Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2023

Παλαιστίνη: κατοχή, αντίσταση και η ιστορία που πολλοί ξεχνούν…


Του Αλέξανδρου Γεωργάκη

Το “όραμα” και ο εποικισμός
Ήταν ένας εβραϊκής καταγωγής Αυστριακός δημοσιογράφος, ο Theodore Hertzl, στα τέλη του 19ου αιώνα, που οραματίστηκε τη δημιουργία εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη.
Εμπνεύστηκε, δηλαδή, το σιωνιστικό όραμα.
Τότε η Παλαιστίνη τελούσε υπό οθωμανική κατοχή και η ιδέα του, η οποία δεν είχε πάντως μεγάλη απήχηση στην εβραϊκή διασπορά, απερρίφθη από το σουλτάνο, αλλά ξεκίνησε, μια προσπάθεια  εποικισμού της με την αγορά γης και την χρηματοδότηση διαφόρων υποδομών από τον Γάλλο σιωνιστή Edmond de Rothschild.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Βρετανοί συμμαχούν με τους εξεγερθέντες Άραβες  και απελευθερώνουν τα αραβικά εδάφη από τον οθωμανικό ζυγό.
Οι Βρετανοί, όμως, έχουν τα δικά τους σχέδια.
Το 1917 ο Βρετανός υπουργός εξωτερικών απευθύνει στον σιωνιστή Βρετανό Εβραίο τραπεζίτη Λόρδο Rothschild επιστολή, γνωστή ως Διακήρυξη Balfour, δια της οποίας η Βρετανική κυβέρνηση δεσμεύεται να δημιουργήσει “εθνική εστία” για τους Εβραίους στην Παλαιστίνη η οποία πλέον τελούσε υπό την κατοχή της.
Ήταν μια μοιραία απόφαση που σε πρώτη φάση ενέτεινε τον συστηματικό εποικισμό της Παλαιστίνης που οργάνωνε η Jewish Agency με σκοπό τη δημιουργία των δημογραφικών προϋποθέσεων για την υλοποίηση του “σιωνιστικού οράματος”.
Μεσολαβεί το Ολοκαύτωμα του εβραϊκού λαού και η απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Παλαιστίνη.
Οι Βρετανοί παραπέμπουν το θέμα του καθεστώτος της Παλαιστίνης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ όπου το 1947 υιοθετείται  τελικά ένα σχέδιο που προβλέπει τη δημιουργία  ξεχωριστού εβραϊκού κράτους. Η Ελλάδα ψηφίζει κατά.
Ο Στάλιν υποστηρίζει ενεργά τη δημιουργία του Κράτους του Ισραήλ και η σοσιαλιστική τότε Τσεχοσλοβακία παρέχει κρίσιμο οπλισμό στις σιωνιστικές οργανώσεις στην Παλαιστίνη.

