Παρασκευή 23 Αυγούστου 2019

Εναντίον των κτηνοτροφικών πάρκων και των χωροτακτών

Του Δημήτρη Γ. Μπούσμπουρα

Αφορμή για το κείμενο αυτό ήταν η μελέτη μερικών χωροταξικών σχεδίων που έδειχναν πλήρη άγνοια για τις βασικές λειτουργίες των παραγωγικών δραστηριοτήτων που ήθελαν να ρυθμίσουν.
Στις περισσότερες χώρες του κόσμου οι χωροτάκτες είναι γεωγράφοι. Έχουν μάθει δηλαδή στοιχεία γεωλογίας, οικολογίας, ανθρωπολογίας, κοινωνιολογίας και άλλα. Στην Ελλάδα όμως οι χωροτάκτες είναι στην πλειοψηφία τους πολιτικοί μηχανικοί – πολεοδόμοι. Έτσι όσο και να θέλουν να ξεφύγουν από την τετράγωνη λογική του μπετατζή, τους είναι δύσκολο. Η σκέψη και τα σχέδιά τους τους είναι σε κουτάκια, όπως τα κλουβιά που χτίζουν οι συνάδελφοί τους. Είμαστε άλλωστε από τις λίγες χώρες όπου ο σχεδιασμός κτιρίων μπορεί να γίνει από πολιτικό μηχανικό και όχι από αρχιτέκτονα.
Η τετράγωνη σκέψη του χωροτάκτη οδηγεί στον απόλυτο διαχωρισμό των χρήσεων γης. Οι κατοικίες γίνονται αντιληπτές ως υπνωτήρια και οι παραγωγικές δραστηριότητες είναι η καθεμία στον δικό της χώρο.
Έτσι θα δούμε στα Χωροταξικά Σχέδια των δήμων την απόδοση όλης της παράκτιας  ζώνης στην δόμηση, αυτήν την κατά παρέκκλιση εκτός σχεδίου δόμηση στην γεωργική γη αν κάποιος διαθέτει 4 στρέμματα. Το όραμα του πολιτικού μηχανικού – χωροτάκτη είναι να χτιστεί όλη η ακτή και να μοιάζει σαν τις ακτές της Αττικής ή της δυτικής Θεσσαλονίκης έως την Χαλκιδική, και σε μία ζώνη επιτρέπει μόνο εξοχικές κατοικίες. Εσωτερικά της παράκτιας ζώνης μπορούν να ρυθμιστούν οι υπόλοιπες χρήσεις γης που δεν θα ενοχλούν την εξοχική κατοικία και τα beach bar. Αλλά τα ελαιοτριβεία π.χ. πρέπει να είναι λίγα και μακρυά από οικισμούς. Ο χωροτάκτης, αντί να σκεφτεί λύσεις για το πρόβλημα των αποβλήτων ή ακόμα καλύτερα πως αυτά να χρησιμοποιηθούν αντί να ρίχνονται ανεπεξέργαστα στο δίπλα ρέμα, θέλει να καταργήσει τα παλιά ελαιοτριβεία και να βάλει στην θέση τους, ει δυνατόν, μία μόνο βιομηχανική μονάδα.
Στις ορεινές περιοχές απαιτεί την ίδια ευταξία. Καθώς η κτηνοτροφία θεωρείται μία βρωμερή δραστηριότητα και καθώς η εμπειρία του πολιτικού μηχανικού – χωροτάκτη είναι κυρίως από αστικούς χώρους, η πρόταση στην οποία καταλήγει είναι η δημιουργία Κτηνοτροφικών Πάρκων. Να κάνουμε δηλαδή κάτι σαν αυτά που γίνονται στην προηγμένη Ολλανδία, όπου κυριαρχεί η ενσταβλισμένη κτηνοτροφία. Αλλού θα πρέπει να μένει ο κτηνοτρόφος, αλλού να παράγονται τα κτηνοτροφικά φυτά, και αλλού να κρατούνται τα ζώα που τα καταναλώνουν.
Για να κάνεις μία τέτοια πρόταση θα πρέπει να μην έχεις ακούσει ποτέ τον όρο εκτατική κτηνοτροφία και έννοιες όπως βοσκοϊκανότητα. Να μην έχεις αντιληφθεί ότι αυτό που ονομάζεται δασική έκταση, γιατί έχει φυσική βλάστηση αλλά δεν είναι δάσος, είναι ο κύριος χώρος στον οποίον ασκείται βόσκηση. Να μην έχεις καμία αίσθηση του τι σημαίνει ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων και προφανώς απόλυτη άγνοια για τον ρόλο των φυτοφάγων σε ένα οικοσύστημα.
