Σάββατο 2 Απριλίου 2016

Μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του 55….

Με αφορμή την επέτειο έναρξης του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στην Κύπρο (1η Απριλίου 1955)



Το ’νιν αντάν να τρώει την γην τρώει την γην θαρκέται
μα πάντα τζιείνον τρώεται τζιαι τζιείνον καταλυέται.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ

Όσοι επιπόλαια και ακατάπαυστα προσπαθούν να συκοφαντήσουν την ΕΟΚΑ, μα και όσοι επαίσχυντα και εσφαλμένα προσπαθούν να την οικειοποιηθούν,  είναι επιεικώς απαράδεκτοι. Όσοι είναι άξια τέκνα των αποικιοκρατών και όσων «μεγάλωσαν» στα κυβερνεία τους είναι ανίκανοι να αντιληφθούν τι αποτελεί η ΕΟΚΑ για την Κύπρο, την Ελλάδα, τον Ελληνισμό. Είναι τόσο μικροί, που αν κατανοούσαν το «ασύγκριτο» της ΕΟΚΑ, θα έτρεμαν κάθε φορά που ανοίγουν το στόμα τους για να αναφερθούν στους μάγκες του 1955-1959.

Το κείμενο αυτό δεν είναι μνημόσυνο και επ’ ουδενί δεν αναφέρεται σε κάτι νεκρό, σε κάτι που προσφέρεται μόνο για ιστορικές μελέτες. Η ΕΟΚΑ ζει. Η ΕΟΚΑ κράζει και επειδή ακόμα κράζει, οι συνεχιστές των φασιστών Άγγλων αποικιοκρατών και των γερμανοτσολιάδων (ή βρετανοτσολιάδων), ενίοτε στελέχη του αριστερού ΑΚΕΛ, έχουν βάλει στόχο της ζωής τους να την αποδομήσουν. Και επειδή ακόμα κράζει, οι φουστανελάδες (είτε εντός είτε εκτός Προεδρικού), ενίοτε στελέχη του δεξιού ΔΗΣΥ, έχουν βάλει στόχο να την υποτιμήσουν «μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες» τους.

Δεν κλαίμε κάθε Πρώτη Απριλίου. Ή, τουλάχιστον, δεν μαραζώνουμε με σκυμμένο το κεφάλι μπροστά στα μνήματα των ανταρτών του ’55. Όχι επειδή είμαστε άξιοι απόγονοί τους, αλλά επειδή, ως άξιοι της μοίρας μας, είμαστε «καταδικασμένοι» να επαναλάβουμε εαυτόν, να επαναλάβουμε δηλαδή τον πανέμορφο αγώνα της ΕΟΚΑ, για τη λευτεριά, την αυτοδιάθεση, την Ένωση. Και, προφανώς, δεν έχουμε την παραμικρή υποχρέωση να δικαιολογηθούμε σε κανέναν που τόσοι μαθητές, εργάτες, δάσκαλοι, φοιτητές αποκαθήλωσαν ολόκληρη αυτοκρατορία, κατά το παράδειγμα του 1821.

Αυτό είναι που δεν μπορούν να αποδεχτούν όσοι απαιτούνεπαναστατικά παράσημα τη σήμερον ημέρα: Πώς η ΕΟΚΑ του Αυξεντίου του Λυσιώτη, του Παλληκαρίδη του μαθητή, του Καραολή, του Μάρκου Δράκου, του Μάτση, του Δημητρίου, του Λένα, του Κάρυου, του Πήττα κατόρθωσε να ξεσηκώσει όχι μόνο την ελλαδική Αριστερά, αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Πώς η ΕΟΚΑ του Παπάσταυρου, της ΟΧΕΝ, της ΑΝΕ, των γυναικών έδωσε άλλο νόημα στη μέχρι τότε ως επί το πλείστον μίζερη ζωή των Κύπριων χωρικών. Πώς η ΕΟΚΑ έδωσε άλλο νόημα στην Ελλάδα των Κυπρίων, νόημα που αιωρείται όρθιο πάνω από τα κεφάλια μας.

Να γιατί δεν αποδέχονται την ΕΟΚΑ ως έχει οι κάθε λογής «αναλυτές» της. Να γιατί δεν κατάλαβαν τον λόγο που δεν πρέπει να εκφωνούν λόγους σε μνημόσυνα αγωνιστών ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, ο Χάρης Γεωργιάδης και άλλοι «αξιωματούχοι». Γιατί δεν αντιλήφθηκαν στιγμή πως η ΕΟΚΑ ζει. Και θα ζει όσο ο κάθε δεκαεξάρης θα εξυψώνει τον Παλληκαρίδη (και όχι τον Αναστασιάδη) στο προσκεφάλι του, όσο ο κάθε δεκαεξάρης θα περπατά από το Μοναστήρι του Μαχαιρά στο κρησφύγετο του ολοζώντανου Αυξεντίου κάθε Τρεις του Μάρτη, όσο ο κάθε δεκαεξάρης θα θέλει να μοιάσει του Γιάλλουρου (και όχι του Δημητρίου) σε οποιοδήποτε κατοχικό οδόφραγμα. Αυτό αδυνατούν να αντιληφθούν όλοι οι γραβατωμένοι που κατακλύζουν τις εκκλησίες στα μνημόσυνα πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Πως η ΕΟΚΑ ζει. Πως ο Παλληκαρίδης κρεμάστηκε με τη «συρτοθηλιά» του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και με την ίδια «συρτοθηλιά» θα κρεμαστούμε κι εμείς: Νεκροί ή ζωντανοί, θα περπατήσουμε τον ίσιο δρόμο της λευτεριάς, τη Μόρφου, την Κερύνεια, την Καρπασία, την Αμμόχωστο. Ορκιστήκαμε κι εμείς στον Παπάσταυρο. Φιλήσαμε κι εμείς το χέρι του Αυξεντίου. Μεταφέραμε κι εμείς όπλα στον Δράκο, από το μαγαζί του παππού στην Πενταδακτύλου με το λεωφορείο του άλλου παππού στην Ευρύχου. «Περί Αρετής», ως συνήθως.

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.