένα κλαδί ελιάς και να το τυλίξει με άσπρο μαλλί προβάτου, αυτό το σύμβολο ονομαζόταν ικετηρία. Έπειτα έπρεπε να καταφύγει σε έναν ναό και να αφήσει την ικετηρία στον βωμό του ναού, όμως μπορούσε να πάει και στην οικία κάποιου ισχυρού άνδρα και να αφήσει την ικετηρία στην εστία του σπιτιού. Αν ο τοπικός άρχοντας ή ο ιδιοκτήτης του σπιτιού δυσκολευόταν να δεχτεί την ικεσία, τότε ο ικέτης γονάτιζε μπροστά του και του ακουμπούσε με τα γένια του τα γόνατα. Αξιοσημείωτη ήταν η ικεσία του Πρίαμου, πατέρα του δολοφονηθέντος Έκτορα, στον Αχιλλέα. Ο Πρίαμος πήγε κρυφά ικέτης στον Αχιλλέα που είχε δολοφονήσει το γιο του και αγκαλιάζοντάς του τα γόνατα τον παρακάλεσε να τον αφήσει να πάρει το άψυχο σώμα του Έκτορα. Ο Αχιλλέας, ο οποίος επί δέκα μέρες ατίμαζε το κορμί του Έκτορα περιφέροντας το με ένα άρμα, έκανε δεκτό το αίτημα του μισητού εχθρού του και αφού πρόσταξε τις δούλες να πλύνουν το άψυχο σώμα το κήδεψε με τιμές και υποσχέθηκε ενδεκαήμερη ανακωχή. 
Ο έλεος, από την άλλη μεριά, προκαλεί τον δυνατό να θεωρήσει, συνειδητοποιώντας την αξιοθρήνητη κατάσταση του άλλου (ξένου ή ικέτη), ότι τα ξένα βάσανα θα μπορούσαν να αφορούν και δικούς του, ή να γίνουν και δικά του. Έτσι, αιδώς και έλεος, στα συμφραζόμενα της ξενίας ή/και της ικεσίας, συνιστούν αφορμές για συναισθητική σύγκλιση ανάμεσα στον ξένο/ικέτη και στον ξενιστή/ικετευόμενο σχέση που, με τα παρεπόμενα ενδεχόμενα της προσφοράς φαγητού, των δώρων/λύτρων και του ύπνου, αποτελεί μια μορφή φιλότητος. Στον πόλεμο της Ιλιάδας όλες οι ικετευτικές εκκλήσεις για αιδώ και έλεοντων ανυπεράσπιστων ικετών αντιπάλων (που ανήκουν όλοι στην παράταξη των Τρώων) απορρίπτονται, μαζί με τα προσφερόμενα άποινα, από τους ικετευόμενους, οι οποίοι εξοντώνουν τα ανυπεράσπιστα θύματά τους με ανελέητο τρόπο. Στον επίλογο της Ιλιάδας το προηγούμενο αρνητικό σκηνικό αντιστρέφεται. Εξάλλου, η απώλεια της αιδούς και του ελέους εκ μέρους του Αχιλλέα υποκινεί τη λύτρωση του ατιμασμένου νεκρού Έκτορα. Πρώτα ο Απόλλωνας, διαμαρτυρόμενος στους ολυμπίους, κατηγορεί τον Αχιλλέα για τον «αναιδή» και ανελέητο τρόπο με τον οποίο προσβάλλει το σώμα του αντιπάλου του, λέγοντας (Ω 44-45): Έτσι ο Αχιλλέας την έχασε τη συμπόνια [έλεον] μέσα του, και ούτε νιώθει ντροπή [αιδώς] που πολύ ζημιώνει ή ωφελεί τους ανθρώπους. Λίγο μετά, όταν ο Πρίαμος ικετεύει τον Αχιλλέα να του επιστρέψει τον μονάκριβο, νεκρό του γιο, τον καλεί να σεβαστεί τους θεούς αλλά και, φέρνοντας στη θύμησή του τον δικό του πατέρα Πηλέα, να λυπηθεί τον γέροντα βασιλιά (Ω 503-506):  Όμως σεβάσου [αιδείο] τους θεούς, Αχιλλέα· θυμήσου τον πατέρα σου και λυπήσου [ελέησον] εμένα· εγώ είμαι πιο αξιολύπητος [ελεεινότερος]  βάστηξα πράγματα, που κανένας άλλος θνητός πάνω στη γη δεν τα βάστηξε ως τώρα, να φέρω στο στόμα μου τα χέρια του ανθρώπου που σκότωσε τα παιδιά μου.         