Η έξοδος των Παλαιστινίων
Η ηγεσία των Εβραίων της Παλαιστίνης εξοπλίζει, λοιπόν, τις οργανώσεις που ελέγχει και θέτει, σύντομα, σε εφαρμογή το  σχέδιο Dalet που περιελάμβανε μεταξύ άλλων επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης εν όψει της αποχώρησης των Βρετανών. Σύμφωνα και με τον Ισραηλινό ιστορικό Ilan Pappé η σφαγή των Παλαιστινίων Αράβων κατοίκων του χωριού Deir Yassin από εβραϊκές ομάδες αποτελεί το πρώτο βήμα. Η είδηση διαδίδεται σύντομα σε ολόκληρη την Παλαιστίνη και οι Παλαιστίνιοι αρχίζουν να  εγκαταλείπουν μαζικά τις εστίες τους.
Το Μάη του 1948, οι Βρετανοί αποχωρούν, ο Ben Gurion κηρύσσει την ίδρυση του “Κράτους του Ισραήλ” και οι ανεπαρκείς στρατοί των αραβικών κρατών σπεύδουν προς υπεράσπιση των Παλαιστινίων.
Ο πόλεμος καταλήγει το 1949 σε συμφωνία εκεχειρίας και σε εξασφάλιση ακόμη περισσότερων εδαφών από τους Ισραηλινούς Έχει συντελεστεί η έξοδος ή κι ο εκτοπισμός από τα εδάφη του νεοσύστατου κράτους περίπου του 80% των Παλαιστινίων Αράβων κατοίκων.
Οι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε προσφυγουπόλεις στη Λωρίδα της Γάζας, της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη, στη Συρία και και το Λίβανο, όπου μέχρι σήμερα διαβιούν με την ελπίδα της επιστροφής.
1,7 από τα 2,2 εκατομμύρια κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας είναι καταγεγραμμένοι από την αρμόδια υπηρεσία του ΟΗΕ ως πρόσφυγες.
Η ισραηλινή βουλή, η Κνεσσέτ, σύντομα επρόκειτο να υιοθετήσει νόμους που απαγόρευαν την επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους και προέβλεπαν την κατάσχεση της περιουσίας τους και της γης τους.
Το 1967, κατά τον πόλεμο των έξι ημερών, οι Ισραηλινές δυνάμεις κατακτούν μεταξύ άλλων τη Λωρίδα της Γάζας και τη Δ. Όχθη και προχωρούν σε συστηματικό εποικισμό τους.
Το  Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ υιοθετεί αποφάσεις που απαιτούν απόσυρση των ισραηλινών δυνάμεων από τα εν λόγω εδάφη και τερματισμό του εποικισμού, αλλά οι Ισραηλινοί για τις επόμενες δεκαετίες δεν έβλεπαν κανένα λόγο να τις εφαρμόσουν.
Το 1987 ξεσπάει η πρώτη Ιντιφάντα (εξέγερση) κατά του στρατού κατοχής και ξεκινάει την αντιστασιακή της δράση της μια νέα οργάνωση, η Χαμάς,  ιδρυθείσα από θρησκευόμενους Μουσουλμάνους Παλαιστινίους, μεταξύ τους πολλοί γιατροί και χειρουργοί,  που μέχρι τότε εστίαζαν σε κοινωνικό έργο για τους κατοίκους της κατεχόμενης Λωρίδας της Γάζας.

Ο Αραφάτ και η PLO  τείνουν κλάδο ελαίας στην Ισραηλινή ηγεσία και σύντομα υπογράφονται οι συμφωνίες του Όσλο που προβλέπουν σύσταση αυτόνομης παλαιστινιακής διοίκησης στα κατεχόμενα, σταδιακή αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής από τις παλαιστινιακές  πόλεις και διαπραγματεύσεις για το τελικό καθεστώς  (έλεγχος ανατολικής Ιερουσαλήμ, εποικισμοί, θέμα προσφύγων κ.ά.).
Η ίδρυση μιας προσωρινής Παλαιστινιακής Αρχής αποτελούσε ίσως προσπάθεια των Ισραηλινών να κερδίσουν χρόνο.
Πάντως ο Αραφάτ κατάλαβε ότι οι Ισραηλινοί δεν ήσαν διατεθειμένοι για συμβιβασμούς με στόχο ένα βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος
Το 2000 ξεσπά η δεύτερη Ιντιφάντα, ο Αραφάτ τελεί υπό πολιορκία από τον ισραηλινό στρατό και πεθαίνει το 2004, οπότε τον διαδέχεται ο,  “μετριοπαθής” και αγαπημένος τότε των Αμερικανών, Μαχμούντ Αμπάς.
Εκείνος συμφωνεί με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Σαρόν σε μια κατάπαυση του πυρός (την οποία εφαρμόζει και το ένοπλο σκέλος της Χαμάς)  και επιχειρεί αφοπλισμό της παλαιστινιακής Αντίστασης.


