Ένα διαχρονικό κείμενο του Ερρίκο Μαλατέστα από το 1921:
Διαμαρτυρήθηκα αγανακτισμένα ενάντια στην κατηγορία της υποκίνησης μίσους· εξήγησα ότι στην προπαγάνδα μου πάντοτε προσπαθούσα να δείξω ότι οι κοινωνικές αδικίες δεν εξαρτώνται από την κακία του ενός αφεντικού ή του άλλου, του ενός κυβερνήτη ή του άλλου, αλλά μάλλον από τα αφεντικά και τις κυβερνήσεις ως θεσμούς· ως εκ τούτου, το γιατρικό δεν βρίσκεται στην αλλαγή των επιμέρους κυβερνώντων, αντ’ αυτού είναι απαραίτητο να καταστρέψουμε την ίδια την αρχή από την οποία οι άνθρωποι κυριαρχούν πάνω στους ανθρώπους· εξήγησα επίσης ότι πάντοτε τόνιζα ότι οι προλετάριοι δεν είναι ατομικά καλύτεροι από τους αστούς, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι ένας εργάτης συμπεριφέρεται σαν ένας κανονικός αστός, και μη χειρότερα, όταν βρίσκεται κατά τύχη σε θέση πλούτου και διοίκησης.
Τέτοιες δηλώσεις διαστρεβλώθηκαν, παραποιήθηκαν, μπήκαν κάτω από λάθος οπτική γωνία από τον αστικό τύπο, και ο λόγος είναι ξεκάθαρος. Το καθήκον του τύπου πληρωμένου να υπερασπίζεται τα συμφέροντα της αστυνομίας και των καρχαριών, είναι να κρύβει την πραγματική φύση του αναρχισμού από το κοινό, και ψάχνει να αποδώσει το παραμύθι με αναρχικούς γεμάτους μίσος και καταστροφική διάθεση· ο τύπος το κάνει αυτό από καθήκον, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι συχνά το κάνει αυτό καλή τη πίστη, από καθαρή και απλή άγνοια.
Εφόσον η δημοσιογραφία, που κάποτε ήταν ένα λειτούργημα, παρήκμασε σε απλή δουλειά και μπίζνα, οι δημοσιογράφοι έχουν χάσει όχι μόνο την ηθική τους αίσθηση, αλλά και την πνευματική εντιμότητα τού να αποφεύγουν να μιλάνε για πράγματα που δεν γνωρίζουν.
Ας ξεχάσουμε τους τσαπατσούληδες συγγραφείς, τότε, και ας μιλήσουμε για όσους διαφέρουν από εμάς στις ιδέες τους, και συχνά μονάχα στον τρόπο με τον οποίο εκφράζουν τις ιδέες τους, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν φίλοι μας, επειδή στοχεύουν ειλικρινά στον ίδιο στόχο που στοχεύουμε και εμείς.
Η έκπληξη είναι εντελώς στερούμενης ενθουσιασμού σε αυτούς τους ανθρώπους, τόσο πολύ έτσι ώστε θα έτεινα να πιστεύω ότι είναι επιτηδευμένη. Δεν μπορούν να αγνοήσουν ότι έλεγα και έγραφα αυτά τα πράγματα εδώ και πενήντα χρόνια, και ότι τα ίδια πράγματα έχουν ειπωθεί από εκατοντάδες χιλιάδες αναρχικούς, ταυτόχρονα με μένα και πριν από μένα.
Ας μιλήσω καλύτερα για τη διαφωνία.Υπάρχουν οι «προοδευτικοί εργάτες», που θεωρούν έχοντας ροζιασμένα χέρια σαν να είναι θεϊκά διαποτισμένοι με όλα τα πλεονεκτήματα και όλες τις αρετές· διαμαρτύρονται αν τολμήσετε να μιλήσετε για το λαό και την ανθρωπότητα, αποτυγχάνοντας να ορκιστούν στο ιερό όνομα του προλεταριάτου.
Τώρα, είναι αλήθεια ότι η ιστορία έχει κάνει το προλεταριάτο το κύριο μέσο της επόμενης κοινωνικής αλλαγής, και ότι εκείνοι που αγωνίζονται για τη δημιουργία μιας κοινωνίας όπου όλα τα ανθρώπινα όντα να είναι ελεύθερα και προικισμένα με όλα τα μέσα για να ασκήσουν την ελευθερία τους, πρέπει να βασίζονται κυρίως στο προλεταριάτο.
Καθώς σήμερα η συσσώρευση των φυσικών πόρων και του κεφαλαίου που δημιουργήθηκε από τη δουλειά των προηγούμενων και σημερινών γενεών είναι ο βασικός λόγος της υποταγής των μαζών και όλων των κοινωνικών αδικιών, είναι φυσικό για εκείνους που δεν έχουν τίποτα, και ως εκ τούτου είναι πιο άμεσα και καθαρά ενδιαφερόμενοι να μοιραστούν τα μέσα παραγωγής, να είναι οι κύριοι παράγοντες του απαραίτητου σφετερισμού.
Αυτός είναι ο λόγος που απευθύνουμε την προπαγάνδα μας ειδικότερα στους προλετάριους, των οποίων οι συνθήκες ζωής, από την άλλη πλευρά, καθιστούν συχνά αδύνατο για αυτούς να εγερθούν και να συλλάβουν ένα ανώτερο ιδανικό.