Αν τελικά κάποιος αψηφούσε έναν ικέτη αυτό θα κινούσε την οργή των θεών, διότι ο ικέτης θεωρούνταν ιερό πρόσωπο και κανείς δεν μπορούσε να τον βλάψει. Αυτή η οργή ονομαζόταν Άγος. Όποιος είχε επιβαρυνθεί με το Άγος επιβάρυνε επίσης τη χώρα που ζούσε και τους απόγονούς του. 
vΧαρακτηριστική είναι η περίπτωση όπου οι Αθηναίοι επιβαρύνθηκαν με το Άγος. Ο Κύλων απέτυχε να καταλάβει την Ακρόπολη, αλλά κατάφερε να ξεφύγει από τη μετέπειτα πολιορκία των Αθηναίων. Οι οπαδοί του που δεν κατάφεραν να διαφύγουν κατέφυγαν ικέτες στο βωμό της Αθηνάς. Οι Αθηναίοι εγγυήθηκαν για την ασφάλεια τους, αλλά μόλις απομακρύνθηκαν από το βωμό τους φόνευσαν. Εξ αιτίας της σφαγής των ικετών έπεσε μεγάλος λοιμός στην πόλη της Αθήνας που σκότωσε πάρα πολλούς Αθηναίους (Κυλώνειο Άγος).   
vΌπως επίσης χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση όπου οι Σπαρτιάτες δολοφόνησαν τους είλωτες ικέτες του Ποσειδώνα και αυτός με τη σειρά του έστειλε έναν μεγάλο σεισμό στη Σπάρτη.
Η αιδώς αποτρέπει τον ισχυρό (οικοδεσπότη ή ικετευόμενο) από το να βλάψει τον ανυπεράσπιστο (ξένο ή ικέτη του)· διαφορετικά ενδέχεται η αφιλόξενη ή ανελέητη συμπεριφορά του να αποκαλυφθεί δημόσια, υποκινώντας την εκδίκηση των θεών.
Κυβέρνηση: Πήραμε θέση ευθύνης, οι πραξικοπηματίες δεν είναι ευπρόσδεκτοι, την υπόθεση θα κρίνει η δικαιοσύνη.
Δοξάστε τους,  τους δειλούς, τους φιλόδοξους και τους ασεβείς.
Θα τρίζουν τα κόκκαλα του κυβερνήτη  του θρυλικού αντιτορπιλικού "Βέλος", Νίκου Παππά (του Κινήματος του Πολεμικού Ναυτικού-1973) που δήλωνε: «Πιστοί στη συμμαχία και στον πολιτισμό των λαών μας, ο οποίος έχει θεμελιωθεί επί των αρχών της δημοκρατίας, της προσωπικής ελευθερίας και του σεβασμού των νόμων, όλοι οι αξιωματικοί και το πλήρωμα (270 άνδρες) του πλοίου μου, ως ένας άνθρωπος, πιστοί στον δοθέντα όρκο μας, με βαθύτατη λύπη εγκαταλείπουμε τις ασκήσεις. Με τη συμπάθεια ολόκληρου του ελεύθερου κόσμου θα παλέψουμε για να επαναφέρουμε τη δημοκρατία στην Ελλάδα».
Να προστατευτούν ως «ικέτες» οι οκτώ Τούρκοι στρατιωτικοί
1. Ο μέν δειλός τής πατρίδος, ό δέ φιλόδοξος τής πατρώας ουσίας εστί προδότης. (Σωκράτης-469-399 π.Χ.)
2. Διονύσης Μουζάκης: η «Μηχανή του Χρόνου».
*Οικονομολόγος 
Αμάρτηση από: http://www.sxedio-b.gr