Η Λωρίδα της Γάζας
Ο Σαρόν, εν μέρει λόγω του κόστους της κατοχής και της προστασίας των εποικισμών, προχωράει στην απόσυρση των στρατευμάτων του από Λωρίδα της Γάζας, ελπίζοντας, ενδεχομένως, ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας της Παλαιστινιακής Αρχής,  θα διατηρήσουν τον έλεγχο.
Η κυβέρνηση της Φάταχ είχε μετατραπεί, κατά πολλούς, σε χωροφύλακα του Ισραήλ.
Ακολουθεί, το Γενάρη του 2006, η απροσδόκητη επικράτηση της Χαμάς στις εκλογές για το παλαιστινιακό κοινοβούλιο που θα εξέλεγε και τον πρωθυπουργό που θα συγκυβερνούσε με τον πρόεδρο Αμπας.
Οι Παλαιστίνιοι φαίνεται ότι επιθυμούσαν να απαλλαγούν από την εκτεταμένη διαφθορά των κυβερνήσεων της Φάταχ, εκτιμούσαν το κοινωνικό έργο της Χαμάς και τη θεωρούσαν πλέον τη μόνη δύναμη που εξακολουθούσε να αντιστέκεται και μπορούσε να διεκδικήσει τα δικαιώματά τους.
Η Δύση και οι Ισραηλινοί διακόπτουν τη βοήθεια στη νέα παλαιστινιακή κυβέρνηση, ενώ ο Αμπάς και η Φάταχ αρνούνται να παραδώσουν τον έλεγχο των διαφόρων παλαιστινιακών “υπηρεσιών ασφαλείας”.
Οι Αμερικανοί και άλλοι τις εξοπλίζουν και τις εκπαιδεύουν με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης της Χαμάς και τον αφοπλισμό των μαχητών της.


Κυρίως υπολογίζουν στις δυνάμεις της διαβόητης “Προληπτικής Ασφαλείας” του φιλόδοξου και διεφθαρμένου ηγέτη της Φάταχ M. Dahlan, ο οποίος είχε στενούς δεσμούς με CIA και Shin Bet.
Τελικά, το καλοκαίρι του 2007 οι μαχητές της Χαμάς είναι εκείνοι που μέσα σε δυο-τρεις μέρες κατορθώνουν να εξουδετερώσουν τις δυνάμεις του Dahlan, ο οποίος έχει εν τω μεταξύ προλάβει να διαφύγει. Η Χαμάς παρέχει γενική αμνηστία.
Οι Ισραηλινοί, τότε, επιβάλλουν έναν αποκλεισμό που διαρκεί μέχρι σήμερα.
Το 2008, σύμφωνα με διπλωματικό τηλεγράφημα των Αμερικανών, Ισραηλινοί αξιωματούχοι ομολογούσαν, σε εμπιστευτικές συνομιλίες, ότι στόχος τους ήταν “να διατηρήσουν την οικονομία της Γάζας στο χείλος της κατάρρευσης”.
Παρά ταύτα, επιτυγχάνεται εκεχειρία μεταξύ των δύο πλευρών, που η Χαμάς τηρεί και μάλιστα επιβάλλει στη Γάζα, απαγορεύοντας στις άλλες παλαιστινιακές οργανώσεις να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια κατά των Ισραηλινών.
Παράλληλα, ο πρόεδρος Αμπάς, στη Ραμάλλα, σύμφωνα με τον Guardian, διεξάγει διαπραγματεύσεις με την Ισραηλινή πλευρά για την επίλυση των “δύσκολων” ζητημάτων και προβαίνει σε πρωτοφανείς υποχωρήσεις, συμφωνώντας στην προσάρτηση όλων των Ισραηλινών εποικισμών της ανατολικής Ιερουσαλήμ (εκτός ενός) από το κράτος του Ισραήλ, στην σύσταση κοινής επιτροπής για τον έλεγχο των ιερών τοποθεσιών (Αλ Άκσα κτλ) και κυρίως στην επιστροφή τελικά μόνο ενός “συμβολικού αριθμού” (δέκα χιλιάδων) Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους.