Ωστόσο, αυτό δεν αποτελεί λόγο για τη μετατροπή του φτωχού σε φετίχ μόνο και μόνο επειδή είναι φτωχός· ούτε αυτό είναι ένας λόγος για την ενθάρρυνσή του να πιστεύει ότι είναι εγγενώς ανώτερος, και ότι μια κατάσταση σίγουρα δεν προέρχεται από την αξία του ή η βούλησή του τού δίνει το δικαίωμα να βλάψει τους άλλους όπως οι άλλοι έβλαψαν αυτόν.
Η τυραννία των ροζιασμένων χεριών (που στην πράξη εξακολουθεί να είναι η τυραννία των λίγων που δεν έχουν πλέον ροζιασμένα χέρια, ακόμη και αν είχαν κάποτε), δεν θα ήταν λιγότερο σκληρή και κακή, και δεν θα έφερνε λιγότερα διαρκή δεινά από την τυραννία των γαντοφορεμένων χεριών. Ίσως θα ήταν λιγότερο ανοιχτόμυαλη και περισσότερο βάναυση: αυτό είναι όλο.
Η φτώχεια δεν θα ήταν το φρικτό πράγμα που είναι, αν δεν παρήγαγε ηθική κτηνωδία καθώς και υλικές βλάβες και φυσική φθορά, όταν παρατείνεται από γενιά σε γενιά.
Οι φτωχοί έχουν διαφορετικά ελαττώματα από εκείνα που παράγονται στις προνομιούχες τάξεις από τον πλούτο και την εξουσία, αλλά όχι καλύτερα.
Αν η αστική τάξη παράγει τους ομοίους του Τζιολίτι και Γκρατσιάνι και όλη τη μακρά διαδοχή των βασανιστών της ανθρωπότητας, από τους μεγάλους κατακτητές στα μανιώδη και αιμορουφήχτρες μικροαστικά αφεντικά, παράγει επίσης τους ομοίους του Καφιέρο, του Ρεκλύ και του Κροπότκιν, και πολλά από τα άτομα που σε οποιαδήποτε εποχή θυσίασαν τα προνόμια της τάξης τους για ένα ιδανικό.
Αν το προλεταριάτο έδωσε και δίνει τόσους πολλούς ήρωες και μάρτυρες για την υπόθεση της ανθρώπινης λύτρωσης, δίνει επίσης τους λευκοφρουρούς, τους σφαγείς, τους προδότες των ίδιων τους των αδελφών, δίχως τους οποίους η αστική τυραννία δεν θα μπορούσε να διαρκέσει ούτε μία μέρα.
Πώς μπορεί το μίσος να υψωθεί σε αρχή δικαιοσύνης, σε ένα φωτισμένο πνεύμα απαίτησης, όταν είναι σαφές ότι το κακό είναι παντού, και εξαρτάται από αιτίες που υπερβαίνουν την ατομική επιθυμία και ευθύνη;
Ας υπάρξει όση ταξική πάλη θέλει κανείς, αν με το ταξική πάλη εννοεί κανείς την πάλη των εκμεταλλευόμενων ενάντια στους εκμεταλλευτές για την κατάργηση της εκμετάλλευσης.
Ότι ο αγώνας είναι ένας τρόπος ηθικής και υλικής εξύψωσης, και είναι η κύρια επαναστατική δύναμη στην οποία μπορεί να βασίζεται.
Ας μην υπάρχει μίσος, όμως, επειδή η αγάπη και η δικαιοσύνη δεν μπορούν να γεννηθούν από το μίσος. Το μίσος φέρνει εκδίκηση, επιθυμία να είσαι πάνω από τον εχθρό, ανάγκη να εδραιώσει κανείς την υπεροχή του. Το μίσος μπορεί να είναι μονάχα το θεμέλιο νέων κυβερνήσεων, αν κανείς κερδίσει, αλλά δεν μπορεί να είναι το θεμέλιο της αναρχίας.
Δυστυχώς, είναι εύκολο να καταλάβουμε το μίσος τόσων φουκαράδων των οποίων το σώμα και τα αισθήματα είναι βασανισμένα και μισθωμένα από την κοινωνία: ωστόσο, μόλις η κόλαση στην οποία ζουν φωτίζεται από ένα ιδανικό, το μίσος εξαφανίζεται και μια διακαής επιθυμία πάλης για το καλό όλων παίρνει τα ινία.
Για το λόγο αυτό εκείνοι που μισούν αληθινά δεν μπορούν να βρεθούν μεταξύ των συντρόφων μας, αν και υπάρχουν πολλοί ρήτορες του μίσους.Είναι σαν τον ποιητή, που είναι ένας καλός και ειρηνικός πατέρας, αλλά τραγουδά για μίσος, επειδή αυτό του δίνει τη δυνατότητα να συνθέτει καλούς στίχους… ή ίσως και κακούς. Μιλούν για το μίσος, αλλά το μίσος τους είναι φτιαγμένο από αγάπη.
Για το λόγο αυτό τους αγαπώ, ακόμα και αν με βρίζουν
Ανάρτηση από: http://forum.osarena.net