Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Όχι στις μάχες οπισθοφυλακών.

Η ανυπακοή δίχως πρόταση θα μας οδηγήσει στην απελπισία

της Σύνταξης
από τη Ρήξη που κυκλοφορεί  

Το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου, μέλη και φίλοι της Κίνησης Πολιτών Άρδην από την  Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο, τη Λάρισα και την Καρδίτσα πραγματοποίησαν μια άτυπη περιφερειακή συνάντηση στο Βόλο. Στα πλαίσια της συνάντησης αυτής, θέσαμε τους προβληματισμούς μας σχετικά με τα κινήματα «Δεν Πληρώνω» και τις κινήσεις ενάντια στο χαράτσι της ΔΕΗ.
Η συζήτηση κινήθηκε πέραν του προφανούς, ότι η ανυπακοή του ελληνικού λαού σε μια πολιτική στραγγαλισμού, μέσα από δυσβάσταχτα φορολογικά μέτρα και δραστικές περικοπές, είναι ζήτημα επιβίωσης. Από εκεί και πέρα, όμως, τίθενται πολύ σοβαρά ζητήματα τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε.
Πρώτον, ότι μαζί με την ανυπακοή πρέπει να υπάρξει και αντιπρόταση μιας δίκαιης φορολογικής πολιτικής. Και τούτο για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος, για να μην καταντήσει η ανυπακοή εργαλείο στα χέρια των πλούσιων στρωμάτων, που φοροδιαφεύγουν συστηματικά. Η φοροδιαφυγή του μεγάλου κεφαλαίου είναι ο κύριος μοχλός αναπαραγωγής των μεγάλων κοινωνικών ανισοτήτων στη χώρα μας και θα πρέπει να σταματήσει. Υπό αυτή την έννοια, τα κινήματα θα πρέπει να πιέσουν για τη θεμελίωση μιας φορολογικής πολιτικής βάσει τεκμηρίων –του μόνου αποτελεσματικού τρόπου δίκαιης φορολόγησης των μεγάλων εισοδημάτων που μπορεί να υπάρξει στη χώρα μας.
Ύστερα, θα πρέπει να γίνει ένας σαφής διαχωρισμός πού τελειώνει το «Δεν πληρώνω» και πού αρχίζει η υποχρέωση όλων των Ελλήνων πολιτών να συντηρούν με τη συνεισφορά τη δημόσια παιδεία, την υγεία, την εθνική άμυνα, αλλά και τα κρατικά διαθέσιμα μισθών και συντάξεων –ιδιαίτερα τώρα που η τρόικα και η ΕΕ εκβιάζουν τη χώρα μας με τις δόσεις της οικονομικής βοήθειας. Κι εδώ, τα κινήματα θα πρέπει να οξύνουν το πολιτικό τους αισθητήριο: Η ανυπακοή δεν μπορεί παρά να είναι συγκεκριμένη, να εστιάζεται δηλαδή στα μέτρα που όντως θίγουν άμεσα τα κατώτερα στρώματα. Επίσης, θα πρέπει να είναι συλλογική και να μην οδηγεί στην εξατομίκευση του αγώνα, γιατί σ’ αυτό το πεδίο, όσοι έχουν περισσότερο ανάγκη, οι πιο φτωχοί, αδυνατούν να αντεπεξέλθουν. Το παράδειγμα με το χαράτσι της ΔΕΗ είναι χαρακτηριστικό. Οι κινήσεις μαζικοποιήθηκαν μόνον όταν απέκτησαν τη διάσταση της συλλογικής διεκδίκησης έναντι των δήμων ή της ΔΕΗ, ενώ, σε ατομικό επίπεδο, τον δρόμο της άρνησης πληρωμών ακολούθησαν μόνο οι 3 στους 10.
Τέλος, ένα ζήτημα που περιλαμβάνει όλα τα προηγούμενα, αλλά είναι ευρύτερο, έχει να κάνει με τον γενικότερο ρόλο που πρέπει να παίξουν οι κινητοποιήσεις στη διαλυμένη ελληνική κοινωνία σήμερα.
Εντός των κινημάτων, θα πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ των δυνάμεων που παρεμβαίνουν από τη σκοπιά της αποσταθεροποίησης και βαθαίνουν την κρίση, και εκείνων που πράττουν από τη σκοπιά της αναδιοργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για έναν προβληματισμό που, δυστυχώς, δεν έχει λάβει την έκταση που του αναλογεί μέσα στους αντιμνημονιακούς χώρους. Ότι, δηλαδή, θα πρέπει να διαχωρίσουμε το κομμάτι εκείνο της κρατικής μηχανής και της κυβερνώσας ελίτ που στρέφεται εναντίον του λαού, από το δημόσιο και την ελληνική πολιτεία εν γένει. Γιατί ενώ η υπονόμευση του πρώτου είναι πλέον ζήτημα επιβίωσης του ελληνικού λαού, η εν γένει αποσταθεροποίηση και απαξίωση των θεσμών δημιουργεί συνθήκες ζούγκλας, όπου επικρατεί το δίκαιο του ισχυρού και θίγονται ακόμα περισσότερο τα αδύναμα και φτωχά λαϊκά στρώματα.
Υπό αυτή την έννοια, ο αγώνας ενάντια στο μνημόνιο θα πρέπει να συνδυάζει την άρνηση, αλλά και την πρόταση. Να μην εξαντλείται, δηλαδή, στην εκτόνωση της κοινωνικής αγανάκτησης, ή μόνο στο μπλοκάρισμα της εγκληματικής κυβερνητικής πολιτικής, αλλά να αναδεικνύεται ο ίδιος ως φορέας αναδιοργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας σε δικαιότερη βάση.  Εδώ ακριβώς έγκειται και η αντίθεση μεταξύ των υγιών αντιμνημονιακών δυνάμεων και ενός εθνομηδενιστικού εξτρεμισμού, που προσπαθεί να αντλήσει πολιτική υπεραξία μέσα από την κοινωνική αγανάκτηση.
Ναι μεν ανυπακοή, επομένως, αλλά και –κυρίως– πρόταση. Αυτό είναι το στοιχείο που μπορεί να πάει ένα βήμα παραπέρα τις κινητοποιήσεις, και να μην τις βυθίσει στην απελπισία μιας μάχης οπισθοφυλακών.

Αάρτηση από : http://ardin-rixi.gr/archives/2807