Οι Ισραηλινοί απαιτούν την προσάρτηση και άλλων εποικισμών και απορρίπτουν τις προτάσεις.
Τα επόμενα χρόνια και παρά τις εκκλήσεις του προέδρου Obama θα συνέχιζαν να χτίζουν και να επεκτείνουν τους εποικισμούς τους στα κατεχόμενα (όπου ανέκαθεν προσφέρονταν ενοίκια πολύ χαμηλότερα για την προσέλκυση εποίκων).
Το Νοέμβρη του 2008 οι Ισραηλινοί δυνάμεις παραβιάζουν τη συμφωνία εκεχειρίας σκοτώνοντας μαχητές της Χαμάς και εκείνη απαντάει με ρουκέτες. Σύντομα αποδείχθηκε ότι οι Ισραηλινοί είχαν σχεδιάσει την πρώτη μεγάλης κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση υπονόμευσης της Χαμάς.
Στις 27 Δεκέμβρη του 2008, η ισραηλινή αεροπορία αρχίζει μαζικό βομβαρδισμό της Λωρίδας της Γάζας.
Σκοτώνονται 265 Παλαιστίνιοι αστυνομικοί, σύμφωνα με την B’tselem.
Ανάμεσά τους ο διοικητής της Αστυνομίας και δεκάδες νέων αστυνομικών κατά την τελετή αποφοίτησής τους από την Αστυνομική Ακαδημία της Γάζας.
Τις επόμενες ημέρες δολοφονούνται υπουργοί και ηγέτες της Χαμάς.
Οι άμαχοι Παλαιστίνιοι που σκοτώνονται είναι 759 σύμφωνα πάλι με την B’tselem σε έναν πόλεμο που θα μείνει γνωστός στον αραβικό κόσμο ως η σφαγή της Γάζας, αν και θα ακολουθούσαν κι άλλες.
Οι άμαχοι Ισραηλινοί νεκροί είναι 3, ενώ μόλις 10 είναι οι νεκροί Ισραηλινοί στρατιώτες (οι 4 από φίλια πυρά).
Ο αποκλεισμός συνεχίζεται, με τους Παλαιστινίους να προσπαθούν μέσω σηράγγων που έχουν διανοίξει  κάτω από τα σύνορα με την Αίγυπτο να εισάγουν τα αναγκαία, αλλά και οπλισμό.
Τα επόμενα χρόνια οι Ισραηλινοί, υπό τον Νετανιάχου πλέον, δεν αισθάνονται καμία ανάγκη για επίλυση του Παλαιστινιακού και τερματισμό της κατοχής.
Το 2014 η ισραηλινή κυβέρνηση διεξάγει άλλον έναν πόλεμο, μια “προληπτική” επιχείρηση κατά της Γάζας με την ονομασία “Protective Edge”.


Οι Ισραηλινές δυνάμεις εισέβαλαν στη Γάζα όπου αντιμετώπισαν σθεναρή αντίσταση κι αυτή τη φορά υπέστησαν μεγάλες απώλειες, ενώ όταν ένας ανθυπολοχαγός τους απήχθη  εκτέλεσαν την αμφιλεγόμενη οδηγία Hannibal που προέβλεπε τη χρησιμοποίηση όλης της διαθέσιμης ισχύος πυρός για την πάση θυσία αποτροπή απαγωγής ισραηλινού στρατιώτη. Ο ανθυπολοχαγός σκοτώνεται, όπως  και δεκάδες αμάχων.
2251 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν, με το 65% εξ αυτών να είναι άμαχοι σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Στους βομβαρδισμούς, μεταξύ άλλων,  σκοτώθηκε η σύζυγος κι ο 7 μηνών γιος τού διοικητή των στρατιωτικών δυνάμεων της Χαμάς, Mohammed Deif τον οποίο οι Ισραηλινοί απέτυχαν να δολοφονήσουν.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση, το 91% των Ισραηλινών Εβραίων υποστήριζαν την επιχείρηση…
Οι Αιγύπτιοι για άλλη μια φορά θα μεσολαβούσαν για την επίτευξη τελικά εκεχειρίας.
Ο Νετανιάχου ήταν ικανοποιημένος με την “αποτροπή” που είχε επιτύχει και θεωρούσε ότι τα αντιπυραυλικά και άλλα συστήματα θα του επέτρεπαν τη συνέχιση της ισραηλινής πολιτικής και της κατοχής, ενδεχομένως και της οριστικής προσάρτησης των Παλαιστινίων εδαφών. Αργότερα, αραβικές μοναρχίες θα προχωρούσαν στην ομαλοποίηση των σχέσεων τους με το κράτος του Ισραήλ, εγκαταλείποντας την υπεράσπιση της παλαιστινιακής υπόθεσης.
Ο Νετανιάχου προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργάζεται με εξτρεμιστές ηγέτες των  εποίκων στους οποίους δίνει σημαντικές θέσεις και τους επιτρέπει να προβαίνουν σε επικίνδυνες προκλήσεις.
Μια πιθανή συμφωνία Σαουδαράβων- Ισραηλινών ίσως να σήμαινε μεγάλο πλήγμα στην παλαιστινιακή υπόθεση και οριστική διαιώνιση της κατοχής. Δεν γνωρίζουμε τους πιθανούς όρους της.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι Ισραηλινοί όφειλαν να αντιληφθούν ότι οι Παλαιστίνιοι και δη η Χαμάς που ηγείται της παλαιστινιακής αντίστασης, απλά, δε μπορούσε να μείνει άπραγη.
Οι βιαιοπραγίες είναι ακατανόητες και απαράδεκτες.