Αν πρέπει να οργανώσεις ενσταβλισμένη, αποκλειστικά, κτηνοτροφία μπορείς να το κάνεις σε εκτάσεις που μοιάζουν με Βιομηχανικά Πάρκα. Εκεί δηλαδή όπου τα ζώα, με το φως ανοιχτό νυχθημερόν και πολλές ενέσεις ορμονών και αντιβιοτικών, καταναλώνουν τροφές που μεταφέρονται από αλλού για να παχύνουν και να σφαχτούν γρήγορα. Αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει ίσως κοντά σε μία πόλη, για να εξυπηρετηθούν οι  καταναλωτές που επιθυμούν να τρώνε καθημερινά γύρο ή μαλακό φιλέτο, από μοσχάρι που δεν έχει περπατήσει ποτέ.
Στην ύπαιθρο όμως, όπου η κτηνοτροφική παραγωγή οργανώνεται με τρόπο που να χρησιμοποιούνται και τα φυσικά λιβάδια, η χωροθέτηση των σταβλικών εγκαταστάσεων δεν μπορεί παρά να είναι διάσπαρτη. Αυτό ήταν γνωστό σε όλους όσο η ζωή στην Ελλάδα ήταν υπαίθρια και μέχρι σήμερα η δασική υπηρεσία διαμόρφωνε κατάλληλες υποδομές όπως ποτίστρες, δεξαμενές, δρόμους και χώρους για την διαμονή των ημινομάδων κτηνοτρόφων. Οι κτηνοτρόφοι επίσης από μία μακρά εμπειρία, που μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά, μπορούσαν να αναγνωρίσουν τους χώρους που ήταν καταλληλότεροι σε κάθε εποχή και έτσι η βόσκηση ήταν διάσπαρτη και ασκούνταν με σωστές μετακινήσεις στο χώρο και στον χρόνο.
Σήμερα όμως που, δυστυχώς, αυτή η εμπειρία έχει πάψει να μεταδίδεται, καθώς οι βοσκοί αντικαταστάθηκαν από ξένους εργάτες. Καθώς έχει περάσει ένα πνεύμα ευταξίας και περιφρόνησης στο επάγγελμα του κτηνοτρόφου. Καθώς αυτοί που σχεδιάζουν, ακόμα και αν προέρχονται από χωριά, δεν έχουν καμία αίσθηση των ισορροπιών στη φύση. Καθώς το πάνω χέρι στις ενώσεις των κτηνοτρόφων και στους συνεταιρισμούς έχουν οι γεωπόνοι και οι κτηνίατροι που έχουν μάθει να σκέφτονται πλέον εργοστασιακά. Και καθώς ένας υπερόπτης χωροτάκτης θέλει να τραβήξει γραμμές στον χάρτη προκρίνονται και υιοθετούνται προτάσεις για χωροθέτηση Κτηνοτροφικών Πάρκων σε περιοχές με εκτεταμένα λιβάδια.
Δυστυχώς όμως για αυτούς, αν δημιουργηθούν, αυτό που θα έχουν καταφέρει θα είναι να δημιουργήσουν … πυοσφαίρια. Αν δει κανείς μία τέτοια έκταση σε δορυφορική φωτογραφία θα μοιάζει με ένα σπυρί γεμάτο με πύον στο κέντρο που στην περιφέρεια του χάνει το χρώμα. Είναι το αποτέλεσμα της υπερβόσκησης τοπικά γύρω από την εγκατάσταση και η βαθμιαία μείωσή της όσο απομακρυνόμαστε από αυτήν. Αυτό θα συμβεί αναπόφευκτα καθώς θα υπάρξει η τάση των κτηνοτρόφων να επωφεληθούν από την ύπαρξη των φυσικών λιβαδιών και θα κινήσουν τα ζώα και εκτός της εγκατάστασης για να καταναλώσουν τους φυσικούς πόρους ή απλά για να βγουν τα ζώα τους στον ήλιο αντί να χρειάζονται φάρμακα.
Η λύση απέναντι σε αυτό το πρόβλημα είναι να κλείσουμε τα αυτιά μας στις προτάσεις των χωροτακτών και να σχεδιαστεί η χωροθέτηση των κτηνοτροφικών μονάδων με την καθοδήγηση των λιβαδοπόνων που, έχοντας μελετήσει την λιβαδική οικολογία, συναντούν την λαϊκή σοφία του απλού παραδοσιακού κτηνοτρόφου.

Ανάρτηση από: https://koutsomili.wordpress.com