Για την ευθύνη, όμως, της ηγεσίας της Χαμάς υπάρχουν ερωτηματικά, δεν γνωρίζουμε καν το σχέδιο της επιχείρησης και τους σκοπούς της πέραν της εξουδετέρωσης της Ισραηλινής Μεραρχίας της Γάζας και της εξασφάλισης αρκετών αιχμαλώτων ώστε να αποφευχθούν τα καταστροφικά αντίποινα και για να επιτευχθεί απελευθέρωση των χιλιάδων Παλαιστινίων κρατουμένων – οι Παλαιστίνιοι υποστηρίζουν ότι αρκετοί αιχμάλωτοι έχουν σκοτωθεί ήδη στους βομβαρδισμούς.
Ο αναπληρωτής επικεφαλής του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς επιμένει ότι οι οδηγίες στους μαχητές ήσαν σαφείς να μην βλάψουν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένους και παραδέχεται ότι ακραία στοιχεία εκμεταλλεύθηκαν  την κατάσταση για να εισβάλουν με όπλα.
Οι πληροφορίες και οι μαρτυρίες για τη στάση των μαχητών έναντι των κατοίκων των οικισμών  είναι αντιφατικές.
Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να υπονοούμε ότι ο μέσος Παλαιστίνιος τα επικροτεί ή θα μπορούσε να τα διαπράξει, ό,τι κι αν έχει υποστεί κι ακόμα κι αν μπορεί να θεωρεί συνυπεύθυνο τον Ισραηλινό ψηφοφόρο που ζει και ευημερεί στη γη  που του στέρησαν.
Οι θανατώσεις γυναικών και παιδιών  κατά την άλωση της τουρκοκρατουμένης  Τριπολιτσάς, δεν καθιστά τους Έλληνες επαναστάτες τρομοκράτες, ούτε δύναται κανείς να αμφισβητήσει το δίκαιον του αγώνα κατά του Οθωμανού κατακτητή.
Από εδώ και πέρα, είναι άγνωστο που θα οδηγήσει  αυτή η σύγκρουση κι αν θα λάβει περιφερειακές διαστάσεις με την Χεζμπολλάχ να παρεμβαίνει.
Μόνο οι Αμερικανοί μπορούν, ίσως, να επηρεάσουν άμεσα τις αποφάσεις του ισραηλινού πολεμικού συμβουλίου  λαμβανομένων υπ’ όψιν και των 3 δις ετήσιας αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας, της γενικότερης εξάρτησης και εν όψει του κινδύνου για περιφερειακή κλιμάκωση.

Ανάρτηση από: https://www.militaire.gr/